Σάββατο 18 Απρίλη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΣ
Ιστορία αλληλεξάρτησης και επεμβάσεων

Μετά το θάνατο του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, μαζί με το θέμα της διαδοχής, έρχεται και πάλι στην επιφάνεια το θέμα των σχέσεων Εκκλησίας και κράτους. Η αναγκαιότητα πλήρους διαχωρισμού έχει ωριμάσει πλέον περισσότερο από ποτέ. Ομως, οι "πειρασμοί" και για τις δύο πλευρές είναι μεγάλοι. Το μεν κράτος θέλει να ασκεί πολιτική μέσω της Εκκλησίας και χρησιμοποιείται για το λόγο αυτό η θρησκεία, η δε Εκκλησία προσδοκά σε οφέλη από το κράτος, αλλά κυρίως αποβλέπει στο να χρησιμοποιεί το κράτος για την επίτευξη των δικών της στόχων.

Η αναγκαιότητα μιας τέτοιας μεταρρύθμισης είναι παλιά. Είχε τεθεί κατά τις συζητήσεις για την επεξεργασία του ισχύοντος Συντάγματος, αλλά και σε αυτές που γίνονται ενόψει της αναθεώρησής του. Ολα δε τα προηγούμενα χρόνια βγήκε στην επιφάνεια με διάφορες ευκαιρίες. Αυτό έγινε όταν στις αρχές της δεκαετίας του '80 καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, στην απόπειρα ρύθμισης της εκκλησιαστικής περιουσίας, στο θέμα που προέκυψε με την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες κλπ. Με το διαχωρισμό θα εκλείψουν οι τριβές, που κατά καιρούς εκδηλώνονται μεταξύ Εκκλησίας και κράτους. Η ανάγκη επανακαθορισμού των σχέσεων προβάλλει και μέσα από τους κόλπους της Εκκλησίας, με τον όρο, όμως, ο διαχωρισμός να είναι σταδιακός. Αυτό που επιθυμεί η Εκκλησία είναι, σε πρώτη φάση, να αποκτήσει ανεξαρτησία κινήσεων απέναντι στο κράτος. Επίσης σε μια παραπέρα πορεία διαχωρισμού αυτό που επιθυμεί είναι να μην διαταραχτεί το σημερινό καθεστώς μισθοδοσίας των κληρικών από το κράτος.

Η νεότερη ιστορία της Εκκλησίας είναι γεμάτη επεμβάσεις του κράτους στη διοίκησή της, αλλά και επεμβάσεις της Εκκλησίας στα πολιτικά πράγματα. Πολλές φορές οι επεμβάσεις του κράτους εκδηλώνεται με τη μορφή ενδοεκκλησιαστικών κρίσεων. Μια τέτοια κρίση ήταν και αυτή με τους ιερωνυμικούς μητροπολίτες, που ζητούσαν να αποκατασταθούν στις έδρες τους, απ' όπου είχαν εκπέσει το 1974, επειδή είχαν τοποθετηθεί αντικανονικά από τη χούντα. Το ανώμαλο εκκλησιαστικό καθεστώς είχε ξεκινήσει το 1967, όταν η χούντα κατήργησε τη νόμιμη ιεραρχία και διόρισε οχταμελή Σύνοδο που εξέλεξε ως αρχιεπίσκοπο τον Ιερώνυμο. Στη συνέχεια, τοποθετήθηκαν άνθρωποι των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων σε πάνω από τριάντα μητροπόλεις. Το 1974, επί χούντας Ιωαννίδη, παραιτείται ο Ιερώνυμος και καλείται η παλιά ιεραρχία για να εκλέξει νέο αρχιεπίσκοπο. Εκλέγεται ο Σεραφείμ και στη συνέχεια απομακρύνονται οι 12 από τους αντικανονικά εκλεγμένους μητροπολίτες, ανάμεσά τους και αυτοί που έκαναν το 1993 την προσφυγή στο ΣτΕ.

Οι σχέσεις Εκκλησίας και κράτους είναι τόσο παλιές, όσο και το ελεύθερο ελληνικό κράτος. Είναι σχέσεις αλληλεξάρτησης και αλληλοεπέμβασης. Σχέσεις κατοχυρωμένες και συνταγματικά. Στο Σύνταγμα, στο άρθρο 3, αναφέρεται ότι επικρατούσα θρησκεία είναι η Ανατολική Ορθόδοξος Εκκλησία του Χριστού και σε αυτό ορίζονται τα του τρόπου διοίκησής της. Δηλαδή η Ελλάδα είναι από τις λίγες στην Ευρώπη, που έχει επίσημη θρησκεία κατοχυρωμένη και από το Σύνταγμα. Το ΚΚΕ ήταν πάντα και είναι υπέρ του διαχωρισμού Εκκλησίας και κράτους με την αναγκαία τροποποίηση του Συντάγματος. Εξάλλου και στην πρόταση που έχει καταθέσει, ενόψει της συνταγματικής αναθεώρησης, επιμένει στον πλήρη διαχωρισμό Εκκλησίας από το κράτος και στην κατάργηση του άρθρου 3 του Συντάγματος.

Ενα ακόμα ανοιχτό θέμα, που συνδέεται με το όλο πλέγμα των σχέσεων Εκκλησίας και κράτος και το οποίο αναζητά λύση, είναι αυτό των σχέσεων μεταξύ Εκκλησίας της Ελλάδας και Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης.Οι σχέσεις αυτές έχουν χαρακτήρα χρόνιας ρήξης, που κατά βάση είναι πρόβλημα νομής της εκκλησιαστικής εξουσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πατριάρχης Βαρθολομαίος από το 1991 που ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο δεν έχει δεχτεί ακόμα επίσημη πρόσκληση για επίσκεψη από την Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία πάντα βλέπει με καχυποψία τις κινήσεις του Πατριαρχείου, φοβούμενη ότι μπορεί αυτό, λόγω της άμεσης επικοινωνίας που έχει με τους Ελληνες χριστιανούς ορθόδοξους, να την υποκαταστήσει σε πνευματικό - θρησκευτικό, αλλά και σε επίπεδο γενικότερης επιρροής.

Διάσταση, όμως, έχει εκδηλωθεί και μεταξύ Φαναρίου και ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών,επειδή σε κάποιες περιπτώσεις ο πατριάρχης αγνοεί τις υποδείξεις της ελληνικής διπλωματίας, κυρίως σε θέματα που αφορούν το ρόλο του Πατριαρχείου και την ανάμειξή του στα θέματα της διαδοχής του Αμερικής Ιακώβου, της απόσχισης από το Πατριαρχείο Μόσχας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Εσθονίας, κάτι που ο Θ. Πάγκαλος θεώρησε ότι θέτει σε κίνδυνο τις ελληνορωσικές σχέσεις. Ετσι, λοιπόν, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών υπέκυψε στον "πειρασμό" να χρησιμοποιήσει την Εκκλησία της Ελλάδας, ώστε να ασκηθεί πίεση στον πατριάρχη.

Κ. Ζ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