Κυριακή 13 Απρίλη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 17
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
Η διαμάχη για το γάλα και ο συμβιβασμός των επτά ημερών

Η ενδοκυβερνητική φαγωμάρα για το γάλα, ήταν ευθεία αντανάκλαση της διαπάλης ανταγωνιστικών συμφερόντων στο εσωτερικό του καρτέλ γάλακτος
Η ενδοκυβερνητική φαγωμάρα για το γάλα, ήταν ευθεία αντανάκλαση της διαπάλης ανταγωνιστικών συμφερόντων στο εσωτερικό του καρτέλ γάλακτος
Μεγάλη φασαρία έγινε το προηγούμενο διάστημα, σχετικά με την προωθούμενη από την κυβέρνηση διάταξη για την απελευθέρωση της διάρκειας ζωής του γάλακτος, σύμφωνα με τις συστάσεις της έκθεσης του ΟΟΣΑ, η οποία ζητούσε την προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στην κοινοτική, δηλαδή την κατάργηση του ορίου των 5 ημερών που υπήρχε στο παστεριωμένο (ή αλλιώς «φρέσκο») γάλα και τον καθορισμό της διάρκειας ζωής του από τα ίδια τα μονοπώλια που το παράγουν.

Η διαμάχη που ξέσπασε ήταν απερίγραπτη, δημιουργώντας εύλογα ερωτήματα για το αν είναι πραγματική, καθώς ένα τέτοιο ζήτημα, όπως η διάρκεια ζωής του γάλακτος, μονοπώλησε σχεδόν τη δημόσια συζήτηση για ένα πολυνομοσχέδιο που περιείχε μια σειρά από μέτρα ανείπωτης βαρβαρότητας για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Η εξέλιξη και οι σχετικοί συμβιβασμοί είναι ενδεικτικά για το ότι πρόκειται για πραγματική διαμάχη, την οποία θα προσπαθήσουμε να αναψηλαφήσουμε.

Εισαγωγικά, σημειώνουμε ότι το «δράμα» με το παστεριωμένο γάλα πέρασε τις εξής φάσεις: Αρχικά το υπουργείο Ανάπτυξης άφηνε να διαρρεύσει ότι πρόθεσή του ήταν ο καθορισμός της διάρκειας ζωής του στις 11 μέρες, ενώ στη συνέχεια παρουσίασε μια διάταξη η οποία καθιστούσε τη βιομηχανία υπεύθυνη για τον προσδιορισμό της διάρκειας ζωής του γάλακτος σε συμμόρφωση με τους Κανονισμούς της ΕΕ. Τελικά, εν μέσω όξυνσης των ενδοκυβερνητικών τριβών, με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του ορίου των 7 ημερών για το παστεριωμένο γάλα.


Αν μελετήσει κανείς μια σειρά από στοιχεία που αφορούν στην αγορά γάλακτος, εύκολα μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα ότι η διαμάχη που αναδείχτηκε σε πολιτικό επίπεδο, δεν είναι τίποτε άλλο από έκφραση της σύγκρουσης και των οξυνόμενων ανταγωνισμών στο εσωτερικό του καρτέλ γάλακτος σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:

Βασικός παράγοντας για τα μονοπώλια της γαλακτοβιομηχανίας είναι η πρώτη ύλη, δηλαδή το νωπό γάλα, το οποίο παράγουν οι κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Από τα διαθέσιμα στοιχεία1 για την εγχώρια γαλακτοπαραγωγό αγελαδοτροφία, εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι η εφαρμοζόμενη πολιτική (ΚΑΠ) στον αγροτικό τομέα (μέσω των ποσοστώσεων κ.λπ.) είχε ως αποτέλεσμα την εκτεταμένη αναδιάρθρωσή της, η οποία χαρακτηριστικά συμπυκνώνεται στη μείωση του αριθμού των αγελαδοτροφικών εκμεταλλεύσεων από 12.402 το 2001, σε 3.686 το 2013.

