Στο επίκεντρο του επικείμενου κύκλου «αξιολόγησης» από τους ιμπεριαλιστικούς Οργανισμούς θα βρεθούν τα μέτρα τόνωσης της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο, υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας Ν. Δένδιας βρίσκεται από χτες σε επίσημη τριήμερη επίσκεψη στο Βερολίνου, όπου θα έχει συναντήσεις με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε, τον αντικαγκελάριο Σ. Γκάμπριελ, με τη διοίκηση του Γερμανικού Συνδέσμου Βιομηχανιών (BDI) και άλλους παράγοντες.
Σύμφωνα με ανακοίνωση από το υπουργείο Ανάπτυξης, αντικείμενο των συναντήσεων θα αποτελέσουν οι «αναπτυξιακές προοπτικές και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας υπό το πρίσμα της προόδου του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και των διαρθρωτικών αλλαγών». Επισημαίνεται ακόμη ότι θα συζητηθούν η «πορεία υλοποίησης του σχεδίου για τη σύσταση Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, κυρίως μικρομεσαίων, η ενδυνάμωση των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της καινοτομίας και της έρευνας». Να σημειωθεί ότι ως «μικρομεσαίες» ορίζονται οι επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι και 250 εργαζόμενους, ενώ η χρηματοδότηση θα γίνεται μέσω των τραπεζών και με τραπεζικά κριτήρια, όπως τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα, την πιστοληπτική ικανότητα του δανειολήπτη κ.ά.
Η συγκρότηση του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου αφορά στη στήριξη και τη διοχέτευση φτηνής χρηματοδότησης του ντόπιου κεφαλαίου (βιομήχανοι, κατασκευαστικοί όμιλοι κ.ά.), με την προώθηση εναλλακτικών πηγών, πέρα από την τραπεζική. Μέτοχοι του Ταμείου είναι το ελληνικό δημόσιο με 50% και με κεφάλαια που θα προέλθουν από το ΕΣΠΑ. Το υπόλοιπο ποσό θα καταβληθεί από «διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ιδιώτες επενδυτές». Ηδη, υπάρχει συμφωνία με τη γερμανική «επενδυτική τράπεζα» KfW, η οποία είναι ο φορέας διοχέτευσης της γερμανικής συμμετοχής στα δάνεια της τρόικας προς την Ελλάδα, ενώ κεφάλαια θα συνεισφέρουν το Ιδρυμα Ωνάση και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Στόχος της συγκυβέρνησης είναι η τόνωση της ανάκαμψης και των επενδύσεων σε επιλεγμένους τομείς της οικονομίας και της παραγωγής, οι οποίοι χαρακτηρίζονται για τα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» που έχουν σε σχέση με το διεθνή ανταγωνισμό. Το κυβερνητικό σχέδιο κάνει λόγο για «παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών», δηλαδή παραγωγή εμπορευμάτων και υπηρεσιών, που με όρους ανταγωνιστικότητας, θα προσβλέπουν στις διεθνείς αγορές.