Παρασκευή 28 Απρίλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΞΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εξελίξεις, προοπτικές και πολιτικές για τη διασφάλιση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης

Αποσπάσματα από την Εκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Ν. Γκαργκάνα

Το 2005 η ελληνική οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται με ικανοποιητικό ρυθμό, ο οποίος παρουσίασε σχετικά μικρή επιβράδυνση σε σύγκριση με τους υψηλούς ρυθμούς των προηγούμενων ετών. Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική, αν ληφθεί υπόψη ότι το παρελθόν έτος δεν υπήρχε η ευνοϊκή επίδραση την οποία είχαν ασκήσει την προηγούμενη περίοδο οι δαπάνες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, ενώ υπήρχε αρνητική επίδραση από τη μεγάλη άνοδο των τιμών των καυσίμων και τη μεγάλη μείωση των δημόσιων επενδύσεων στο πλαίσιο της αναγκαίας εφαρμογής πολιτικής δημοσιονομικής προσαρμογής. Συγκεκριμένα, ο ετήσιος ρυθμός ανόδου του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος υπερέβη τον αντίστοιχο ρυθμό στην Ευρωπαϊκή Ενωση των 15 για δέκατο κατά σειρά έτος και διαμορφώθηκε στο 3,7% το 2005, έναντι 4,7% το 2004 και 4,4% κατά μέσον όρο την τετραετία 2000 - 2003.

Σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος

Η ταχεία πιστωτική επέκταση προς τον ιδιωτικό τομέα και ιδίως προς τα νοικοκυριά ενισχύει την κερδοφορία των τραπεζών, αλλά αποτελεί και δυνητικό παράγοντα αύξησης του πιστωτικού κινδύνου γι’ αυτές, ιδίως εάν υπάρξει σημαντική περαιτέρω επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα ή περαιτέρω άνοδος των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ. Ο συνολικός δανεισμός των νοικοκυριών (συμπεριλαμβανομένων των τιτλοποιημένων δανείων) ως ποσοστό του ονομαστικού ΑΕΠ αυξήθηκε από 31,2% το Δεκέμβριο του 2004 σε 38,0% το Δεκέμβριο του 2005. Το ποσοστό αυτό παραμένει πάντως χαμηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο για το σύνολο της ζώνης του ευρώ (52,6% το 2005 και 49,2% το 2004, χωρίς τα τιτλοποιημένα δάνεια, για τα οποία δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία).

Ο πιστωτικός κίνδυνος από δάνεια προς επιχειρήσεις δεν φαίνεται να είναι, γενικά, ιδιαίτερα υψηλός, υπάρχουν όμως περιπτώσεις σημαντικής συγκέντρωσης χρηματοδοτικών ανοιγμάτων των τραπεζών σε ορισμένες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας το 2006

Όσον αφορά τις προοπτικές για το 2006, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν προβλέπεται ότι θα αυξηθεί περίπου κατά 3,5%, δηλαδή ο ρυθμός αύξησης θα διαμορφωθεί σε επίπεδο κατά τι χαμηλότερο από ό,τι το 2005, θα εξακολουθήσει όμως να είναι αισθητά υψηλότερος από ό,τι στη ζώνη του ευρώ. Η ιδιωτική κατανάλωση θα είναι και πάλι ο κύριος προωθητικός παράγοντας της εγχώριας ζήτησης, αλλά σημαντική θα είναι και η συμβολή των επενδύσεων, λόγω της αναμενόμενης αύξησης των δημόσιων επενδύσεων και της ταχύτερης από ό,τι το 2005 αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων.

Ο πληθωρισμός προβλέπεται ότι θα υποχωρήσει ελαφρά το 2006 και θα διαμορφωθεί γύρω στο 3,3%, καθώς εκτιμάται ότι η δυσμενής επίδραση από εξωγενείς παράγοντες θα εξασθενήσει και η εξασθένηση αυτή θα αντισταθμίσει την επίδραση της προβλεπόμενης σημαντικής επιτάχυνσης της ανόδου του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Όμως, ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλότερος από ό,τι στη ζώνη του ευρώ.

Η διασφάλιση της μακροοικονομικής σταθερότητας - της οποίας βασικό στοιχείο είναι η σταθερότητα των τιμών - θα απαιτήσει, πρωταρχικά, δημοσιονομική εξυγίανση, καθώς και μισθολογικές αυξήσεις οι οποίες είναι συμβατές με τη σταθερότητα των τιμών. Παράλληλα βεβαίως, για την επίτευξη της σταθερότητας των τιμών θα απαιτηθούν περαιτέρω, ευρύτερης κλίμακας, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ευκαμψία των αγορών προϊόντων και εργασίας, καθώς και τις συνθήκες ανταγωνισμού. Η μακροοικονομική σταθερότητα, μεταξύ άλλων, βελτιώνει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, ενθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις και ενισχύει την ικανότητα της οικονομίας να προσελκύει ξένες επενδύσεις.

