Πέμπτη 26 Γενάρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΖΟΝ ΦΑΒΡΟ
Zathura: Μια περιπέτεια στο Διάστημα

Αλλη μια «αθώα», κυρίως για παιδιά, ταινία! Μια ταινία Play Station, για προετοιμασία! Μια ταινία η οποία, με μαθηματική ακρίβεια, ανοίγει το δρόμο σε «σκληρότερες καταστάσεις». Για τα μεταπτυχιακά, δηλαδή. Για αίμα. Για βρικόλακες και λυκανθρώπους. Για το φασισμό της εικόνας, όπως είπαμε!

Ενας πατέρας και τρία παιδιά. Οταν εκείνος φεύγει για δουλιά πίσω του γίνεται χαλασμός. Τα παιδιά του, και ιδίως τα δυο μικρά αγοράκια, κάνουν το σπίτι ίσιωμα! Η μεγαλύτερη, κάπως, αδερφή τους, συνήθως, κοιμάται!

Η ταινία ξεκινάει χαριτωμένα. Μόλις φύγει ο πατέρας και κοιμηθεί η αδερφή τα δυο αγόρια πλακώνονται. Ο μεγαλύτερος κλείνει το μικρότερο στο υπόγειο. Εκεί ο μπόμπιρας βρίσκει ένα ξεχασμένο ηλεκτρονικό παιχνίδι (κάτι σαν το «μονόπολι»). Το δείχνει στον αδερφό του και τα δυο παιδιά αρχίζουν να παίζουν.

Το παιχνίδι «ανοίγει» στα παιδιά τούς «ορίζοντές τους». Το σπίτι τους, από τη μια στιγμή στην άλλη, μετά από μια άστοχη κίνηση στο ηλεκτρονικό, βρίσκεται στο διάστημα. Ανάμεσα στα αστέρια και στους γαλαξίες! Ομως, μην πάει ο νους σας στο πονηρό. Το διάστημα, όπως και η φύση και η κοινωνία, άλλωστε, δεν είναι φιλική για τον άνθρωπο, λέει η ταινία! (Αλλη φασιστική - «επιστημονική» - αντίληψη αυτή)! Τα παιδιά μπαίνουν σε περιπέτειες.

Σκέφτεστε, αλήθεια, πόσο διαφορετική και πόσο χρήσιμη θα ήταν η ταινία, και όχι μόνο για τα παιδιά, αν αυτό το ηλεκτρονικό παιχνίδι στεκόταν η αφορμή να γνωρίσουμε το πραγματικό διάστημα; Πόσα θα είχαμε να μάθουμε όλοι μας. Και όχι μόνο να μάθουμε, αλλά και να χαρούμε. Ομως, δυστυχώς, ο κινηματογράφος, αυτός ο κινηματογράφος, δεν είναι σχολείο. Είναι πτυελοδοχείο. Ετσι τα δυο παιδιά, αντί για τη χαρά, θα γνωρίσουν την αγωνία και το φόβο.

Χάρισμά τους τέτοιο διάστημα και τέτοιες ταινίες.

Παίζουν: Τιμ Ρόμπινς, Νταξ Σέπαρντ, Τζόνα Μπόμπο.

ΛΕΝ ΓΟΥΑΪΖΜΑΝ
Underworld: Η εξέλιξη

Κέιτ Μπέκινσεϊλ
Κέιτ Μπέκινσεϊλ
Οι δυο μεγάλες φυλές των Βρικολάκων και των Λυκανθρώπων ανταμώνουν ξανά και αρχίζουν τον πόλεμο! Η οθόνη γίνεται κόκκινη. Αίμα, αίμα, αίμα. Και ξανά αίμα! Πώς να χορτάσουν οι βρικόλακες και οι λυκάνθρωποι, αν δε μας δαγκώσουν όλους; Αυτοί, αν δεν πιούνε τον Αμαζόνιο, δεν πρόκειται να μας εγκαταλείψουν. Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα! Βία και φασισμός της εικόνας.

