Είναι η μια πλευρά της σύγχρονης πραγματικότητας της δημοσιογραφίας. Γιατί υπάρχει και η άλλη. Αυτή της μεγάλης πλειοψηφίας των δημοσιογράφων, που ζουν και δουλεύουν σε καθεστώς άγριας εκμετάλλευσης, καθημερινής αβεβαιότητας και ανασφάλειας, εξευτελιστικών αμοιβών και «ελαστικών» εργασιακών σχέσεων. Αυτών, που έχουν όνειρα κι ελπίδες και δίνουν καθημερινές μάχες, σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Χρειάζεται, άραγε, να σημειώσουμε ότι το σήμερα και ακόμη περισσότερο το αύριο της ενημέρωσης και, μαζί της, το σήμερα και το αύριο της δημοσιογραφίας, μέχρι και το αντιπάλεμα της σημερινής απαράδεκτης κατάστασης αμοιβών και εργασιακών σχέσεων πρέπει να γίνει υπόθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των δημοσιογράφων, που δίνουν καθημερινά τη μάχη της ενημέρωσης και της αλήθειας; Στο βαθμό που θα καταφέρει να συσπειρωθεί, να διαμορφώσει κοινή γλώσσα και κοινά αιτήματα;
Σε πρωταθλήτρια Ευρώπης έχει αναδειχτεί η χώρα μας, όσον αφορά στις συγκεντρώσεις των λεγόμενων μοντέρνων ρύπων και ιδιαίτερα των επικίνδυνων μικροσωματιδίων. Σύμφωνα με όσα αποκαλύφθηκαν σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΤΕΕ) και με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Οργάνωσης Περιβάλλοντος, μέσα στις δέκα ευρωπαϊκές πόλεις με τις μεγαλύτερες υπερβάσεις του ορίου των 50 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο αέρα σε συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων φιγουράρουν έξι ελληνικές πόλεις! Την πρώτη θέση μάλιστα κατέχει η Θεσσαλονίκη με 208 μέρες υπέρβασης το χρόνο, δεύτερη η Αθήνα (174 υπερβάσεις το χρόνο), τρίτη η Λάρισα (151), τέταρτη η Πάτρα (138), όγδοη τα Γιάννενα (95) και δέκατη το Ηράκλειο (69).
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση περικόπτει δραστικά τα κονδύλια για διάφορες περιβαλλοντικές δράσεις, μεταξύ των οποίων και αυτά που αφορούν την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τα οποία περικόπτονται κατά 35%! Προφανώς, ο βασικός λόγος και για τις εγκληματικές αυτές περικοπές είναι οι διαβόητες «αντοχές της οικονομίας». Με άλλα λόγια, η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των απαιτήσεων του μεγάλου κεφαλαίου και της πλουτοκρατίας, σε φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις, κίνητρα, κλπ., κλπ. Πού να περισσέψουν χρήματα για το περιβάλλον...
Και επειδή μπορεί να σκεφθείτε ότι αυτά γίνονται στην Ελλάδα, ενώ στην Ευρώπη προστατεύουν το περιβάλλον, σας γνωρίζουμε την απάντηση που έδωσε η Κομισιόν σε σχετική Ερώτηση της ευρωβουλευτή του ΚΚΕ, Δ. Μανωλάκου, που τυχαία συζητήθηκε τις ίδιες μέρες.
Στην Ερώτησή της η ευρωβουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε ότι «σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών, (...) οι περιοχές που θα είναι κατάλληλες για καλλιέργεια στην Ελλάδα θα μειωθούν κατά 3-12%, εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας και των κλιματικών συνθηκών, που οφείλονται στις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων - όπως το διοξείδιο του άνθρακα, το οξείδιο του αζώτου, το μεθάνιο και άλλες κτητικές ενώσεις» και καλούσε το Συμβούλιο να τοποθετηθεί σχετικά με το «ποια μέτρα σκοπεύει να πάρει ώστε να περιοριστούν αυτοί οι παράγοντες και να μην πληγεί η αγροτική οικονομία τόσο της Ελλάδας, αλλά και ολόκληρης της Μεσογείου». Στην απάντησή του το Συμβούλιο, λοιπόν, μη κάνοντας καμία αναφορά στις αγροτικές καλλιέργειες, επέμεινε στις δεσμεύσεις του για μείωση των εκπομπών αερίων κατά 8% την περίοδο 2008 - 2012, μέσω της μεθόδου ανταλλαγής ποσοστώσεων εκπομπών και της ανάπτυξης εναλλακτικών πηγών ενέργειας.
