Κυριακή 5 Δεκέμβρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Μάρε Νόστρουμ

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η άνοιξη με μια αόρατη φροκαλιά λαμπικάρισε τον ορίζοντα και τότε η Γλαρέντζα φάνταζε λιόχαρη κι αστραφτερή να χαϊδεύεται πλάι στο κύμα.

Μήνες κρατάει το χειμώνα η καταχνιά ώσπου ν' ανοίξει ο καιρός, να σταματήσουν οι βροχές κι οι όστριες, που μπουκάρουν ανεμπόδιστα στον κόρφο και κάνουν τα πλεούμενα άνω κάτω. Αλίμονο στον «καραβοκύρη» που δε σιγουρεύει καλά το σκαρί του για να μπορέσει ν' αντισταθεί στην επέλαση των κυμάτων. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι ναυτικοί κατηφορίζουν νυχτιάτικα για ν' αντιπαλέψουν τον άγριο άνεμο που έτσι και πάρει φόρα παρασύρει τα πάντα στο διάβα του. Η πρόγνωση του καιρού γίνεται από βοσκούς και βαρκάρηδες, που είναι εξίσου καλοί στην... ανόργανη μετεωρολογία!

Ετσι εμπειρικά, με κάτι σημάδια εδώ κι εκεί στον ορίζοντα και τη... συμπεριφορά των ζώων, βγαίνει το πόρισμα για τον καιρό της επόμενης μέρας. Ως άνθρωποι κι αυτοί, δεν είναι πάντα αλάνθαστοι, γι' αυτό σε περίπτωση λάθους, τρέχουν και δεν προφταίνουν να διασώσουν την περιουσία τους από το βίαιο νοτιά, που εφορμά ύπουλα από την ανοιχτή πύλη του μώλου. Μα πάλι και όλα να γίνουν στην εντέλεια, πρόγνωση καιρού, πρόληψη και πρόσθετα μέτρα για την ασφάλεια των πλεούμενων, η όστρια πάντα στο πέρασμά της αφήνει αποτυπώματα στο λιμανάκι: Απογυμνωμένα ψαροκάικα και μπαταρισμένες βαρκούλες με το κατάρτι να ξαμώνει λοξά...

Από καΐκια δα, τίποτ' άλλο, ο κόλπος της Γλαρέντζας πριν αρχίσουν τους βομβαρδισμούς τα συμμαχικά αεροπλάνα. Εκτός από τα ντόπια τρεχαντήρια και καραβόσκαρα βρίσκανε αραξοβόλι και διαβατάρικα φορτηγά με σταφίδα. Ανάμεσά τους και κάτι τεράστια ιταλικά «τραμπάκουλα» με αστεία μάσκα στην πλώρη. Εν' απ' αυτά, πλεύρισε αποβραδίς πλάι στο ψαροκάικο τη «Νορμανδία» που έκανε πάντα νερά, με όλους τους καιρούς, κι έπρεπε κάποιος να βρίσκεται συνεχώς στην τρόμπα, ακόμα και τη νύχτα.

Το κακό χειροτέρεψε στο πέλαγο στη διάρκεια της καλάδας. Δυο τρία κλίματα απανωτά ήταν αρκετά να δημιουργήσουν πρόβλημα στη λειτουργία της μηχανής. Δεν ήταν δα ασυνήθιστες οι βλάβες καταμεσής του πελάγου με τα δίχτυα κατεβασμένα στο βυθό. Τότε έβαζε νερό απ' όλες τις πάντες! Η μηχανή έσβηνε και το γέρικο σκαρί χοροπηδούσε στο ίδιο μέρος. Τότε το τσούρμο πάλευε να βγάλει τα νερά, να πάρει μπροστά το «μοτόρι» και να σταματήσει η περιπέτεια.

