Κυριακή 12 Οχτώβρη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η Ελλάδα χρυσωρυχείο για τα κέρδη επιχειρήσεων

Συγκρίσεις του ΟΟΣΑ για την κερδοφορία στον επιχειρηματικό τομέα, κατατάσσουν την Ελλάδα πρώτη μεταξύ όλων των χωρών - μελών του. Η αποδοτικότητα του κεφαλαίου των ελληνικών επιχειρήσεων είναι 24%, έναντι 15% στις χώρες - μέλη της ΕΕ. Αποκαλυπτικά και τα στοιχεία για την εξέλιξη κερδών - μισθών στην Ελλάδα

Αποτελεί κοινό μυστικό, ότι τα τελευταία 7 τουλάχιστον χρόνια, η πραγματική αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων, έχει υποστεί σημαντικές απώλειες. Τα επίσημα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, δείχνουν ότι από το 1991 μέχρι και το 1996 οι συνολικές αμοιβές των εργαζομένων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας αυξήθηκαν 108,6%, όσο δηλαδή και ο πληθωρισμός (που στην ίδια περίοδο αυξήθηκε 108,4%). Από τα στοιχεία αυτά, προκύπτει ότι στην εξαετία είχαμε στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης των μισθών (αφού η ονομαστική αύξηση των μισθών ήταν ίση με αυτή του πληθωρισμού).

Ακόμη όμως κι αν δεχτούμε ότι τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, που δείχνουν ότι η αγοραστική δύναμη των μισθών έμεινε στάσιμη, απηχούν την πραγματικότητα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι μόνοι κερδισμένοι από την εξέλιξη αυτή, ήταν οι μεγαλοεπιχειρηματίες.Κι' αυτό γιατί η στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, είχε σαν συνέπεια ολόκληρο το όφελος από την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας να το καρπωθούν οι επιχειρήσεις.Σ' αυτό συνηγορεί και η μεγάλη μέχρι προκλητικά μεγάλη άνοδος της κερδοφορίας των επιχειρήσεων στην Ελλάδα στην τελευταία δεκαετία. Φτάνει μόνο να αναφερθούν τα ποσοστά αύξησης των κερδών, που εμφανίζουν με τους ισολογισμούς τους οι εμποροβιομηχανικές και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις, τα οποία είναι πολλαπλάσια τόσο του πληθωρισμού όσο και των ονομαστικών αυξήσεων των μισθών και συντάξεων.

Οπως σημειώνει και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ), "στη διάρκεια του πρώτου ημίσεος της δεκαετίας του 1990 (σ.σ. δηλαδή στην περίοδο από το 1990 μέχρι το 1995), η ελληνική οικονομία παρουσιάζει μεγάλη αύξηση της κερδοφορίας (σ.σ. των μεγάλων επιχειρήσεων) η οποία υπερβαίνει τις αντίστοιχες αυξήσεις όλων ανεξαιρέτως των άλλων χωρών - μελών της ΕΕ".

Η σημαντική βελτίωση που προκάλεσε στα κέρδη των επιχειρήσεων η οικονομική πολιτική της τελευταίας δεκαετίας, επιβεβαιώνεται και από τα στατιστικά στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Οι διεθνείς συγκρίσεις που έχει κάνει ο ΟΟΣΑ για την κερδοφορία στον επιχειρηματικό τομέα, κατατάσσουν την Ελλάδα πρώτη μεταξύ όλων των χωρών - μελών του Οργανισμού. Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η αποδοτικότητα του κεφαλαίου των ελληνικών επιχειρήσεων είναι 24%, έναντι 15% στις άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ.

Αν μεταφράσουμε τα παραπάνω στοιχεία στην απλοελληνική, σημαίνει ότι σε κάθε 100 δραχμές που τζιράρουν στις επιχειρήσεις τους:

  • οι Ελληνες επιχειρηματίες παίρνουν πίσω μετά από ένα χρόνο (12 μήνες) τις 24 δραχμές με τη μορφή κερδών.
  • οι επιχειρηματίες των άλλων χωρών - μελών της ΕΕ παίρνουν πίσω, με τη μορφή κερδών, στο ίδιο διάστημα (μετά 1 χρόνο) 15 δραχμές.
Η διανομή της "πίτας"του Εθνικού Εισοδήματος

Τους μεγάλους κερδισμένους και τους μεγάλους χαμένους της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα - δηλαδή της πολιτικής συμπίεσης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, στο όνομα βελτίωσης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας - σκιαγραφούν επίσης ανάγλυφα τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, που καταγράφουν τη διαχρονική πορεία κατανομής της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος. Τα στοιχεία αυτά, είναι ενδεικτικά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά της συντελούμενης άγριας διανομής και αναδιανομής των λαϊκών εισοδημάτων, με τη μεταφορά πολλών εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δραχμών από τις τσέπες των μισθωτών και συνταξιούχων στα θησαυροφυλάκια των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Αναφερόμαστε στα επίσημα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών, σύμφωνα με τα οποία:

  • Το μερίδιο των επιχειρηματικών κερδών και άλλων εισοδημάτων (πλην μισθωτών και συνταξιούχων), ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος αυξήθηκε από 59,7% το 1990 σε 63,1% το 1995. Αυξήθηκε δηλαδή κατά 3,4 ποσοστιαίες μονάδες.
  • Το μερίδιο των αμοιβών των εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μειώθηκε σαν ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος από 40,3% το 1990 σε 36,9% το 1995. Μειώθηκε δηλαδή κατά 3,4 ποσοστιαίες μονάδες.