Η εμπορία ποσοστώσεων αερίων, ωστόσο, μόνο κέρδη στο μεγάλο κεφάλαιο μπορεί να φέρει, χωρίς να μειώνει στην πραγματικότητα τις εκπομπές των αερίων αυτών σε παγκόσμια κλίμακα. Αλλωστε και η εμπειρία από το παρελθόν έδειξε την αδιαφορία της Ενωσης για το περιβάλλον, αφού το 2003 αντί για μείωση των αερίων στην ατμόσφαιρα, είχαμε αύξηση κατά 3 μονάδες. Οσο για τα μέτρα ανάπτυξης εναλλακτικών πηγών ενέργειας, μπορούν να αποτελέσουν μια λύση, αρκεί, όμως, να προωθηθούν άμεσα και όχι έμμεσα μέτρα μείωσης εκπομπών αερίων όπως προτείνει η ΕΕ, διαιωνίζοντας και ουσιαστικά εντείνοντας την απειλή της ρύπανσης. Το Συμβούλιο, τέλος, δεν έκανε την παραμικρή αναφορά, ούτε στα δάση, καθώς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ως εστίες απορρόφησης του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα.
Αυτή είναι η πολιτική της ΕΕ. Μια πολιτική προσαρμοσμένη πλήρως στις απαιτήσεις και τα συμφέροντα των πολυεθνικών...
Βέβαια, γνωρίζουμε τις διαθέσεις και τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Το περίεργο όμως είναι ότι εμφανίζεται η ΕΕ ως ...άσχετη με την ελληνική κυβέρνηση. Αραγε η σημερινή όπως και η χτεσινή κυβέρνηση δε συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων;
Οχι απλά συμμετέχουν, αλλά συμφωνούν (ενίοτε επαυξάνουν κιόλας) στις κατευθύνσεις, βάζοντας φαρδιές - πλατιές τις υπογραφές τους. Εκτός αν διαφώνησε το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ με τέτοιου είδους προτάσεις κάποτε και δεν το πήραμε χαμπάρι.
Πάντως ούτε οι θέσεις της Νέας Δημοκρατίας για την Ασφάλιση ούτε το ασφαλιστικό νομοσχέδιο Γιαννίτση, που προσπάθησε στο παρελθόν να «περάσει» το ΠΑΣΟΚ, μας πείθουν για κάτι τέτοιο.
ΩΣΤΕ ΕΠΙΤΡΟΠΗ προστασίας της ...ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας δημιουργεί η κυβέρνηση. Κι εμείς που νομίζαμε ότι ήταν υπεραρκετή η «προστασία» που παρέχει το υπουργείο Εργασίας και ιδίως ο υφυπουργός Γεράσιμος Γιακουμάτος!
Ξέρετε, αυτή η «προστασία» που όταν ένας εργοδότης απολύει κοιτάνε αλλού, όταν ένας εργοστασιάρχης δεν πληρώνει «συνδιαλέγονται» μαζί του κι όταν ένα εργοστάσιο κλείνει για να μετακομίσει αλλού προσπαθούν να «χρυσώσουν το χάπι» με ψευτο-επιδόματα.
Βέβαια, κάθε πράγμα που είναι άσχημο ...μπορεί να γίνει και χειρότερο. Κι όταν διαβάζουμε ότι στόχος της επιτροπής είναι η «ενίσχυση των ανταγωνιστικότητας» του κλάδου, μάλλον πρέπει να ανησυχούμε και για τις εργασιακές σχέσεις και για τις αμοιβές.
ΜΕΓΑ ΤΟ ΕΡΓΟ της καταπολέμησης της δικαστικής διαφθοράς που ανέλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης δε λέμε, αλλά με τη ...διαφθορά των νόμων τι θα γίνει; Ιδίως για παράδειγμα με αυτούς που εφαρμοζόμενοι βγάζουν ταχύτατα κάθε απεργία παράνομη;
Αν στους ασφαλιστικούς φορείς συνυπολογίσουμε και τον ΟΓΑ, τότε η σχέση συνταξιούχων προς ασφαλισμένους από 1 προς 2,7 το 1984 διαμορφώνεται στο 1 προς 1,7 σήμερα. Οι ασφαλισμένοι εργαζόμενοι από 4.385.487 το 1984, γίνονται 4.324.568 το 2004, μειωμένοι δηλαδή κατά 60.000 περίπου.
Η απλή, όμως, παράθεση στοιχείων μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων, χωρίς τις άλλες παραμέτρους, όπως η ανεργία, η εισφοροδιαφυγή και οι ανασφάλιστοι, που υπονομεύουν τα ασφαλιστικά ταμεία, μάλλον σε βάρος της Κοινωνικής Ασφάλισης λειτουργούν καθώς βολεύουν την κυβέρνηση να πάρει μέτρα σε βάρος των Ταμείων....
Και για να συμπληρώσουμε όσα αναφέρονται στο προηγούμενο σχόλιο, να σημειώσουμε ότι η ηγεσία της ΠΟΠΟΚΠ δεν είναι καθόλου αδαής, καθώς και επιστημονικές και αναλογιστικές δυνατότητες έχει, και όλα τα σχετικά στοιχεία βρίσκονται στη διάθεσή της.
