Κυριακή 28 Φλεβάρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΣ ΣΟΠΕΝ
Μελωδός των ανθρώπινων αισθημάτων

Διακόσια χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου συνθέτη και πιανίστα

«Το έργο του φωτίζεται από θάρρος, συστολή κι αξιοπρέπεια, αλλά το φως που το φωτίζει είναι συνάμα φλόγα που το φλογίζει. Μοιάζει με θερμή - αλλά καθόλου ρητορική, πειστική αλλά καθόλου πιεστική, δυνατή αλλά καθόλου φωναχτή - διαμαρτυρία για όσα συμβαίνουν γύρω του, μοιάζει μ' ένα γεμάτο περίσκεψη και βαθιά διαφωνία μ' όλα αυτά, κούνημα του κεφαλιού, καθώς κοιτάζει γύρω τριγύρω του τον κόσμο». Τα παραπάνω λόγια του συνθέτη Νικηφόρου Ρώτα (από το βιβλίο του «Πώς ακούμε μουσική») σκιαγραφούν το έργο ενός μεγάλου της μουσικής, του Φρειδερίκου Σοπέν, του σπουδαιότερου συνθέτη της Πολωνίας και ενός από τους σημαντικότερους πιανίστες όλων των εποχών.

Ποιος δεν έχει «ταξιδέψει» με τις πολωνέζες και τις μαζούρκες του, ποιος δε «βυθίστηκε» στα νυχτερινά και τις μπαλάντες του; Δύο αιώνες συμπληρώνονται φέτος από τη γέννηση του Σοπέν (γεννήθηκε την 1 Μάρτη 1810 - κάπου αναφέρεται ως ημερομηνία γέννησής του η 22/2 - στη Ζελάζοβα Βόλα, κοντά στη Βαρσοβία, από εξόριστο Γάλλο πατέρα και Πολωνίδα μητέρα), που παρά τη σύντομη ζωή του (πέθανε σε ηλικία μόλις 39 χρόνων), σφράγισε ανεξίτηλα με την προσωπικότητα και τις δημιουργίες του την εξέλιξη της πιανιστικής φιλολογίας αλλά και τεχνικής.

Με τις συνθέσεις του, γραμμένες κυρίως για το πιάνο ως σολιστικό όργανο, ο Σοπέν άνοιξε νέους δρόμους στη μουσική, κληροδοτώντας στην ανθρωπότητα έργα πρωτοποριακά, διαχρονικά και ανεπανάληπτα. Εργα απαιτητικά από τεχνικής απόψεως, τα οποία παράλληλα χαρακτηρίζονται από τον πλούτο στις αποχρώσεις και το εκφραστικό τους βάθος. Το ταλέντο του άρχισε να ξετυλίγεται από πολύ νωρίς: στα επτά του χρόνια συνθέτει και στα οκτώ παίζει δημόσια πιάνο. Είναι μόλις δώδεκα χρόνων όταν τελειώνει τις πιανιστικές του σπουδές, ενώ στα δεκαεννέα δίνει ρεσιτάλ στο Παρίσι και στη Βιέννη. Αυτός ο τρυφερός ποιητής των ήχων, ο «Ραφαήλ» του πιάνου, που επινόησε ως ανεξάρτητο είδος μουσικής γραφής τις μπαλάντες και τα «σκέρτσα» (προτιμούσε κομμάτια σε ελεύθερες φόρμες) κι έδωσε «βαθύτερο» ύφος στα «νυχτερινά», υπήρξε ένας μεγάλος πρωτοπόρος της μουσικής, καθώς μέσα από το έργο του έθεσε τις πρώτες βάσεις για τη μετέπειτα εμφάνιση του μοντερνισμού.

