Ο ήχος της μουσικής, ο στίχος και το αίμα που σημάδεψαν τα προδικτατορικά χρόνια και τη γνήσια αντίσταση στη διάρκειά της, έγιναν sex, drugs και spring rolls. Με ελάχιστη σημασία για τη μικροαστική ταχέως πλουτίσασα κατεστημένη νομενκλατούρα, να έχει το ροκ ως έδεσμα διεθνοποιημένης καντονέζικης κουζίνας.
Τα κωμειδύλλια της εποχής και τα ομογενοποιημένα μαζικά μέσα εμπορευματοποίησαν κάθε δυνατότητα δημιουργίας ρευμάτων καλλιτεχνικών, ακαδημαϊκών ή πνευματικών. Επρεπε να στραγγαλιστεί οποιαδήποτε ομάδα επιδίωκε οτιδήποτε εκτός του κέρδους εφόσον αυτό δε θα περνούσε από το μύλο της ταμειακής μηχανής, της, και πολιτισμικά κυρίαρχης αστικής τάξης.
Οι... άγγελοι της αλλαγής (των ονείρων μιας καταπονημένης αριστεράς κυνηγημένης από ποικιλόμορφα εγωιστικά γονίδια που μετατράπηκαν σε μια δεκαετία μέσα σε οπορτουνιστικές εκδοχές του προσαρμοσμένου και ενσωματωμένου «διανοούμενου» της εποχής) έφτιαχναν «ραντεβού στα τυφλά» για το αιχμαλωτισμένο τηλεπόπολο και «χτύπαγαν γκόμενες» στο ελιτίστικο κλαμπ των χρηστών internet. Τη μεγαλύτερη επιτυχία είχαν οι κάτοχοι «λαπ τοπ» που συνήθως εξασφαλιζόταν από το αφεντικό - εταιρεία ή κάποιο συγγενή πετυχημένο μετανάστη της Αμερικής πιστό στην παράδοση της «ΟΥΝΡΑ». Αυτή η γενιά έστησε τα γυμναστήρια, την Κάλλας στο βάθρο της, το σκυλάδικο το 'κοψε και το 'ραψε στα μέτρα του Πανταζή.
«Τα μικρά ανέβηκαν στην πίστα» και τα παιδιά τους ανακάλυψαν την παρατσίπρεια μπλογκάτη εκδοχή της απενοχοποιημένης πολιτικής. Το Εβερεστ δεν είναι πλέον το υψηλότερο όρος της Γης, αλλά όρος υψηλής ζωής με χαμηλά εισοδήματα και υψιπετείς ψευδαισθήσεις. Ετσι η ΛΥΡΑ του Πατσιφά περνάει στο alter ego του Γιαννίκου, ο Σείριος του Μάνου στα πωλούμενα τηλε-σήματα των κινητών, η γλώσσα γίνεται κόμπακτ SMS και όλη μαζί η αριστερή άρχουσα τάξη των επιβιωσάντων νεοαστών στο νεφέλωμα του αστερισμού των επικοινωνιακών ακροβατών.