Τα πράγματα, βέβαια, είναι ακόμα χειρότερα. Πριν βγει η ταινία, η κάθε παρόμοια ταινία, στους κινηματογράφους, έχουν προηγηθεί τα αντίστοιχα Play Station. Εχει προηγηθεί η προσέγγιση των νεαρών θεατών, μέσα από τα διάφορα «αθώα» ηλεκτρονικά «παιχνίδια». Στην ουσία πρόκειται για τμηματική επιστημονική πλύση νεαρών εγκεφάλων. Το φίλιωμα των νεαρών ατόμων με τη βία, έχει πολλά στάδια πριν φτάσουμε στον κινηματογράφο. Εχει καρτούνς, έχει κασέτες, έχει DVD, έχει διάφορα φεστιβάλ και άλλες σχετικές εκδηλώσεις. Σε αυτό το φίλιωμα της νεολαίας με τη βία μεγάλο ρόλο παίζουν, εκτός από την επίσημη πολιτεία, και οι γονείς. Οι οποίοι ή δε γνωρίζουν ή γνωρίζουν και πιστεύουν πως δε θα γίνει η ζημιά.

Εμείς, πάντως, δε θα κουραστούμε να γράφουμε. Τίποτα, και πολύ περισσότερο οι εικόνες, δεν είναι αθώες! Αυτός είναι και ο λόγος που δε φεύγω ποτέ από την αίθουσα. Παρότι, πιστέψτε με, πολλές φορές κάθομαι με κίνδυνο της ψυχικής μου υγείας. Κάθομαι για να «μάθω» αυτές τις ταινίες ακόμα καλύτερα και να σας πληροφορήσω σωστότερα. «Η εξέλιξη», λοιπόν, είναι μια ακόμα φασιστική ταινία. Και είναι φασιστική, γιατί η βία της είναι αυτοσκοπός. Και δίνεται σε υπερβολικές δόσεις. Σε ποσότητες που σημαδεύουν.

Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι κατασκευαστικά, αυτού του είδους οι ταινίες, είναι πολύ «προσεγμένες». Ξοδεύουν λεφτά. Φτιάχνουν μεγάλα και εντυπωσιακά ντεκόρ. Γράφουν μουσικές, με συμφωνικές ορχήστρες. Ναυλώνουν, ακριβούς ηθοποιούς. Κάνουν, ό,τι περνάει από το χέρι τους, για να γίνουν ελκυστικές. Και, ακριβώς, για τους παραπάνω λόγους, είναι πολύ επικίνδυνες. Είναι επικίνδυνες, γιατί ο θεατής, εντυπωσιασμένος από τη «γεμάτη» οθόνη, ξεχνάει το περιεχόμενο. Ποιος νοιάζεται, για τα «περιεχόμενα» άλλωστε! Λίγο πλάκα, λίγο περιπέτεια, λίγο σεξ και μονορούφι το δηλητήριο.

Εμείς, βέβαια, λέμε «όχι σε όλα τα ναρκωτικά». Και εννοούμε, φυσικά, και το φασιστικό και τον κρυπτοφασιστικό κινηματογράφο.

Παίζουν: Κέιτ Μπέκινσεϊλ, Σκοτ Σπίντμαν, Σέιν Μπρόλι, Μάικλ Σιν, Μπιλ Νάι.

ΚΕΡΤΙΣ ΧΑΝΣΟΝ
Ελα στη θέση μου

Αδύνατον! Οσο και να μας παρακαλάνε αρνούμαστε να «έρθουμε» στη θέση του έργου. Γιατί είναι, πράγματι, γυρισμένο μόνο για αμερικανάκια! Τόσο ρηχό, και τόσο έντονα αμερικάνικα «διδακτικό» πράγμα, μόνον με χάμπουργκερ τρώγεται! Αστειάκια, άκριτος συναισθηματισμός, θρησκευτικά και οικογενειακά κηρύγματα, αφέλειες...

Δυο αδερφές αγαπιούνται αφόρητα! Μαλώνουν, αλλά αγαπιούνται! Είναι τόσο μόνες, άλλωστε, οι καημένες! Η μητέρα τους αυτοκτόνησε. Ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε με μια στρίγκλα. Η γιαγιά τους, μάλλον από παρεξήγηση, τις εγκατέλειψε!

Η μία, η μεγάλη αδελφή, είναι η καλή. Προστατεύει και φιλοξενεί στο σπίτι της την άστατη μικρή αδελφή. Η οποία μικρή, η κακή, είναι πέρα από άστατη και αγνώμων. Κάποια μέρα, που βρίσκεται μόνη με το φίλο της αδερφής της, στο σπίτι, τον καμακώνει και τον ρίχνει στο κρεβάτι. Την «κατάλληλη» στιγμή επιστρέφει ξαφνικά και αναπάντεχα η καλή. Βλέπει το ζευγάρι, και μάλιστα επάνω στο δικό της κρεβάτι και γίνεται «Τούρκα».

