Σάββατο 2 Ιούλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΔΙΑΤΛΑΝΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Διαπραγματεύσεις των μονοπωλίων ΗΠΑ και ΕΕ για νέα δεσμά στους λαούς

Η εξέλιξη του Βrexit επηρεάζει αλλά δεν αναιρεί το αντιλαϊκό παζάρι

Από την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων το Νοέμβρη του 2013
Από την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων το Νοέμβρη του 2013
Βασικό πεδίο των ανταγωνισμών ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα είναι η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ (ΤΤΙΡ - Transatlantic Trade and Investment Partnership), που εδώ και μια δεκαετία αλλά πιο εντατικά τα τελευταία 3 χρόνια, είναι υπό διαπραγμάτευση σε μυστικές συζητήσεις επιτελείων των δύο πλευρών. Πρόκειται για ένα τεράστιο οικονομικό σχέδιο ενιαίας ευρωατλαντικής αγοράς για τις καπιταλιστικές οικονομίες στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, με επιδίωξη την αύξηση των κερδών των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων. Οι τελευταίες εξελίξεις και αυτές που έπονται το επόμενο διάστημα, μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία για αποχώρηση από την ΕΕ, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσουν την έκβαση των διαπραγματεύσεων, καθώς η δεύτερη ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία (και πυρηνική δύναμη) της ΕΕ μετά τη Γερμανία δεν θα συμμετέχει τουλάχιστον επίσημα στη διαπραγμάτευση, ενώ φαίνεται ότι θα υπάρξει ξεχωριστή διαδικασία διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ, που παραδοσιακά διατηρεί πολύ καλές σχέσεις.

Αυτό, άλλωστε, καταδεικνύουν και οι τελευταίες δηλώσεις του Αμερικανού Προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα, από τον Καναδά όπου συναντήθηκε με τους ομολόγους του Καναδά και του Μεξικού, στο πλαίσιο της Βορειοαμερικανικής Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA). Εκεί, ο Ομπάμα είπε χαρακτηριστικά για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την TTIP: «Με δεδομένη την ψήφο στο Ηνωμένο Βασίλειο υπέρ της αποχώρησής του από την Ευρωπαϊκή Ενωση, οι ομάδες μας για τα οικονομικά θα συνεχίσουν να εργάζονται από κοινού, ώστε να παραμείνουμε επικεντρωμένοι στη συνέχιση της ανάπτυξης των οικονομιών μας και στην εξασφάλιση της σταθερότητας του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος, κάτι που είμαι βέβαιος ότι μπορούμε να επιτύχουμε». Και πρόσθεσε: «Παρακολουθούμε πολύ προσεκτικά» την κατάσταση για να εξακριβωθεί «εάν υπάρχουν συστημικά προβλήματα». Παρότι σημείωσε πως πιστεύει ότι η σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας δεν απειλείται βραχυπρόθεσμα, εξέφρασε ανησυχίες για τις πιο μακροπρόθεσμες προοπτικές για την ανάπτυξη εάν το Brexit γίνει πραγματικότητα.

Το παζάρι, πάντως, ΗΠΑ και ΕΕ δεν αντιμετωπίζεται ενιαία από τις αστικές τάξεις σε κάθε χώρα της Ενωσης. Χαρακτηριστική η δήλωση της Γερμανίδας καγκελαρίου, Αγκελα Μέρκελ, που θεωρεί ότι παρότι η ΕΕ χάνει ένα μέλος της, δεν πρέπει να σταματήσουν οι διαπραγματεύσεις και να επιδιωχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, φυσικά επιδιώκοντας τη διασφάλιση των δικών της, γερμανικών μονοπωλίων. Βεβαίως, το ενδεχόμενο επιπτώσεων «ντόμινο» από άλλα πιθανά δημοψηφίσματα και αποχωρήσεις που θα επηρεάσουν τη συνοχή της ΕΕ, είναι κάτι που προβληματίζει τις αστικές τάξεις.

Η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία

Σε ό,τι αφορά το εγχείρημα της TTIP που δικαίως έχει ονομαστεί και «οικονομικό ΝΑΤΟ», μιλάμε για τη μεγαλύτερη στην ιστορία εμπορική συμφωνία, αφού αφορά μια τεράστια αγορά, που αντιστοιχεί στο 46% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) (με στοιχεία του 2014) και το ένα τρίτο του παγκόσμιου εμπορίου. Το διμερές εμπόριο αγαθών ήταν το 2014 της τάξης των 517,1 δισεκατομμυρίων ευρώ και των υπηρεσιών των 375,7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι ΗΠΑ είναι βασικός εκτός ΕΕ εμπορικός εταίρος αγαθών και υπηρεσιών και ο βασικός προορισμός άμεσων ξένων επενδύσεων της ΕΕ (225,2 δισ. ευρώ), ενώ οι ίδιες επενδύουν στην ΕΕ 421,2 δισ. ευρώ.

