Κυριακή 5 Απρίλη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Ο Νταφόπουλος, κι αυτός δεξιός (2)

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Ούτε σκέψη, λοιπόν, να παραιτηθεί από τη θέση του. Ητανε χρήσιμος, ως διευθυντής του τριθέσιου δημοτικού σχολείου της Ωραιοπύλης. Γιατί, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, εξυπηρετούσε την έρπουσα και πανταχού παρούσα βούληση της άρχουσας τάξης. Αλλά και απαραίτητος στο δικό του μικρόκοσμο, που τον αποτελούσαν αυτός, πρώτα αυτός, η κοκκινομάλλα μετρέσα του και δυο - τρεις, που τον περιτριγύριζαν, έτσι, για να αναπνέουν τη δυσωδία των φασιστικών του αναθυμιάσεων και για να μπορούν να ελπίζουν στην προστασία του, μια και ο Νταφόπουλος, έτσι κι αλλιώς, ήτανε άνθρωπος της Αστυνομίας. Για να πεθάνει πάλι δε φαινότανε. Εκτός και αν τον δολοφονούσαν.

Κι αυτό εκμεταλλεύτηκε το αλλοτριωμένο μυαλό του Κόπακα, του άλλου αρχιχαφιέ της κοινότητας. Παρακολουθούσε από κοντά το δράμα του Μαρκαντωνάκου. Σαν κομματάρχης που ήτανε, έπρεπε να έχει πληροφορίες για όλη την επαρχία. Και να την παρακολουθεί, να μαθαίνει για όλ' αυτά τα μικρά και τα μεγάλα δράματα των "ψηφοφόρων" και να τα συντηρεί. Οχι να τα λύνει. Προς Θεού, του θύμιζε κάθε φορά ο Περδικάρης, βουλευτής και γενικά πολιτικός παράγοντας της ανωμαλίας, της μιζέριας και του χαφιεδισμού. Στήριγμα του αρχηγού και των χρηματοδοτών. Γενικώς, ένα χυδαίο κάθαρμα, που γέμιζε λίπος και λεφτά σε βάρος των μικρών και των φτωχών, των αδύνατων! Προς Θεού, γρύλιζε, μη σου ξεφύγει το πρόγραμμα. Μονάχα υποσχέσεις. Υποσχέσεις και χειραψίες, χαμόγελα, μικροκεράσματα στο καφενείο και άφθονα τσιγάρα. Και τελείωνε με την προσωπική του θεωρία.

- Ο λαός, ρε Κόπακα, δε σκέφτεται. Δεν μπορεί να σκεφτεί, δηλαδή, με καταλαβαίνεις; Τρώει, όποτε βρει βέβαια, χέζει, άμα βρει να φάει, και πηδάει ανεξαρτήτως των δύο προηγουμένων, του φαγητού και του χεσίματος. Γι' αυτό και σπέρνει με τις τετράδες και τις εξάδες τα παιδιά, ανατρέπει τους δημογραφικούς μας ρυθμούς και ύστερα το ρίχνει στη ζητιανιά. Οχι, φταίει η κυβέρνηση, ο καπιταλισμός, η άρχουσα τάξη. Ακούς; Η άρχουσα τάξη. Γιατί, ρε κερατά; Εσύ πηδάς, δηλαδή, και γω θα πληρώσω τους απρογραμμάτιστους οργασμούς σου; Το κράτος φταίει, επειδή σπέρνεις ασυστόλως παιδιά; Πάρε τσιγάρο. Μωρέ καλά τους έλεγε ο Μάλθους".

- Ποιος;

Ρωτούσε γεμάτος απορία. Γιατί δεν μπορεί, δικός τους θα ήτανε, για να τον αναφέρει ο Περδικάρης, και μάλιστα ως παράδειγμα.

- Δεν τον ξέρεις εσύ, πέθανε. Κόψτε τους το πήδημα, να δούμε, θα ξαναζητήσουνε αύξηση; Αυτά τους έλεγε ο Μάλθους. Δεν τους το κόψανε, όμως. Ετσι σηκώσανε κεφάλι οι προλετάριοι και δεν μπορεί να ησυχάσει από τότε η κοινωνία μας και βρήκανε τον μπελά τους οι νοικοκυραίοι.

Ο Κόπακας έπαιρνε το τσιγάρο, το άναβε, το ρουφούσε με ηδονή και ύστερα έβγαζε τον καπνό με τα μάτια γεμάτα συγκίνηση. Κοίταζε και τον Περδικάρη όλο θαυμασμό.