Η κακή φεύγει κακήν κακώς! Πηγαίνει στην Καλιφόρνια και συναντάει τη γιαγιά της (Σίρλεϊ ΜακΛέιν). Η οποία γιαγιά, νιώθοντας ενοχές που εγκατέλειψε τις εγγονές της, βοηθάει τη μικρή να γίνει άνθρωπος. Μόλις το κατορθώσει φωνάζει και την άλλη, που στο μεταξύ έχει συνέλθει από το σοκ. Στο τέλος, έτσι για το παράξενο της υπόθεσης, γίνεται και ένας εβραϊκός γάμος!

Για να μην τα βάζουμε με τον κινηματογράφο, σας πληροφορώ η ταινία στηρίζεται στο βιβλίο της κ. Τζένιφερ Γουάινερ και έγινε «μπεστ σέλερ»! Βλέπετε δεν είναι οι θεατές του κινηματογράφου μόνον που τρώνε χάμπουργκερ. Τρώνε και οι αναγνώστες! Κρίμα και στους τέσσερις πρώτους ηθοποιούς. Και, κυρίως, στη Σίρλεϊ ΜακΛέιν. Τι κρίμα να μην έχει τη δύναμη να αποσυρθεί, αν δε βρίσκει κάτι ισάξιο, με την ιστορία της, να κάνει!

Παίζουν: Κάμερον Ντιάζ, Τόνι Κολέτ, Σίρλεϊ ΜακΛέιν, Μαρκ Φαουερστέιν.

ΜΙΧΑΕΛ ΧΑΝΕΚΕ
Κρυμμένος

Η ταινία έρχεται από τις Κάννες (2005) φορτωμένη με πρώτα βραβεία (σκηνοθεσίας, οικουμενικό βραβείο, καλύτερης ταινίας, βραβείο Διεθνούς Ενωσης Κριτικών). Επίσης, έχει αποσπάσει, από τα «Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου», τις παρακάτω διακρίσεις: καλύτερης ταινίας, καλύτερη σκηνοθεσίας, Α' αντρικού ρόλου, μοντάζ και πάλι το βραβείο κριτικών. Φορτωμένος με βραβεία, από παλιότερες συμμετοχές του σε διάφορα φεστιβάλ, είναι και ο σκηνοθέτης της. Καθώς αντιλαμβάνεστε, η ταινία έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία, που λέμε!

Φτάνει, όμως, μόνον αυτό; Οχι, βέβαια! Δε φτάνει, έστω και αν προσθέσουμε το πολύ καλό γαλλικό κινηματογραφικό ζευγάρι, Ντανιέλ Οτέιγ και Ζιλιέτ Μπινός, το οποίο κρατάει τους δυο κεντρικούς ρόλους (τους θέλει τόσο πολύ ο φακός)! Δε φτάνει, ακόμα και αν προσθέσουμε το, πράγματι, ενδιαφέρον μοντάζ, κυρίως για το «δέσιμο» των σκηνών και όχι αυτό των πλάνων. (Το «δέσιμο» των σκηνών μπορεί να είναι και δουλιά του σεναριογράφου. Για το σκηνοθέτη, δε λέμε κουβέντα, αφού αυτός πρέπει να έχει «άποψη» για όλα και να βάζει το χεράκι του σε όλα).

Πού βρίσκεται η αντίρρηση, λοιπόν; Στη γαλλική «συνήθεια» να μιλάνε τόσο πολύ στις ταινίες τους και τις περισσότερες φορές να λένε τετριμμένα πράγματα, αλλά με τέτοιο στόμφο για να σε αναγκάσουν να πιστέψεις ότι λένε σημαντικές κουβέντες, για πολύ σημαντικά πράγματα. Αλλά και στην ακόμα χειρότερη «συνήθειά» τους να κάνουν τα εύκολα δύσκολα. Λες και ηδονίζονται να μας βλέπουν να πονοκεφαλιάζουμε να βρούμε τις απαντήσεις, που οι ίδιοι αρνούνται να δώσουν. (Το «παράλογο» στη συγκεκριμένη ταινία είναι πως ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της είναι αυστριακής καταγωγής και εργάστηκε για πολλά χρόνια -κυρίως στο θέατρο- στη Γερμανία). Παρ' όλα αυτά, η ταινία είναι γαλλική...

