Το παιχνίδι του άλλα λέω και άλλα κάνω είναι ιδιαιτέρως προσφιλές σε πολιτικές δυνάμεις που πιστεύουν ακράδαντα πως όσο μεγαλύτερο είναι το ψέμα τόσο πιο εύκολα γίνεται πιστευτό.
Χωρίς να κρύβονται, ομολογούν ότι παίζουν «παιχνίδια με τις λέξεις και τις διατυπώσεις» (όπως έγραψε η «Αυγή» τις προηγούμενες ημέρες) στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, στην πραγματικότητα για να παραπλανούν το λαό.
α) «Η κυβέρνηση δεν συζητά τη συνέχιση της μνημονιακής λιτότητας». Η κυβέρνηση όμως δηλώνει την πίστη της στα πρωτογενή πλεονάσματα και στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, που σημαίνει «λιτό βίο» για το λαό, ενώ συζητά την άρση των ρυθμίσεων που εμποδίζουν τη στήριξη του κεφαλαίου απ' το κρατικό ταμείο. Καπιταλιστική ανάπτυξη με «λιτό βίο» για το λαό θέλει, όπως συμβαίνει και στα κράτη που δεν είχαν μνημόνιο, ανεξάρτητα από το πόσο περιοριστική πολιτική εφάρμοσαν.
β) «Η κυβέρνηση δεν συζητά την περαιτέρω επιβάρυνση των φτωχότερων και μεσαίων στρωμάτων ή παραπέρα περικοπές στο κοινωνικό κράτος. Επιπλέον έσοδα θα βρει από τα υψηλά και πολύ υψηλά εισοδηματικά στρώματα και από τη φοροδιαφυγή και όχι από τη μείωση των δημόσιων δαπανών, οι οποίες βρίσκονται ήδη μακράν του ευρωπαϊκού μέσου όρου». Η κυβέρνηση λέει στο λαό ότι δε θα παρθούν νέα μέτρα, δε λέει όμως τίποτα για όλα αυτά που ήδη ισχύουν και είναι ικανά να επιβάλουν μια ζωή με υποβαθμισμένα δικαιώματα και ανάγκες. Η ελπίδα για ανάκτηση των απωλειών πάει περίπατο.
γ) «Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να προχωρήσει σε εκποίηση δημόσιας περιουσίας (...) Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κατά των επενδύσεων, είναι κατά της λεηλασίας. Συζητάει επενδύσεις που θα σέβονται το περιβάλλον, τα εργασιακά δικαιώματα, θα εντάσσονται στη στρατηγική ανάπτυξης της χώρας και δεν θα είναι αρπαχτές». Η κυβέρνηση κοροϊδεύει, το πρόβλημα δεν είναι αν τα σχέδια των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, αν το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας θα πραγματοποιείται με ολοκληρωτικές ιδιωτικοποιήσεις ή με επενδυτικές συμπράξεις του δημοσίου με το κεφάλαιο. Και βέβαια η μεγάλη κοροϊδία είναι ότι το κεφάλαιο, που επενδύει με κριτήριο το μέγιστο κέρδος, θα νοιάζεται για το περιβάλλον ή τα εργασιακά δικαιώματα. Αυτά, άλλωστε, τα έχουν πει και άλλοι παλιότερα. Την ίδια στιγμή, μάλιστα, που ισχύει η στρατηγική της ΕΕ για την απελευθέρωση ορισμένων τομέων της οικονομίας (π.χ. Ενέργεια, μεταφορές κλπ.).
δ) «Το χρέος δεν είναι βιώσιμο υπό τις παρούσες συνθήκες και παραδοχές και πρέπει να καταστεί βιώσιμο ώστε η Ελλάδα να συνεχίσει να το εξυπηρετεί». Η κυβέρνηση λέει ότι το χρέος πρέπει να ρυθμιστεί για να μπορούμε να συνεχίσουμε να το πληρώνουμε. Αρα, καμιά ελάφρυνση των λαϊκών στρωμάτων από το χρέος αλλά εξεύρεση πόρων που δε θα κατευθύνονται στην αποπληρωμή του, για να στηριχθούν τα επενδυτικά σχέδια του κεφαλαίου.
«Το μνημόνιο όπως το γνωρίσαμε και η τρόικα τελείωσαν, ξεχάστε τα», ισχυρίστηκε ο Αλ. Τσίπρας. «Τους τύπους που έμπαιναν στα υπουργεία και έδιναν εντολή στους υπουργούς δε θα τους ξαναδούμε. Ούτε με e-mail θα συνεχιστεί η χώρα να κυβερνάται, όπως έκανε ο κ. Σαμαράς, όταν είπε ότι τους έδιωξε», υποστήριξε ο Π. Καμμένος.
Οι δηλώσεις αυτές έχουν με την αλήθεια τόση σχέση όσο ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Οσο ικανοί λεξιπλάστες και αν αποδειχτούν, όση επιμέλεια στην αντιγραφή παλαιοΠΑΣΟΚικών μεθόδων και αν επιδείξουν, το κρέας ψάρι δε γίνεται.
