Associated Press |
Ο μετασχηματισμός αυτός του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου σε διασυλλογικό επίπεδο προκύπτει μέσα από τον ενδοεπιχειρηματικό πόλεμο ο οποίος διεξάγεται στο πρόσφορο έδαφος που καλλιεργεί η εμπορευματοποίηση του αθλήματος, με διακύβευμα την «πίτα» των κερδών. Εκεί εστιάζονται φυσικά οι όποιες διαφωνίες ισχυρών ή λιγότερο ισχυρών, αφού στο οικοδόμημα του ποδοσφαίρου - «προϊόντος» μιλάμε πάντα για ομάδες που λειτουργούν ως «βιτρίνα» για τα εμπορικά (και όχι μόνο) συμφέροντα των πολυεθνικών ή των επιχειρηματιών που τις ελέγχουν. Κατά συνέπεια, και ο διαχωρισμός σε ισχυρούς και ανίσχυρους αφορά ακριβώς τη δυναμική των ιδιοκτητών ανάλογα με την κατάταξή τους στη βαθμίδα της επιχειρηματικότητας, και πάνω σε αυτές τις λογικές στηρίζονται και οι κόντρες τους.
Eurokinissi |
Ουσιαστικά οι αλλαγές στη διεξαγωγή του Champions League κινούνται σε δύο βασικούς άξονες. Ο ένας εξυπηρετεί τη λογική της μεγαλύτερης εμπορικής αξιοποίησης του «προϊόντος» προκειμένου αυτό να «πουλάει» καλύτερα, και περιλαμβάνει αλλαγή στην ώρα διεξαγωγής για τους μισούς αγώνες. Ο δεύτερος έχει να κάνει με την ικανοποίηση από πλευράς UEFA της πίεσης των ισχυρών για περισσότερο λόγο στα της διοργάνωσης (και φυσικά στα κέρδη), προκειμένου η πρώτη να αποφύγει «απρόοπτα» όπως απόσχιση των δεύτερων από την «ομπρέλα» της, όπως έγινε στην περίπτωση του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Η πίεση αυτή των ισχυρών υπήρξε μεγαλύτερη από ποτέ τα τελευταία χρόνια, με την «εκτόξευση» της εμπορευματοποίησης του αθλήματος στην Ευρώπη, όπου τα ποσά που «τζιράρονται» σε όλους τους τομείς της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας ξεπερνούν μέχρι και Ακαθάριστα Εθνικά Προϊόντα χωρών! Τα «ρεκόρ» της εμπορευματοποίησης οξύνουν επίσης τον ανταγωνισμό των πολυεθνικών του ποδοσφαίρου και τις ενδοεπιχειρηματικές «κόντρες». Οχι μόνο για την πρωτοκαθεδρία στο χώρο, αλλά σε τελική ανάλυση και για το ποιος θα «παίζει» στο εν λόγω «γήπεδο».
Αρκετοί άλλωστε ήταν αυτοί που συνέδεσαν την - για πρώτη φορά άμεση - απειλή των ισχυρών για αποχώρηση και δημιουργία ξεχωριστής δική τους διοργάνωσης, αν δεν ικανοποιούνταν στα αιτήματά τους, με αυτές τις επιχειρηματικές κόντρες (βλ. π.χ. το «μπάσιμο» Κινέζων στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο).
Για να αποφύγει λοιπόν τα χειρότερα, η UEFA δρομολόγησε τη «λύση» της μετατροπής του Champions League σε διοργάνωση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των ισχυρών: Από την επόμενη σεζόν τα τέσσερα ισχυρά πρωταθλήματα (ισπανικό, αγγλικό, ιταλικό και γερμανικό), που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της γενικής βαθμολογίας της UEFA, θα δίνουν στη φάση των ομίλων τις 16 από τις 32 θέσεις, τις οποίες θα παίρνουν οι τέσσερις πρώτες ομάδες των εν λόγων πρωταθλημάτων.
Βάσει δε του συστήματος διαβάθμισης στις συμμετοχές, το οποίο εφαρμόζει η UEFA και αφορά τη θέση της κάθε χώρας στη γενική βαθμολογία, η διοργάνωση γίνεται ακόμα πιο κλειστή, καθώς από τα τέλη Μάη ουσιαστικά, θα καθορίζονται χωρίς τη διαδικασία των προκριματικών οι 26 από τις 32 θέσεις! Εκτός των 16 για τους ισχυρούς, τις υπόλοιπες θέσεις θα καταλαμβάνουν ο νικητής του Europa League και ομάδες από τις χώρες που βρίσκονται στις θέσεις 5 έως 11 της κατάταξης.
Ετσι, δεκάδες ομάδες που θα συμμετέχουν το καλοκαίρι στη διαδικασία των προκριματικών (3 γύροι + πλέι οφ) θα διεκδικούν μόλις 6 «εισιτήρια». Τα 4 απ' αυτά θα προκύπτουν από τα προκριματικά του γκρουπ των πρωταθλητών και τα 2 από τα προκριματικά του γκρουπ των μη πρωταθλητών.
Στο δε Europa League, με μια πρώτη ματιά μοιάζουν να τηρούνται κάποια προσχήματα ως προς τη σχέση ισχυρών - ανίσχυρων, ούτε εδώ όμως μπορούν να κρυφτούν τα οφέλη για τους ισχυρούς από τις αλλαγές. Καταρχάς, οι 17 από τις 64 θέσεις στη φάση των ομίλων θα είναι ήδη «κλεισμένες» από ομάδες που προέρχονται από τις πρώτες χώρες στη γενική βαθμολογία. Αλλες 8 θέσεις θα προκύπτουν από το γκρουπ των πρωταθλητών στα προκριματικά, στο οποίο θα συμμετέχουν οι αποκλεισμένοι του 3ου γύρου του Champions League, οι οποίοι θα συνεχίζουν ως «μπόνους» στο Europa, και 13 επιπλέον θέσεις θα καλύπτονται από τις ομάδες που θα προέρχονται ως αποκλεισμένες από το γκρουπ των μη πρωταθλητών του Champions League. Με βάση τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτή η διαφορά δυναμικότητας που θα υπάρχει ανάμεσα στις 38 ομάδες από τις συνολικά 64 των ομίλων.