Δημοσιονομική πολιτική

Ειδικότερα όσον αφορά τη δημοσιονομική εξυγίανση, το μέγεθος της προσπάθειας που απαιτείται για τη διόρθωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών είναι ακόμη μεγαλύτερο από ό,τι υποδηλώνουν τα σημερινά επίπεδα του ελλείμματος και του χρέους της γενικής κυβέρνησης. Ενόψει των δυσμενών δημογραφικών προοπτικών, αν δεν υπάρξει έγκαιρη μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων, οι δημόσιες δαπάνες για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη θα αυξηθούν δραματικά μετά το 2015 - συνολικά κατά 11,5 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μεταξύ του 2005 και του 2050 - σύμφωνα με τις διαθέσιμες προβολές.

Είναι προφανές ότι οι επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στις δημόσιες δαπάνες για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με φορολογικές αυξήσεις ή περικοπές άλλων δαπανών, καθώς αυτό θα υπονόμευε την οικονομική ανάπτυξη και την παροχή στοιχειωδών δημόσιων υπηρεσιών. Για το λόγο αυτό, απαιτείται σφαιρική αντιμετώπιση του προβλήματος, η οποία, εκτός από μέτρα για την ενίσχυση της γεννητικότητας, θα περιλαμβάνει: Πρώτον, συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε να επιτευχθούν σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα και να μειωθεί το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2015. Δεύτερον, έγκαιρη και αποτελεσματική μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων. Τρίτον, διαρθρωτικά μέτρα για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και τη βελτίωση της παραγωγικότητας.

Μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων

Όσον αφορά τη μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων, επειδή το μέγεθος της προσαρμογής που απαιτείται στην περίπτωση της Ελλάδος είναι μεγάλο, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος επιβάλλεται, πέραν της ριζικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος, η βελτίωση τόσο των δημόσιων οικονομικών όσο και της λειτουργίας της αγοράς εργασίας. Εξάλλου, και η πολιτική που έχει συμφωνηθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση του προβλήματος περιλαμβάνει τρεις άξονες: αύξηση της απασχόλησης, μείωση του δημόσιου χρέους και ασφαλιστική μεταρρύθμιση, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών στοιχείων του συστήματος. Με άλλα λόγια, είναι σκόπιμη η λήψη μιας σειράς μέτρων τα οποία θα αλληλοσυμπληρώνονται.

Σχετικά με το σύστημα συντάξεων επισημαίνεται ότι υπάρχουν ορισμένα ζητήματα, όπως π.χ. οι προϋποθέσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση και η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής, τα οποία είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν από τώρα. Πράγματι, η μεγάλη ανισότητα του υφιστάμενου συστήματος, η οποία παράλληλα επιβαρύνει υπέρμετρα και τα οικονομικά των ασφαλιστικών ταμείων, δεν δημιουργείται τόσο από τις διαφορές ως προς το ύψος της σύνταξης όσο από τις διατάξεις περί πρόωρης συνταξιοδότησης. Ο περιορισμός της πρόωρης συνταξιοδότησης και η προσπάθεια να προσεγγίσει η μέση (πραγματική) ηλικία συνταξιοδότησης την προβλεπόμενη από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις ηλικία θα συνέβαλλαν καθοριστικά στον περιορισμό των ανισοτήτων και στη βελτίωση των οικονομικών των ασφαλιστικών ταμείων. Επίσης, η εισφοροδιαφυγή αποτελεί κατά κοινή ομολογία ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του υφιστάμενου συστήματος συντάξεων. Η ενίσχυση της αντιστοιχίας μεταξύ ασφαλιστικών εισφορών και παροχών, δηλαδή του ανταποδοτικού χαρακτήρα του συστήματος, θα οδηγούσε αυτόματα σε περιορισμό και της εισφοροδιαφυγής. Επίσης, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστούν και άλλα ζητήματα, π.χ. ο περαιτέρω περιορισμός του κατακερματισμού και του υψηλού λειτουργικού κόστους του ασφαλιστικού συστήματος, ο αποτελεσματικότερος έλεγχος για την καλύτερη αξιοποίηση της περιουσίας και των αποθεματικών των ταμείων, η βελτίωση της οργάνωσης των ταμείων, ο εξορθολογισμός και η αυστηρή εφαρμογή των προϋποθέσεων για θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και η περαιτέρω διευκόλυνση της κινητικότητας των εργαζομένων μεταξύ διαφορετικών ταμείων (διαδοχική ασφάλιση).

Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων

Απαιτούνται, τέλος, διαρθρωτικά μέτρα για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, τη βελτίωση της παραγωγικότητας και, τελικά, τη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Η βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας απαιτεί μεταρρυθμίσεις σε ευρύ φάσμα τομέων της οικονομίας και είναι αναγκαία για δύο λόγους. Πρώτον, ενόψει της προβλεπόμενης γήρανσης του πληθυσμού, η οικονομική ανάπτυξη μακροχρόνια θα πρέπει να στηριχθεί σε συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας. Θα πρέπει επίσης να στηριχθεί σε περαιτέρω αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, κυρίως με την προσέλκυση περισσότερων νέων, γυναικών, καθώς και ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στην αγορά εργασίας. Δεύτερον, ενόψει της παγκοσμιοποίησης, η ελληνική οικονομία πρέπει να μετασχηματιστεί σε μια περισσότερο δυναμική οικονομία με εξαγωγικό προσανατολισμό. Ο λόγος είναι ότι η παγκοσμιοποίηση συνεπάγεται αφενός πρωτοφανή ένταση του ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές και αφετέρου ραγδαία αύξηση του μεγέθους των αγορών αυτών. Επομένως δημιουργεί ταυτόχρονα προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες.

Όσον αφορά τη γήρανση του πληθυσμού, η διαμόρφωση χαμηλού δείκτη γονιμότητας αντανακλά εν μέρει την ανεπάρκεια των υποδομών που θα διευκόλυναν τους εργαζόμενους με οικογενειακές υποχρεώσεις (ιδίως τις εργαζόμενες γυναίκες). Το χαμηλό συνολικό ποσοστό απασχόλησης οφείλεται επίσης στις δυσκαμψίες στις αγορές εργασίας και προϊόντων, στην κατάτμηση της αγοράς εργασίας, καθώς και σε αδυναμίες ή ανεπάρκειες των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Αγορά εργασίας

Συγκεκριμένα, τα μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας θα πρέπει να διέπονται από την αρχή της δίκαιης και ίσης μεταχείρισης. Επίσης, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι η στήριξη, π.χ. με επιδόματα ανεργίας και με επανακατάρτιση σε νέες δεξιότητες, των ατόμων για να αντιμετωπίσουν τις μεταβολές των συνθηκών απασχόλησής τους είναι προτιμότερη από τη δαπανηρή συντήρηση μη βιώσιμων επιχειρήσεων η κλάδων, καθώς η τελευταία απλώς και μόνο αναβάλλει την αναγκαία προσαρμογή. Όπως τόνισε και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνήλθε στις Βρυξέλλες εφέτος το Μάρτιο, τα κράτη-μέλη “καλούνται να προωθήσουν, ανάλογα με την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά εργασίας εκάστου, μεταρρυθμίσεις στις πολιτικές της αγοράς εργασίας και τις κοινωνικές πολιτικές βάσει μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης ευελιξίας και ασφάλειας, κατάλληλα προσαρμοσμένης στο εκάστοτε θεσμικό περιβάλλον και λαμβάνοντας υπόψη την κατάτμηση της αγοράς εργασίας”.

Στα μέτρα των οποίων η λήψη θα μπορούσε να συμβάλει στην περαιτέρω βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας περιλαμβάνονται η αναβάθμιση των συστημάτων εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, ιδίως η επέκταση της ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης και των ευκαιριών διά βίου εκπαίδευσης. Γενικότερα μπορεί να συμβάλει ο εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε αυτό να παρέχει εφόδια που ανταποκρίνονται καλύτερα στην ανάγκη να προσαρμόζονται συχνά οι δεξιότητες των εργαζομένων στη διάρκεια του εργασιακού βίου τους, με δεδομένη την ταχύτητα των τεχνολογικών αλλαγών.

Συμπεράσματα

Το ζητούμενο για τη χώρα μας είναι να ολοκληρωθεί - με ευρεία κοινωνική συναίνεση, ύστερα από ανοικτό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και σε βάθος ενημέρωση των πολιτών - η διαμόρφωση μιας στρατηγικής που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τόσο τις μακροοικονομικές ανισορροπίες όσο και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας. Με αφετηρία το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση 2005 - 2008 και το καταρτιζόμενο Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς 2007 - 2013, πρέπει να επιδιωχθεί η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, ώστε να διασφαλιστούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στην κατεύθυνση της πραγματικής σύγκλισης και η ουσιαστική μείωση της φτώχειας και της κοινωνικής ανισότητας. Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για την ελαχιστοποίηση του κοινωνικού κόστους της αναδιάρθρωσης της παραγωγής που συντελείται ή θα συντελεστεί στην οικονομία. Καθώς ο κόσμος αλλάζει ριζικά, η εφαρμογή της στρατηγικής αυτής πρέπει να προχωρήσει με ταχύ ρυθμό.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία (2007-04-25 00:00:00.0)
Για την εφαρμογή νέων μέτρων κατά των εργατών (2006-03-19 00:00:00.0)
Επίθεση από τα γεννοφάσκια της ΕΕ (2006-03-12 00:00:00.0)
Σχέδιο αντεργατικής - αντιασφαλιστικής δράσης (2005-02-13 00:00:00.0)
Εξελίξεις, προοπτικές και προκλήσεις για την οικονομική πολιτική (2004-04-30 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