Για όσους τα παραπάνω ποσοστά αυτά δε λένε τίποτε, θα το πούμε διαφορετικά... Αν η μοιρασιά της "πίτας" του Εθνικού Εισοδήματος μεταξύ αμοιβών των εργαζομένων από τη μια και από την άλλη των επιχειρηματικών κερδών και των άλλων εισοδημάτων γινόταν με τον ίδιο τρόπο που γινόταν το 1990, τότε το 1995 οι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα ήταν πλουσιότεροι κατά 800 περίπου δισ. δραχμές (έπρεπε να μοιραστούν μεταξύ τους 9 τρισεκατομμύρια δραχμές αντί 8,2 τρισ. που μοιράστηκαν), ενώ τα επιχειρηματικά κέρδη και τα άλλα εισοδήματα έπρεπε να είναι μειωμένα κατά 800 δισ. δραχμές (να μοιραστούν δηλαδή μεταξύ τους 13,3 τρισ. δραχμές αντί 14,1 τρισ. δραχμές που μοιράστηκαν το 1995).Το γεγονός ότι συνεχίστηκε η εισοδηματική πολιτική μονόπλευρης λιτότητας και στη διετία 1996 - 1997, είναι φανερό πως στα θησαυροφυλάκια των μεγαλοεπιχειρηματιών προστέθηκαν αρκετές δεκάδες - αν όχι εκατοντάδες - δισεκατομμύρια "φρέσκα κέρδη", δώρο της "εκσυγχρονιστικής" πολιτικής της κυβέρνησης Σημίτη.

Για όσους τυχόν αμφισβητούν, ότι τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξάνονται με προκλητικούς ρυθμούς (τα ποσοστά αύξησης των καθαρών κερδών είναι πολλαπλάσια του πληθωρισμού, σε αντίθεση τους μισθούς και συντάξεις που η ονομαστική τους αύξηση κινείται κάτω από το ποσοστό του πληθωρισμού), θα επικαλεστούμε, ενδεικτικά, τα εξής στοιχεία:

- Πρώτον, τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) (στην ειδική έκδοση με τίτλο "Η ελληνική βιομηχανία κατά το 1996"), σύμφωνα με τα οποία, τα επίσημα, καθαρά, κέρδη των βιομηχανικών επιχειρήσεων, μορφής ΑΕ και ΕΠΕ, αυξήθηκαν στην περίοδο 1991 - 1995 κατά 2.157,3%. Με δεδομένο ότι, όπως τεκμηριώνουν τα επίσημα στοιχεία, ο πληθωρισμός στην ίδια περίοδο αυξήθηκε κατά 108,3%, έχουμε μια πραγματική, αποπληθωρισμένη, αύξηση των καθαρών κερδών των βιομηχανικών επιχειρήσεων κατά 2.067,8%!

- Δεύτερον, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας για την εξέλιξη του κατώτατου ημερομισθίου ανειδίκευτων εργατών (που κατοχυρώθηκε από τις Εθνικές Γενικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας), τα οποία αποτελούν το γενικό μπούσουλα των μισθολογικών αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα, και έχουν καταχωρηθεί και στην Εκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για το έτος 1996 (σελίδα 109), η ονομαστική αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη στην περίοδο 1991 - 1996 περιορίστηκε στο 65,5%. Με δεδομένο ότι στην ίδια περίοδο ο επίσημος πληθωρισμός αυξήθηκε 108,6%, προκύπτει ότι η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων που αμείβονται με τους κατώτατους μισθούς και ημερομίσθια, μειώθηκε κατά 39,7%.

- Τρίτον, πολλαπλάσια του πληθωρισμού και των ονομαστικών αυξήσεων των μισθών και συντάξεων είναι τα κέρδη που εμφανίζουν και για τη φετινή χρονιά οι μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις. Ορισμένες από αυτές (μιλάμε για μεγάλες βιομηχανικές, εμπορικές, τραπεζικές και άλλες επιχειρήσεις) ανακοίνωσαν για το πρώτο εξάμηνο του 1997 αυξήσεις κερδών πολύ πάνω από τον πληθωρισμό, που ξεπερνούν το 30%, το 60% ή και το 100%, συγκριτικά με το 1996!

Αλήθεια, γιατί δε λένε τίποτε για όλα αυτά ο κύριος πρωθυπουργός και τα άλλα κυβερνητικά στελέχη; Με ποιο σκεπτικό άραγε πιπιλάνε μόνιμα την καραμέλα του "δεν αντέχει η οικονομία" για προστασία και βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων; Και πώς είναι δυνατόν, την ώρα που μας λένε ότι η οικονομία "δεν αντέχει" για τη στήριξη και βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και συνταξιούχων, να ...αντέχει στην προκλητική αύξηση των καπιταλιστικών κερδών;

Η κυβέρνηση και η πολιτική της τα βάζει με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού (και αρνείται να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματά του), ενώ την ίδια ώρα διευρύνει την ασυδοσία, τα προνόμια και τα υπερκέρδη των μεγαλοεπιχειρηματιών.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