Την ίδια στιγμή, η εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος δεν ακολούθησε ίδιους ρυθμούς πτωτικής τάσης, αλλά μια κάμψη από 680.797 τόνους το 2001 σε 627.481 τόνους το 2013. Πρόκειται για στοιχεία ενδεικτικά της πορείας συγκεντροποίησης του κλάδου που συνετελέσθη τα τελευταία 12 χρόνια και η οποία ασφαλώς επέδρασε θετικά στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής, στην εξασφάλιση δηλαδή φτηνότερης πρώτης ύλης για τη γαλακτοβιομηχανία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή παραγωγού το γαλακτοκομικό έτος 2000 - 2001 ήταν 33 λεπτά του ευρώ, ενώ το Γενάρη του 2014 προσέγγιζε τα 45 λεπτά ανά κιλό γάλακτος, δηλαδή μια αύξηση γύρω στο 36%. Το ίδιο χρονικό διάστημα, η τελική τιμή πώλησης του γάλακτος αυξήθηκε τουλάχιστο κατά 84% (από 70 λεπτά το 2001 σε 1,28 ευρώ σήμερα). Ωστόσο, παρά την αναδιάρθρωση της παραγωγής και τη συμπίεση του κόστους του εγχώριου αγελαδινού γάλακτος για τη γαλακτοβιομηχανία, η τιμή παραγωγού στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι από τις υψηλότερες σε επίπεδο ΕΕ, καταλαμβάνοντας το Γενάρη του 2014 την τέταρτη θέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (ΕΕ-27) να κυμαίνεται στα 40 λεπτά ανά κιλό.2

Διαπάλη ανταγωνιστικών συμφερόντων

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η στάση του κάθε μονοπωλίου της γαλακτοβιομηχανίας δεν ήταν ενιαία, με τη ΔΕΛΤΑ (όμιλος VIVARTIA), αλλά και άλλα μονοπώλια (π.χ. ΟΛΥΜΠΟΣ, ΚΡΙ ΚΡΙ, ΜΕΒΓΑΛ) να έχουν προσανατολίσει σημαντικό όγκο της δραστηριότητας και των επενδύσεών τους στη μεταποίηση της εγχώριας παραγωγής γάλακτος, κατέχοντας σημαντικά μερίδια αγοράς σε ό,τι αφορά το παστεριωμένο γάλα.

Η ΔΕΛΤΑ, για παράδειγμα, το 20123 κατείχε μερίδιο 28,7% σε ό,τι αφορά το «φρέσκο» γάλα. Αντίθετα, άλλα μονοπώλια (π.χ. ΦΑΓΕ, «Friesland», «Nestle» κ.ά.) βάσισαν διαχρονικά την παραγωγή τους στην εισκόμιση φθηνότερου γάλακτος από το εξωτερικό, με σκοπό την παραγωγή άλλων προϊόντων με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (π.χ. γάλα «υψηλής παστερίωσης» ή γάλα «UHT») και είτε εξαρχής απείχαν, είτε σταδιακά αποσύρθηκαν από την αγορά του «φρέσκου».

Ασφαλώς, η προσδιορισμένη με νόμο διάρκεια ζωής των 5 ημερών για το παστεριωμένο («φρέσκο») γάλα, έπαιζε καθοριστικό ρόλο στις παραπάνω εξελίξεις, καθώς με αυτόν τον τρόπο έμπαινε ένα τεχνικό εμπόδιο στην εισκόμιση φθηνότερης πρώτης ύλης - γάλακτος από το εξωτερικό με σκοπό τη μεταποίησή του για την παραγωγή παστεριωμένου γάλακτος. Δηλαδή, το εν λόγω όριο δρούσε ως ρυθμιστής του ανταγωνισμού και αποτελούσε κριτήριο για τα επενδυτικά σχέδια του κάθε μονοπωλίου χωριστά.

Τα μονοπώλια, που επένδυαν στην εγχώρια παραγωγή και στην οποία στήριζαν μεγάλο κομμάτι της κερδοφορίας τους, με αυτόν τον τρόπο προστατεύονταν από το φθηνότερο γάλα που εισήγαγαν οι ανταγωνιστές τους, οι οποίοι δεν μπορούσαν να μπουν στην αγορά του παστεριωμένου («φρέσκου») λόγω «έλλειψης χρόνου».

Η προοπτική της άρσης του ορίου των 5 ημερών θα συνέβαλλε στη διατάραξη των διαμορφωμένων ισορροπιών στο εσωτερικό του καρτέλ γάλακτος. Με δεδομένο ότι η εξέλιξη στην τεχνολογία παστερίωσης και η χρησιμοποίηση από τη γαλακτοβιομηχανία μεθόδων εξυγίανσης του γάλακτος συμπληρωματικών της παστερίωσης (π.χ. μικροφιλτράρισμα), σε συνδυασμό με την πρόοδο στις πρακτικές εκτροφής των ζώων, δίνουν τη δυνατότητα για αύξηση της διάρκειας ζωής του παστεριωμένου ακόμα και στις 15 μέρες, η προωθούμενη (με βάση τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και την έκθεση του ΟΟΣΑ) από την κυβέρνηση απελευθέρωση της διάρκειας ζωής του με την κατάργηση του ορίου των 5 ημερών θα επέτρεπε σε μονοπώλια του κλάδου που στηρίζουν διαχρονικά την παραγωγή τους σε εισαγωγές γάλακτος να εισέλθουν και στην αγορά του παστεριωμένου. Ταυτόχρονα, μονοπώλια που παραδοσιακά επένδυαν στην εγχώρια παραγωγή γάλακτος, θα έχαναν το συγκριτικό τους πλεονέκτημα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, εκδηλώθηκε η ενδοκυβερνητική φαγωμάρα που ήταν ευθεία αντανάκλαση της διαπάλης ανταγωνιστικών συμφερόντων στο εσωτερικό του καρτέλ γάλακτος και η οποία αμβλύνθηκε με το συμβιβασμό των 7 ημερών, λύση που ουσιαστικά αναπαράγει το εντοπισμένο, από την έκθεση του ΟΟΣΑ, πρόβλημα του προσδιορισμού με νόμο της διάρκειας ζωής ενός τροφίμου (στην προκειμένη περίπτωση του παστεριωμένου γάλακτος).

