Κυριακή 11 Νοέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
90 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΧΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η ανωτερότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής

«Τώρα έγινε. Εμείς, το Κόμμα των μπολσεβίκων, πείσαμε τη Ρωσία. Αποσπάσαμε τη Ρωσία από τους πλούσιους για τους φτωχούς, από τους εκμεταλλευτές για τους εργαζόμενους. Τώρα πρέπει να διοικήσουμε τη Ρωσία. Και όλη η ιδιομορφία της σημερινής στιγμής, όλη η δυσκολία βρίσκεται στην κατανόηση της ιδιομορφίας του περάσματος από το κύριο καθήκον να πείσουμε το λαό και να τσακίσουμε στρατιωτικά τους εκμεταλλευτές με τα όπλα, στο κύριο καθήκον της διοίκησης.

Για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία ένα σοσιαλιστικό κόμμα κατόρθωσε να αποπερατώσει σε γενικές γραμμές το έργο της κατάκτησης της εξουσίας και της καταστολής των εκμεταλλευτών, κατόρθωσε να φτάσει άμεσα στο καθήκον της διοίκησης.

Πρέπει να φανούμε άξιοι εκτελεστές αυτού του πολύ δύσκολου (και πολύ ευγενικού) καθήκοντος, του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Πρέπει να καταλάβουμε καλά ότι για να πετύχουμε στο έργο της διοίκησης χρειάζεται εκτός από την ικανότητα να πείσουμε, εκτός από την ικανότητα να νικήσουμε στον εμφύλιο πόλεμο, η ικανότητα να οργανώνουμε πρακτικά. Αυτό είναι το πιο δύσκολο καθήκον, γιατί πρόκειται να οργανωθούν με καινούριο τρόπο οι πιο βαθιές, οι οικονομικές βάσεις της ζωής πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Κι αυτό είναι το πιο ευγενικό καθήκον, γιατί μόνο ύστερα από την εκπλήρωσή του (στις κύριες και βασικές γραμμές) θα μπορούμε να πούμε ότι η Ρωσία έγινε όχι απλώς σοβιετική, αλλά και σοσιαλιστική δημοκρατία».

Β. Ι. Λένιν

(«Τα άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας», Απαντα, τ. 36, σελ. 172-173, έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»)

Αυτό το καθήκον «να οργανωθούν με καινούριο τρόπο οι πιο βαθιές, οι οικονομικές βάσεις της ζωής πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων», που έθετε ο Λένιν τον Απρίλη του 1918, δεν είχε την άνεση να εκτελεστεί σε καθεστώς γυάλας, αντίθετα οι μπολσεβίκοι έπρεπε να το υλοποιήσουν μέσα σε συνθήκες σκληρής αναμέτρησης και αντιπαράθεσης με το καπιταλιστικό σύστημα.

Καθώς η συζήτηση που έχει ανοίξει από το 1995 το ΚΚΕ, για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη, συνεχίζεται και καθώς, παράλληλα, συνεχίζεται η αντικομμουνιστική επίθεση που στόχο έχει να πείσει την εργατική τάξη για την υπεροχή του καπιταλισμού, θέλουμε σήμερα - στα 90 χρόνια από τον Οχτώβρη - να υπενθυμίσουμε ορισμένα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα πραγματικής υπεροχής του εφαρμοσμένου σοσιαλισμού που γνωρίσαμε.

Πληγές, όπως, η ανεργία, η φτώχεια, η εξαθλίωση, ο αναλφαβητισμός, οι τεράστιες κοινωνικές ανισότητες, δεν εξαλείφτηκαν ούτε για μια στιγμή στα σχεδόν 300 χρόνια ιστορίας του καπιταλισμού.

Αντίθετα, η εμφάνιση και οικοδόμηση του σοσιαλισμού στις αρχές του προηγούμενου αιώνα άνοιξε το δρόμο για τη λύση και την εγγύηση όλων αυτών των ζητημάτων, πρωτοφανών για την εποχή εκείνη.

Πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως, της εργασίας, της δωρεάν ιατρικής περίθαλψης και Παιδείας, της παροχής φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, της κατοικίας, της πρόσβασης στις πνευματικές και πολιτιστικές αξίες, έγιναν κτήμα των προλεταρίων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στη Σοβιετική Ενωση. Και όλα αυτά χάρη στις ενδογενείς δυνατότητες ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας.

Πριν την Οχτωβριανή Επανάσταση η Ρωσία κατείχε την πέμπτη θέση στον κόσμο στην παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων και την τέταρτη στην Ευρώπη. Λίγο πριν τον πόλεμο κατακτά τη δεύτερη θέση στον κόσμο και την πρώτη στην Ευρώπη. Αν και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κατέστρεψε το 30% του εθνικού πλούτου της ΕΣΣΔ, το 1950, το εθνικό εισόδημα έφτασε στα 164% του επιπέδου του 1940, η βιομηχανική παραγωγή στα 172% και η αγροτική στα 99%. Η ΕΣΣΔ, ακόμη και στην εικοσιτετράχρονη, πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πορεία της, πραγματοποίησε άλματα αιώνων στη βιομηχανική και οικονομική της ανάπτυξη. Αν στα 1913 το εθνικό εισόδημα της Ρωσίας ήταν 1 (μια μονάδα), στα 1940 έγινε 5,1 ενώ στα 1950 έγινε 8,2, στα 1965 έγινε 29 και στα 1975 έγινε 56.

Στα 1922, η βιομηχανία της ΕΣΣΔ παρήγαγε λιγότερο από το 2% του όγκου παραγωγής των ΗΠΑ. Στα 1975 παρήγαγε το 85% του όγκου των ΗΠΑ. Στα μέσα της 10ετίας του 1930 η ΕΣΣΔ παρήγαγε λιγότερα βιομηχανικά προϊόντα από τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Αγγλία, παρμένες την κάθε μία χωριστά, αλλά στα 1975 η βιομηχανική της παραγωγή ήταν μεγαλύτερη από την παραγωγή και των τριών μαζί.

Συγκριτικά στοιχεία ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τις ΗΠΑ είναι, επίσης, ενδεικτικά της ανωτερότητας του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού και των ενδογενών δυνατοτήτων του.

Οι μέσοι ετήσιοι ρυθμοί ανόδου σε ποσοστά, σε βασικούς δείκτες ανάπτυξης της οικονομίας, είναι χαρακτηριστικοί για την περίοδο 1951 - 1975. Ετσι, το εθνικό εισόδημα της ΕΣΣΔ αυξανόταν κατά 8,1%, ενώ των ΗΠΑ κατά 3,2%. Η βιομηχανική παραγωγή αυξανόταν στην ΕΣΣΔ κατά 9,6%, ενώ στις ΗΠΑ κατά 3,8%. Αντίστοιχα, η αγροτική παραγωγή στην ΕΣΣΔ αυξανόταν κατά 3,4%, ενώ στις ΗΠΑ είχε αύξηση κατά 1,7%. Επίσης, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξανόταν στην ΕΣΣΔ κατά 6,2% και στις ΗΠΑ κατά 2,4%.

Και μόνο αυτοί οι δείκτες είναι ικανοί να αποδείξουν την ανωτερότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, αν αναλογιστεί καθένας ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο δείκτης ανάπτυξης των χωρών του ΟΟΣΑ έπεσε στο 50% μετρούμενος σε ΑΕΠ, ενώ στα 1974 υπήρξε μηδενική ανάπτυξη του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος των ίδιων χωρών (Στοιχεία από ΚΟΜΕΠ, τεύχος 5, 1996).

Η μόρφωση ως όπλο για τον κομμουνιστικό μετασχηματισμό

«Τόσο άγρια χώρα, όπου να λεηλατούνται η εκπαίδευση, η μόρφωση και οι γνώσεις από τις λαϊκές μάζες, δεν έμεινε πια καμία στην Ευρώπη, εκτός από τη Ρωσία».

