Κυριακή 17 Ιούλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Σοφοκλής -8 «υπό το μηδέν»

Μια σπάνια παράσταση για τους αντάρτες του ΔΣΕ στις κορφές του Γράμμου...

Θεατρική παράσταση στο βουνό για τους μαχητές
Θεατρική παράσταση στο βουνό για τους μαχητές
Με το όπλο μα και με την πένα. Ετσι υπηρέτησαν το λαό και τον ηρωικό Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, το Κόμμα μας, το ΚΚΕ, εκατοντάδες λογοτέχνες, πεζογράφοι, καλλιτέχνες, την περίοδο 1946 - 1949. Το Θέατρο του Βουνού είχε τη δική του ξεχωριστή θέση στην υπόθεση αυτή. Τα κείμενά του γραμμένα κυριολεκτικά μες στη φωτιά της μάχης. Υλικό του η ίδια η Ιστορία, αυτή της ταξικής σύγκρουσης με την αστική τάξη και τους διεθνείς της συμμάχους. Οι παραστάσεις του που όπλιζαν με πείσμα, γνώση, αντοχή και φλόγα τις καρδιές των μαχητών του ΔΣΕ, δοσμένες κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Μια τέτοια σπάνια παράσταση περιγράφει ο κομμουνιστής λογοτέχνης Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής στο παρακάτω κείμενο από «Το ημερολόγιο της προσφυγιάς ενός αντάρτη»1.

***

Του Γιαννίδη του 'χαν δώσει άλογο, αλλά δεν το 'θελε. Δοκίμασε κι ένα μουλάρι, κάπως δύστροπο. Και καταλήξαμε σ' έναν καλοθρεμμένο γάιδαρο.

Μπροστά πηγαίνει ο γάιδαρος. Φορτωμένος κάτι κουβέρτες - οι αυλαίες μας - μερικά «παλούκια» και ένα - δυο πανό, τα «σκηνικά» μας. Ο Γιαννίδης, κουκουλωμένος με τη χλαίνη του, το δίκοχο με κατεβασμένα τ' «αυτιά» και τα χέρια χωμένα στις τσέπες ως τον αγκώνα, «επικεφαλής» του Καλλιτεχνικού Συγκροτήματος.

Πηγαίνουμε στο ύψωμα 2026. Παγωνιά: 8 βαθμοί κάτω από το μηδέν. Ανεβαίνουμε συνέχεια. Πάνω μας μαύρα μουντά σύννεφα.

-- Προσέξτε, θα βρέξει, λέει ο Γιαννίδης.

Και πραγματικά βρέχει. Δεν κατεβαίνει η βροχή σε μας, αλλά εμείς ανεβαίνουμε στη βροχή. Τα κεφάλια μας χώνονται μέσα στα σύννεφα και γινόμαστε μούσκεμα.

-- Τρυπάμε τα σύννεφα! Τώρα θα βγούμε στον ήλιο! λέει ο Γιαννίδης.

Και βγήκαμε στον ήλιο. Ενας ήλιος λαμπερός, παγωμένος. Σπάει κόκαλα.

Αργήσαμε, όμως, και οι θεατές μας περιμένουν. Ολη η παγωμένη πλαγιά του βουνού, γεμάτη αντάρτες. Πάνω από δυο χιλιάδες. Καθισμένοι αμφιθεατρικά στα βράχια. Με τις χλαίνες τους, κουκουλωμένοι.

Ο Γιαννίδης χοροπηδάει για να ζεσταθεί και... του 'ρχεται μια έμπνευση.

-- Θα παίξω τραγωδία.

Τον κοιτάμε σαν χαζοί. Τι του 'ρθε; Η τραγωδία δεν είναι στο «πρόγραμμα». Τι θα παίξει; Πώς θα παίξει; Σε ποιους θα παίξει;

-- Θα δοκιμάσω τον Σοφοκλή, λέει. Να δω αν αντέχει.

Οι αντάρτες τραγουδάνε για να μας ζεστάνουνε.

