Πέμπτη 29 Σεπτέμβρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΑΣΓΚΑΡ ΦΑΡΧΑΝΤΙ
Ενας χωρισμός

Ο Ασγκάρ Φαρχαντί το 2009 βραβεύτηκε στο Βερολίνο με την Αργυρή Αρκτο για την ταινία του «ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΕΛΙ». Φέτος, δύο χρόνια μετά, ο Ιρανός σκηνοθέτης επαλήθευσε τις προβλέψεις και έφυγε από το Βερολίνο κρατώντας την Χρυσή Αρκτο, ύψιστο βραβείο του φεστιβάλ, για την τελευταία του ταινία «ΕΝΑΣ ΧΩΡΙΣΜΟΣ». Με αντίστοιχες Αργυρές Αρκτους βραβεύθηκαν επίσης τόσο οι τρεις πρωταγωνίστριες, όσο και οι δύο άνδρες πρωταγωνιστές της ταινίας, από τις πιο πολυσήμαντες και πολυσύνθετες που έχουμε δει.

Χωμένη ως τα μπούνια σε ένα σκληρό ρεαλισμό, η ταινία ανοίγει απότομα με ένα παντρεμένο ζευγάρι ενώπιον ενός αθέατου δικαστή. Η γυναίκα που έχει ήδη ετοιμάσει τα χαρτιά της να μεταναστεύσει στο εξωτερικό, ζητά την ευνοϊκή κρίση του για να μπορέσει να πάρει μαζί της την 11χρονη κόρη της, ώστε να «μη μεγαλώνει μέσα σε τέτοιες συνθήκες». Ποιες οι δυσμενείς, για τις γυναίκες, συνθήκες για τις οποίες γίνεται λόγος; Τις βλέπουμε να αποτυπώνονται στο φιλμ, να άπτονται πρακτικά της θρησκείας και να απορρέουν από τη φονταμενταλιστική δομή του κράτους.

Στην εισαγωγική σεκάνς ο δικαστής είναι αθέατος. Στη θέση του βρίσκεται ο θεατής που καλείται να λειτουργήσει ως δικαστής: Να ακούσει, να καταλάβει, να γνωρίσει, να εμβαθύνει, να αναλύσει λαμβάνοντας υπόψη χίλιες μύριες πλευρές και όψεις του θέματος και τέλος να συνθέσει και να κρίνει! Η κρίση, από τα ευτελέστερα έως τα σημαντικότερα ζητήματα, πρέπει να είναι καρπός αλήθειας, γνώσης και συνείδησης... Αυτό μας κοινωνεί ένας αιωνόβιος, ζωντανός, απ' όσο φαίνεται, πολιτισμός... Εννοια - κλειδί στην ανάγνωση του φιλμ είναι η «επιλογή». Επιλογή κατόπιν ολοκληρωμένης, εξονυχιστικής διαδικασίας με άξονα την αλήθεια. Τα ηθικά διλήμματα που θέτει η ταινία, από την αρχή ως το τέλος, είναι αλλεπάλληλα και καταιγιστικά. Κορύφωση ο «εκβιασμός» του πατέρα προς την κόρη, που ζητά τη συνενοχή της, με το να μην αποκαλύψει την αλήθεια.

Η εισαγωγική σεκάνς μπάζει τον θεατή στο πνεύμα αλλά και τα στάδια της τεχνικής που απαιτεί η επιλογή. Ακούγεται η φωνή του αθέατου δικαστή να υποβάλλει στους συζύγους - αμφότεροι μετωπικά τοποθετημένοι απέναντι στο θεατή - εκείνες ακριβώς τις ερωτήσεις που θα υπέβαλε η κοινή λογική. Ο σύζυγος δεν δέχεται να ακολουθήσει τη γυναίκα του στο εξωτερικό. Επιλέγει να μείνει να φροντίζει τον άρρωστο πατέρα του. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του παιδιού, οι σύζυγοι συναινούν στο να αφήσουν το ίδιο να επιλέξει με ποιον γονιό θα μείνει. Η σύζυγος επιλέγει να μαζέψει τα πράγματά της και να μετακομίσει στο πατρικό της σπίτι ώσπου να εγκαταλείψει τη χώρα. Ο σύζυγος επιστρέφει σπίτι, στην κόρη του, και εξαναγκάζεται να προσλάβει «στο πόδι» μια γυναίκα για να προσέχει τον γέροντα που πάσχει από Αλτσχάιμερ. Εδώ άρχεται η μπανάλ ιστορία που έφερε τα πάνω κάτω στη συνείδηση πολλών ανθρώπων.