Ενας πετυχημένος τηλεοπτικός παρουσιαστής λογοτεχνικού προγράμματος αρχίζει να λαμβάνει ανώνυμες βιντεοκασέτες, οι οποίες δείχνουν αυτόν και την οικογένειά του σε καθαρά προσωπικές (οικογενειακές) στιγμές. Οσο οι κασέτες πληθαίνουν τόσο ο παρουσιαστής σπρώχνει τη σκέψη του στην αναζήτηση τού, δίχως άλλο, εκβιαστή. Βάζοντας το μυαλό σου σε λειτουργία προσπαθεί να σκεφτεί τους πιθανούς ένοχους. Ψάχνοντας φτάνει στα πολύ παιδικά του χρόνια. Οταν, από παιδική ζήλια, και από ρατσιστική αντίληψη, αδίκησε κατάφωρα έναν Αλγερινό συνομήλικό του.

Αυτό το ψυχολογικό, και αστυνομικό, κατά κάποιο τρόπο, ταξίδι του ήρωα προς τα πίσω, δίνει στους δημιουργούς της ταινίας τη δυνατότητα να εξομολογηθούν, μόνο να εξομολογηθούν βέβαια, μερικές από τις ενοχές των Γάλλων απέναντι στις άλλες εθνότητες που ζουν στη Γαλλία. Ετσι μαθαίνουμε, ακροθιγώς φυσικά, πως τα πρόσφατα γεγονότα στη Γαλλία έχουν πολύ μεγάλο ιστορικό βάθος. Οι Γάλλοι δε δέχτηκαν ποτέ τους μετανάστες, σαν δικά τους παιδιά. Σαν υπηρέτες, ναι! Βεβαίως! Σαν αποδιοπομπαίους τράγους, μάλιστα!

Τελικά ποιος είναι ο ένοχος; Ποιος στέλνει τις κασέτες; Ποιος είναι ο «Κρυμμένος»; Κάποιος! Μπορεί και ο ίδιος ο παρουσιαστής, αφήνει να εννοηθεί ο Μίχαελ Χάνεκε! Οι κασέτες, μάλλον, δεν είναι παρά ένα τέχνασμα. Ενα τέχνασμα, για να γίνουν κάποιες «ομολογίες», να «ξεπλυθούν», αν αυτό είναι δυνατόν, κάποιες ενοχές. Και να γυρίσουμε, δημιουργοί και θεατές, ήσυχοι στο σπίτι μας, σίγουροι ότι κάναμε το καθήκον μας.

Η ταινία είναι όμορφη, αλλά δεν πονάει. Και όταν ένα έργο τέχνης δε γρατζουνάει, δεν ενεργοποιεί το θεατή, δεν είναι ολοκληρωμένο έργο τέχνης. Είναι, στην καλύτερη περίπτωση, όπως στη συγκεκριμένη, μια σειρά καλαίσθητες εικόνες. Ενα όμορφο αλλά άδειο πουκάμισο, δηλαδή!

Παίζουν: Ντανιέλ Οτέιγ, Ζιλιέτ Μπινός, Μορίς Μπενισό, Ανί Ζιραντό, Μπερνάρντ Λε Κοκ κ.ά.

«ΟΧΙ σε όλα τα ναρκωτικά» ΝΑΙ στις καλές ταινίες!

Μέσα στη βαρυχειμωνιά τυχεροί είμαστε που έχουμε έστω και μια αρκετά καλή ταινία να δούμε. Την ταινία του Νιλ Τζόρνταν, «Breakfast on Pluto». Ενα παράξενο αλληγορικό, σουρεαλιστικό κοινωνικό δράμα. Συμπαθητική, έστω και με πολλές επιφυλάξεις, είναι και η ταινία του Μίχαελ Χάνεκε, «Κρυμμένος». Ενοχες εξομολογήσεις Γάλλων αστών, για τη συμπεριφορά τους απέναντι στους μαύρους, κυρίως, μετανάστες.

Μετά από αυτές τις δύο ταινίες το απόλυτο χάος. Η χαζοαμερικάνικη ηθικοπλαστική ταινία του Κέρτις Χάνσον, «Ελα Στη Θέση Μου». Το φασιστικό «Underworld: Η Εξέλιξη», του Λεν Γουάιζμαν. Από κοντά και το «παιδικό» μέρος της ίδιας ιδεολογίας «Zathura: Μια Περιπέτεια Στο Διάστημα», του Τζον Φάβρο.

