Ο Κώστας Βίρβος αποτύπωσε ανάγλυφα στο στίχο του όλες τις ανησυχίες, τα όνειρα και τους πόθους των αδικαίωτων ανθρώπων του λαού μας. Σημάδεψε ολόκληρη εποχή. Η λυρικότητα που αναβλύζει πηγαία δίνοντας έμφαση στις οδυνηρές εμπειρίες και τα βιώματα της γενιάς του, ανανέωσε και εμπλούτισε τη θεματολογία, το ύφος και το περιεχόμενο του λαϊκού τραγουδιού.
Οι μεγάλες στιγμές της πορείας του, αλλά και της χώρας μας τον συγκλονίζουν. Η Κατοχή, η Αντίσταση, ο Εμφύλιος, αλλά και τα καθημερινά προβλήματα του λαού, το δράμα των πολιτικών προσφύγων, η μετανάστευση, βρίσκουν την έκφρασή τους στους λιτούς, αληθινούς, γεμάτους αισθήματα στίχους του. Δημοκράτης, αγωνιστής, με δυνατή γλωσσική αρματωσιά, με ανήσυχο πνεύμα και πηγαία ευαισθησία, ο Κ. Βίρβος συλλαμβάνει τους εσωτερικούς κραδασμούς του λαού μας και τους κάνει τραγούδι.
Η στιχουργική του πορεία ξεκίνησε το 1948 με τον «Φαντάρο», που μελοποίησε ο Απ. Καλδάρας, αλλά δε δισκογραφήθηκε, καθώς η εταιρεία φοβήθηκε να το στείλει στη «Λογοκρισία». Το τραγούδι του «Θα το βρεις από άλλη» (σε μουσική Απ. Καλδάρα) ανοίγει τη δισκογραφική πορεία του, το '49, για ν' ακολουθήσει μια διαδρομή γεμάτη επιτυχίες. Το έργο του δεν περιορίζεται στον έρωτα, στη μάνα, στην κοινωνική αδικία. Είναι τραγούδι πολιτικό. Η «Καταχνιά» σε μουσική Χρ. Λεοντή, αν και κυκλοφόρησε το 1964, περιλαμβάνει παλιότερα τραγούδια, ορισμένα από τα οποία εμπνεύστηκε στα κρατητήρια της οδού Ελπίδας 5, όπως το «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια», όταν σκότωσαν τους διακόσιους αγωνιστές στην Καισαριανή και κάποια άλλα στο βουνό. Την ίδια περίοδο (1962) το τραγούδι του ... Κοιμήσου, περιστέρι μου, να γίνεις σαν ατσάλι/να γίνει κι η καρδούλα σου σαν του Χριστού μεγάλη,/για να μην πεις μες στη ζωή σου «δεν μπορώ»,/και αν πρέπει ακόμα να σηκώσεις και σταυρό/Κοιμήσου, αγγελούδι μου, γλυκά με το τραγούδι μου/ περιλαμβάνεται στο δίσκο του Μίκη Θεοδωράκη «Του νεκρού αδελφού».