«Μυστήρια» η κινηματογραφική εβδομάδα που αρχίζει σήμερα! Τρεις, τουλάχιστον, ταινίες μοιάζουν καλές, όμως είναι και δεν είναι καλές! Αρχίζουμε με «Το Σύμπλεγμα Baader - Meinhof», του Γερμανού Ούλι Εντελ. Η ταινία, με πολύ αμφιλεγόμενο τρόπο, μια στο καρφί και μια στο πέταλο δηλαδή, αναφέρεται στο γνωστό δίδυμο των Γερμανών «ανταρτών πόλεων», οι οποίοι «αυτοκτόνησαν» στα άσπρα κελιά τους.
Το ίδιο «μυστήρια» είναι και τα «Γόμορρα», του Ματέο Γκαρόνε. Ετούτη, με αρκετή σύγχυση και χωρίς σαφείς πολιτικές αναφορές, όπως έκαναν παλαιότερες ιταλικές ταινίες και γι' αυτό άφησαν εποχή, καταπιάνεται με τη Μαφία της περιοχής της Νάπολης και της Καζέρτας. Στην προσπάθειά της να μοιάζει ντοκουμέντο, παρασύρθηκε σε χαοτικές ασάφειες. Ο Πολωνός Γιέρζι Σκολιμόφσκι σκηνοθέτησε με περίτεχνη ψιλοβελονιά την ταινία του «Τέσσερις Νύχτες με την Αννα». Ομως, το θέμα της, ένας «μυστήριος» και «εσωστρεφής» άντρας αγωνίζεται να προσφέρει και να πάρει τρυφερότητα, είναι μικρότερο και πολύ κάτω από τη σκηνοθεσία!
Στο «Ζήτημα Τιμής», του Γκάβιν Ο' Κόνορ, τα πράγματα είναι πολύ καθαρά! Αστυνομική περιπέτεια, με ολίγη «κριτική» για τη διαφθορά στην αστυνομία. (Οι εμπορικοί Αμερικανοί σκηνοθέτες, υπάκουοι στα κελεύσματα της αμερικανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας, δε φτάνουν ποτέ το μαχαίρι στο κόκαλο). Οι Ιταλοί εμπορικοί σκηνοθέτες, όπως ο Ρικάρντο Μιλάνι, για παράδειγμα, πιάνουν στα χέρια τους «αληθινές ιστορίες» και τις κάνουν εμπορικές συναισθηματικές σούπες («Piano Solo»).
Είμαστε υποχρεωμένοι να σας πληροφορήσουμε ότι παίζονται, επίσης, το αιματηρό θρίλερ του Ντέιβιντ Χακλ «Saw V» (όποιος διψάει για αίμα ας τρέξει) και η «νεανική» ανοησία του Σον Αντερς «Sex Drive» (όποιος είναι χαζός να πάει να... αποχαζέψει)!
Κλασική συνταγή, κλασικής αμερικάνικης αστυνομικής ταινίας. Πολύ δράση, αρκετό μυστήριο, υποτυπώδης κοινωνική και πολιτική, ας την πούμε έτσι, κριτική και όπως πάντα, σε παρόμοιες ταινίες του Χόλιγουντ, ευτυχισμένο τέλος (Happy End). Γιατί να δεις τα «Ζητήματα Τιμής», ιδιαίτερα όταν ο σκηνοθέτης, για να εντυπωσιάσει και για να δημιουργήσει ρυθμό, κουνάει διαρκώς και χωρίς ικανή δικαιολογία, τη μηχανή του; Ενα κούνημα που σου προκαλεί ναυτία.
Παίζουν: Εντουαρντ Νόρτον, Κόλιν Φάρελ, Γιόν Βόιτ, Νόα Εμεριχ, Τζένιφερ Εϊλ, Λέικ Μπελ.
Ο γνωστός Βάλτερ Βελτρόνι, πρώην δήμαρχος της Ρώμης, που έγραψε το βιβλίο, και ο Ρικάρντο Μιλάνι, που το γύρισε ταινία, άθελά τους ή σκόπιμα, έφτιαξαν ένα κινηματογραφικό «Αρλεκιν»! Ενα κινηματογραφικό «Αρλεκιν» που παρακολουθείται, με αρκετό σεβασμό είναι αλήθεια, μόνον, όμως, γιατί αφηγείται τη ζωή ενός καταξιωμένου καλλιτέχνη, αλλά και γιατί αναφέρεται σε πολύ προσωπικές στιγμές, την τρέλα και την αυτοκτονία ενός υπαρκτού ανθρώπου.
