Πέμπτη 28 Ιούνη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΤΣΑΡΛΣ ΒΙΝΤΟΡ
Τζίλντα

Το «φιλμ νουάρ» ανακάλυψε το 1946 ο Γάλλος κινηματογραφιστής Νίνο Φρανκ. Βάφτισε έτσι όλες εκείνες τις «σκοτεινές» αμερικανικές ταινίες με εγκλήματα και ντετέκτιβ, των αρχών της δεκαετίας του '40. Ταινίες με τόνους πεσιμιστικούς, στοχαστική διάθεση και αφήγηση μέσα από σειρά «flash back» και «voice over». Οι αφηγηματικές αυτές μέθοδοι, υφασμένες όλες μαζί, υπαινίσσονταν τις παρελθοντικές σχέσεις ως την πηγή των τωρινών προβλημάτων. Οι ταινίες νουάρ, που έφθασαν στη Γαλλία μόνο μετά το τέλος του Πολέμου, αντιπροσωπεύουν και ένα ξέσπασμα για θεμελιώδεις παραδόσεις του αμερικανικού σινεμά που έχουν να κάνουν με αξίες, με συγκινήσεις, ανησυχίες και συμπεριφορές που το κλασικό Χόλιγουντ κατέπνιγε συστηματικά. Σχεδόν κάθε κλασικό χολιγουντιανό είδος έφτιαξε μια δική του νουάρ εκδοχή, που παρωδούσε και/ή ανέτρεπε ευθέως την ιδεολογική βάση του πρωτότυπου. Νουάρ εκδοχές απαντώνται στο γουέστερν, το μιούζικαλ, ακόμα και στο είδος της εκκεντρικής κωμωδίας...

Πέρα των θεματικών ανατροπών το φιλμ νουάρ χαρακτηρίζεται και από έντονη ασυμφωνία ανάμεσα στα κοινότοπα σενάρια - όλα σχεδόν με χάπι εντ - και το ρηξικέλευθα μπαρόκ στιλ του είδους. Η ασυμφωνία αυτή πηγάζει από μια αλλόκοτη σύζευξη: Ενώ όλοι οι σεναριογράφοι του «νουάρ» είναι Αμερικανοί, οι πλείστοι των άξιων σκηνοθετών του είδους είναι Ευρωπαίοι εμιγκρέδες, πολύ συχνά με ρίζες στο γερμανικό εξπρεσιονισμό...

Οι ομοιότητες ανάμεσα σε ένα φιλμ νουάρ κι ένα κλασικό χολιγουντιανό φιλμ κάνουν κατά καιρούς εντύπωση... Ενα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσε να είναι η «ΤΖΙΛΝΤΑ», με ένα τυραννικό σενάριο που περιστρέφεται γύρω από τον ομώνυμο πρωταγωνιστικό χαρακτήρα, τη μοιραία γυναίκα, τον εραστή της από το παρελθόν, τον κυνικό Αμερικανό χαρτοπαίχτη Γκλεν Φορντ και τον αυταρχικό Γερμανό σύζυγό της - στο ρόλο ο Τζορτζ ΜακΡέντι - έναν ανηλεή ιδιοκτήτη καζίνου και τον επικεφαλής του καρτέλ της Αργεντινής. Την ιστορία αφηγείται ο χαρτοπαίχτης Τζόνι Φάρελ, που φθάνει στο Μπουένος Αϊρες της Αργεντινής για να κερδίσει λεφτά, κλέβοντας στα τραπέζια των τυχερών παιχνιδιών. Οταν γίνεται αντιληπτό το τι κάνει, ο Τζόνι πείθει - για να σώσει το τομάρι του - τον ιδιοκτήτη του παράνομου καζίνου να τον προσλάβει. Ο ιδιοκτήτης Μάντσον τον προσλαμβάνει και τον έχει για δεξί του χέρι. Ολα βαίνουν καλώς έως ότου ο Μάντσον επιστρέφει από ταξίδι, με σύζυγο την Τζίλντα, τη μοιραία γυναίκα που στιγμάτισε το παρελθόν του Τζόνι. Εχοντας άγνοια της πρόδηλης έντασης, ο Μάντσον αναθέτει στον Τζόνι (που ταλαντεύεται ανάμεσα στην αφοσίωση στο αφεντικό του και την ερωτική επιθυμία για τη γυναίκα του) να προσέχει την Τζίλντα...

Η ταινία του Τσαρλς Βιντόρ του 1946 αναπαράγει βασικά δεδομένα της προγενέστερης «ΚΑΖΑΜΠΛΑΝΚΑ»: Ενας εκπατρισμένος Αμερικανός σε θέση διαχειριστή καζίνου συναντά την πρώην ερωμένη του, τώρα σύζυγο κάποιου άλλου. Καθοριστικό το στοιχείο της ιστορίας, ένας καταπιεσμένος σαδομαζοχισμός. «Σε μισώ» λέει ο Γκλεν Φορντ στην 28χρονη, τότε, «femme fatale» Ρίτα Χέιγουορθ, μόνο και μόνο για να ακούσει την απάντησή της λίγο πριν το «πιο παθιασμένο» αγκάλιασμα του σινεμά: «Κι εγώ σε μισώ, ω, πόσο σε μισώ...». Ακολουθεί βέβαια το μνημειώδες στριπτίζ της Τζίλντα, υπό τους ήχους του κλασικού «Put the blame on Μame»... Να την δείτε...

Παίζουν: Ρίτα Χέιγουορθ, Γκλεν Φορντ, Τζορτζ ΜακΡίντι, Τζόζεφ Γκαλέια, Τζο Σόγιερ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (1946).


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