Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το τελευταίο του «ταξίδι»
Ο Μάνος Χατζιδάκις, δύο χρόνια μετά τα «Παιδιά του Πειραιά» και το πολυσυζητημένο Οσκαρ για το τραγούδι του στην ταινία του Ζυλ Ντασσέν «Ποτέ την Κυριακή», γράφει τη μουσική για τη θεατρική παράσταση - μιούζικαλ «Οδός Ονείρων» που ανεβαίνει στο θέατρο Μετροπόλιταν της οδού Πατησίων στις αρχές του καλοκαιριού του 1962 σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού. Μία μουσική - σταθμός στη διαδρομή του Χατζιδάκι, και μία παράσταση - σταθμός για τα θεατρικά δρώμενα στην Αθήνα μιας ταραγμένης εποχής.
Πνεύμα ασυμβίβαστο, ο Μάνος Χατζιδάκις αντιτάχθηκε στους κρατούντες, στην όποια κολακεία και αναρρίχηση: «Και το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το όσκαρ που πήρα ερήμην μου και έξω από τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια να αφαιρέσω αυτόν τον "τίτλο τιμής" από την πλάτη μου, μα αν δεν το κατάφερα αυτό, ο αγώνας με βοήθησε να ξαναγίνω νέος, ή καλύτερα να ξαναγίνομαι νέος κάθε φορά που ο χρόνος μου πετούσε μια επίσημη υπενθύμιση της παρουσίας μου».
Από την κριτική του πένα δεν ξέφυγαν ούτε τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι. «Σαν άρχισα τα "Σχόλια" στο Τρίτο το '78, δεν είχα αποσαφηνίσει μέσα μου ούτε το ύφος της γραφής τους, ούτε καλά-καλά τους στόχους μου. Γνώριζα βέβαια πως θα 'πρεπε να ξεκινήσω απ' την πραγματικότητα του τόπου μας, αλλά όχι με τον τρόπο της "βραδυνής" και "μεσημβρινής" παραδημοσιογραφίας -τρόπος και είδος γραφής που απεχθάνομαι από νέος και περιφρονώ. Σχόλιο με σχόλιο λοιπόν σχημάτιζα τον τρόπο, τη γραφή και το επίπεδο μέσα απ' το οποίο έβλεπα τον νεοελλαδικό κόσμο μας και επικοινωνούσα ολοένα με ένα πλατύτερο κοινό ή καλλίτερα με ένα μεγαλύτερο κοινό, γιατί ποτέ, είναι αλήθεια, δεν υπήρξα κατάλληλος για το πλατύ κοινό. Φυσικά επικοινωνούσα με όλους, εκτός από τους παραδημοσιογράφους και τον αρμόδιο υφυπουργό - ανίκανους, για μια οποιαδήποτε επικοινωνία. Αυτοί όμως ενοχλήθηκαν πολύ σαν συνειδητοποίησαν το γεγονός ότι επιτυγχάνετο επικοινωνία χωρίς τη συμμετοχή τους, χωρίς τα δημοσιογραφικά ή τα πολιτικά οφέλη, έτσι κι η αντίδρασή τους ήταν άμεση - ενορχηστρωμένη λασπολογία, "αγανακτισμένοι ακροατές", μηνύσεις και ένας υφυπουργός πιεζόμενος από την Κοινή, κοινότατη Γνώμη. Το Τρίτο σταμάτησε τη λειτουργία του, σταμάτησαν και τα "Σχόλια". Για μιαν ακόμη φορά η ποιητική συνείδηση και η έκφρασή της καταδιώχθηκε και εξαναγκάστηκε στη σιωπή. Η έκδοση λοιπόν αυτών των "Σχολίων" ήταν επιβεβλημένη για να μην ξεχνάμε την αθλιότητα και τις οδυνηρές αλήθειες του καιρού μας και του τόπου μας».
Οι διενέξεις του με τη γενική διεύθυνση αρχίζουν να τον κουράζουν όταν συνεχίζονται και επί ΠΑΣΟΚ: «Ο Αργυράκης σε μια "ημιαποχώρησή μου" οργανώνει έκθεση εναντίον του ραδιοφώνου. "Κάνετε έρωτα. Οχι ραδιόφωνο". Αλλά ήταν πεπρωμένο, ώσπου ν' ανέβει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, να κάνω έρωτα και ραδιόφωνο με την ίδια επιτυχία (...) Μόνο το ΠΑΣΟΚ κατάφερε ό,τι δεν κατάφερε ο έρωτας. Να φύγω διά παντός από το ραδιόφωνο». Το ίδιο επεισοδιακή υπήρξε και η θητεία του στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και τη Λυρική Σκηνή, καθώς εκείνος δεν ανέχεται τη γραφειοκρατία και οι άλλοι τις εκρήξεις του... «Προσπάθησα να πραγματοποιήσω τις ακριβές καφενειακές μου ιδέες πότε στην ΕΡΤ και πότε στο υπουργείο Πολιτισμού. Και οι δύο όμως τούτοι οργανισμοί, σαθροί και διαβρωμένοι από τη γέννησή τους, κατάφεραν να με νικήσουν κατά κράτος» - έλεγε.
Μπορεί να ειρωνευόταν στρατευμένη τέχνη, αλλά την ίδια στιγμή μελοποιεί Γκάτσο, Μπρεχτ, Ρώτα, Καμπανέλλη. Επίσης, το 1946 γράφει στην «Εργατική cantata» του, που είχε χαρίσει στον Μανώλη Αναγνωστάκη: ...«Του αντρειωμένου το σπαθί/ Φόβος δεν το κατέχει/ Εχει δρεπάνι για κραυγή/ κι ένα Σφυρί για τάμα (...)/ Η γης τραγούδι αρχίνησεν και δε Το σταματάει/ Κι ο Μάης στήνει το χορό, κάτου Με τους εργάτες/ Κι ας πέφτουν νιοι λεβεντονιοί /Στον πονεμένο κάμπο/ Καθώς αγριοπερίστερα, με τη Γητειά στο στόμα/ Το αίμα τους είν' γαρούφαλλο,/ Είν' η κραυγή τους κρίνος».
Κάπου εδώ, θα κλείσουμε έτσι όπως αρχίσαμε: «Εδώ τελειώνει η μουσική για την οδό ονείρων. Εδώ τελειώνουν τα όνειρα. Που μου δανείσατε οι ίδιοι μια βραδιά δίχως να το γνωρίζετε. Τώρα είναι αργά. Κι όλοι οι φίλοι μου έχουν αποκοιμηθεί. Εγώ αθεράπευτα πιστός σ' αυτόν τον δρόμο θα ξαγρυπνήσω ως το πρωί για να μαζέψω τα καινούρια όνειρα που θα γεννήσετε. Να τα φυλάξω και να σας τα ξαναδώσω μια άλλη φορά, πάλι σε μουσική. Καληνύχτα ...».