Ετσι περιγράφει ο Λένιν το 1913 την κατάσταση της Παιδείας στην προεπαναστατική Ρωσία. Περιγραφή, που θα ταίριαζε δυστυχώς και σήμερα και για τη σημερινή Ρωσία, όπως και για όλη την Ευρώπη πλέον, μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού στις ανατολικές χώρες.

Ο μαζικός αναλφαβητισμός ήταν η «κληρονομιά» που άφησε η προεπαναστατική Ρωσία στη Σοβιετική Ενωση. Τρεις στους τέσσερις δεν ήξεραν γραφή και ανάγνωση. Πολλές εθνότητες δεν είχαν δική τους γραφή, ενώ περίπου τα 4/5 των παιδιών και των εφήβων δεν μπορούσαν να φοιτήσουν ούτε στα δημοτικά σχολεία. Ολες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης και ειδικά οι ανώτερες και οι ανώτατες ήταν σχεδόν αποκλειστικό προνόμιο των πλουσίων. Χαρακτηριστικά είναι τα ποσοστά των εγγράμματων στους Κιργίζιους (0,6%), στους Τουρκμένιους (0,7%), στους Ουζμπέκους (1,6%) και τους Καζάχους (2%).

Οι μπολσεβίκοι ήταν ήδη πρωτοπόροι στο μέτωπο για λαϊκή και δημοκρατική εκπαίδευση, ακόμη και πριν την επανάσταση. Στο πρόγραμμα του ΣΔΡΚΡ το 1903 περιλαμβάνονται θέσεις όπως γενική, δωρεάν, υποχρεωτική Παιδεία και για τα δύο φύλα έως 16 ετών, κατάργηση των ταξικών σχολείων και των περιορισμών στην εκπαίδευση για λόγους εθνικότητας, διαχωρισμός του σχολείου από την Εκκλησία και διδασκαλία στη μητρική γλώσσα.

Στο 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1919 τέθηκε η πολιτική βάση της πανεξόρμησης για τη Λαϊκή Παιδεία: Δημιουργία νέας σοσιαλιστικής Λαϊκής Παιδείας και μετατροπή του σχολείου από όπλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης, σε όπλο για τον κομμουνιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Στα τέλη του 1917 με αρχές του 1918 αυξήθηκε απότομα ο μηνιαίος μισθός των δασκάλων. Η σημασία που έδιναν οι κομμουνιστές και ιδιαίτερα ο Λένιν για την Παιδεία του λαού αναδεικνύεται και από την επιστολή του Λένιν προς τον Στάλιν για τη μείωση του εξοπλιστικού προγράμματος του στόλου, προκειμένου να ενισχυθεί ο προϋπολογισμός του υπουργείου Παιδείας. Ολα αυτά, ενώ μαινόταν η ιμπεριαλιστική επίθεση κατά του νεοσύστατου σοβιετικού κράτους. Τρανή απόδειξη πως ο σοσιαλισμός όχι μόνο δε φοβάται τη γνώση, αλλά μπορεί να υπάρξει μόνο μέσω αυτής, αποτελεί η ΕΣΣΔ. Το διάταγμα του 1920 «Για την εξάλειψη της αγραμματοσύνης του πληθυσμού της ΣΟΣΔΡ» δίνει το σύνθημα. Ανοίγουν παντού σχολεία για ενήλικες και κέντρα εξάλειψης της αγραμματοσύνης. Εκδίδονται σε μεγάλα τιράζ και στις μητρικές γλώσσες αλφαβητάρια και εκπαιδευτικά βιβλία. Στον αγώνα με την αγραμματοσύνη συμμετείχαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, δάσκαλοι, φοιτητές, υπάλληλοι, μορφωμένοι εργάτες και αγρότες. Εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες κάθονταν στα θρανία τα βράδια μετά τη δουλιά. Ηδη, το 1928 είχαν μάθει γράμματα 7 εκατομμύρια περίπου ενήλικες. Από το 1920 έως το 1940 έμαθαν γράμματα 60 εκατομμύρια ενήλικες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 1939, οι εγγράμματοι ηλικίας 9-49 ετών αποτελούσαν το 87,4%. Το 1959 η αγραμματοσύνη είχε νικηθεί ολοκληρωτικά.