Η κάμερα στον ώμο, οι κινήσεις της γοργές και αποφασιστικές, ακολουθεί κατά πόδας τα πρόσωπα χωρίς ανάπαυλα και εφησυχασμό. Οπου κι αν πάει βρίσκει το κέντρο της δράσης και σαν από ένστικτο, την πιο σωστή γωνία λήψης, την πιο σωστή απόσταση, τον πιο σωστό ρυθμό. Η σκηνοθεσία πάλλεται και ευθυγραμμίζεται με ένα σπάνιο «μέτρο». Το μοντάζ εκπληκτικό, γρήγορο, ηλεκτρισμένο, δεν χάνει ούτε δευτερόλεπτο: φθάνει κατευθείαν στην ουσία χωρίς άχρηστες φιοριτούρες και ουρές. Ταινία υποδειγματικής αφηγηματικής δύναμης, τόσο, που μένεις άφωνος από τη συνοχή και τη συνέπεια του μοντέλου αφήγησης. Η γραφή εκπληκτική. Χωρίς ίχνος εφέ ή περισσού, μόνο τα απολύτως απαραίτητα, ένα πυκνότατο δράμα στην κόψη του ξυραφιού από την αρχή μέχρι το τέλος, που διακρίνεται από εξαίρετες ερμηνείες.

Η ευφυής δραματουργία που χειρίζεται τη συνθετότητα των καταστάσεων υποχρεώνει το θεατή να μετατοπίζεται συνεχώς, όσο αυτή προχωρά, τον υποχρεώνει να παίρνει θέση πότε υπέρ του ενός και πότε του άλλου αντίδικου. Κάθε καινούργια οπτική γωνία που γεννιέται, οδηγά σε βαθύτερα και εκτενέστερα ερωτήματα, πολλαπλασιάζει τις διαστάσεις που ξεπηδούν αλυσιδωτά. Τα ερωτήματα εντάσσονται οργανικά στα συμφραζόμενα και διέπονται από όρους λογικής, ηθικής θρησκευτικής, ήθους, φιλοσοφίας, πολιτικής. Τίποτα δε μένει μετέωρο. Τα πάντα, η παραμικρή λεπτομέρεια, όλα βρίσκουν τη θέση τους και υπάρχουν απαντήσεις για τα πάντα. Τίποτα δεν περισσεύει στην εικόνα, στο διάλογο, στη σκηνοθεσία. Κι όταν πια αρχίζουμε να αποκωδικοποιούμε την τεχνική του Φαρχαντί, που στοχεύει στην πρόκληση διαρκών μετατοπίσεων στο θεατή, τότε η ταινία μετουσιώνεται σε αγωνιώδες θρίλερ.

Το φιλμ ανοίγει με την κοινοποίηση της απόφασης του δικαστηρίου να επιλέξει η 11χρονη κόρη με ποιον γονιό θα μείνει. Κλείνει με την επιλογή της κόρης, που όμως παραμένει άγνωστη στο θεατή. Γιατί αποδείχθηκε ότι το ουσιαστικό κρυβόταν στη διαδικασία της επιλογής...

Παίζουν: Λεϊλά Χαταμί, Πεϊμάν Μοαντί, Σαρέχ Μπαγιάτ, Σαρίνα Φαρχαντί, Σαχάμπ Χομεϊνί κ.ά.

Παραγωγή: Ιράν (2011).


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