Κυριακή 15 Φλεβάρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΙΣΤΟΡΙΑ
Αδυναμία διαμόρφωσης στρατηγικής για την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας

Η Συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφτηκε έπειτα από την 33ήμερη ηρωική πάλη του λαού της Αθήνας και του Πειραιά, το Δεκέμβρη του 1944, ενάντια στο βρετανικό ιμπεριαλισμό και στην ελληνική αστική τάξη και υπό το βάρος της στρατιωτικής ήττας. Πριν την υπογραφή της Συμφωνίας του ΕΑΜ με την ελληνική αστική κυβέρνηση, είχε προηγηθεί η υπογραφή ανακωχής ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τα βρετανικά στρατεύματα (11.1.1945), η οποία καθόριζε ως ημερομηνία κατάπαυσης του πυρός τη 14.1.1945. Στην ανακωχή προβλεπόταν ακόμα η απόσυρση των στρατευμάτων του ΕΛΑΣ από σειρά περιοχών της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.

Η Συμφωνία της Βάρκιζας, μη παραχωρώντας γενική αμνηστία και αμνηστεύοντας μόνο τα πολιτικά αδικήματα που είχαν τελεστεί από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι την υπογραφή της, εξαιρούσε «τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας», «τα οποία δεν ήταν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχία του πολιτικού σκοπού» και έδινε τη δυνατότητα να εξαπολυθεί η αστική κρατική και παρακρατική τρομοκρατία και να τεθεί σε δράση ο μηχανισμός των δικαστηρίων προκειμένου να ξεκινήσουν φοβεροί διωγμοί κατά των αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης, και ειδικότερα εναντίον των κομμουνιστών, με χαλκευμένες κατηγορίες ότι διέπραξαν «αδικήματα κατά τη διάρκεια της κατοχής».

Παρά τη στρατιωτική ήττα του Δεκέμβρη, η Συμφωνία της Βάρκιζας συνιστούσε έναν απαράδεκτο συμβιβασμό που δεν αντιστοιχούσε ούτε στον πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων, ούτε στο στρατιωτικό συσχετισμό δυνάμεων εκτός της Αθήνας και πολύ περισσότερο δεν αντιστοιχούσε στις ανάγκες της ταξικής πάλης εκείνη την περίοδο. Ομως, η υποχωρητική -σε σχέση με τις απαιτήσεις της ταξικής πάλης- στάση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ δεν ήταν (όπως συχνά αναφέρεται από οπορτουνιστές και αστούς ιστοριογράφους) το αποτέλεσμα ανεπάρκειας ή προδοσίας των ηγετών του, ούτε και αποτελούσε μια αναπότρεπτη κατάληξη.

Αντιθέτως, εντάσσονταν στην αδυναμία του ΚΚΕ να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε στην επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Φυσικά, η συγκεκριμένη αδυναμία συσχετιζόταν με γενικότερες αδυναμίες και λαθεμένες εκτιμήσεις στις τότε επεξεργασίες του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος (αναφορικά με τον προσδιορισμό του χαρακτήρα του Β' Παγκόσμιου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου, τη λογική και τη στρατηγική των αντιφασιστικών μετώπων και τη στάση των ΚΚ), ενώ είχε αποτυπωθεί τα προηγούμενα χρόνια σε όλες τις ιδεολογικές - πολιτικές επεξεργασίες του ΚΚΕ. Πιο συγκεκριμένα, η Β' Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ (Δεκέμβρης 1942) προσδιόριζε ως εξής τον πολιτικό στόχο του Κόμματος:

«Η συγκρότηση προσωρινής κυβέρνησης από τα κόμματα και οργανώσεις που αγωνίζονται σύμφωνα με τους σκοπούς του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου αμέσως μετά το διώξιμο του ξένου καταχτητή -η οποία θα αποκαταστήσει τις λαϊκές ελευθερίες, θα ενεργήσει ελεύθερο δημοψήφισμα για τη λύση του πολιτειακού ζητήματος και εκλογές συντακτικής εθνοσυνέλευσης με το αναλογικό εκλογικό σύστημα- αποτελεί τον πιο σωστό τρόπο επίλυσης του εσωτερικού ζητήματος και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και του ελληνικού λαού. (...) Η πραγματοποίηση του άμεσου σκοπού του Κόμματος μας -εθνική απελευθέρωση και λαοκρατική λύση του εσωτερικού καθεστώτος- αποτελεί τη συγκεκριμένη στιγμή τη μοναδική επαναστατική θέση»3.

Η τοποθέτηση της λαϊκής δημοκρατίας ως απαραίτητου σταδίου πριν από την εργατική εξουσία αποτελούσε προσαρμογή της προπολεμικής στρατηγικής του ΚΚΕ, που προσδιόριζε την επερχόμενη επανάσταση στην Ελλάδα ως αστικοδημοκρατική, στις νέες συνθήκες που διαμόρφωσε η τριπλή φασιστική Κατοχή. Γι' αυτό, η επιδίωξη της λαϊκής δημοκρατίας συμπεριλήφθηκε ως βασικός στόχος στην Προγραμματική Διακήρυξη του ΚΚΕ «Λαοκρατία και Σοσιαλισμός» που δημοσιοποιήθηκε το 19434.

Η συγκεκριμένη στρατηγική, θεωρώντας αναγκαία τη συνεργασία με το βρετανικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό και με την αστική τάξη και τους πολιτικούς της εκπροσώπους στα πλαίσια του αντιφασιστικού αγώνα, δεν εμπεριείχε προβλέψεις για τη στάση του Κόμματος σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης, δηλαδή σε περίπτωση σύγκρουσης με τους ντόπιους και ξένους «σύμμαχους» στο πλαίσιο της αντιφασιστικής συμμαχίας. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι οι διεργασίες στο εσωτερικό της αστικής τάξης και στα επιτελεία του βρετανικού ιμπεριαλισμού υποδήλωναν μια τέτοια προοπτική. Ως προς το τελευταίο, χαρακτηριστική ήταν η δραστηριότητα του βρετανικού ιμπεριαλισμού στη Σάμο και στα άλλα νησιά που εγκατέλειψαν οι Ιταλοί έπειτα από τη συνθηκολόγηση του 1943, η οποία χαρακτηριζόταν από απαγορεύσεις στη δράση και καταστολή της ΕΑΜικής Αντίστασης.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