ΝΙΛ ΤΖΟΡΝΤΑΝ
Breakfast on Pluto

Πολλά πράγματα φαντάζουν, ότι είναι «ατομικές περιπτώσεις». Και είναι τέτοια. Ομως, αν κανείς προσθέσει αυτές τις «ατομικές περιπτώσεις», θα βρεθεί αντιμέτωπος με έναν ολόκληρο στρατό, χιλιάδων, εκατοντάδων χιλιάδων, εκατομμυρίων, για την ακρίβεια, ανθρώπων. Ανθρώπων που, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, χάνουν τη μάχη της ζωής και της αξιοπρέπειας και παραδίδονται!

Το Breakfast on Pluto, ξεδιπλώνει, με σουρεαλιστικό τρόπο, τη μόνη καλλιτεχνική «γραφή», ίσως, που επιτρέπει «αδικαιολόγητες» υπερβάσεις, ένα ανθρώπινο καθημερινό δράμα. Παρακολουθεί την αγωνία, και τον αγώνα, ενός νεαρού ατόμου, ενός αδύναμου νεαρού ατόμου, να πλησιάσει, και πολύ περισσότερο, να γευτεί ένα μικρό έστω κομμάτι ευτυχίας.

Ο Πάτρικ, μια ακόμα «ατομική περίπτωση», από αυτές που συνθέτουν τη μεγάλη στρατιά των λούμπεν, γεννήθηκε σε μια μικρή ιρλανδική πόλη, από μια απαγορευμένη κοινωνικά σχέση. Η μάνα καθαρίστρια, ο πατέρας... (για «ευνόητους» λόγους δε θα τον αποκαλύψουμε)! Η μάνα του, λοιπόν, αμέσως μόλις βγει από το μαιευτήριο, τον αφήνει έξω από μια ξένη πόρτα και εξαφανίζεται στο Λονδίνο. Το παρατημένο παιδί, από τα πρώτα του βήματα ακόμα, δε θέλει να αποδεχτεί τίποτα γύρω του σαν αληθινό! Ανήμπορος να τα βάλει με τη σκληρή πραγματικότητα (θετή οικογένεια, πόλεμος, αυστηρό σχολείο, καθορισμένες ερωτικές και κοινωνικές σχέσεις), φτιάχνει ένα δικό του (επίπλαστο) κόσμο.

Η πραγματικότητα, όμως, η αληθινή πραγματικότητα και όχι η ψεύτικη του Πάτρικ, δεν καταλαβαίνει από φανταστικούς κόσμους. Αυτή έχει τις δικές της συντεταγμένες! Η Αγγλία επιβάλει, με όλα τα μέσα που διαθέτει, την κατοχή της στην Ιρλανδία. Οι Ιρλανδοί πατριώτες αντιστέκονται. Οι βόμβες και η βία είναι σε ημερήσια διάταξη. Το καθολικό σχολείο, που πάει ο εγκαταλειμμένος μικρός, έχει τους κανόνες του. Η ταξική κοινωνία που ζει, έχει τους κανόνες της. Η φύση, επίσης, τους δικούς της κανόνες. Ο Πάτρικ, δε θέλει να ξέρει τίποτα από τα παραπάνω. Τα θεωρεί όλα αυτά περιττά. Τον τρομάζουν τόσο πολύ όλα αυτά. Δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει!

Τρομοκρατημένος ο Πάτρικ, απ' «όλα αυτά», για να αμυνθεί και για να επιβιώσει, μεταλλάσσεται σε κάτι άλλο από αυτό που είναι. Από αγόρι γίνεται τραβεστί! Οχι, γυναίκα. Τραβεστί. Δηλαδή, τίποτα. Κάτι ουδέτερο. Ενα τέτοιο πλάσμα, λοιπόν, θα βρεθεί, κατ' ανάγκη, σε αντίστοιχο χώρο. Σε έναν τραβεστί χώρο. Εκεί που τα πράγματα δεν είναι αληθινά. Εκεί που τον δέχονται χωρίς ερωτήσεις. Εκεί που όλοι είναι τρομοκρατημένοι. Πηγαίνει και παραδίδεται, λοιπόν, με κλειστά μάτια στον λούμπεν «καλλιτεχνικό» κόσμο, της λούμπεν «καλλιτεχνικής» νύχτας. Εκεί που και η τέχνη είναι τραβεστί. Εκεί που συνωστίζονται χιλιάδες παράξενα ξωτικά παριστάνοντας τους καλλιτέχνες (γέμισε, δυστυχώς, και η πατρίδα μας από τέτοιους δυστυχισμένους ανθρώπους). Εκεί που όλοι ζούνε μέσα σε έναν φανταστικό κόσμο. Μέσα στο ψέμα.