- Κυρ - Παναγιώτη μου είσαι άπιαστος. Γνώστης της λαϊκής ψυχής, που λένε. Γι' αυτό και είμαστε πρώτοι. Ριζοσπάστες, να πούμε, και κει, σφηνωμένοι στο πατριωτικό μας, αμετακίνητοι και προβοκάτορες. Ισότητα, να πούμε, ντομπροσύνη και βάλε. Ετσι; Ανατριχιάζω, μα το Θεό, όταν σκέφτομαι και τα λέω αυτά τα πράματα.

Δεν έπρεπε, λοιπόν, να δείξει απείθεια ούτε καν ουδετερότητα. Επρεπε να φαίνεται πως ήτανε οπαδός. Οπαδός πιστός, φανατισμένος και αποφασισμένος για όλα.

- Ρε Κόπακα,

τον ρωτούσε ο Περδικάρης και του έσφιγγε το μπράτσο με τα σιδερένια του δάχτυλα.

-...άμα σου ζητήσει ο αρχηγός να τους πηδήσεις όλους στην Ωραιοπύλη, να πούμε, θα το 'κανες;

Ο Κόπακας τον κοίταζε εκστατικός. Ζαλιζότανε και στην ιδέα ακόμα, ότι ο αρχηγός θα μπορούσε να του ζητήσει τέτοιον άθλο.

- Αισθάνομαι σαν τον Ηρακλή, κυρ - Παναγιώτη μου, που τον έστειλαν οι θεοί να κάνει τους 50 άθλους...

- τους 12,

διόρθωνε ο Περδικάρης.

-... ναι τους 12, μου σηκώνεται η τρίχα, να πούμε.

- Βρε άσε την τρίχα κατά μέρος, άλλο πράμα να σου σηκώνεται!

Και ξεσπούσανε στα γέλια και οι δυο. Ευτυχισμένοι, που με τη χυδαιότητα του λόγου και των στοχασμών τους συναντιόνταν μέσα σε μια υποθετική επιθυμία του αρχηγού. Και έτσι ένιωθαν οπαδοί, που δεν είχανε μόνο υποχρέωση να χειροκροτούν, αλλά γενικά να "συμπεριφέρονται". Να είναι κοντά. Να έχουν πρόχειρο τον "καλό λόγο" και τη δικαιολογία για κάθε στραβοτιμονιά της κυβέρνησης. Και να δίνουν από πάνω. Οχι το "κατά δύναμιν" μόνο, αλλά και το "μη κατά δύναμιν". Κι αυτό το "μη κατά δύναμιν" ρουφούσανε οι κομματάρχες και οι διάφοροι περιφερειακοί "ημέτεροι". Για να διοριστεί, ας πούμε, ο γιος της οικογένειας, που μόλις είχε απολυθεί από το στρατό και ξημεροβραδιαζόταν άνεργος στο καφενείο με δανεικά τσιγάρα και τα κρυμμένα χαρτζιλίκια της μάνας, χωρίς κανένα ιδιαίτερο προσόν παρά μονάχα το απολυτήριο του γυμνασίου, πουλιότανε το σύμπαν. Μια θέση στη Νομαρχία, στο ΙΚΑ, στην Τράπεζα ή στην Εφορία στοίχιζε πολύ ακριβά. Πολύ ακριβά, γιατί έπρεπε να φάνε πολλοί. Πάνε κι έλα στους διαδρόμους, στους προθαλάμους των "γνωστών" και των διαφόρων αρμοδίων, αναστενάγματα, ουρές μπροστά σε γραφεία. Αντε και κανένα κερί τη Δευτέρα που γιόρταζε η Παναγία η Δεξιά. Και ο νεοαπολυμένος να βυθίζεται και να πελαγώνει μέσα σε λογής καπνούς, άλυτες απορίες. Σιγά - σιγά, η οικογένεια ξεπουλιότανε, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτών που έπαιρναν μέρος στην κομπίνα του διορισμού. Στόμωνε και από πάνω η συνείδηση μικρών και μεγάλων. Πώς αλλιώς να υποκύψουν στους εκβιασμούς και στις απειλές του καθένα που εκπροσωπούσε ένα από τα κλιμάκια της απάτης; Οσο για το νεοδιορισμένο, αυτός, κατά κανόνα, δεν αντιλαμβανότανε το παιχνίδι, γι' αυτό, έτσι κι έπιανε τη θέση, ή μεταμορφωνότανε σε κάθαρμα και τσανάκι της όποιας εξουσίας ή κυκλοφορούσε, χωρίς συνείδηση, χωρίς ανησυχίες, ακόμα και χωρίς κακίες. Κρεμασμένο ρούχο, που το ακινητοποίησε ο πρωινός παγετός να πηγαινοέρχεται στο σκοινί της απλώστρας, κροταλίζοντας. Η μετάθεση του Μαρκαντωνάκου στο τριθέσιο της Ωραιοπύλης μπήκε στο κατάστιχο του Κόπακα.