Τουρτουρίζουμε. Η λέξη δεν λέει τίποτα. Εχουν παγώσει οι μασέλες μας και είναι αδύνατο να τις κουνήσουμε. Σε κάθε κίνηση, θαρρείς πως θα μείνουν εκεί - κόκαλο. Ο Γιαννίδης λέει να δώσουμε μερικά σκαμπίλια ο ένας στον άλλο να ζεσταθούμε και, πριν αρχίσουμε την παράσταση, ν' ανακατευτούμε με τους αντάρτες να τραγουδήσουμε. Πρέπει να τους μάθουμε κι ένα καινούργιο τραγούδι. Σκορπάμε εδώ κι εκεί, όσο να ετοιμάσει ο Αντώνης τον Σοφοκλή για τη μεγαλύτερη δοκιμασία της αιώνιας καριέρας του.

Η ατμόσφαιρα ζεσταίνεται. Τα παγάκια που είχε πιάσει η μύτη μας λιώνουν. Αν δεν είμαστε ξυρισμένοι, δε θα πάγωνε το μούτρο μας έτσι!

Η παράσταση αρχίζει. Τραγούδια, τα «σκατάκια», και σε λίγο ο Γιαννίδης. Μιλάει πρώτα για το αρχαίο θέατρο.

Σε δυο χιλιάδες υψόμετρο, με 8 βαθμούς υπό το μηδέν, μιλάει για τον Ευριπίδη, για τον Σοφοκλή, αναλύει την Ηλέκτρα, τον ρόλο του Παιδαγωγού. Ησυχία. Τα δόντια του Γιαννίδη χτυπάνε. Δίνει μερικά σκαμπίλια στο μούτρο του και ζητάει συγνώμη προκαταρκτικά για την αναγκαστικά «κακή άρθρωση» λόγω ψύχους και αρχίζει.

Νέκρα. Δεν ακούγονται ούτε οι ανάσες. Μόνο ο αχνός από τα στόματα, από τα σώματα, ανεβαίνει ψηλά και διαλύεται στον παγωμένο ήλιο. Ο Αντώνης μας ζεσταίνεται. Η άρθρωση σιγά - σιγά στρώνει. Δεν έχει πρόβλημα. Λέει τον - Παιδαγωγό! Ο Ορέστης μάχεται! Πολεμάει μ' έναν εχθρό! Τα άλογά του τρέχουν. Το άρμα του προπορεύεται! Θα νικήσει! Νικάει! Μα, να... εκεί... εκεί... σε κάποια στροφή... κάποιος κάνει λάθος... Ολα μπερδεύονται, άλογα, άρματα, άξονες, ρόδες, σώματα... Τον Ορέστη τον σέρνουν τ' άλογα, τον χτυπάνε στα βράχια...

Τελείωσε. Υποκλίνεται. Με σεβασμό. Σα να 'ναι... Πού σα να 'ναι; Πού θα ξαναβρείς τέτοιο θέατρο, τέτοιο χώρο, τέτοιους θεατές;

Ησυχία. Δεν κουνιέται κανείς. Η «αυλαία» κλείνει. Περνάνε μερικά δευτερόλεπτα, είκοσι, τριάντα... κοντεύει λεπτό. Και ξαφνικά, το βουνό αντηχάει από τα χειροκροτήματα και τις ζητωκραυγές.

Ο Γιαννίδης παραμερίζει τις κουβέρτες, βγαίνει να υποκλιθεί ξανά. Γέρνει το κεφάλι του μπροστά και μένει ακίνητος για πολλή ώρα.

-- Βλέπεις, λέει σε λίγο, όλες οι εικόνες από τον Παιδαγωγό τους είναι γνωστές. Ποιος θα καταλάβαινε τον Παιδαγωγό καλύτερα από αυτούς τους ανθρώπους, που αγωνίζονται συνέχεια για τη δική τους νίκη, που σε κάποια στροφή τα άλογα τους τραβάνε και τους κοπανάνε στα βράχια; Μπράβο σου, Σοφοκλή! Αντεξες!

Μια αντάρτισσα του προσφέρει ανθοδέσμη: Τσάι του βουνού και λουμίνια!

Παραπομπή:

1. Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής,«Το ημερολόγιο της προσφυγιάς ενός αντάρτη», εκδόσεις «Ηριδανός», Αθήνα, 1981. Αναδημοσιεύεται και στη νέα έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΟΥΣΟΥΡΗΣ Φωτογραφίζοντας το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας», απ' όπου και οι φωτογραφίες που δημοσιεύουμε.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