Κυριακή 25 Ιούλη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, τι θα χορέψουμε απόψε;

Στο τέλος του 20ού αιώνα και έπειτα από μια ιλιγγιώδη πορεία μέσα από ποικίλα μονοπάτια, ο χορός έφτασε σε ένα σημείο αποενοχοποίησης τόσο σε σχέση με την πορεία του ως τέχνη, όσο και ως προς τη σχέση του με τις άλλες τέχνες και τη ζωή γενικότερα. Φυσικά, μιλάμε για ένα χαρακτηριστικό που δεν είναι μοναδικό προνόμιο του χορού, αλλά συναντάται σε όλες σχεδόν τις σύγχρονες ανθρώπινες αντιδράσεις, καλλιτεχνικές ή μη.

Το γνωστό παλιό πρόβλημα της σχέσης της τέχνης με τη ζωή, της ζεύξης της καλλιτεχνικής εμπειρίας με την καθημερινότητα και το βίωμα του θεατή και του δημιουργού, και κυρίως της διάκρισης μεταξύ "υψηλής" και μη τέχνης, έχει πλέον πάρει ποικίλες, απίστευτες, ανατρεπτικές, χιουμοριστικές, και ενδιαφέρουσες διαστάσεις. Ο σύγχρονος χορός πολλές φορές μοιάζει με Σούπερμαν που ακούει Τσαϊκόφσκι και διασκεδάζει χορεύοντας τουίστ σε ρυθμούς Μπαχ.

Διακρίσεις στην τέχνη

Η διάκριση μεταξύ "υψηλής" και μη τέχνης έχει κατ' αρχήν ιεραρχική και κοινωνική διάσταση. Υπονοεί μια κοινωνική διαστρωμάτωση και μια πολιτιστική ιεραρχία, όπου τα καλλιτεχνικά κριτήρια αναδεικνύουν ποιοτικά καλύτερη την "υψηλή" τέχνη.Η "υψηλή" τέχνη συνηθίζεται να θεωρείται ότι δημιουργείται από λίγους για λίγους. Κατά μία άποψη, "η ειδική τεχνογνωσία δεν μπορεί να είναι στα χέρια όλων". Δηλαδή, δεν μπορούν όλοι να γίνουν χορευτές και πολύ περισσότερο μια Ουλάνοβα ή ένας Νουρέγιεφ. Από την άλλη όμως, υπάρχει το αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε πολίτη να έχει πρόσβαση στα πολιτιστικά αγαθά.Αν το κοινό μπορεί να εκτιμήσει μια χορογραφία, να συγκινηθεί ή όχι, είναι θέμα Παιδείας, καλλιτεχνικής εμπειρίας, συχνότητας επαφής με το χορό, ενδιαφερόντων, και πολλών άλλων παραμέτρων.

Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση που ο ίδιος ο χορογράφος/δημιουργός δηλώνει ότι δεν είναι πρόθεσή του να γίνει κατανοητός από το κοινό του; Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο αν αναλογιστούμε ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στις προθέσεις του δημιουργού, στο ίδιο το καλλιτεχνικό έργο και στην απήχησή του στο κοινό. Είναι συχνά τα παραδείγματα αριστουργημάτων που έτυχαν ατυχούς υποδοχής στην εποχή τους, έργων που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και μετά ξεχάστηκαν, ή έργων που παίζουν στην "κόψη του ξυραφιού" και διχάζουν κοινό και κριτικούς.

Το κρίσιμο πρόβλημα, που ελλοχεύει πίσω από όλες αυτές τις παρατηρήσεις, είναι η ανάγκη συμπόρευσης του χορού με την εποχή του, όχι ως μόδα ή εμπορική επιταγή, αλλά ως ανάγκη έκφρασης ενός σύγχρονου δημιουργού, σε μια σύγχρονη κοινωνία.

Προβληματισμοί του χορού

Ο χορός ως μια τέχνη με "βεβαρημένο" το παρελθόν του από το στίγμα της ψυχαγωγίας, της διασκέδασης και της οφθαλμολαγνίας, έχει να επιδείξει γενιές δημιουργών που κύριο μέλημά τους ήταν να αναδείξουν την καλλιτεχνική αξία του, να τον προασπιστούν ως τέχνη, να αναβαθμίσουν την αξία του στο χώρο του πολιτισμού και της κουλτούρας.