Ολα τα σχολεία γενικής μόρφωσης άνοιξαν για όλο το λαό και απαγορεύτηκαν τα ιδιωτικά. Καθιερώθηκε η δωρεάν Παιδεία και η κοινή φοίτηση των δύο φύλων στα σχολεία, χωρίστηκε το σχολείο από την Εκκλησία και η Εκκλησία με τη σειρά της από το κράτος, απαγορεύτηκαν οι θρησκευτικές τελετές και η διδασκαλία οποιουδήποτε θρησκευτικού δόγματος στα σχολεία και καταργήθηκαν οι σωματικές τιμωρίες.

Επίσης, κατακτήθηκε το δικαίωμα των εθνικοτήτων να σπουδάζουν στη μητρική τους γλώσσα, τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία του σοβιετικού συστήματος κοινωνικής προσχολικής διαπαιδαγώγησης, εκπονήθηκαν και εφαρμόστηκαν νέες αρχές εισαγωγής στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, που πλέον άνοιξαν τις πόρτες τους στην εργατική τάξη και τους αγρότες. Μερικά χαρακτηριστικά στοιχεία δίνουν μια «γεύση» για το τι συνέβη. Στο σχολικό έτος '40 - '41, ο αριθμός των μαθητών στην Τουρκμενία αυξήθηκε κατά 37 φορές σε σχέση με το σχολικό έτος 1914 - '15, στην Κιργιζία κατά 47 φορές, στο Ουζμπεκιστάν κατά 75 φορές και στο Τατζικιστάν κατά 854 φορές! Το '40 - '41 φοιτούσαν συνολικά 35,6 εκατομμύρια μαθητές αντί των 9,7 εκατομμυρίων το 1915.

Σήμερα, τίποτα δε θυμίζει αυτό το μεγαλείο της γνώσης. Ενας ανυπολόγιστος στο μέγεθος αριθμός παιδιών πλέον δεν πηγαίνουν καν στο σχολείο. Σύμφωνα με υπολογισμούς των Ηνωμένων Εθνών, τέσσερα στα δέκα παιδιά της Ρωσίας ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Ο αριθμός των ανήλικων εγκληματιών που συλλαμβάνονται έχει αυξηθεί κατακόρυφα.

90 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΧΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής έφερε αλματώδη ανάπτυξη

Η εργάσιμη βδομάδα στη Σοβιετική Ενωση ήταν μια από τις μικρότερες στον κόσμο. Αλλαξε και το περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου
Η εργάσιμη βδομάδα στη Σοβιετική Ενωση ήταν μια από τις μικρότερες στον κόσμο. Αλλαξε και το περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου
Οι προπαγανδιστές του καπιταλισμού δεν μπορούν να κρύψουν ότι το 1929-1933, το παγκόσμιο καπιταλιστικό κραχ, όχι μόνο δεν άγγιξε την ΕΣΣΔ, που μόνη, περικυκλωμένη, οικοδομούσε το σοσιαλισμό, όχι μόνο δεν την επηρέασε η κρίση, αλλά αναπτυσσόταν αλματωδώς, χάρη στην εργατική εξουσία και την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.