Αυτό γινόταν συχνά, κάποτε έπεφτε και πούσι και δεν έβλεπε ο ένας τον άλλο. Να 'χει και νάρκες η περιοχή και να πηγαίνουν στραβοί στον Αδη. Αλλοτε έμενε από καύσιμα. Το πετρέλαιο ήταν στα χέρια των Ιταλών και το χορηγούσαν με το σταγονόμετρο. Μόνο όταν ήθελαν «πρώτο» ψάρι για τις δικές τους γαστριμαργικές ανάγκες, να κάνουν το τραπέζι σε στρατηγούς και άλλες προσωπικότητες του Τρίτου Ράιχ, έδιναν μπόλικο καθώς και την άδεια ψαρέματος σε απαγορευμένες περιοχές. Εκεί τα ψάρια αυξάνονταν και πληθύνονταν σε συνθήκες ασφάλειας και γαλήνης, καθ' ότι προστατεύονταν από τα επάκτια πυροβόλα των Ιταλών. Αντίθετα απ' ό,τι συνέβαινε σε άλλα σημεία, όπου ο σάκος εκτός από ψάρια περιείχε κι ένα σωρό άλλα πράγματα, από θαλασσινά μέχρι κονσερβοκούτια, στα απαγορευμένα μέρη, το ψάρεμα ήταν μοναδική απόλαυση. Καθώς το βίντσι ύψωνε το σάκο για να τον αποθέσει στο κατάστρωμα δεν έβλεπε κανείς τίποτ' άλλο, εκτός από ζωηρόχρωμα μπαρμπούνια, λιθρίνια και τσιπούρες, που δε χρειάζονταν καν ξέβγαλμα! Αυτά πήγαιναν κατευθείαν στους στρατηγούς, που τρώγανε του σκασμού και κόμπαζαν: «μάρε νόστρουμ».

Κάποια φορά γοητευμένος από τα νόστιμα προϊόντα της θάλασσας, ο φρούραρχος της Γλαρέντζας θέλησε να παραστεί αυτοπροσώπως στο μάζεμα των διχτυών. Αποβραδίς, λοιπόν, κάλεσε τον καπετάν Μιχάλη και του εκδήλωσε την επιθυμία του με την προϋπόθεση ότι θα κάνει καλό καιρό. Ο καπετάνιος με τη σύμφωνη γνώμη των συνεργατών του θαλασσινών και τσοπαναρέων, του έδωσε τη διαβεβαίωση κι έτσι την άλλη μέρα στο τσούρμο είχε προστεθεί και ο καραμπινιέρος Λορέντζο. Οι ψαράδες καθένας στο πόστο του, άλλος στη μηχανή, άλλος στην πλώρη (καθείς εφ' ω ετάχθη), έμεναν θαρρείς αδιάφοροι μπροστά στις εκπληκτικές εικόνες που ξεδιπλώνονταν μπροστά τους σε κάθε... βήμα της «Νορμανδίας»! Σκυμμένοι στο μεροκάματο δε γύριζαν να δουν καν το θαύμα της φύσης στην ακύμαντη επιφάνεια των νερών: τις χρυσαφένιες δέσμες του φωτός, τις φωτοσκιάσεις των κάβων, τη θεία αρμονία πάνω στον καθρέφτη της θάλασσας, τους γλάρους, που έξυναν με τη φτερούγα το νερό και τα δελφίνια που ακολουθούσαν.

Γλάροι και δελφίνια αχώριστοι σύντροφοι μα κι εχθροί των ψαράδων στο πέλαγος. Κι έπρεπε να διαταράξει την πρωινή γαλήνη μια τουφεκιά για να ταρακουνηθεί το πλήρωμα και να δει τι γίνεται ολόγυρα. Ηταν ο Λορέντζο που με την αυθάδεια του κατακτητή πυροβολούσε με την αραβίδα τ' άκακα δελφίνια. Ακακα και συμπαθητικά, τη ζημιά τους όμως την κάνουν στα δίχτυα.