Ο θεατής, όσο και αν αγανακτεί με το επίπλαστο της ταινίας, θα βρει αρκετές στιγμές που θα ηρεμήσει. Στιγμές τρυφερές και αγαπησιάρες. Σε αυτό βοηθάει και η καλή μουσική, που ακούγεται κατά διαστήματα.
Παίζουν: Κιμ Ρόσι Στούαρτ, Μικέλε Πλασίντο, Τζασμίνε Τρίνκα, Πάολα Κορτελέσι.
Η ένστασή μας για την ταινία έγκειται στο γεγονός, ότι - είτε γιατί δεν μπόρεσε, είτε γιατί δεν ήθελε - δε διάλεξε τη γνωστή ιταλική ρεαλιστική αφήγηση, την αφήγηση του πραγματικού λαϊκού κινηματογράφου, ο οποίος, θυσιάζοντας έστω κάποιες αισθητικές αναζητήσεις, πράγμα που δεν έκανε αυτή, γίνεται απόλυτα κατανοητός και γι' αυτό χρήσιμος και αποτελεσματικός. Ο απλός θεατής, αυτός δηλαδή που υφίσταται τη Μαφία και έχει ανάγκη να κατανοήσει το πρόβλημα, θα χάσει πολλά από την ταινία, αφού για να μπορέσει να την παρακολουθήσει, έτσι που είναι μπερδεμένη και χαοτική, θα ξοδέψει το μεγαλύτερο μέρος της αντιληπτικής του ικανότητας στην προσπάθειά του για να καταλάβει και να εξηγήσει τα τόσα δυσνόητα και αλληγορικά που συμβαίνουν, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, στην οθόνη!
Η δεύτερη ένστασή μας για την ταινία έγκειται στο περιορισμένο πολιτικό της κάδρο. Η ταινία, για λόγους που δεν καταλάβαμε, δεν ενέταξε το ειδικό, Μαφία, στο γενικό, καπιταλισμός. Στον καθένα είναι γνωστοί οι μεγάλοι ιδεολογικοί, πολιτικοί και οικονομικοί δεσμοί της Μαφίας με το καπιταλιστικό σύστημα, με την καπιταλιστική νομοθετική, οικονομική και εκτελεστική εξουσία της Ιταλίας και του υπόλοιπου καπιταλιστικού κόσμου. Η Νάπολη και η Καζέρτα, τα σύγχρονα «Γόμορρα», είναι ένα από τα... μαγαζιά της. Ενα μικρό παράρτημα. Η Μαφία η ίδια είναι ένα μικρό κομμάτι, μια μικρή λειτουργία του καπιταλισμού.
Ομως, για να είμαστε δίκαιοι, η ταινία του Ματέο Γκαρόνε, απέχει χιλιόμετρα από τις χολιγουντιανές μαφιόζικες ταινίες. Εδώ οι κακοποιοί είναι κακοποιοί. Δεν ντύνονται με μουσικές και άλλες πολυτέλειες. Εδώ τα πάντα βρομάνε! Εδώ δεν υπάρχουν μοιραίες γυναίκες και μοιραίοι έρωτες, για να διαχυθεί σε ψεύτικα πράγματα το ενδιαφέρον και να χαθεί η ουσία. Εδώ υπάρχει σαπίλα, σαπίλα, σαπίλα. Μια σαπίλα που τα κέρδη της ξεπερνάνε κατά πολύ προϋπολογισμούς κρατών! Οι επιχειρήσεις της Μαφίας ξεκινάνε από το περίπτερο της γειτονιάς και αγκαλιάζουν όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Τουρισμό, βιομηχανία, εκπαίδευση, τράπεζες, συγκοινωνίες, πορνεία, ναρκωτικά. Οποιος επιμένει ότι η Μαφία είναι απλώς μια κλειστή ομάδα Σεσιλιάνων κακοποιών και δεν είναι ο ίδιος ο «νόμιμος» και παράνομος καπιταλισμός, λέει συνειδητά ψέματα.
