Ακόμα και οι υπηρεσίες του υπουργείου δεν μπορούν να κρύψουν ότι οι μόνοι κερδισμένοι από την εφαρμοζόμενη πολιτική είναι οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πετάει τη μάσκα και αυτοαποκαλύπτεται και παρουσιάζει την ουσία της ταξικής πολιτικής, που ακολουθείται όλη τη δεκαετία του '90, στα πλαίσια του προγράμματος "σύγκλισης". Μιας πολιτικής που εκτίναξε στα ύψη τα επιχειρηματικά κέρδη, ενώ από την άλλη πλευρά, με σταθερούς ρυθμούς, οδήγησε σε συρρίκνωση των λαϊκών εισοδημάτων.
Ποιούμενη την ανάγκη φιλότιμο (όπου ανάγκη η μείωση του πληθωρισμού στα επίπεδα των περιβόητων κριτηρίων "σύγκλισης"), η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας ζήτησε από το επιστημονικό δυναμικό του υπουργείου να συντάξει εργασία, με θέμα: "Η συμβολή των κερδών στη διαμόρφωση του επιπέδου των τιμών". Μια έκθεση - "περιβόλι", όπου με την παράθεση στοιχείων για τους διάφορους δείκτες κερδοφορίας των επιχειρήσεων, αποδεικνύεται το μέγεθος της ληστρικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων της χώρας τα τελευταία αυτά χρόνια.
Η αποκάλυψη των στοιχείων αυτών θα χρησιμοποιηθεί σαν μέσο πίεσης προς τους βιομήχανους, προκειμένου να "πειστούν" οι τελευταίοι να περιορίσουν τα περιθώρια κέρδους, ώστε να καμφθεί ο πληθωρισμός στο τέλος του 1999. Οι βιομήχανοι όμως πρόσφατα, διά στόματος του αντιπροέδρου του ΣΕΒ Α. Κανελλόπουλου, έδειξαν ότι δεν κατανοούν τις κυβερνητικές ανησυχίες, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι η τιμολογιακή πολιτική - η πολιτική αισχροκέρδειας, για την ακρίβεια - είναι αποκλειστικά δική τους υπόθεση και δε θα δεχτούν οποιουδήποτε τύπου παρεμβάσεις... Η είσοδος στην ΟΝΕ είναι "εθνική" υπόθεση, αλλά, κατά τους βιομήχανους, η "εθνική" προσπάθεια αφορά τους άλλους, όχι αυτούς...
Η εργασία, την οποία συνέταξαν οι Σ. Ρεβίθης και Γ. Μανωλάς, από τη Διεύθυνση Μακροοικονομικών Μελετών του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, παρουσιάζει στοιχεία για την πορεία της ελληνικής βιομηχανίας την περίοδο 1992 - 1998.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά μεταξύ 1992 και 1998:
Ενδιαφέροντα είναι και τα στοιχεία των ετήσιων μεταβολών ανά μονάδα όγκου πωλήσεων.
Σύμφωνα με αυτά οι μεσοσταθμικές αυξήσεις την περίοδο 1994 - 1998 των επιμέρους δεικτών, που διαμορφώνουν την τιμή πώλησης των εμπορευμάτων, ήταν οι ακόλουθες:
Την ίδια στιγμή, που μεταξύ του 1993 και του 1997 η μείωση του Δείκτη Τιμών Βιομηχανικών Προϊόντων ήταν 8,3 μονάδες, από 13% σε 4,7%, τα κέρδη των επιχειρήσεων ήταν τα μόνα που δε συνεισέφεραν στη μείωση αυτή. Σύμφωνα με την εργασία, η κατά 8,3 μονάδες πτώση οφείλεται στη μείωση των ενδιάμεσων εισροών κατά 6,9 μονάδες (από 10,3% το 1992 σε 3,4% το 1997), των χρηματοοικονομικών εξόδων, καθώς και των δαπανών μισθοδοσίας κατά 0,7 μονάδες αντίστοιχα. Αντίθετα, τα καθαρά κέρδη επιβάρυναν το Δείκτη Χονδρικής κατά 0,1%. Οσο για το 1998, όπου ο Δείκτης Χονδρικής στη βιομηχανία αυξήθηκε κατά 3,4%, η επιβάρυνση αυτή επιμερίζεται κατά 3,2 μονάδες στις ενδιάμεσες εισφορές, κατά 0,4 μονάδες στα κέρδη, κατά 0,1 μονάδα στο κόστος εργασίας, ενώ η συμμετοχή των χρηματοοικονομικών δαπανών ήταν αρνητική κατά 0,4 μονάδες.
Και η εργασία καταλήγει ως εξής: "... η κυβέρνηση με τις παρεμβάσεις της έχει εξαντλήσει σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες παρέμβασής της. Παράλληλα, οι εργαζόμενοι με τη διετή ΕΓΣΣΕ για το 1998 και 1999 έχουν μεγάλη συμβολή στην πτώση του πληθωρισμού, μέσω της σημαντικής συγκράτησης του κόστους εργασίας (σ.σ. πάλι "εύγε" απέσπασε ο γίγας Πολυζωγόπουλος). Ετσι, σημαντική δικλείδα ασφαλείας αποτελούν τα κέρδη. Οι ίδιες οι βιομηχανίες θα πρέπει να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση στην αύξηση των περιθωρίων κέρδους τους, που όπως δείχνουν τα στοιχεία παρουσίασαν σημαντική αύξηση την τελευταία πενταετία". Σημείο αναφοράς της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ υπήρξε η αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που απέσπασαν την ομόθυμη στήριξη των βιομηχάνων. Και τώρα που διαβλέπουν ότι κινδυνεύουν να μην επιτύχουν τη μείωση του πληθωρισμού στο 2,5% σε μέσα επίπεδα στο τέλος του 1999, ζητούν από τους επιχειρηματίες να επιδείξουν πνεύμα... αυτοσυγκράτησης. Κούνια που τους κούναγε...
Θ. Κ.