Σαν βγήκε ο σάκος και η κουβέρτα γέμισε με σπαρταριστά ψάρια - ένα κι ένα - με όλα τα χρώματα της ίριδας ζωγραφισμένα στη ράχη, ο Ιταλός χάζεψε! Δε χόρταινε η ματιά του. Πιο όμορφα να τα βλέπεις παρά να τα τρως, είπε τσάτρα πάτρα. Θα τα τρώνε οι κολωνέλοι στην Πάτρα και θα γλείφουν τα χέρια τους.

Το θαύμα κράτησε ως το απομεσήμερο, όπου ξαφνικά και απρόσμενα ανατράπηκαν όλα τα προγνωστικά του καιρού από τους θαλασσινούς και τους τσοπαναρέους!!

Η ως τότε χαρούμενη και γοητευτική θάλασσα ρυτιδώθηκε ξαφνικά και τα θυμωμένα κύματα ρίχνονταν το 'να πίσω από τ' άλλο μ' οργή στο σαπιοκάικο, κάνοντάς το μια να βουτάει του χαμού, μια να μένει στον αέρα μετέωρο και να τρέμει σύγκορμο. Ανησύχησε και το τσούρμο με την ξαφνική καταιγίδα που το βρήκε εντελώς απροετοίμαστο. Οσο για τον Λορέντζο, αυτός ήταν για κλάματα. Μέχρι που τον δέσανε στο άλμπουρο, σαν τον Οδυσσέα, για να μην πέσει στη θάλασσα και πνιγεί. Βαρέθηκε τη ζωή του, ο δόλιος από τη μια στιγμή στην άλλη. Δεν μπορούσε να φανταστεί ποτέ τον εαυτό του μέσα σ' ένα καρυδότσουφλο σε τέτοια θαλασσοταραχή στη μέση του πελάγου.

-- Δε θα μας ξαναδώσουν πετρέλαιο, είπε ο καπετάν Μιχάλης με συννεφιασμένο πρόσωπο και βλαστήμησε: σήμερα ίσα-ίσα βρήκε η σκρόφα να μπουρινιάσει;

Κάπως έτσι κυλούσε η ζωή στην κατεχόμενη Γλαρέντζα ώσπου έφυγε η χειμωνιάτικη καταχνιά. Ο ορίζοντας έγινε λαμπερός, καταγάλανος και ο μόλος της φιλοξενούσε πάντα μικρά - μεγάλα πλεούμενα ντόπια και ξένα.

Αυτά πρόσεξαν τ' αγγλικά αεροπλάνα ψάχνοντας για στόχο, και νομίζοντάς τα για... το γερμανοϊταλικό στόλο, βάλθηκαν να τα καταποντίσουν. Αν βρισκόταν ανάμεσα στις βάρκες και τα τρεχαντήρια και το ιταλικό τραμπάκουλο, με την αστεία πλώρη και το μεγάλο εκτόπισμα, θα 'λεγε κανείς ότι γι' αυτό προορίζονταν οι βόμβες που ανάσκαψαν το ρηχό λιμανάκι κι έκαναν τα περισσότερα σκαριά να γείρουν λαβωμένα στο νερό με το κατάρτι να ξαμώνει λοξά. Και... μια και βρήκαν το στόχο τους τα δύο συμμαχικά αεροπλάνα ήρθαν ξανά και ξανά ν' αποτελειώσουν το έργο τους στην ανοχύρωτη Γλαρέντζα ώσπου ένας Ιταλός κατάφερε να ρίξει το ένα...

Από τη θάλασσα βγάλανε νεκρό ένα κατάξανθο παλικάρι που το πρόσωπό του έδειχνε να μην έχει καμιά κακία. Οι Ιταλοί του κάνανε λαμπρή κηδεία, ήρθαν και κολωνέλοι από την Πάτρα, μα εκείνος που τον έκλαψε πραγματικά, ήταν ο πυροβολητής που τον έριξε. Εδώ τερμάτισε τη ζωή της και η «Νορμανδία»...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