Αυτά συμβαίνουν με την επίσκεψη του νέου Προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στην Τουρκία και τις συνομιλίες του με το πολιτικο-στρατιωτικό σύμπλεγμα εξουσίας της χώρας ανεξαρτήτως «μαντίλας». Γίνεται εμφανής η ταυτόχρονη ενεργοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης με την ομιλία του Κ. Καραμανλή στο κυπριακό κοινοβούλιο μετά τη δυσμενή συνάντησή του με τον Αμερικανό Πρόεδρο.
α) Μέχρι ποιου σημείου η Αγκυρα θέλει να οξύνει τον ανταγωνισμό της με την Αθήνα;
β) Μέχρι ποιου σημείου η Ουάσιγκτον αναθέτει ρόλο μεσολαβητή στην Αγκυρα και κυρίως με ποια ανταλλάγματα που ενισχύουν τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο εις βάρος της Ελλάδας;
γ) Πόσο αυτό το σκηνικό ενισχύει τις τουρκικές απαιτήσεις για την άνευ όρων είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τη συνεχή απομύζηση κονδυλίων από αυτή;
δ) Τι επιπτώσεις δύναται να υπάρξουν στις ελληνο-τουρκικές οικονομικές σχέσεις σε συσχετισμό με τη «διείσδυση» στα Βαλκάνια;
Αυτές οι ερωτήσεις μέλλει να απαντηθούν έμμεσα, άμεσα και μεσομακροπρόθεσμα σε μια συνεχή χρονική εναλλαγή των πολλαπλών σεναρίων που έχουν στα συρτάρια τους οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Πάντως επισημαίνεται ότι η ελληνική μεγαλοαστική τάξη έχει κάτσει πάνω στο δόγμα της «διείσδυσης» κυρίως στα Βαλκάνια κι αγωνιά για την τύχη των κεφαλαίων της. Αυτό την καθιστά ευάλωτη στις προκλήσεις των ισχυρών της ιμπεριαλιστικής ευρωατλαντικής λέσχης που ανήκει και την υποχρεώνει να αναζητά στήριγμα - προστάτη.
Γίνεται το αίτιο αποκλειστικού προσδιορισμού της πολιτικής κομμάτων και λαϊκών δυνάμεων. Η στάση τους έναντι του ιμπεριαλισμού γίνεται το καθοριστικό στοιχείο της ποιότητας και του βαθμού συνείδησης αυτού του κινδύνου. Από εδώ προκύπτει η ερώτηση «με ποιον θα πας και ποιον θα αφήσεις». Από εδώ και η αναγκαία προετοιμασία αντιμετώπισης πολυσύνθετων και πολύμορφων κινδύνων.