Κυριακή 30 Ιούλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΔΙΕΘΝΗ
ΡΩΣΙΑ
Επίθεση Πούτιν στους «ολιγάρχες»;

Δεν τσιγκουνεύεται, μέχρι σήμερα, στη βοήθεια που δίνει στον Πούτιν, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, που κάνει περίπατο στο Κρεμλίνο, συνοδευόμενος από τον πρώτο, στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στη Μόσχα

Associated Press

Δεν τσιγκουνεύεται, μέχρι σήμερα, στη βοήθεια που δίνει στον Πούτιν, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, που κάνει περίπατο στο Κρεμλίνο, συνοδευόμενος από τον πρώτο, στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του στη Μόσχα
ΜΟΣΧΑ (ανταπόκριση ΒΛ. ΜΑΣΙΝ).-

Ο Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν προέβη τελευταία σε βαρυσήμαντες δηλώσεις ότι «στη Ρωσία αρχίζει η περίοδος που η εξουσία αποκτά το ηθικό δικαίωμα να απαιτήσει την τήρηση των θεσπισμένων από το κράτος "κανόνων" και "να αναγνωριστεί" ότι το ίδιο το κράτος έχει συμβάλει κατά πολύ στην επιβολή της παραοικονομίας και των "γκρίζων" σχημάτων, στην ασυδοσία της διαφθοράς και της μαζικής φυγής κεφαλαίου στο εξωτερικό».

Σημείωσε επίσης ότι το κράτος έχει το ηθικό δικαίωμα να έχει απαιτήσεις τόσο απέναντι στον εαυτό του, όσο και απέναντι σε όλους τους πολίτες και τα νομικά πρόσωπα. Το κράτος εκπληρώνει τώρα τις υποχρεώσεις του για την απόσβεση του χρέους για τους μισθούς και την εφαρμογή της μακροοικονομικής πολιτικής. Επίσης το κράτος εκπληρώνει τους απαραίτητους όρους για την επιχειρηματική δραστηριότητα που αφορούν το φορολογικό τομέα και την τήρηση της τάξης στην οικονομία. Σύμφωνα με τον Πούτιν, η κρατική εξουσία είχε παραλύσει επί πολλά χρόνια εξαιτίας «εσωτερικών αντιθέσεων». «Αποτέλεσμα είναι να έχουμε μια άκρως ελεύθερη κοινωνία, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν, νόμοι, τάξη και ηθικές αξίες», δήλωσε ο Πούτιν, αναφερόμενος ιδιαίτερα σε εκπροσώπους της ρωσικής ολιγαρχίας ή σε μεγαλοεπιχειρηματίες με μεγάλες διασυνδέσεις που εκμεταλλεύτηκαν το χάος των τελευταίων ετών για να αποκομίσουν αμύθητα κέρδη. «Τώρα, αυτή η "γλυκιά ζωή" τελείωσε και ενώ κάποτε μιλούσαμε για τάξη, τώρα την επιβάλλουμε και ακούμε φωνές ότι αυτό είναι απειλή για την ελευθερία και τη δημοκρατία. Οι ανησυχίες αυτές είναι αβάσιμες». Η εξουσία θα ενεργήσει και στο εξής, «ανεξάρτητα από το αν αυτό αρέσει ή όχι σε κάποιους».

Οι «εχθροπραξίες»

Στο φόντο αυτών των δηλώσεων της αντιμετώπισης των «ολιγαρχών» και των διαπλεκόμενων συμφερόντων, τα νομοτελεστικά όργανα προχώρησαν σε ορισμένες ενέργειες που πολλοί τις θεωρούν ότι έχουν ως σκοπό την προάσπιση των κρατικών συμφερόντων.

Ετσι, στις 11 Ιούλη ανακοινώθηκε ότι κινήθηκε ποινική αγωγή κατά των διευθυντών μιας από τις μεγαλύτερης (4η θέση στον κόσμο) πετρελαϊκής εταιρίας, της «Λουκόιλ». Βάση της αγωγής αποτέλεσαν τα συμπεράσματα της Φορολογικής Αστυνομίας, η οποία διατύπωσε τις κατηγορίες για απόκρυψη εσόδων από τη φορολογία «σε ιδιαίτερα μεγάλη έκταση» κατά την περίοδο 1997-1999. Εκτός απ' αυτό, η εταιρία είχε δηλώσει εξαγωγές πετρελαιοειδών προϊόντων και με βάση αυτές έπαιρνε από το κράτος αποζημιώσεις για το φόρο προστιθέμενης αξίας, τη στιγμή που στην πραγματικότητα δεν είχε κάνει εξαγωγές.

Ωστόσο, προς το βράδυ της ίδιας μέρας εκπρόσωποι της εταιρίας δήλωσαν ότι δεν τους έχουν παρουσιάσει κανένα ενοχοποιητικό ντοκουμέντο, ενώ οι νομικοί σκοπεύουν να κάνουν στο δικαστήριο αγωγή κατά της Φορολογικής Αστυνομίας, για δηλώσεις «που προκάλεσαν ζημιά στους μετόχους της Λουκόιλ».