Παίζουν: Σαλβατόρε Αμπρουσέσε, Σιμόνε Σαξετίνο, Σαλβατόρε Ρουόκο, Βιντένζο Φαμπριτσίνο κ.ά.
Ο εγκεφαλικός και εξωπραγματικός, με την παράξενη κορμοστασιά και το παράξενο και παράταιρο περπάτημα, ήρωας της ταινίας είχε την ατυχία να γίνει μάρτυρας του βιασμού της νοσοκόμας. Από αδυναμία, από περιέργεια, από νοσηρότητα, δεν το διευκρινίζει ο Γιέρζι Σκολιμόφσκι, δεν αντέδρασε κατά τη διάρκεια του βιασμού. Εμεινε κρυμμένος στο σκοτάδι και έβλεπε! Από εκείνη τη στιγμή, όμως, και μετά, έγινε άλλος άνθρωπος! Εβαλε σκοπό της ζωής του να προσφέρει τρυφερότητα και αγάπη στην πληγωμένη γυναίκα. Δικές του ανάγκες βέβαια κάλυπτε!
Και ενώ οι προθέσεις του ήταν άριστες, τελικά, αποδείχτηκε και αυτός ένας εισβολέας, ένας «βιαστής». Επειδή δεν είχε το θάρρος να φανερώσει τα αισθήματά του, έμπαινε κρυφά στο δωμάτιο (και στη ζωή) της γυναίκας. Τελικά, τον συνέλαβε η αστυνομία και πέρασε από ένα καφκικό δικαστήριο...
Ο Πολωνός σκηνοθέτης θεωρείται σουρεαλιστής, το θέμα του είναι σουρεαλιστικό. Η πραγματικότητα, όμως, είναι, δυστυχώς, ακόμα πιο σουρεαλιστική. Σε μια Πολωνία που βυθίζεται, σε έναν κόσμο που καίγεται, με εκατομμύρια πεινασμένους, με εκατομμύρια άνεργους, με εκατομμύρια μετανάστες, με πολέμους,.. δεν είναι πέρα για πέρα ακραίο και σουρεαλιστικό ένας πολύ ικανός σκηνοθέτης να επινοεί εγκεφαλικές ιστορίες, να διηγείται μικρής εμβέλειας συναισθήματα; Σίγουρα είναι!
Βέβαια, το όλο εγχείρημα, για να μην προκαλέσει, ντύνεται με αρκετές φιλοσοφικές δήθεν δικαιολογίες. Η τραβηγμένη από τα μαλλιά ιστορία της ταινίας είναι, λέει, η αφορμή για να μας πει ο δημιουργός πόσο κοντά είναι το έγκλημα με την τρυφερότητα. Για να μας πει ακόμα πώς ένας σχιζοφρενής άνθρωπος, επιρρεπής στο έγκλημα, μπορεί να διοχετεύσει τη βία του στην αγάπη και την τρυφερότητα. Ολα αυτά, όμως, δε δικαιολογούνται δραματουργικά στην ταινία. Στην ταινία η φόρμα προέχει. Και αυτή «αρπάζει» το 100% της προσοχής!
Εχοντας τα παραπάνω υπόψη, αναλάβετε τις ευθύνες σας! Για πληροφόρησή σας η ταινία έλαβε αρκετά βραβεία, από «δεύτερα» φεστιβάλ και από τη Διεθνή Ενωση Κριτικών. Δεν ξέρω αν αυτό έχει, πρέπει να έχει σημασία!
Παίζουν: Τζέρζι Φεντορόβιτς, Ρέντμπαντ Κλίνστρα, Αρτούρ Στεράνκο.
