Κυριακή 12 Ιούλη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8

Για την τιμή της εργατικής δύναμης

Στον δεύτερο τόμο του "Κεφαλαίου", σε υποσημείωση, ο Μαρξ κάνει της εξής αναφορά: "Οι εργάτες σαν αγοραστές εμπορεύματος έχουν σημασία για την αγορά. Η κεφαλαιοκρατική όμως κοινωνία έχει την τάση να περιορίζει στο κατώτατο όριο την τιμή του εμπορεύματός τους - της εργατικής δύναμης - όταν αντικρίζει τους εργάτες σαν πουλητές". (315)

Πιο πάνω είδαμε πως ο καπιταλιστής επιδιώκει να "φτηναίνει τον ίδιο τον εργάτη" με βάση τη σχέση αναγκαίου εργάσιμου χρόνου και του χρόνου υπερεργασίας, του απλήρωτου χρόνου, στη διάρκεια μιας εργάσιμης μέρας. Ταυτόχρονα με τις αλλαγές στον εργάσιμο χρόνο δημιουργούνται συνθήκες πτώσης της τιμής της εργατικής δύναμης, άρα φτήναιμα του εργάτη και υπερεκμετάλλευσή του. Ανάλογα φαινόμενα έχουμε με το νομοσχέδιο για τις εργασιακές σχέσεις. Ο Μαρξ στον πρώτο τόμο του "Κεφαλαίου" επεξεργάστηκε το συγκεκριμένο ζήτημα, αναλύοντας το "χρονομίσθιο", δηλαδή το μισθό ανάλογα με τον εργάσιμο χρόνο.

"Η μονάδα μέτρου του χρονομίσθιου, δηλαδή η τιμή της μιας ώρας εργασίας, είναι το πηλίκον που προκύπτει, όταν η ημερήσια αξία της εργατικής δύναμης διαιρεθεί με τον αριθμό των ωρών της συνηθισμένης εργάσιμης μέρας. (...) Υποσημείωση: Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ανώμαλης υποαπασχόλησης είναι τελείως διαφορετικό από το αποτέλεσμα μιας γενικής αναγκαστικής ελάττωσης της εργάσιμης μέρας με νόμο. Το πρώτο δεν έχει καμιά σχέση με το απόλυτο μέγεθος της εργάσιμης μέρας και μπορεί εξίσου να παρουσιαστεί και με 15ωρη και με 6ωρη εργάσιμη μέρα. Η κανονική τιμή της εργασίας στην πρώτη περίπτωση υπολογίζεται με βάση το γεγονός ότι ο εργάτης κατά μέσο όρο εργάζεται 15 ώρες τη μέρα, στη δεύτερη υπολογίζεται με βάση το γεγονός ότι εργάζεται 6 ώρες. Γι' αυτό το λόγο το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο, αν στην πρώτη περίπτωση εργαζόταν μόνο 7 1/2 ώρες και στη δεύτερη μόνο 3. (...) Επειδή, σύμφωνα με την προϋπόθεσή μας, ο ίδιος εργάτης είναι υποχρεωμένος να εργάζεται κατά μέσο όρο 6 ώρες τη μέρα για να παράγει απλώς ένα μεροκάματο, που ν' ανταποκρίνεται στην αξία της εργατικής του δύναμης, επειδή, σύμφωνα με την ίδια προϋπόθεση, από κάθε ώρα μόνο τη μισή εργάζεται για τον εαυτό του ενώ την άλλη μισή ώρα εργάζεται για τον κεφαλαιοκράτη, είναι φανερό πως δεν μπορεί να βγάλει τη νέα αξία των 6 ωρών, όταν απασχολείται λιγότερο από 12 ώρες. Αν πρωτύτερα είδαμε τις καταστρεπτικές συνέπειες της υπερβολικής εργασίας, τώρα ανακαλύπτουμε τις πηγές των βασάνων του εργάτη που προκύπτουν από την υποαπασχόλησή του.