Αλλο γεγονός ήταν οι ενέργειες των στελεχών της Γενικής Εισαγγελίας και της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας σε σχέση με το δημοσιογραφικό - τηλεοπτικό όμιλο «Μέντια-Μοστ» και τη δίωξη του προέδρου του, Βλαντίμιρ Γκουσίνσκι. Το πρωί στις 11 Ιούλη στα γραφεία της υπαγόμενης στον όμιλο αυτό τηλεοπτικής εταιρίας ΝΤΒ και ταυτόχρονα στο μεγαλύτερο μέτοχό της - την εταιρία «ΓΚΑΖΠΡΟΝ» έγινε κατάσχεση των βιβλίων της διαχειριστικής - οικονομικής δραστηριότητας του «Μέντια-Μοστ». Η εκπρόσωποι της Γενικής Εισαγγελίας υποστήριξαν ότι η κατάσχεση των σχετικών ντοκουμέντων έγινε στο πλαίσιο της ανάκρισης για την ποινική υπόθεση κατά του Γκουσίνσκι, ο οποίος κατηγορείται για «εγκληματική δραστηριότητα που σχετίζεται με την ιδιοποίηση αντικειμένου ομοσπονδιακής ιδιοκτησίας» και για κατάχρηση κρατικών κεφαλαίων ύψους 10.000.000 δολαρίων. Ακολούθησε αυτές τις μέρες η κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του Γκουσίνσκι. Σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς», ο Γκουσίνσκι κατηγόρησε τον Πούτιν ότι επιχειρεί να εγκαθιδρύσει αστυνομικό κράτος στη Ρωσία.

Συγχρόνως, οι δημοσιογράφοι, που εργάζονται στα ΜΜΕ και ανήκουν στον όμιλο «Μέντια-Μοστ», διατείνονται ότι πρόκειται για «απειλή της ελευθερίας του λόγου», ότι τους εκδικείται η εξουσία, γιατί επέκριναν την πολιτική του Πούτιν και είχαν καλέσει τους Δυτικούς ηγέτες να μην εμπιστεύονται το Κρεμλίνο.

Απαντώντας σ' αυτές τις επικρίσεις, ο Πούτιν υπογράμμισε σε συνέντευξή του στην «Ιζβέστια» ότι η ελευθερία του Τύπου δεν κινδυνεύει από τις ενέργειες σε βάρος της «Μέντια-Μοστ». «Η υπόθεση αφορά περισσότερο τους επικεφαλής των αυτοκρατοριών του Τύπου, οι οποίοι αποκαλύπτουν τους υποσυνείδητους φόβους τους ως εκπρόσωποι της ρωσικής ολιγαρχίας. Αγωνίζονται περισσότερο για να διατηρήσουν την επιρροή τους στο κράτος και να ασκούν πιέσεις στην κυβέρνηση, παρά για τη διασφάλιση της ελευθερίας του Τύπου και του λόγου», τόνισε ο Πούτιν.

Τρίτο βήμα των νομοτελεστικών οργάνων είναι η απαίτηση απέναντι σ' έναν από τους κύριους «ολιγάρχες» της Ρωσίας, επικεφαλής της εταιρίας «Ιντερος» Βλαντίμιρ Ποτάνιν, να καταβάλει στο δημόσιο ταμείο 140.000.000 δολάρια - ποσό που «έχασε» το κράτος κατά την πώληση στον Ποτάνιν του μεγάλου συγκροτήματος εξόρυξης σπάνιων μετάλλων «Νικέλιο του Νορίλσκ» το 1995. Ο Ποτάνιν, που διατέλεσε μια περίοδο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης, δήλωσε ήδη ότι τα «αποτελέσματα εκείνης της ιδιωτικοποίησης δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση» και ότι είναι έτοιμος να αμφισβητήσει την κατάσταση «σε ανοιχτή και δημόσια δικαστική διαδικασία». Η Εισαγγελία θεωρεί ότι η ιδιωτικοποίηση του «Νικελίου του Νορίλσκ» έγινε με την κατάφωρη παραβίαση του νόμου και διεξάγει επισταμένο έλεγχο από το 1995.

Με δηλώσεις για το απαράδεκτο της αναθεώρησης των ιδιωτικοποιήσεων μίλησαν και πολλά μέλη της σημερινής κυβέρνησης του Μιχαήλ Κασιάνοφ. Το ίδιο είπε και ο Πούτιν, αλλά μ' έναν ουσιαστικό όρο: αν κατά την ιδιωτικοποίηση συγκεκριμένων επιχειρήσεων έχουν γίνει παραβιάσεις της ισχύουσας εκείνη την περίοδο νομοθεσίας, θα πρέπει να παρέμβουν τα νομοτελεστικά όργανα. Ωστόσο, να θεωρηθούν οι τελευταίες ενέργειες σαν «επίθεση του Κρεμλίνου στους ολιγάρχες» είναι τουλάχιστον πρόωρο. Πρέπει να σημειώσουμε ότι παρόμοιες επιδεικτικές ενέργειες έχουν ήδη γίνει και νωρίτερα, αλλά κατόπιν στα πάντα «έμπαινε φρένο». Πολλοί παρατηρητές επισημαίνουν ότι ο Πούτιν «δεν καταλαβαίνει και ο ίδιος τη διαδοχικότητα και το ρυθμό των μεταρρυθμίσεων» και, συνεπώς, είναι ακόμα νωρίς να γίνει λόγος για το διάνυσμα της πολίτικής του. Επίσης σημειώνουν την αντίφαση: πώς ο πρόεδρος Πούτιν θα ενισχύσει την κρατική εξουσία και την κρατική ρύθμιση στο πλαίσιο της ακολουθούμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής της αγοράς, η οποία απορρίπτει την κρατική παρέμβαση; Για την ώρα όμως ένα πράγμα είναι σαφές: το κυβερνητικό κοινωνικοοικονομικό πρόγραμμα που υποστήριξε ο Πούτιν όχι μόνο δεν ανακουφίζει, αλλά χειροτερεύει ουσιαστικά συνεχώς τη ζωή των εργαζομένων.


Βλαντίμιρ ΜΑΣΙΝ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