Αυτά τα στοιχεία προβάλλονται ως το μεγάλο ατού - και είναι για το κεφάλαιο - σε πρόσφατη έκθεση βιωσιμότητας της υπό διαπραγμάτευση συμφωνίας, που διέρρευσε το φετινό Μάη, της ολλανδικής εταιρείας «Ecorys» που δουλεύει για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα στοιχεία αυτής της έκθεσης δεν διαψεύστηκαν από την πλευρά της ΕΕ, ωστόσο εμφανίζονται ως «σκέψεις» που δεν έχουν καταληχτεί από τα δύο μέρη. Τα όσα εμφανίζονται στα έγγραφα, εγείρουν σοβαρές ανησυχίες για το εάν η ΕΕ θα καταλήξει να αλλοιώσει κριτήρια σε ζητήματα όπως η προστασία του περιβάλλοντος, τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα (φυτά και τρόφιμα) και η προστασία των καταναλωτών. Ιδιαίτερα ξεχωρίζουν οι κανονισμοί για την αυτοκινητοβιομηχανία, τον χάλυβα, την Ενέργεια ή ο ορισμός των Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (όπως το κρασί, τα τυροκομικά κ.λπ.), που ιδιαίτερα η αμερικανική πλευρά θέλει να καταργηθούν.

Οπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση: «Με την συμφωνία, εκτός από τους δασμούς που απελευθερώνονται, συγκροτούνται δεσμεύσεις για κοινό πλαίσιο κανόνων και ρυθμίσεων στο διμερές εμπόριο και τις επενδύσεις που να ταιριάζουν στο παγκοσμιοποιημένο σύγχρονο εμπόριο. Ετσι η επικείμενη συμφωνία θα συγκροτείται από τρεις βασικούς πυλώνες: πρόσβαση στην αγορά, ρυθμιστική συνεργασία και κανόνες». Στόχος αυτών των «ρυθμισμένων σχέσεων» αναφέρεται ότι είναι: «Η προσπάθεια να αρθούν σχεδόν όλοι οι δασμοί, να υπάρξει πρόσβαση των ΕΕ και ΗΠΑ στο σύστημα υπηρεσιών και τις δημόσιες αγορές, να αρθούν τα εμπόδια στο εμπόριο και τις επενδύσεις με σεβασμό στον καταναλωτή, την εργασία, το περιβάλλον, την υγεία και άλλους δημόσιους σκοπούς. Επίσης, να υπάρξουν ξεκάθαροι κανόνες που θα διέπουν οριζόντια το διμερές εμπόριο και τις επενδύσεις, όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η πολιτική ανταγωνισμού και η ενσωμάτωση των μικρών επιχειρήσεων στο εμπόριο, που θα χρησιμεύει ως παράδειγμα και για τον υπόλοιπο κόσμο».

Φυσικά, όλα αυτά τα βαρύγδουπα δεν είναι τίποτε άλλο από το πώς τα μονοπώλια θα δυναμώσουν τις θέσεις τους στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Τα μονοπώλια, μέσω του πολιτικού τους προσωπικού, διαπραγματεύονται τη συμφωνία και θέλουν να έχουν τον πλήρη έλεγχο των πολιτικών και νομοθετικών μέτρων που θα εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντά τους στη δεδομένη συγκυρία. Το βέβαιο είναι ότι οι συνέπειες της ΤΤΙΡ θα είναι δραματικές για την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, αφού θα σημάνουν την ένταση της εκμετάλλευσής τους, τη δραματική μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, το σάρωμα όποιων δικαιωμάτων τούς έχουν απομείνει.