Ο Πάτρικ, ακολουθώντας τα βήματα της μάνας του, φτάνει και αυτός στο Λονδίνο. Η Ιρλανδία είναι τόσο μικρή, τόσο συντηρητική και τόσο επικίνδυνη, για «αθώα» πλάσματα σαν αυτόν. Στο Λονδίνο, λοιπόν! Εκεί, βέβαια, ο εξευτελισμός του, όπως είναι φυσικό, ολοκληρώνεται. Αναγκάζεται να κάνει πράγματα που πληγώνουν. Ο ίδιος δείχνει να μην έχει συνείδηση της ταπείνωσης που υφίσταται. Αρνείται την πραγματικότητα, είπαμε! Βλέπει τα πάντα με τα δικά του μάτια, με τη δική του πονεμένη και τραβεστί, όμως, «ψυχή». Και μέσα στην αθλιότητα που βιώνει αυτός γελάει «χαρούμενος». Νομίζει ότι όλα είναι ένα θαυμάσιο όνειρο!

Αυτοί τον πληγώνουν εκείνος τους αγαπάει! Αγαπάει ακόμα και την αστυνομία, η οποία τον σπάει στο ξύλο φορτώνοντάς του τοποθετήσεις βομβών, που δεν έκανε. Σπαρταριστή σκηνή, η σκηνή της παράκλησης να τον κρατήσουν στο αστυνομικό τμήμα, γιατί εκεί νιώθει, τουλάχιστον, ασφαλής! Αγαπάει ακόμα και τη μητέρα του, που τον παράτησε. Οταν τη βρίσκει (από μωρό ακόμα την έψαχνε), για να μην την πληγώσει, δεν της αποκαλύπτεται. Φτάνει που την είδε. Το ίδιο θα κάνει και με τον πατέρα του. Θα συμπεριφερθεί και σ' αυτόν σαν να μην έγινε τίποτα. Δε θα του ζητήσει ευθύνες. Δε θα του πει πως δικό του αποτέλεσμα είναι αυτό που έγινε! Πως δικές του αμαρτίες πληρώνει!

Ο Πάτρικ θέλει αγάπη. Αγάπη γι' αυτόν και για όλον τον κόσμο. Είναι, φανερό, όπως καταλαβαίνετε, πως έχουμε να κάνουμε με ένα ανώριμο άτομο! Ενα ανώριμο άτομο, το οποίο ξέρει να επιθυμεί, αλλά δεν ξέρει πώς να κάνει πράξη τις επιθυμίες του. Και το ρίχνει στα παρακάλια. Και στη φυγή. Και, φυσικά, συντρίβεται!

Παράξενη, το δίχως άλλο, ταινία! Αν τη δεις ρεαλιστικά θα φέρεις του κόσμου τις αντιρρήσεις. Αν, όμως, τη δεις σουρεαλιστικά, όπως αυτή σου συστήνεται, τότε θα έρθεις αντιμέτωπος με ένα σκληρό αλληγορικό πολιτικο-κοινωνικό δράμα. Για δράμα πρόκειται, κι ας διαφημίζεται σαν μουσική κωμωδία!

Ο Νιλ Τζόρνταν και οι συνεργάτες του έσκυψαν με σεβασμό στις λεπτομέρειες! Η ταινία διαθέτει μια μοναδική ατμόσφαιρα. Πολύ καλή αισθητική. Και εξαιρετικές ερμηνείες. Ο σεβασμός που δείχνουν οι δημιουργοί προς τους θεατές τους, μας υποχρεώνει και εμάς να «παραβλέψουμε» κάποιες ιδεολογικές ασάφειες και κάποιες παραχωρήσεις τους και άκριτες συμπάθειες προς τον τραβεστί ήρωά τους. Για τον οποίον δείχνουν υπερβολική ανοχή.

Παίζουν: Κίλιαν Μέρφι, Στίβεν Ρέι, Μπρένταν Γκλίσον, Λίαμ Νίσον. Μπράιαν Φέρι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