Τι ακριβώς τελείωσε; Αυτό που συζητά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με την ΕΕ είναι στην ουσία ένα νέο μνημόνιο, με τα ίδιες αντιλαϊκές στοχεύσεις υπέρ του κεφαλαίου, σε άλλο περιτύλιγμα. Το 70% των μνημονιακών μέτρων της προηγούμενης «συμφωνίας», που πρώτος ο Βαρουφάκης νομιμοποίησε ως αναγκαία, συμπληρωμένα από ένα 30% αναδιαρθρώσεων από τις εξίσου αντιλαϊκές συνταγές του ΟΟΣΑ, ισούνται με ένα πλήρες μνημόνιο που θα συνεχίσει να βαραίνει τη ζωή του λαού. Αλλωστε, στο πλαίσιο της ΕΕ αυτό είναι αναμενόμενο, από τη στιγμή που τα μνημόνια δεν αποτελούν παρά την εξειδίκευση της γενικής της στρατηγικής προς όφελος των μονοπωλίων.
Οταν ο Αλ. Τσίπρας, μετά τη Σύνοδο Κορυφής το βράδυ της Πέμπτης, δήλωνε «διαφωνούμε με τους κανόνες της σκληρής και αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, με το Σύμφωνο Σταθερότητας, εντούτοις, είμαστε υποχρεωμένοι να τους σεβαστούμε. Διότι αποτελούν ιδρυτικούς κανόνες των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ενωσης», στην πραγματικότητα δεσμευόταν στα μνημόνια διαρκείας της ΕΕ που ισχύουν για όλα τα κράτη - μέλη της και τσακίζουν όλους τους λαούς.
Την ίδια ώρα που μιλάνε για «τέλος των τύπων που μπαινόβγαιναν στα υπουργεία», εδώ θα γίνει πραγματική παρέλαση: Βαλίτσες για την Ελλάδα ετοιμάζουν τεχνοκράτες όχι μόνο από τους «θεσμούς» της τρόικας αλλά και από όσα κράτη πρόλαβε να επισκεφτεί ο Τσίπρας την περασμένη βδομάδα, καθώς και κλιμάκια του ΟΟΣΑ και των ΗΠΑ, για να μεταλαμπαδεύσουν στην κυβέρνηση την τόση εμπειρία που απέκτησαν στον αντιλαϊκό βούρδουλα.
Ομως, ακόμα και κανείς από δαύτους να μην πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα, τι θα άλλαζε; Τίποτα, όπως επιβεβαιώνει και ο Β. Σόιμπλε, δηλώνοντας με απαράμιλλη κυνικότητα ότι στη γερμανική κυβέρνηση είναι παντελώς αδιάφορο πού θα γίνονται οι συναντήσεις όσο κανείς δεν αμφισβητεί το περιεχόμενο του προγράμματος... Αλλωστε, η επιτήρηση είναι ένας από τους κανόνες, μια από τις δεσμεύσεις στο πλαίσιο της ΕΕ που η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα σεβαστεί.
Το «εθνικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο» της συγκυβέρνησης δε συνίσταται σε φιλολαϊκές παρεμβάσεις, αφού τέτοιες σκοντάφτουν στις ανάγκες του κεφαλαίου, δεν ταιριάζουν ούτε με το στόχο της ανάκαμψης, ούτε με την υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου . Γι' αυτό και θα «υψωθεί» πάνω στη βάση του αντιλαϊκού πλαισίου που «έχτισαν» όσες αντιλαϊκές συμφωνίες προηγήθηκαν, που δεν αμφισβητείται στην ουσία απ' την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Εμμεση παραδοχή αυτού αποτελεί το σημείο της παραπάνω δήλωσης, με το οποίο επιχειρείται να εξαγοραστεί η ανοχή του λαού με τα ψίχουλα που υπόσχεται ότι θα φέρουν οι μεταρρυθμίσεις αυτές στο «πιάτο» όσων δεν έχουν να φάνε.
Αλλωστε, το ότι φέρουν τη σφραγίδα της ΕΕ και του ΟΟΣΑ επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για μεταρρυθμίσεις με αντιλαϊκό πρόσημο. Το γεγονός ότι σπεύδουν να το χειροκροτήσουν όσοι έως σήμερα τσάκιζαν το λαό και να ζητήσουν την επίσπευσή τους όσοι απομυζούν τον ιδρώτα του, φανερώνει την πραγματική τους στόχευση.
Οι εργαζόμενοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που μπορούν να διακρίνουν τον επικίνδυνο κατήφορο όπου εξωθεί η λογική των μειωμένων απαιτήσεων που καλλιέργησε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν ακόμα γίνει κυβέρνηση, που το ταξικό τους συμφέρον τσαλαπατιέται κάτω απ' την εθνική (δηλαδή αστική) ομπρέλα της νέας κυβέρνησης, έχουν την επιλογή τού να μη στοιχηθούν κάτω απ' τη σημαία του κεφαλαίου, του να υψώσουν τα τιμημένα λάβαρα της δικής τους τάξης.