Αντίθετα, μετά την ανατροπή του σοσιαλιστικού καθεστώτος, η βιομηχανική παραγωγή παρουσιάζει κατακόρυφη και συνεχή πτώση, μεγαλύτερη και από αυτήν που σημειώθηκε στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1929. Σύμφωνα με την Κρατική Επιτροπή Στατιστικής της Ρωσίας, η πτώση αυτή ήταν 15% το 1991, 18% το 1992, 16% το 1993 και 22% τους πρώτους δέκα μήνες του 1994 («Ελευθεροτυπία», 28/1/95). Δεν είναι, δε, τυχαία η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1998, με το φαινόμενο της απότομης πτώσης των τιμών στο Χρηματιστήριο. Και η αιτία είναι πολύ συγκεκριμένη. Ο καπιταλισμός κοινωνικοποιεί την παραγωγή, αλλά ο παραγόμενος πλούτος ανήκει σε μια χούφτα καπιταλιστές, που παράγουν για να κερδίζουν και όχι για να ικανοποιούν τις ανάγκες της κοινωνίας και των ανθρώπων οι οποίοι παράγουν. Ο σοσιαλισμός παράγει, όχι με κίνητρο το κέρδος, αλλά για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας και των ανθρώπων που παράγουν, άρα καρπώνονται οι ίδιοι τον πλούτο τους.

Η ανατροπή του και το πισωγύρισμα σε κατώτερο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, στον καπιταλισμό, άνοιξε το δρόμο στην πολύπλευρη κρίση που μαστίζει αυτά τα κράτη, όπως και κάθε καπιταλιστικό κράτος και που θα αποτελεί πλέον μόνιμο συστατικό τους. Αντικειμενικά, άνοιξε ο ασκός του Αιόλου, με την όξυνση των αντιθέσεων και των ανταγωνισμών, καταστρέφοντας παραγωγικές δυνάμεις, συγκρατώντας την ανάπτυξη του όγκου παραγωγής, επιδεινώνοντας τη θέση των εργαζομένων.

Η Επανάσταση εγγυήθηκε πρωτοφανή δικαιώματα

Η κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής στην ΕΣΣΔ σήμανε ταυτόχρονα την εγγύηση πρωτοφανών για την εποχή εκείνη πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Την ικανοποίηση σε μαζική κλίμακα στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως της εργασίας, της δωρεάν ιατρικής περίθαλψης και της παιδείας, της παροχής φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, της κατοικίας, της πρόσβασης στις πνευματικές και πολιτιστικές αξίες...

Στη Σοβιετική Ενωση, από το 1956, εφαρμοζόταν καθεστώς 7ωρης και 6ωρης εργάσιμης ημέρας, πενθήμερη εργάσιμη βδομάδα. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν μέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Η εργάσιμη βδομάδα στη Σοβιετική Ενωση ήταν μια από τις μικρότερες στον κόσμο. Αλλαξε και το περιεχόμενο του ελεύθερου χρόνου. Για την αξιοποίησή του, η λαϊκή εξουσία είχε δημιουργήσει και τις ανάλογες προϋποθέσεις, όπως αναπαυτήρια, δίκτυο πολιτιστικών, ενημερωτικών και υγειονομικών ιδρυμάτων. Η κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων ήταν φροντίδα πρώτης προτεραιότητας του σοσιαλιστικού κράτους. Δημιουργήθηκε το καθολικό σύστημα συνταξιοδότησης. Σημαντική ιδιομορφία του συστήματος ήταν το χαμηλό όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση (55 χρόνια για τις γυναίκες, 60 για τους άνδρες). Η χρηματοδότηση των Ταμείων εξασφαλιζόταν από τον κρατικό προϋπολογισμό και τις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων και ιδρυμάτων. Ανάλογες συνθήκες επικρατούσαν και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές σοσιαλιστικές χώρες.

Ο εργαζόμενος άνθρωπος στις σοσιαλιστικές χώρες δε δοκίμαζε τις γνωστές αγωνίες και τα προβλήματα, που γνώρισαν και γνωρίζουν οι εργαζόμενοι των καπιταλιστικών χωρών, όπως η ανεργία, η ακρίβεια, η ανασφάλεια, η εργοδοτική καταπίεση, υποτίμηση και περιφρόνηση, η κοινωνική εγκληματικότητα.