Η ΤΤΙΡ δεν αφορά μόνο ή κυρίως τα τελωνειακά και δασμολογικά εμπόδια ανάμεσα στις δύο αγορές, αφού τα τέλη και οι δασμοί βρίσκονται ήδη σε χαμηλό επίπεδο (2,2% για τις ΗΠΑ και 3,3% στην ΕΕ, ωστόσο επιδιώκεται να κατέβουν πολύ). Με τις «κανονιστικές ρυθμίσεις και πρότυπα» (π.χ. αποκλίσεις προδιαγραφών εμπορίου, αλληλοεπικαλύψεις μηχανισμών κι άλλα «κοστοβόρα» εμπόδια και περιορισμούς για το κεφάλαιο) επιδιώκεται το κεφάλαιο των ΗΠΑ και της ΕΕ να έχει ακόμη μεγαλύτερη ελευθερία κίνησης, με «λυμένα τα χέρια» και σε ό,τι αφορά εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Η συμφωνία αυτή αποτελεί για τις ΗΠΑ, όπως το αναφέρουν και πολλοί αξιωματούχοι, «ευκαιρία για την αμερικανική οικονομία», δηλαδή επί της ουσίας διευκόλυνση επένδυσης συσσωρευμένων λιμναζόντων κεφαλαίων. Για την ΕΕ, τις αστικές της τάξεις, αποτελεί «διέξοδο», επίσης, ώστε η οικονομία της Ευρωζώνης και της ΕΕ να οδηγηθεί στην πολυπόθητη ανάκαμψη, που εξακολουθεί να καθυστερεί ή σε κάποιες πιο ισχυρές χώρες είναι αναιμική και αβέβαιη.

Οι ανταγωνισμοί δεν πρόκειται να σταματήσουν

Βεβαίως, αυτές οι κοινές επιδιώξεις στο κυνήγι του κέρδους με τσάκισμα δικαιωμάτων δημιουργούν σοβαρές αντιπαραθέσεις και αντικρουόμενες ιεραρχήσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, ιδιαίτερα ανάμεσα στις ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες της, σχετικά με το περιεχόμενο και την έκταση της ΤΤΙΡ. Η βρετανική αστική τάξη και πριν το Brexit και μετά εκφράζει αντιρρήσεις για ρυθμίσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, επιδιώκοντας να διατηρήσει το κέντρο του Σίτι του Λονδίνου. Η Γερμανία, επίσης, παζαρεύει στην επικείμενη συμφωνία να εξασφαλίσει τα πλεονεκτήματα που την φέρνουν στην πρώτη θέση στην ΕΕ και να μην αμφισβητηθούν από ανταγωνιστικές αστικές τάξεις όπως η Γαλλία, η Ιταλία και άλλοι.

Ταυτόχρονα, οι κινήσεις των ΗΠΑ μέσω της συμφωνίας αποσκοπούν να αποδυναμώσουν κινήσεις ανερχόμενων δυνάμεων όπως οι BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Νότια Αφρική) και άλλες διακρατικές καπιταλιστικές συμμαχίες που έχουν και διεκδικούν ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο από την «πίτα» της αγοράς της ΕΕ αλλά και άλλες αγορές. Για παράδειγμα, την ώρα που συνεχίζεται το παζάρι για την ΤΤΙΡ, είναι σε εξέλιξη και η διαπραγμάτευση της πολυμερούς συμφωνίας για τον κλάδο των υπηρεσιών (TISA), όπου συμμετέχει και η Κίνα, ενώ και η ΕΕ εξετάζει αντίστοιχη συμφωνία με την Κίνα. Η κατάσταση με τη Ρωσία είναι πιο σύνθετη, λόγω των κυρώσεων για τη σύγκρουση στην Ουκρανία, τη σημαντική ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό πετρέλαιο και κυρίως το φυσικό αέριο. Επιδίωξη, εξάλλου, των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, με την εκμετάλλευση του σχιστολιθικού αερίου, είναι να συμβάλει στον εκτοπισμό της Ρωσίας, εγχείρημα ωστόσο που έχει τεράστιες δυσκολίες και λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας της δεύτερης με τις ευρωπαϊκές αγορές.

Απ' όλες αυτές τις εξελίξεις γίνεται ξεκάθαρο ότι το πλέγμα των αντιθέσεων διευρύνεται. Και είναι αναμενόμενο να σηκώνονται «αντιδράσεις» στη Διατλαντική Συμφωνία. Ωστόσο, το κρίσιμο στοιχείο, το αλάνθαστο κριτήριο για τους εργάτες και τις λαϊκές δυνάμεις είναι οι «αντιδράσεις» να ελέγχονται αν αμφισβητούν συνολικά την εξουσία των μονοπωλίων, δηλαδή την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, είναι κινήσεις που εξυπηρετούν αντικειμενικά άλλο τμήμα των εκμεταλλευτών των εργατών, που απλά παζαρεύει για τα δικά του συμφέροντα.


Δ. Κ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