Οι σημερινοί μαθητές - και αυριανοί επιστήμονες - κλήθηκαν να ερμηνεύσουν την έξαρση της παιδικής εκμετάλλευσης και να προσδιορίσουν τη θέση των απομάχων της δουλιάς. Ταυτόχρονα, τους ζήτησαν να διατυπώσουν τις σκέψεις τους για τη θέση που πρέπει να έχει το παιδί στην κοινωνία, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους η πολιτεία οφείλει να βοηθήσει τους ηλικιωμένους "για να αντιμετωπίσουν καλύτερα τα προβλήματά τους και να έχουν μια ζωή "γεμάτη" και ενδιαφέρουσα".
Το πρόβλημα της παιδικής εργασίας περιορίστηκε στα παιδιά που εργάζονται στους δρόμους και στα κέντρα διασκέδασης - στα "παιδιά των δρόμων", όπως αποκαλούνται διεθνώς και υπολογίζονται σε 100 εκατομμύρια.
Τα στοιχεία αυτά παραπέμπουν στον περασμένο αιώνα και τις φρικιαστικές συνθήκες εργασίας των παιδιών, που περιέγραψε με τόση δύναμη ο Ενγκελς στο περίφημο έργο του "Για την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία". Το 57% των παιδιών - που δούλευαν μέχρι και δυο οχτάωρα - δεν άντεχαν και πέθαιναν.
Σήμερα η ίδια κυρίαρχη τάξη έχει αντικαταστήσει τα πρώτα της συνθήματα με άλλα γλυκανάλατα. Οπως ανάπτυξη, ανταγωνισμός, σύγκλιση. Και στον όρο αγορά πρόσθεσε το επίθετο "ελεύθερη", εκπορνεύοντας το όνομα της μεγάλης θεάς που σε όλη την ιστορία αγωνίστηκε για να λυτρώσει τον άνθρωπο απ' την τυραννία και εκμετάλλευση - όπως ευφυώς σημείωσε απ' την ίδια στήλη ο Ασημάκης Γιαλαμάς, γράφοντας για την παιδική πορνεία (6.6.1996).
Ετσι, τα παιδιά εξακολουθούν να προσφέρονται θυσία στον Μολώχ του κέρδους. Ετσι, η τρίτη ηλικία περιθωριοποιείται και επιχειρείται η κατεδάφιση της μεγαλύτερης κατάκτησης αυτής της γενιάς στον εικοστό αιώνα: Της κοινωνικής ασφάλισης, που εξασφαλίζει την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών.
Επίσης, ο γράφων είχε την τύχη - ή την ατυχία - να παρακολουθήσει από κοντά τους αγώνες των συνταξιούχων. Και θυμάται δυο στελέχη "μεγαλοσυνταξιούχους" - δε θα πει τώρα τα ονόματά τους - να λένε στις 31.3.1995, καθώς περίμεναν το βοήθημα της μισής σύνταξης: "Ο,τι κι αν δώσει, ας το δώσει με θεσμικό τρόπο, να το βρουν και τα εγγόνια μας". Κι όταν αργότερα άκουσαν τα μέτρα, αναρωτήθηκαν: "Μα είναι τόσο αδίστακτοι;".
Ναι, είναι τόσο αδίστακτοι. Γιατί είναι αδίστακτοι οι δείκτες που τόσο χαμογελαστά προφέρει κάθε φορά ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας.
Κι αν τα παιδιά έγραψαν συναισθηματικά, πώς - διάολε - να βρουν το νήμα σύνδεσης μεταξύ της δικής τους γενιάς και των παππούδων τους μέσα σε ένα κλίμα πολιτικής έκπτωσης και πλήρους αναξιοπιστίας;
Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