Κυριακή 28 Αυγούστου 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Ο ένοχος

Γρηγοριάδης Κώστας

Βρισκόταν ένας μεσαίος στο κέντρο. Κάτω από τη μεγάλη φωτογραφία του τοίχου. Η σύγχιση δεν επέτρεπε τις ακριβείς περιγραφές και απεικονίσεις. Στενόμακρες, πριονισμένες φυσιογνωμίες.

Σηκώσανε τα κεφάλια τους αργά και τότε ο μεσαίος φώναξε: «ένοχος»! Αμέσως μετά, «ένοχος, ένοχος, ένοχος», φωνάξανε και οι άλλοι, σαν κουρδισμένοι. Στη μέση του πάγκου, ο καημένος ο ένοχος, μόνος κι έρημος, σα σκηνογραφία.

«Κατόπιν της βαρύτατης προσβολής απάντων των σωμάτων, κλάδων και λοιπών όπλων, όπως επίσης των θεσμών, αρχών και νόμων του κράτους, καταδικάζεσαι, εις ισόβιαν κάθειρξιν, χωρίς αναστολή, δικαίωμα εφέσεως, ακροάσεως, αναιρέσεως ή άλλο τυχόν μη περιγραφόμενον εν τω παρόντι δικαίωμα».

Σε μια στιγμή σηκωθήκανε καμιά δεκαριά και άρχισαν να ψέλνουν το «ένοχος», όπως ακριβώς στην εκκλησία ψέλνουνε το «Κύριε, Κύριε». Απ' έξω ακουγόντουσαν οι ίδιες φωνές, σαν μια τεράστια χορωδία. Ενας σηκώθηκε, πήρε δυο στεφάνια με κάτι κλαριά και στεφάνωσε τους μάρτυρες κατηγορίας. Αυτά τα τσογλάνια κορδωνόντουσαν σαν τα ξύλα.

Καθώς η χορωδία συνέχιζε το τροπάρι, η σύνθεση σηκώθηκε. Τώρα θα γινόταν η περιφορά της εικόνας του πρώτου μάρτυρα κατηγορίας, για λόγους τιμής προς το πρόσωπό του.

Εκείνη τη στιγμή ο κατηγορούμενος δεν κρατήθηκε.

-- «Μα τι πράγματα είναι αυτά;» είπε.

-- «Σε καθεστώς εθνικής κυβερνήσεως είμαστε»;

-- «Επιβαρύνεις σοβαρά τη θέση σου. Μάλιστα κύριε. Ναι. Δόθηκε ήδη και η εντολή, ο ίδιος, η αυτού εξοχότης, ο κύριος αντιπρόεδρος να μαζεύει τις γόπες των οδηγών και να τιμωρεί τους παραβάτες».

«Τα 'χω τελείως χαμένα», σκέφτηκε ο κατηγορούμενος.

Ο φουκαράς, από ένα σημείο και πέρα, δεν είχε αρθρώσει λέξη. Ο,τι και να 'λεγε, γυρνούσε πάνω του. Ετσι λοιπόν κάθησε και παρατηρούσε τα δόντια των προσώπων. Μαύρα, χρυσά, ασημί, κίτρινα. Στο βάθος διέκρινε κάτι μαύρες τρύπες, κάτι βρωμιές, σαν κουφάλες. Κι έτσι όπως ήταν ζαλισμένος, ανάμεσα στη χορωδία και τους μάρτυρες κατηγορίας...

«Κουφάλες» φώναξε, «κουφάλες»!

***

Στην αίθουσα η φράση αντήχησε σαν κεραυνός. Η χορωδία πάγωσε αμέσως το τραγούδι. Τα πριονισμένα πρόσωπα κοιταχτήκανε μεταξύ τους και όλα μαζί κοιτάξανε τον κατηγορούμενο.

Αυτός ανέβηκε τότε πάνω στο έδρανο και φουσκώνοντας ολόκληρος, ξαναφώναξε με όλη του τη δύναμη. Και ξανά και ξανά.

Κάπου εκεί αισθάνθηκε να παίρνει χρώμα το πρόσωπό του και να ακούγεται ένας βόμβος, σα σιγανά χειροκροτήματα που άρχισαν να δυναμώνουν. Κι όσο ανέβαινε η βοή, τόσο πιο πολύ εφούντωσε εκείνος και συνέχιζε.

Το ρολόι του τοίχου έδειξε μηδέν.

Στο βάθος οι μαύρες τρύπες φάνηκαν να μεγαλώνουν. Τα πριονισμένα πρόσωπα σα να φαγώνονται, σιγά σιγά, να αλλοιώνονται, να κερδίζει έδαφος η μαυρίλα, η μια μετά την άλλη οι φυσιογνωμίες να σβήνουν και να χάνονται.

Το ρολόι του τοίχου έτρεχε τώρα, έτρεχε ακατάπαυστα. Λεπτά, ώρες, μέρες, η μια μετά την άλλη τρέχανε σωρηδόν. Στην αίθουσα ολόκληρο το σκυλολόι διαλυόταν συνεχώς.

Λες και είχε ακουστεί η λέξη, η λυδία λίθος, το όγδοον θαύμα, σαν να επρόκειτο για κάποιο φυσικό επακολούθημα.

Ολόκληρο το οικοδόμημα, ο φοβερός μηχανισμός, έτριζε συνεχώς, χάλαγε και χανόταν.

Το ρολόι του τοίχου συνέχιζε να τρέχει.

Σε κάποιο χρόνο άρχισε να διαλύεται η μαυρίλα και φάνηκε ολόκληρος ο χώρος, άδειος τελείως και μονάχα κάτω κάτω μερικά ελάχιστα υπόλοιπα σαν πριονίδια.

Ξεπρόβαλε ένας τεράστιος ηλεκτρονικός πίνακας που έγραψε με φωτεινά στοιχεία «ΑΘΩΟΣ», «ΕΝΟΧΟΣ», «ΑΘΩΟΣ», «ΕΝΟΧΟΣ», ύστερα «ΚΟΥΦΑΛΕΣ». Μετά χάθηκε και αυτός.

Απ' το παράθυρο ξεκίνησε να φέγγει.

Ο πρώην κατηγορούμενος σηκώθηκε ηρεμότατος, έριξε μια ματιά τριγύρω, φόρεσε το καπέλο του, έφτυσε μια φορά στο μέρος που καθόταν πριν ο πρώτος ψευδομάρτυρας και τράβηξε, σαν κύριος, προς τα έξω.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