Τα πάντα, όμως, προκύπτουν ως συνέχεια, αντίδραση ή ανατροπή από το υπάρχον παρελθόν. Ετσι, ο ιδεαλισμός του μπαλέτου προκάλεσε την ανάγκη της προσωπικής έκφρασης των μοντέρνων χορογράφων. Αυτό με τη σειρά του, έφερε την αναζήτηση από ορισμένους μετα - μοντέρνους χορογράφους των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του χορού, ως μια τέχνη που δεν έχει ανάγκη να εκφράζει τίποτα πέρα από τον εαυτό της. Σήμερα, όλοι ψάχνουν προς όλες τις κατευθύνσεις, χωρίς ενοχές και άγχη. Είναι άραγε καλό ή κακό αυτό;

Από τη δεκαετία του '60 οι νέες γενιές χορογράφων που προέρχονται από ανεπτυγμένες καπιταλιστικές και καταναλωτικές κοινωνίες (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία κτλ.), έχουν να επιδείξουν μια σχεδόν "βλάσφημη" και "αναρχική" σχέση με το λεγόμενο λαϊκό πολιτισμό/κουλτούρα (popular culture) (1) της χώρας τους. Συχνά, κακώς ή καλώς, η λαϊκή κουλτούρα ταυτίζεται με τη λεγόμενη "μαζική κουλτούρα" (mass culture), παίρνοντας έτσι αρνητικές αποχρώσεις.Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές οι ίδιες χώρες, έχουν να επιδείξουν μια παράδοση στο χορό γενικά, και ειδικότερα στο σύγχρονο χορό (Μάρθα Γκράχαμ, Μερς Κάνινχαμ κτλ.).

Οι αναζητήσεις του μεταμοντέρνου χορού, κυρίως (που ξεκίνησαν από την Αμερική τη δεκαετία του '60) είναι εκείνες που έριξαν τους σπόρους της σημερινής αναζήτησης. Αλλά, όπως συνήθως συμβαίνει, ταυτόχρονα αποτέλεσαν και την πηγή της αντίδρασης. Εκείνοι οι χορογράφοι (αν και δεν ομαδοποιούνται εύκολα κάτω από έναν τίτλο) θέλησαν να μειώσουν το χάσμα μεταξύ ζωής και τέχνης. Χρησιμοποίησαν μη εκπαιδευμένους χορευτές, δοκίμασαν εναλλακτικούς χώρους (γκαλερί, γυμναστήρια, ανοιχτούς χώρους κτλ.),πειραματίστηκαν με την καθημερινή κίνηση, αμφισβήτησαν την αυθεντία του καλλιτέχνη/δημιουργού και αρνήθηκαν την εμπορευματοποίηση της τέχνης τους.Ταυτόχρονα όμως, αυτή τους η αντίδραση στην προϋπάρχουσα ελιτίστικη προσέγγιση του χορού, οδήγησε, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε μια νέα "ελίτ". Ο υπερ - αναλυτικός τρόπος σκέψης τους, η εμβάθυνση στα δομικά και μορφικά χαρακτηριστικά της κίνησης, οδήγησε στην ανάγκη ύπαρξης ενός νέου τύπου "ειδικού" κοινού. Αυτό το αδιέξοδο γέννησε τους προβληματισμούς που χαρακτηρίζουν τα έργα από τη δεκαετία του '80 και μετά.

Με άλλα λόγια, από τη δεκαετία του '60, τέθηκε στο χορό ένα σημαντικό θέμα πρόσβασης του κοινού στο καλλιτεχνικό έργο, παροχής ίσων ευκαιριών στην απόλαυση που προσφέρει ο χορός, μια ανάγκη ανοίγματος του χορού στο πλατύ κοινό.Ταυτόχρονα, επισημάνθηκε από πολλούς χορογράφους η ανάγκη μιας πιο"δημοκρατικής" προσέγγισης τόσο στις σχέσεις ανάμεσα στο χορογράφο και τους ερμηνευτές/χορευτές του, όσο και με το κοινό (απουσία διάκρισης ανάμεσα σε πρώτους χορευτές και ανώνυμη ομάδα, χρήση αυτοσχεδιασμών ως προσωπική συμβολή του κάθε ερμηνευτή, τρόποι ενεργοποίησης και συμμετοχής του θεατή κτλ.).