Θυμίζουμε εμείς, λοιπόν, μερικά ανάλογα στοιχεία από ημερίδα της Ομοσπονδίας του ΙΚΑ σε συνεργασία με το ΙΝΕ - ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ (Οκτώβρης του 2000), όπου πήρε μέρος και η ΠΟΠΟΚΠ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν τότε, 450 χιλ. εργαζόμενοι ήταν ανασφάλιστοι, χωρίς να υπολογίζονται οι αλλοδαποί εργαζόμενοι! Από την εισφοροδιαφυγή, το ΙΚΑ μόνο χάνει 405 δισ. δραχμές ετησίως! Ολα τα ασφαλιστικά ταμεία χάνουν 1 τρισ. δραχμές ετησίως από την εισφοροδιαφυγή. Την επόμενη δεκαετία, θα «χαθούν» 10 τρισ. δραχμές από την εισφοροδιαφυγή, 5 τρισ. δραχμές από την ανεργία και συνολικά 26 τρισ. δραχμές, αν συνυπολογιστούν και άλλες θεσμικού χαρακτήρα απώλειες και τα ποσά που δαπανώνται για την άσκηση «κοινωνικής πολιτικής» από το κράτος, αλλά δεν αποδίδονται από την κυβέρνηση στα ταμεία. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΚΑ, το 25% των εργαζομένων είναι ανασφάλιστοι, ενώ το 1/5 των επιχειρήσεων παντός είδους δεν είναι καταγεγραμμένες στο ΙΚΑ! Κι όλ' αυτά, χωρίς να υπολογίσουμε τους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους.
Χρειάζονται, άραγε, κι άλλα στοιχεία, για να γίνει ολοφάνερη η συνεχιζόμενη καταλήστευση των Ταμείων;
Πέρα απ' όσα αναφέραμε, όμως, στα προηγούμενα σχόλια, χρωστάμε δυο εξηγήσεις ακόμη στους κάθε λογής οπαδούς της... θεωρίας του δημογραφικού προβλήματος.
Εξήγηση πρώτη: Το λεγόμενο δημογραφικό πρόβλημα έχει την ίδια ακριβώς ρίζα, με αυτή του ασφαλιστικού, της ανεργίας, των εργασιακών σχέσεων - λάστιχο, της ακρίβειας, της φτώχειας, της ανασφάλειας και αβεβαιότητας, κλπ., κλπ. Δηλαδή, την αντιλαϊκή πολιτική των κυβερνώντων, την κυριαρχία της πλουτοκρατίας και την εκ μέρους τους καταλήστευση του παραγόμενου από τους εργαζόμενους κοινωνικού πλούτου. Ιδού, επομένως και ο τρόπος αντιμετώπισης του δημογραφικού. Η ανατροπή αυτής της πολιτικής.
Εξήγηση δεύτερη: Πάντοτε το ΚΚΕ είχε την άποψη ότι οι αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής των απομάχων της δουλιάς είναι θεμελιακό δικαίωμά τους και στοιχειώδης υποχρέωση της οργανωμένης κοινωνίας να το εξασφαλίσει. Σήμερα το ΚΚΕ είναι κατηγορηματικά υπέρ μιας καθολικής, ενιαίας και αποκλειστικά δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης. Εκτιμά, επίσης, και μάλιστα στη βάση συγκεκριμένων δεδομένων και στοιχείων, ότι οι σημερινές συνθήκες (συνολικά παραγόμενος πλούτος κλπ.) παρέχουν όλες τις αντικειμενικές δυνατότητες - εκτός των άλλων - για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών των απόμαχων της δουλιάς (ικανοποιητικές συντάξεις, δωρεάν περίθαλψη, φάρμακα κλπ.). Αρκεί, όμως, να κάνουν κουμάντο στον παραγόμενο πλούτο αυτοί που τον παράγουν, δηλαδή οι εργαζόμενοι και ο λαός και όχι οι κεφαλαιοκράτες. Γιατί, μόνον εάν κάνουν κουμάντο στον πλούτο οι εργαζόμενοι, θα μπορούν και να τον μοιράζουν σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες. Με άλλα λόγια, αρκεί να υπάρξει λαϊκή εξουσία.
Τις προάλλες, για μια ακόμα φορά, σύρθηκαν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λαμίας 12 αγρότες της Φθιώτιδας, για να δικαστούν επειδή συμμετείχαν στις αγροτικές κινητοποιήσεις που έγιναν τον Απρίλη του 2002. Τελικά, η δίκη αναβλήθηκε για αργότερα. Ωστόσο, είναι φανερό πως και η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει την τακτική των «αγροτοδικείων», φάμπρικα που δημιούργησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ εδώ και μια 10ετία, για να τρομοκρατήσουν και να κρατούν ομήρους τους αγωνιζόμενους αγρότες. Η βιομηχανία διώξεων των αγροτών που συνεχίζεται και επί ΝΔ (παρότι η τελευταία ζητούσε υποκριτικά να σταματήσουν όταν ήταν στην αντιπολίτευση) επιβεβαιώνει, για μια ακόμα φορά, πως η αντιλαϊκή πολιτική από τη μια και από την άλλη ο αυταρχισμός και τα αντιδημοκρατικά μέτρα πάνε μαζί, είτε το ΠΑΣΟΚ κυβερνά τη χώρα, είτε η ΝΔ. Γι' αυτό και οι μικρομεσαίοι αγρότες πρέπει να τους γυρίσουν την πλάτη, εγκαταλείποντας και τα δύο κόμματα και να εντείνουν τους ενωτικούς αγώνες τους για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής.