Το σίγουρο είναι ότι στη δεδομένη συγκυρία, που τα καραβάνια των ξεριζωμένων από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και την καπιταλιστική βαρβαρότητα στη Μέση Ανατολή, στην Ασία και την Βόρεια Αφρική καταφτάνουν στην Ευρώπη, τέτοια περιστατικά αληθινά ή σκόπιμα διογκωμένα, αξιοποιούνται για να φουντώνει ο ρατσισμός. Ετσι, την Κυριακή το απόγευμα, στην Κολονία, σε τέσσερις επιθέσεις φασιστών κατά αλλοδαπών ξυλοκοπήθηκαν έξι Πακιστανοί, τρεις από τη Γουινέα, δύο Σύροι, καθώς και ένας άνδρας αφρικανικής καταγωγής, η εθνικότητα του οποίου δε διευκρινίστηκε. Σύμφωνα με την αστυνομία, οι επιθέσεις αυτές διοργανώθηκαν μέσω του διαδικτύου από ακροδεξιές ομάδες, που καλούσαν στους λεγόμενους «περιπάτους στην πόλη», κάτι σαν τα «τάγματα εφόδου» της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής στη χώρα μας. Από τους 153 ανακρινόμενους γι' αυτές τις ξενοφοβικές επιθέσεις αναγνωρίστηκαν τουλάχιστον 13 γνωστοί ακροδεξιοί.
Η όλη υπόθεση έχει αναζωπυρώσει τη συζήτηση στο αστικό πολιτικό σύστημα της Γερμανίας για την αυστηροποίηση των νόμων εναντίον προσφύγων και μεταναστών με παραβατική συμπεριφορά. Η καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, και ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ (ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών), υποστήριξαν ότι πρέπει να αυξηθούν οι απελάσεις, ενώ οι καταδικασμένοι να εκτελούν την ποινή τους όχι στη Γερμανία, αλλά στις χώρες καταγωγής τους. Επίσης, εξετάζεται να υπάρχει συγκεκριμένος τόπος διαμονής όχι μόνο για όσους αιτούνται ασύλου, αλλά για όλους τους μετανάστες. Ουσιαστικά, πρόκειται για κλειστούς χώρους, κρατητήρια, όπου θα μπορούν να ελέγχονται καλύτερα πρόσφυγες και μετανάστες.
Παράλληλα, με αφορμή το γεγονός ότι ο άνδρας που σκοτώθηκε την περασμένη Πέμπτη σε «απόπειρα επίθεσης» σε αστυνομικό τμήμα του Παρισιού, προέρχονταν από «ένα κέντρο φιλοξενίας αιτούντων ασύλου» στο δυτικό τμήμα της Γερμανίας, στο Ρέκλινγκχαουζεν, στη Ρηνανία - Βόρεια Βεστφαλία, η γερμανική κυβέρνηση αναζητεί τρόπους να βελτιώσει το σύστημα των προσωπικών δεδομένων και ανταλλαγής πληροφοριών με υπηρεσίες άλλων χωρών, ενώ παροτρύνει τα κράτη - μέλη της ΕΕ να εφαρμόσουν τον λεγόμενο κανονισμό EURODAC για την ηλεκτρονική αναγνώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Δηλαδή, για το ακόμα μεγαλύτερο φακέλωμα.