Ενα ολοκληρωμένο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης

Το σοβιετικό κράτος πάντοτε θεωρούσε σαν ένα από τα βασικά του καθήκοντα την προστασία της μητέρας και του παιδιού
Το σοβιετικό κράτος πάντοτε θεωρούσε σαν ένα από τα βασικά του καθήκοντα την προστασία της μητέρας και του παιδιού
Η κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων ήταν φροντίδα πρώτης προτεραιότητας του σοσιαλιστικού κράτους.

Το δικαίωμα συνταξιοδότησης είχε καθοριστεί ως εξής: για γηρατειά, για αναπηρία, σε περίπτωση απώλειας του προστάτη της οικογένειας κ.ά. Στην ΕΣΣΔ το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση (όταν υπάρχουν τα απαιτούμενα χρόνια εργασίας) λόγω γηρατειών ήταν ένα από τα χαμηλότερα στον κόσμο. Για τους άνδρες τα 60 χρόνια, για τις γυναίκες τα 55 χρόνια. Οι εργάτες και υπάλληλοι που απασχολούνταν σε υπόγειες εργασίες, στα χυτήρια ή σε παρόμοιες μ' αυτά εργασίες, καθώς και σ' άλλες δουλιές με βαριές συνθήκες, έπαιρναν σύνταξη όταν συμπλήρωναν τα 50 χρόνια ηλικίας οι άνδρες και τα 45 οι γυναίκες.

Σ' αντίθεση, στις καπιταλιστικές χώρες συντάξεις γηρατειών παίρνουν σε ηλικία 60-67 χρόνων. Π.χ. για τους άνδρες και τις γυναίκες στις ΗΠΑ, στον Καναδά, τις Κάτω Χώρες, τη Φινλανδία, δικαίωμα για σύνταξη έχουν τα άτομα που συμπλήρωσαν τα 65 χρόνια, στη Σουηδία και στη Νορβηγία τα 67 χρόνια. Στη Μεγάλη Βρετανία για τους άνδρες τα 65 και για τις γυναίκες τα 60 χρόνια. Για να αποκτήσουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω γηρατειών, σ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους κρατούν από το μισθό των εργαζόμενων σημαντικά ποσά με τη μορφή ασφαλιστικών εισφορών.

Στην ΕΣΣΔ ήταν υψηλό το επίπεδο της καθοριζόμενης σύνταξης σε σχέση με το μισθό εργασίας και μάλιστα όσο μικρότερος είναι ο μισθός, τόσο μεγαλύτερη είναι η αναλογία της σύνταξης.

Η φροντίδα και η περίθαλψη της γυναίκας και του παιδιού

Η σοσιαλιστική εξουσία έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση της καταπίεσης της γυναίκας, ξεπερνώντας, τις τεράστιες δυσκολίες που αντικειμενικά υπήρχαν. Της εξασφάλισε ίσα δικαιώματα στον οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό τομέα, χωρίς να σημαίνει ότι έγινε δυνατό στο διάστημα αυτό να εξαλειφθεί κάθε μορφή ανισότιμων σχέσεων με το άλλο φύλο, που είχαν παγιωθεί σε μια μακρόχρονη πορεία.