Ποιητικός και ηρωικός χαρακτήρας, ανεξάντλητη ευρηματικότητα και μεγάλες καινοτομίες χαρακτηρίζουν τις συνθέσεις του: σονάτες για πιάνο, μαζούρκες, βαλς, νυχτερινά, πολωνέζες, σπουδές, πρελούδια. Η συμβολή του στη διαμόρφωση του κινήματος του ρομαντισμού στη μουσική και η καλλιτεχνική του ιδιοφυΐα αναγνωρίστηκαν από εξέχουσες μορφές των Γραμμάτων και των Τεχνών του 19ου αιώνα, όπως οι συνθέτες Φραντς Λιστ, Φέλιξ Μέντελσον και Εκτόρ Μπερλιόζ, ο ζωγράφος Εζέν Ντελακρουά, ο ποιητής Χάινριχ Χάινε ή ο συγγραφέας Ονορέ ντε Μπαλζάκ. Στο ταλέντο του υποκλινόταν και ο άλλος μεγάλος ρομαντικός συνθέτης, ο συνομήλικός του Ρόμπερτ Σούμαν, που το 1831, μετά την πρώτη επίσημη εμφάνιση του Σοπέν στο Παρίσι, αναφωνούσε: «Κύριοι, αποκαλυφθείτε! Ιδού μια νέα μεγαλοφυία!».

Πονάει, πασχίζει, οραματίζεται

Γεννημένος στην Πολωνία, χώρα που ήταν ένα «στρωμένο τραπέζι» όπου «έτρωγαν» οι μεγάλοι της εποχής (Ρωσία, Πρωσία, Αυστρία), ο Φρειδερίκος Σοπέν ζει στις αρχές του ρομαντισμού, κι αυτό αποτυπώνεται στη μουσική του. Ομως, ο ίδιος, διαφέρει σημαντικά από ρομαντικούς ομότεχνούς του. Μεταχειρίζεται μεν «ελευθερίες» του ρομαντισμού (όχι στέρεη φόρμα, όχι γερές ενώσεις κ.λπ.), όμως πάνω απ' όλα είναι δημιουργός τραγικός - «σαν ελεύθερος άνθρωπος στα χέρια δουλεμπόρων», αναφέρει ο Ν. Ρώτας. Μισός Γάλλος, μισός Πολωνός και ολόκληρος φιλελεύθερος άνθρωπος, εκφράζει με το δικό του τρόπο τα όσα - όχι ατομικά - τον βασανίζουν. «Πονάει, πασχίζει, υποφέρει, ελπίζει, φωνάζει, τονώνει, παραμυθίζει, οραματίζεται...ως συνάνθρωπος (όχι ως άτομο που ασχολείται με τον εαυτό του)» (Ν. Ρώτας).

Σε μια εποχή, που οι ρομαντικοί συνθέτες αρέσκονται να κάνουν πολύχρωμα ορχηστρικά, συμφωνικά ποιήματα και έργα - ποταμούς και να παρουσιάζουν στα έργα τους θέματα λίγο πολύ ατομικά (με ήρωες πρόσωπα μυθικά, ατομικές περιπέτειες κ.λπ.), ο Σοπέν εκφράζεται με μαζούρκες, πολωνέζες, βαλς, νυχτερινά, σκέρτσα και σονάτες για πιάνο. Εργα, εκπληκτικής ομορφιάς, λεπτότητας, αλλά και λαμπερής πιανιστικής δεξιοτεχνίας, που ξεδιπλώνουν σε όλο τους το μεγαλείο την αστείρευτη μελωδική και αρμονική έμπνευση του συνθέτη, η υφή της οποίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις δυνατότητες του πιάνου. Παρότι πολλά από τα έργα του, όπως οι μπαλάντες και τα σκέρτσα, απαιτούν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία, εκείνο που προέχει σ' αυτά είναι ο μελωδικός χαρακτήρας. Μάλιστα, η δομή των μουσικών φράσεων είναι τέτοια, που δίνει την εντύπωση πως έχουν γραφτεί για να ερμηνευθούν από τραγουδιστή. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ο Σοπέν παρακινούσε τους μαθητές του να μελετήσουν το λυρικό τραγούδι, σαν μουσικό είδος σύνθεσης, προκειμένου να παίξουν καλό πιάνο.

