Τι θέλησε να δείξει ο Κουροσάβα με το αινιγματικό αυτό δράμα εποχής τοποθετημένο στον 11ο αιώνα; Το ανυποψίαστο κοινό συχνά πυκνά αντιμετωπίζει με έντονη σύγχυση τη σχετικότητα της αλήθειας στην ταινία. Τέσσερις διαφορετικές καταθέσεις για το ίδιο γεγονός, οι οποίες δε συμφωνούν μεταξύ τους. Πολλοί φυσικά είναι αυτοί που επιμένουν ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποια βερσιόν που είναι η αληθινή και αναρωτιούνται ποια είναι αυτή. Με θαρραλέα, μη γραμμική αφήγηση, στο φιλμ εκτίθενται οι λεπτομέρειες ενός εγκλήματος, όπως αυτές περιγράφονται στα φλας μπακ τόσο του αυτόπτη μάρτυρα, όσο και όσων συμμετείχαν. Οι κριτικοί υπογράμμισαν την αξία της σκηνοθεσίας σε στιλ βωβού κινηματογράφου, της καταπληκτικής ισορροπίας ανάμεσα στο ρεαλισμό και στον ιμπρεσιονισμό και της καλλιτεχνικής δύναμης του φιλμ που θεωρείται ανυπέρβλητη. Κάποιος Ιάπωνας κριτικός πρόβαλε αντιρρήσεις που είχαν να κάνουν με την προσπάθεια περιβολής των ταξικά χαμηλότερων όντων με υπερ-ευγενικά συναισθήματα, με ποιητικό λόγο και με υψηλές σκέψεις, κάτι που στην πραγματικότητα δε συναντάται στη συμπεριφορά και στην έκφραση των ανθρώπων που προέρχονται από χαμηλές κοινωνικές τάξεις. Η κριτική εκτίμησε επίσης ως ιδιαίτερα σύνθετο το σενάριο και ως μονότονη τη σκηνοθεσία - η οποία «πατούσε» από άκρου εις άκρον στο ίδιο «κλειδί» - και, τέλος, την ύπαρξη πλήθους βλασφημιών και μιας έντονης τάσης για υπερ-παίξιμο. Η ταινία «Ρασομόν» υπήρξε από τις μεγαλύτερες οικονομικές κινηματογραφικές επιτυχίες στην Ιαπωνία. Η πρεμιέρα της πραγματοποιήθηκε σε χολιγουντιανό στιλ, στον καλύτερο κινηματογράφο της Ιαπωνίας, στο Αυτοκρατορικό Θέατρο στο Τόκιο, και παρά τον βαρύ «διανοητικό» προσανατολισμό της, απέφερε πολλά κέρδη, σε όλη την επικράτεια της χώρας. Πολύ πριν βραβευτεί στη Βενετία με το Χρυσό Λέοντα, το 1951, η ταινία είχε αποσβέσει το κόστος της, ήταν μάλιστα όγδοη σε εισπρακτική επιτυχία εκείνη τη χρονιά. Αυτό που ακούγεται, ιδιαίτερα στην Αμερική, ότι το φιλμ «Ρασομόν» δεν εκτιμήθηκε δεόντως στη χώρα του την Ιαπωνία, δεν είναι αλήθεια. Το ύψιστο βραβείο του διεθνούς κινηματογραφικού φεστιβάλ της Βενετίας ενίσχυσε τη φήμη του και απέδωσε στο είδος που ανήκει, στο «δράμα εποχής», ένα τρομακτικά καλλιτεχνικό ανάστημα. Ο ίδιος ο Κουροσάβα δήλωνε: «Το ότι πήρα το βραβείο ήταν ολότελα αναπάντεχο. Φυσικά και είμαι ευτυχής, εάν όμως είχα κάνει ένα φιλμ που αντανακλούσε τη σημερινή Ιαπωνία, κάτι σαν τον "Κλέφτη ποδηλάτων" και βραβευόμουν γι' αυτό το φιλμ, θα είχε μεγαλύτερη σημασία και θα αισθανόμουν πολύ πιο ευτυχής». Πάντως, το «Ρασομόν» καθώς και πολλά ιαπωνικά φιλμ, ακόμα και σήμερα, δε διακρίνονται για την καλή τους ηχοληψία. Φημολογείται ότι οι ίδιοι οι Ιάπωνες πολλές φορές δεν καταλαβαίνουν τι λέγεται στα φιλμ και γι' αυτό προτιμούν να βλέπουν τις ταινίες τους υποτιτλισμένες σε κάποια ξένη γλώσσα, ακριβώς για να καταλάβουν τι λέγεται...
Παίζουν: Τοσίρο Μιφούνε, Ματσίκο Κίο, Μασαγιούκι Μόρι, Τακάσι Σιμούρα.
Παραγωγή: Ιαπωνία (1950).