Μετά θα αναφερθούμε στους κύριους συντελεστές, στους συντελεστές που έχουν την καλλιτεχνική και ιδεολογική ευθύνη της ταινίας. Ολοι τους, ο καθένας με τον τρόπο του και από το πόστο του, είναι παγκοσμίως γνωστοί και πετυχημένοι. Ο σκηνοθέτης Ούλι Εντελ έχει στο ενεργητικό του, ανάμεσα σε άλλες καλές και συμπαθητικές ταινίες, και την πολυβραβευμένη «Christiane F». Ο συγγραφέας του ομότιτλου βιβλίου, Στέφαν Αουστ, πάνω στο οποίο στηρίζεται η ταινία, είναι γνωστός δημοσιογράφος αριστερών, ας το πούμε για συντομία, εφημερίδων και περιοδικών. Είναι επίσης σεναριογράφος, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, παρουσιαστής ειδήσεων και συντονιστής συζητήσεων για την «τρομοκρατία»! Ο παραγωγός της ταινίας, ο οποίος έγραψε και το σενάριο, στενός συνεργάτης και προσωπικός φίλος του σκηνοθέτη, ο Μπερντ Αϊχινγκερ, έχει γυρίσει γνωστές ταινίες, «Το Ονομα του Ρόδου», «Η Πτώση», κ.ά.
Κάναμε αυτόν τον μικρό πρόλογο για να δείξουμε ότι οι άνθρωποι που έχουν την ευθύνη για «Το Σύμπλεγμα» δεν είναι τίποτα λιανόπαιδα, είναι άνθρωποι ώριμοι και πολιτικά πονηρεμένοι! Επιπλέον, είναι άνθρωποι που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη Γερμανία, σε μια χώρα που οι πολιτικές ιδεολογίες έβραζαν και είχαν πάντα πολύ μακρύ και πολύ πλούσιο παρελθόν. Είναι άνθρωποι, με λίγα λόγια, από τους οποίους θα περίμενες να μη σταθούν στην καταγραφή, και αυτή με αρκετές συναισθηματικές και εμπορικές παραχωρήσεις, αλλά να προχωρήσουν στην έρευνα, στην ανάλυση και στην ερμηνεία των γεγονότων. Εκεί, δηλαδή, που υπάρχει η ουσία...
Η «ουδετερότητα» του βιβλίου, και εν συνεχεία της ταινίας, για τη γνωστή ομάδα Baader - Meinhof, αλλά και γενικότερα για την «τρομοκρατία», όπως αυτή εκφράστηκε στη Δυτική Γερμανία στις δεκαετίες 1960-1970-1980, δεν μπορεί να χρεωθεί στα θετικά τους! Η «ουδετερότητα» σε τέτοια ζητήματα είναι εκ του πονηρού. `Η, πράγμα που δεν είναι καθόλου κολακευτικό, κρύβει άγνοια. `Η, και το πιο πιθανό (και το χειρότερο), κρύβει σκοπιμότητα. Σκοπιμότητα πολιτική. Σκοπιμότητα εμπορική.
Τι βλέπει στην ταινία ο σημερινός θεατής, προπαντός ο νεαρός θεατής, αυτός δηλαδή που δεν έζησε τα γεγονότα, που δεν ξέρει τη διαδρομή της πολιτικής και επαναστατικής βίας; Βλέπει μια ομάδα νεαρών ανθρώπων, την ομάδα Baader - Meinhof, η οποία, από μεγάλο συναισθηματισμό και κάτω από τη φόρτιση των παγκόσμιων αντιπολεμικών κινητοποιήσεων για τον πόλεμο του Βιετνάμ και το Παλαιστινιακό πρόβλημα, χωρίς μεγάλο πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο, να οπλίζεται και με κλειστά μάτια να ρίχνεται πάνω στον καπιταλισμό για να τον ανατρέψει! Βλέπει ότι πολλά από αυτά τα «παιδιά», που αποτελούν την «επαναστατική» ομάδα, έχουν προσωπικά και οικογενειακά προβλήματα, ψυχολογικά προβλήματα, και προσπαθούνε μέσα από τη «δράση» να τα ξεπεράσουν. Βλέπει ότι αυτά τα «παιδιά», τελικά, δεν έχουν καθαρή επίγνωση γι' αυτά που πράττουν και γι' αυτά που προκαλούνται από τη δράση τους. Και, παράλληλα, βλέπει το πάθος και την πίστη αυτών των ανθρώπων για την υπόθεση που μάχονται! Βλέπει τη θυσία αυτών των «παιδιών» για την «κοινή» υπόθεση. Βλέπει το δίκιο τους! Και μπερδεύεται!