Αν το ωρομίσθιο καθοριστεί έτσι που ο κεφαλαιοκράτης να υποχρεώνεται να πληρώνει όχι ένα ημερήσιο ή βδομαδιάτικο μισθό, αλλά μόνο τις ώρες εργασίας που στη διάρκειά τους ευαρεστείται ν' απασχολεί τον εργάτη, τότε μπορεί να τον απασχολεί λιγότερο από το χρόνο που βρίσκεται αρχικά στη βάση του υπολογισμού του ωρομισθίου ή της μονάδας μέτρου για την τιμή της εργασίας. Επειδή αυτή η μονάδα μέτρου καθορίζεται από την αναλογία:

ημερήσια αξία της εργατικής δύναμης

- - - - - - - - - - - - - - - - - -

εργάσιμη μέρα δοσμένου αριθμού ωρών

χάνει φυσικά κάθε έννοια, μόλις η εργάσιμη μέρα παύσει να 'χει έναν καθορισμένο αριθμό ωρών. Καταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία.Ο κεφαλαιοκράτης μπορεί τώρα να βγάζει από τον εργάτη μιαν ορισμένη ποσότητα υπερεργασίας, χωρίς να του παραχωρεί τον αναγκαίο για την αυτοσυντήρησή του χρόνο εργασίας. Μπορεί να εκμηδενίζει κάθε κανονικότητα στην απασχόληση και, απόλυτα σύμφωνα με την ευκολία, την αυθαιρεσία και το συμφέρον του της στιγμής, να εναλλάσσει την πιο τρομερή υπερβολική εργασία με τη σχετική ή ολοκληρωτική ανεργία.Με το πρόσχημα ότι πληρώνει την "κανονική τιμή της εργασίας", μπορεί να παρατείνει αφύσικα την εργάσιμη μέρα,χωρίς καμιά αντίστοιχη ισοστάθμιση για τον εργάτη. Σ' αυτό οφείλεται η πέρα για πέρα λογική εξέγερση (1860) των εργατών οικοδόμων του Λονδίνου ενάντια στην απόπειρα των κεφαλαιοκρατών να επιβάλουν αυτό το ωρομίσθιο. Ο περιορισμός με νόμο της εργάσιμης μέρας βάζει τέρμα σ' αυτή την ασχημία αν και δε βάζει φυσικά τέρμα στην υποαπασχόληση που πηγάζει από το συναγωνισμό των μηχανών, από την αλλαγή στην ποιότητα των χρησιμοποιουμένων εργατών, καθώς και από τις μερικές και γενικές κρίσεις. (562 - 563) Υποσημείωση: Οι εργάτες οικοδόμοι του Λονδίνου, κριτικάροντας πολύ σωστά την κατάσταση, δήλωσαν στη διάρκεια της μεγάλης απεργίας και του λοκ άουτ του 1860, ότι δέχονται το ωρομίσθιο μόνο με δυο όρους: 1) Μαζί με την τιμή της μιας ώρας εργασίας να καθοριστεί μια κανονική εργάσιμη μέρα 9 ή 10 ωρών και η τιμή της ώρας της δεκάωρης εργάσιμης μέρας να είναι μεγαλύτερη από την τιμή της ώρας της εννιάωρης εργάσιμης μέρας. 2) Κάθε ώρα πέρα από την κανονική εργάσιμη μέρα να πληρώνεται σαν υπερωρία σχετικά καλύτερα". (565)

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Η κατάργησή της αυξάνει την εκμετάλλευση και τα κέρδη (2014-12-09 00:00:00.0)
Νέα μέτρα έντασης της εκμετάλλευσης (2012-09-04 00:00:00.0)
Φθείρει ανεπανόρθωτα την υγεία του εργάτη (2005-07-24 00:00:00.0)
Οι αβάσταχτοι όροι του κεφαλαίου και το «σκότωμα» των εργατών (2005-04-24 00:00:00.0)
Γιατί οι επιχειρηματίες θέλουν αλλαγή στο καθεστώς των υπερωριών (2003-05-04 00:00:00.0)
Η μείωση του εργάσιμου χρόνου, η ανεργία και η εκμετάλλευση (2000-09-03 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