Το σοβιετικό κράτος πάντοτε θεωρούσε σαν ένα από τα βασικά του καθήκοντα την προστασία της μητέρας και του παιδιού και την εξασφάλιση στη γυναίκα εκείνων των συνθηκών που θα της επιτρέπουν να συνδυάζει την παραγωγική και κοινωνική δραστηριότητα, με τη μητρότητα και την ανατροφή των παιδιών της. Ειδική νομοθεσία πρόβλεπε την κατασφάλιση της εργασίας των γυναικών, ιδιαίτερα στην περίοδο της εγκυμοσύνης. Σύμφωνα με τη σοβιετική εργατική νομοθεσία οι έγκυες απαλλάσσονταν από τις υπερωρίες και τη νυχτερινή εργασία και όταν συνέτρεχε λόγος μετατίθονταν σε πιο ελαφριές δουλιές. Στη γυναίκα χορηγούνταν πληρωμένη άδεια εγκυμοσύνης και τοκετού για 112 ημέρες (56 ημέρες πριν και 56 μετά τον τοκετό). Σε περίπτωση που κάποια γεννούσε δύο ή και περισσότερα παιδιά, ή σε περίπτωση επιπλοκών στον τοκετό, η άδεια μετά τον τοκετό αυξάνονταν ως 70 μέρες. Ο κρατικός προϋπολογισμός προέβλεπε κονδύλια, που το ύψος τους συνεχώς αυξανόταν, για την καταβολή επιδόματος στις μητέρες για τη θεραπεία των παιδιών. Το 1975, σε σύγκριση με το 1940, αυξήθηκαν κατά 14 φορές, ενώ τα έξοδα για τη φροντίδα των παιδιών στα βρεφοκομεία, στους παιδικούς σταθμούς, στις κατασκηνώσεις και σε άλλα ιδρύματα εξωσχολικής απασχόλησης αυξήθηκαν περισσότερο από 13 φορές.

Στην προεπαναστατική Ρωσία υπήρχαν 7.500 κλίνες για τις έγκυες και τις λεχώνες, ενώ το 1913, μόνο το 5% των παιδιών γεννιόταν σε νοσοκομείο.

Στα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας οργανώθηκε δίκτυο ιατρείων για την παρακολούθηση των γυναικών στα μαιευτήρια και τα γυναικολογικά τμήματα των νοσοκομείων. Παρόμοιο δίκτυο λειτουργούσε στα χωριά και τα κολχόζ. Το πρόβλημα της εξασφάλισης νοσοκομειακής περίθαλψης κατά τον τοκετό για όλες τις γυναίκες είχε λυθεί ολοκληρωτικά. Το 1975 ο αριθμός των κλινών για τις έγκυες, σε σχέση με το 1940, αυξήθηκε από 147.100 σε 223.000. Η οργάνωση της φροντίδας για τις έγκυες, η στενή παρακολούθησή τους με εξετάσεις και ιατρικές συμβουλές και η εξασφάλιση ειδικής ιατρικής βοήθειας κατά και μετά τον τοκετό, είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η θνησιμότητα των μητέρων και των βρεφών. Χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των Ενωσιακών Δημοκρατιών ήταν η αύξηση του αριθμού των μαιευτήρων και των γυναικολόγων, των παιδικών πολυκλινικών, του αριθμού των κλινών για τις έγκυες, τις λεχώνες και για εκείνες που πάσχουν από γυναικολογικές παθήσεις, καθώς και των ιατρείων που παρακολουθούν τις γυναίκες. Το 1975 λ.χ. ο αριθμός των κλινών για γυναικολογικά θέματα, σε σύγκριση με το 1940, στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν αυξήθηκε από 634 σε 4.703, στη ΣΣΔ του Καζαχστάν από 546 σε 8.281, στη ΣΣΔ της Λετονίας από 272 σε 1.729.

Το Σοβιετικό Κράτος έδειχνε ιδιαίτερη φροντίδα για την υγεία και την ανατροφή των παιδιών. Την προστασία της υγείας των παιδιών αναλάμβαναν τα ιδρύματα για τη θεραπεία και την πρόληψη παιδικών ασθενειών, τα νοσοκομεία παίδων, πολυκλινικές, παιδικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων, σανατόρια, βρεφικοί και παιδικοί σταθμοί, τμήματα σχολικής υγιεινής, υγειονομικοί σταθμοί κ.ά. Το 1975, σε σύγκριση με το 1913, ο αριθμός των κλινών για τα παιδιά στα νοσοκομειακά ιδρύματα μεγάλωσε από 750 σε 529.300. Ο αριθμός των παιδιών σε μόνιμα παιδικά ιδρύματα αυξήθηκε από 5.400 σε 11.523.000, δηλαδή πάνω από 2.000 φορές.

