Το κεραιοφόρο φίδι (Erpeton tentaculatus) είναι ένα μικρό υδρόβιο φίδι (το ενήλικο είναι περίπου 60 εκατοστά) που συναντάται στη Νοτιοανατολική Ασία, κυρίως στην Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και το Νότιο Βιετνάμ. Είναι ζωοτόκο και τρέφεται αποκλειστικά με ψάρια. Ονομάζεται έτσι επειδή φέρει δύο χαρακτηριστικές αποφύσεις, που προεξέχουν από τα πλάγια του ρύγχους του. Η χρησιμότητα αυτών των κεραιών παρέμενε μυστήριο μέχρι πρόσφατα. Οπως αποδείχτηκε, είναι εξαιρετικά ευαίσθητα όργανα ανίχνευσης της κίνησης του νερού, που επιτρέπουν στους κατόχους τους να πιάνουν ψάρια ακόμα και σε απόλυτο σκοτάδι ή μέσα σε νερά γεμάτα λάσπη.
Το κεραιοφόρο φίδι, όταν κυνηγά, συνηθίζει να αιωρείται μέσα στο νερό ακίνητο, έχοντας πάρει σχήμα μπαστουνιού. Οταν αποφασίζει να χτυπήσει, η όλη δράση ανάμεσα στο φίδι και στο ψάρι - θήραμα δε διαρκεί περισσότερο από 40 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Ο μόνος τρόπος για να παρατηρηθούν οι κινήσεις τους είναι οι κάμερες υψηλής ταχύτητας που βγάζουν 500 έως 2.000 φωτογραφίες ανά δευτερόλεπτο. Η μελέτη αυτών των φωτογραφιών έδειξε κάτι παράξενο: Τα ψάρια φαίνονται σα να αυτοκτονούν, μπαίνοντας από μόνα τους στο ανοιχτό στόμα του φιδιού.
Επειδή τα ψάρια είναι το θήραμα πολλών κυνηγών, αντιδρούν αστραπιαία σε οποιαδήποτε κίνηση του νερού μπορεί να υποδηλώνει κίνδυνο. Μέσα σε 6-7 χιλιοστά του δευτερολέπτου κάνουν απότομη στροφή μακριά από την πηγή της δόνησης. Το μυστικό βρίσκεται στο σχήμα μπαστουνιού που παίρνει το φίδι και στην εκφοβιστική προσποίηση που κάνει με το τμήμα του σώματός του, που βρίσκεται απέναντι από το κεφάλι του. Οταν ένα ψάρι κολυμπήσει μέσα στην κοιλότητα, το φίδι ταλαντώνει το συγκεκριμένο σημείο του σώματός του. Το ψάρι αυτόματα γυρίζει προς την απέναντι μεριά και κολυμπάει κατευθείαν στο ανοιχτό στόμα του φιδιού που το περιμένει.
Ομως, όταν το ψάρι δεν είναι παράλληλα με το κεφάλι του φιδιού, αλλά το έχει αντίκρυ, τότε η αυτόματη αντίδρασή του στον κίνδυνο θα έπρεπε να το έσωζε. Αλίμονο, το κεραιοφόρο φίδι έχει έμφυτη ικανότητα πρόβλεψης της διαδρομής που θα ακολουθήσει το ψάρι κατά τη διαφυγή του και μέσα σε μερικά χιλιοστά του δευτερολέπτου κατευθύνεται και κλείνει το στόμα του ακριβώς στο σημείο που θα βρίσκεται το ψάρι ως αποτέλεσμα της συνήθους αντίδρασής του. Τη συμπεριφορά αυτή δείχνει ακόμα και στο σκοτάδι, επιβεβαιώνοντας ότι προβλέπει τη διαδρομή και εξαλείφοντας κάθε αμφιβολία για ενδεχόμενη χρήση οπτικών πληροφοριών από τα μάτια του, που έτσι κι αλλιώς θα ήταν πολύ δύσκολο να επεξεργαστεί σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.
Η ταχύτητα με την οποία το φίδι συλλαμβάνει και καταβροχθίζει το ψάρι, του επιτρέπει να μην αποκαλυφθεί στα άλλα ψάρια ως επικίνδυνος εχθρός και όχι ξύλο που αιωρείται στο νερό και ταυτόχρονα δεν αποκαλύπτεται και στους δικούς του εχθρούς, αφού πολύ γρήγορα ξαναπαίρνει τη στάση ακίνητου μπαστουνιού.
Εξοπλισμένα με έναν παγκόσμιας κλάσης ανιχνευτή κίνησης και με την ικανότητα να τρομάζουν το θύμα τους οδηγώντας το στο θάνατο, τα κεραιοφόρα φίδια είναι ο χειρότερος εφιάλτης των ψαριών.