Την ίδια στιγμή, για λόγους πολιτικής «ουδετερότητας», βλέπει ότι και το σύστημα, από τη δική του μεριά, προσπαθεί, με όλα τα μέσα, να σώσει, όπως οφείλει, τη «δημοκρατία» και το «δημοκρατικό διάλογο». Το δικό του δίκιο. Είναι «δημοκρατικά εκλεγμένο» από το λαό και προσπαθεί να επιβάλει τη «δημοκρατική λύση» στις πολιτικές «διαφωνίες». Πολλά μέλη της καπιταλιστικής εξουσίας «καταλαβαίνουν», για να μην πω «κατανοούν», τους λόγους της εξέγερσης. Και, βέβαια, και ετούτοι, όπως και οι «αντάρτες των πόλεων», άλλωστε, αναγκάζονται να καταφύγουν στη βία. Σκοτώνουν οι μεν, σκοτώνουν και οι άλλοι. Τελικά το πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι ζούμε σε έναν «τρελό» και «βίαιο» κόσμο! Και, δικαιολογημένα, απελπίζεται ο θεατής!
Αυτές και άλλες παρόμοιες αντιλήψεις και ερμηνείες για το ζήτημα της πολιτικής βίας, για την αντιπαράθεση ανάμεσα στον καπιταλισμό και στους επαναστάτες, για την επανάσταση γενικά, ο καθένας, πια, γνωρίζει ότι είναι απλοϊκές. Η πολιτική «τρομοκρατία», «οι αντάρτες των πόλεων», οι σημερινοί «τρομοκράτες», αλλά και οι πραγματικοί επαναστάτες και οι πραγματικές επαναστάσεις, όπως και το «δημοκρατικό» καπιταλιστικό σύστημα, είναι πολύ πιο πολύπλοκα, πολύ πιο σύνθετα πράγματα! Οι παράμετροι αυτών των πολιτικών εκφράσεων ξεκινάνε από το ελάχιστο και φτάνουν στο μέγιστο! Ξεκινάνε από την πολιτική αθωότητα και φτάνουν στην ισχυρή πολιτική γνώση. Ξεκινάνε από το «τίποτα» και φτάνουν στην πολιτική σκοπιμότητα και την προδοσία. Το πολιτικό φάσμα της πολιτικής «τρομοκρατίας», ως πολιτικής έκφρασης, περιέχει πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία. Ο Λένιν, για παράδειγμα, είχε χαρακτηριστεί «τρομοκράτης». Και ο Μπιν Λάντεν, επίσης! Βάλε αυτούς τους δύο στο ίδιο τσουβάλι! Μπαίνουν; Δεν μπαίνουν!
Η ταινία, λοιπόν, σε καμία περίπτωση, δε σε βοηθάει να βγεις σοφότερος από την αίθουσα! Σκόπιμα κάνει «γενικές αναφορές» και σκόπιμα αποφεύγει να κάνει και την παραμικρή αναφορά στο πραγματικό επαναστατικό κίνημα. Στην ουσία το αγνοεί τελείως. Σαν να μην υπάρχει! Σκόπιμα παρουσιάζει ότι η πολιτική αντιπαράθεση, όποιο μέσον και να χρησιμοποιεί, γίνεται ανάμεσα στους ψυχολογικά ανώριμους αστούς νεαρούς, ομάδα Baader - Meinhof, και στο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτοί, για την ταινία, είναι οι δύο αντίθετοι πόλοι! Οι πραγματικοί επαναστάτες, η αληθινή επανάσταση, απουσιάζουν από την ταινία. Στη ζωή, βέβαια, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά.
Παρ' όλα αυτά, και έχοντας υπόψη όλα αυτά, θεωρώ ότι όλοι οι σωστά πολιτικά σκεπτόμενοι άνθρωποι πρέπει να δουν την ταινία. Πρέπει να τη δουν για να βγάλουν, για να επιβεβαιώσουν σωστότερα, τα δικά τους πολιτικά συμπεράσματα.
Παίζουν: Μόριτς Μπλαϊμπτρόι, Μαρτίνα Γκέντεκ, Γιοχάνα Βόκαλεκ, Νάντια Ουλ, Νιλς Μπρούνο Σμιτ, Μπρούνο Γκαντς, κ.ά.