Πρόκειται για μια αισιόδοξη ματιά πάνω στον έρωτα, τη μοναξιά, τις σχέσεις μεταξύ νέων και ηλικιωμένων ανθρώπων, την έλλειψη επικοινωνίας, αλλά και τις γέφυρες που μπορούν να χτίσουν γύρω τους. Ο αυτοκαταστροφικός και εύπορος έφηβος Χάρολντ έχει εμμονή με το θάνατο. Ξοδεύει τον ελεύθερο χρόνο του παρακολουθώντας κηδείες και κτίρια που κατεδαφίζονται. Κάθε τόσο κάνει ψεύτικες απόπειρες αυτοκτονίας, προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή της αδιάφορης, σνομπ και εγωκεντρικής μητέρας του. Οταν ο Χάρολντ συναντά την «αναρχική» Μωντ σε μια κηδεία γίνονται φίλοι και η ζωή του αλλάζει ολοκληρωτικά. Το κορμί του εικοσάχρονου Χάρολντ κρύβει την ψυχή ενός γέρου. Ενώ, πίσω από τα γηρατειά της Μωντ χαμογελά ένα κοριτσάκι. Η ηλικιωμένη γυναίκα αποκαλύπτει στον Χάρολντ τις προοπτικές και αποχρώσεις που μπορεί να αποκτήσει η ζωή του. Ο καθένας τους έχει κάνει το μισό δρόμο που τον χωρίζει από τον άλλο. Οι δυο τους, όταν είναι μαζί, αποτελούν ένα πλήρες ον. Την ημέρα των ογδοηκοστών γενεθλίων της, ο Χάρολντ της κάνει πρόταση γάμου. Η απάντηση της Μωντ είναι ηχηρή...