Οι νέες γενιές χορογράφων

Ετσι έρχεται η δεκαετία του '80 να επιδείξει χορογράφους που μεγάλωσαν στην εποχή εξάπλωσης της τηλεόρασης, στην "επανάσταση" της rock μουσικής, έζησαν την έξαρση του καταναλωτισμού (1). Βίωσαν, σε διαφορετικούς βαθμούς και ένταση, την κουλτούρα του rap, του breakdance και του hip hop (2). Οι ρυθμοί ζωής επιταχύνθηκαν, οι κίνδυνοι, παντός τύπου, αυξήθηκαν, προκαλώντας άνοδο της αδρεναλίνης, τα μουσικά βίντεο του ΜΤV έγιναν (ή μήπως όχι;) ο καθρέφτης της πραγματικότητας του καθρέφτη (3). Η ιδιαιτερότητα του "διαφορετικού" έγινε μείζον κοινωνικό - πολιτιστικό θέμα (4).

Ετσι βλέπουμε χορογράφους σαν τον Bill T. Jones (ΗΠΑ), τον Jose Montalvo(Γαλλία), τον Matthew Bourne (Μ. Βρετανία) κτλ. να προβάλλουν αυτοβιογραφικά τους στοιχεία, να ενσωματώνουν κινησιολογικά στοιχεία από χορούς όπως το hip hop, να "αναφέρονται" σε κοινωνικούς χορούς άλλων εποχών (βαλς, τουίστ), και γενικά να "παντρεύουν" αυτά που λίγα χρόνια πριν ήταν αδιανόητα για μια χορευτική παράσταση που θέλει να λέγεται "έντεχνη".

Είναι, όμως, εύκολο στην εποχή της "παγκοσμιοποίησης" και της τεχνολογίας, να βρει ο κάθε χορογράφος τα ιδιαίτερα στοιχεία που δημιουργικά θα αποτελέσουν τη μαγιά της χορευτικής του πορείας; Πού βρίσκονται (αν υπάρχουν) τα όρια μεταξύ της προσωπικής ανάγκης για δημιουργία και της κοινωνικής - εμπορικής επιταγής; Πώς μπορεί να συγκινηθεί, να συγκλονιστεί ένα κοινό που συνηθίζει να βλέπει βάρβαρους βομβαρδισμούς στην τηλεόραση; Γιατί, τελικά "δεν είναι αληθινή η αγάπη για την τέχνη, όταν δεν είναι μεγάλη η λατρεία για την ανθρωπότητα" (Fr. Horn).

Σ. ΖΗΚΑ

1. Η έννοια του λαϊκού πολιτισμού (popular culture) συνδέεται συχνά με την προφορική παράδοση, τα ήθη, έθιμα κτλ. ενός λαού, γενικά δηλαδή με αυτό που ονομάζουμε παραδοσιακή ή λαϊκή τέχνη. Στην ουσία όμως, η έννοια αυτή αναφέρεται σε κάτι ευρύτερο: "Περιλαμβάνει τις νέες, πρωτότυπες και πηγαίες μορφές πολιτισμικής έκφρασης που εκδηλώνονται στα πλαίσια των σύγχρονων εθνικών, θρησκευτικών, γλωσσικών ομάδων, φυλετικών μειονοτήτων κτλ.".(Φιλοσοφικό Κοινωνιολογικό Λεξικό. Εκδ. Κ. Καπόπουλος. 1995. Τόμος 3, σελ. 154 - 155). Με την έννοια αυτή ο λαϊκός πολιτισμός θεωρείται ο αντίποδας του λόγιου, "υψηλού" πολιτισμού, αν και τώρα πια η διάκριση αυτή τίθεται υπό αμφισβήτηση.

2. Είναι είδη χορού που δημιουργήθηκαν στους δρόμους των μεγαλουπόλεων, και ως εκ τούτου, χαρακτηριστικά δείγματα λαϊκής κουλτούρας με την έννοια που διευκρινίστηκε προηγουμένως.

3. Αναφέρομαι στις μεταμοντέρνες θεωρίες που μιλάνε για ανυπαρξία πραγματικότητας έξω από τις εικόνες, έξω δηλαδή από τις αναπαραστάσεις των πραγμάτων καθ' εαυτών (Jean Baudrillard).

4. Το "διαφορετικό" νοείται ως οποιαδήποτε διάκριση σε φύλο, χρώμα, ηλικία, θρησκεία, εθνότητα, σεξουαλικές προτιμήσεις κτλ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