α τακτοποιηθεί", δήλωσε σοβαρά ο ίδιος και άρχισε η διαδικασία της αναμονής και των υπολογισμών. Πολύ γρήγορα όμως, ο Κόπακας αντιλήφθηκε δυο πράγματα, σημαντικά, για να προσδιορίσουν τη γενική μέθοδο και τους ειδικούς χειρισμούς. Το ένα ήτανε πως η οικογένεια Μαρκαντωνάκου δεν είχε, για να πληρώσει την εξυπηρέτηση. Είχε χρεοκοπήσει από καιρό. Θα πήγαινε, λοιπόν, το ρουσφέτι τσάμπα. Και ήτανε γνωστό πως το γραφείο του Κόπακα αγαθοεργίες δεν έκανε. Ούτε πίστωση. Θα έπεφτε η υπόληψή του, αν μαθευότανε το γεγονός. Θα μαζευότανε ο καθένας για εκδούλευση και τότε θα χρειαζότανε μια ολόκληρη πολιτική, για να αντιμετωπίσεις αυτή τη ζήτηση. Επρεπε να εφευρεθούν απαντήσεις και πειστικά επιχειρήματα. Επρεπε να πιστέψουν όλοι πως δεν είχαν εξαντληθεί οι δυνατότητες. Οχι, θα ήτανε "πολιτικό" λάθος.

Το άλλο ήτανε τα φρονήματα. Είχε μάθει ο Κόπακας πως το σόι του Μαρκαντωνάκου ψήφιζε ΕΔΑ και Ενωση Κέντρου. Εκτός αυτού, είχανε και δυο - τρεις ΕΛΑΣίτες στο σόι τους. Ενας από αυτούς, γνωστός ως Πάκος ο Γάγγραινας, γύρισε, με το ένα πόδι κομμένο, από την Τσεχοσλοβακία, όπου είχε κάνει καμιά δεκαριά χρόνια. Δούλευε υδραυλικός σε μια βιομηχανία που έφτιαχνε παιχνίδια. Παντρεύτηκε μια χωροφυλακίνα, έκανε και δυο παιδιά, δυο κορίτσια. Τα πράγματα όμως δεν του πήγανε καλά. Ενα βράδυ έπιασε φωτιά η εργατική πολυκατοικία, που ήτανε το διαμέρισμα που μένανε. Η χωροφυλακίνα άρπαξε τις κόρες της από κάτω από τις μασχάλες της και πήδηξε στο φωταγωγό. Ο Γάγγραινας πήδηξε από το μπαλκόνι. Τη χωροφυλακίνα τη βρήκανε ένα κουβάρι αποκαϊδια μαζί με τις κόρες της. Ο Γάγγραινας γλίτωσε από τη φωτιά, του κόψανε, όμως, το πόδι. Ενα απόγευμα φάνηκε στο Παρακάλαμο, ένα χωριό δίπλα στην Ωραιοπύλη. Εκεί είχε γεννηθεί. Οι μεγάλοι τον γνώρισαν. Ανάμεσα σ' αυτούς κι ένας παλιός συμμαθητής. Τον πλησίασε διστακτικά.

- Ρε Πάκο,

ψιθύρισε και του άπλωσε το χέρι. Απλωσε κι εκείνος το δικό του. Του έφυγε η πατερίτσα, τρέκλισε, έκανε μια χειρονομία, σαν να ήθελε να πιαστεί από τον αέρα και σωριάστηκε. Ετρεξαν τα πιτσιρίκια κι άρχισαν να πετάνε πέτρες. Με το άλλο λεωφορείο, ο Πάκος ο Γάγγραινας έφυγε για τα Γιάννινα και την άλλη μέρα για την Αθήνα.

(Συνεχίζεται)

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Πρωταθλητές Ελλάδας οι Κ. Παυλίδου, Δ. Αλεξάκης και Ευγ. Τσιβελεκίδου (2018-01-13 00:00:00.0)
ΑΤΙΤΛΟ (2011-06-12 00:00:00.0)
Τουρνουά στη μνήμη του Ρ. Φίσερ (2008-09-14 00:00:00.0)
Πού ήσουν νιότη... (2001-03-01 00:00:00.0)
Τους διέσυρε ο σερ! (2001-01-28 00:00:00.0)
"Ασφυξία" στο Ηρώδειο (1999-05-13 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