Συσσωρευμένα κεφάλαια ψάχνουν διέξοδο

Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί ότι με τη διάταξη για το «γάλα ημέρας» (πρόκειται για υποκατηγορία του παστεριωμένου με διάρκεια ζωής 3 ημερών) δίνεται διέξοδος κερδοφορίας στα μονοπώλια που έχουν αναδειχτεί στο πεδίο της μεταποίησης αγροτικών προϊόντων, μέσα από τη διαδικασία συγκεντροποίησης της αγελαδοτροφίας και του ξεκληρίσματος της μικρομεσαίας παραγωγής που τελέστηκε την τελευταία εικοσαετία.

Χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι ο Συνεταιρισμός «ΘΕΣΓΑΛΑ», ο οποίος διαθέτει 57 μονάδες παραγωγής αγελαδινού γάλακτος, με παραγωγή η οποία προσεγγίζει το 10% της εγχώριας παραγωγής,4 έχει αναπτύξει δραστηριότητες επεξεργασίας του γάλακτος που παράγει και απευθείας διάθεσής του, μέσω αυτόματων πωλητών, στην πόλη της Λάρισας. Τέτοιου είδους κινήσεις ασφαλώς πρόκειται να ενταθούν, καθώς τα καπιταλιστικά αγροκτήματα μέσω της καθετοποίησης της παραγωγής προσδοκούν με αυτόν τον τρόπο σε μεγαλύτερα κέρδη. Πρόκειται ασφαλώς για διαδικασίες που θα εντείνουν τον ανταγωνισμό στο πεδίο της πρωτογενούς παραγωγής και θα βαθύνουν την τάση συγκεντροποίησης της αγελαδοτροφίας.

Οι παραπάνω εξελίξεις λαμβάνουν χώρα σε έναν κλάδο, ο οποίος έχει στρατηγική σημασία για την καπιταλιστική ανάπτυξη, καθώς θεωρείται από τις ατμομηχανές της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας με σημαντική κερδοφορία και σε συνθήκες κρίσης. Οι επενδυτικές κινήσεις εξαγωγικού προσανατολισμού εντείνονται και αυτή η τάση αναμένεται να ενισχυθεί, καθώς το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο ψάχνει κερδοφόρες διεξόδους μέσω των εξαγωγών.

Χαρακτηριστικά αναφέρονται ότι οι επενδύσεις της ΦΑΓΕ για την κατασκευή βιομηχανικής μονάδας στις ΗΠΑ ξεπερνούν τα 300 εκατομμύρια ευρώ από το 2008, ενώ το 70% των πωλήσεών της πραγματοποιούνται εκτός Ελλάδας.5 Την ίδια στιγμή, μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2014, αναμένεται να ολοκληρωθεί επένδυση ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ του ομίλου «Vivartia» στο Αμπού Ντάμπι για την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, ενώ η συνολική επένδυση αναμένεται να ξεπεράσει τα 165 εκατομμύρια ευρώ.6 Επίσης, ο όμιλος ΤΥΡΑΣ («Τυράς» - «Ολυμπος» - «Ροδόπη») ολοκλήρωσε το 2011 επένδυση ύψους 55 εκατομμυρίων ευρώ για την ανέγερση μονάδας παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων στη Ρουμανία.7

Παραπομπές:

1. http://www.elog.gr/

2. http://ec.europa.eu/agriculture/milk/presentations/index_en.htm

3. http://www.deltafoods.gr/pdf/notes2012.pdf

4. http://www.thesgala.gr/%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%B3%CE%BF%CE%AF.html

5. http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26519&subid=2&pubid=113002079

6. http://www.deltafoods.gr/pdf/notes2012.pdf

7. http://www.tyras.gr/


Ξ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