Ελεύθερος σ' έναν ανελεύθερο κόσμο

Δημιουργός, που παράλληλα με την ανεξάντλητη μελωδική του ευρηματικότητα διαθέτει μια πολύ αναπτυγμένη αρμονική φαντασία, ο Σοπέν αδιαφορεί για τον εντυπωσιασμό. Εκείνο που ουσιαστικά τον απασχολεί είναι τα ανθρώπινα. Από την πιο αβρή τρυφερότητα ως την πιο περήφανη ορμή, απ' τον πιο ιλαρό λυρισμό ως την πιο απελπιστική τραγωδία, όλα τα συναισθήματα τα μεταχειρίζεται με πάθος και Τέχνη - και γράφει πάντα για πιάνο. Μέσα στο έργο του ζουν η χάρη, η τρυφερότητα, η ορμή, η αξιοπρέπεια, η υπερηφάνεια...Είναι μοναδικός και δεν μοιάζει με κανέναν στην εποχή του. Δεν σκαλίζει τη μυθολογία για να βρει θέματα, ούτε επισκέπτεται εξωτικές χώρες για να αντλήσει ερεθίσματα. Ομως τα νυχτερινά, τα βαλς, οι μαζούρκες του, δεν είναι περιγραφές, αλλά δημιουργίες που εκφράζουν τα συναισθήματα ενός συνανθρώπου που γεννήθηκε περήφανος και ανεξάρτητος, είναι ικανός να ζήσει ελεύθερος, όμως ο ίδιος «πνίγεται»... Η ελευθερία του, όρθια μέσα σε γενική σκλαβιά, παθαίνει ασφυξία...

Η γενέτειρά του, Πολωνία, από όπου έφυγε στα 20 του χρόνια, παίρνοντας μαζί του μια ασημένια θήκη με λίγο χώμα της, αγωνίζεται εναντίον της τσαρικής εξουσίας. Το 1830, λίγο μετά την αναχώρησή του για τη εμφανίσεις του στη Βιέννη, ξεσπά στη χώρα του εξέγερση, η οποία όμως για άλλη μια φορά καταστέλλεται και επιβάλλεται χειρότερη τυραννία. Ο ίδιος δεν μπόρεσε ποτέ να επιστρέψει. Αποφασίζει να εγκατασταθεί στο Παρίσι, όμως η νοσταλγία τον «κατατρώει». Από αυτή τη νοσταλγία αναβλύζουν πολλές συνθέσεις του, όπως οι πολωνέζες και οι μαζούρκες, έργα που έχουν έντονο πολωνικό μουσικό «χρώμα» και στα οποία αξιοποίησε τους παραδοσιακούς χορούς της πατρίδας του.

Το 1836, γνωρίζει τη γυναίκα που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή του, τη Γαλλίδα συγγραφέα και φεμινίστρια Γεωργία Σάνδη. Ζει μια θυελλώδη σχέση μαζί της, κάνει μαθήματα πιάνου, γράφει, κάνει εμφανίσεις - όμως η φυματίωση από την οποία υπέφερε του καίει τα στήθη. Οπως τον «καίνε» και άλλα πράγματα...«Περήφανος, τολμηρός, αλλά και γεμάτος συστολή, ο ίδιος έλιωνε σαν κερί περιφέροντας τις προσπάθειές του για κάτι καλύτερο μέσα σ' έναν κόσμο ανελεύθερο, αλλά παρηγορημένο από το ρομαντισμό», σημείωνε ο Ν. Ρώτας. Κι όμως, συνεχίζει να δημιουργεί... Να «περπατάει» πάνω σε χνάρια λαϊκά και να καταγράφει βήμα προς βήμα το χρονικό της εποχής του: τη θέση του σύγχρονού του ανθρώπου πάνω στη γη...

Στις 12/2/1848 δίνει το τελευταίο κονσέρτο του στο Παρίσι και το Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς, το τελευταίο της ζωής του, στη Σκωτία. Ο μεγάλος συνθέτης πέθανε στο Παρίσι, στις 17 Οκτώβρη 1849. Τάφηκε στο κοιμητήριο Περ Λασέζ, όμως η τελευταία του επιθυμία ήταν να μεταφερθεί η καρδιά του στην Πολωνία. Ηταν μόλις 39 χρόνων...


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