Βασικό ρόλο στην ιατρική περίθαλψη των παιδιών έπαιζαν οι παιδικές πολυκλινικές και τα εξωτερικά ιατρεία. Για πρώτη φορά στον κόσμο καθιερώθηκε η γενική ιατρική παρακολούθηση των παιδιών από παιδιάτρους και μόνιμες νοσοκόμες. Η εξειδικευμένη παιδιατρική περίθαλψη αναπτυσσόταν εντατικά. Στα νοσοκομεία παίδων και τις παιδικές πολυκλινικές οργανώθηκαν τμήματα χειρουργικής, νευροπαθολογίας, ψυχιατρικής κλπ. Το 1975, ο αριθμός των παιδικών σανατορίων αυξήθηκε, σε σχέση με το 1913, από 14 σε 1.219, δηλαδή κατά 87 φορές, ενώ των κλινών σχεδόν κατά 542 φορές. Το δυναμικό σε κλίνες των παιδικών σανατορίων αποτελούσε το 32% του γενικού αριθμού κλινών των σανατορίων.

Το πρώτιστο στον κόσμο κρατικό υγειονομικό σύστημα

Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου στο υγειονομικό σύστημα της ΕΣΣΔ προκλήθηκαν ζημιές ύψους 6,6 δισεκατομμυρίων ρουβλιών και καταστράφηκαν 40.000 νοσοκομεία και άλλα υγειονομικά κέντρα, μόλις το 1947 οι βασικοί δείκτες υγειονομικής περίθαλψης έφτασαν τα προπολεμικά όρια (στη φωτογραφία, τμήμα του κεντρικού νοσοκομείου της Μολδαβίας, 1984)
Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου στο υγειονομικό σύστημα της ΕΣΣΔ προκλήθηκαν ζημιές ύψους 6,6 δισεκατομμυρίων ρουβλιών και καταστράφηκαν 40.000 νοσοκομεία και άλλα υγειονομικά κέντρα, μόλις το 1947 οι βασικοί δείκτες υγειονομικής περίθαλψης έφτασαν τα προπολεμικά όρια (στη φωτογραφία, τμήμα του κεντρικού νοσοκομείου της Μολδαβίας, 1984)
Το υγειονομικό σύστημα της ΕΣΣΔ αποτελούσε ένα από τα λαμπρά επιτεύγματα του σοβιετικού λαού και δομήθηκε μέσα στις πιο αντίξοες και δύσκολες συνθήκες που ακολούθησαν την Επανάσταση, με τον εμφύλιο και τον ιμπεριαλιστικό αποκλεισμό του νεοσύστατου κράτους, αλλά και με την τραγική κατάσταση που κληρονόμησε από το τσαρικό καθεστώς.

Στην προεπαναστατική Ρωσία δεν υπήρχε κρατική προστασία της υγείας. Η περίθαλψη γινόταν από ιδιωτικούς γιατρούς, οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι στις μεγάλες πόλεις, ενώ η επαρχία ουσιαστικά ήταν αφημένη στην τύχη της. Το 1913 η αναλογία ήταν ένας γιατρός ανά 5.656 άτομα. Λόγω, όμως, της ανισομερούς κατανομής, σε περιοχές όπως, για παράδειγμα, το Τατζικιστάν και η Κιργιζία, η αναλογία έφτανε τον ένα γιατρό ανά 50.000.

Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο που η χώρα κατείχε την πρώτη θέση στην εξάπλωση μεταδοτικών ασθενειών. Η πανούκλα, η χολέρα, η ευλογιά και άλλες επιδημίες αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό και προκαλούσαν τεράστιες καταστροφές στην οικονομία. Το 1912, περίπου 13 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν προσβληθεί από επιδημικές ασθένειες. Μόλις 23 μεγάλες πόλεις σε όλη την αχανή έκταση της τσαρικής αυτοκρατορίας είχαν αποχετευτικό σύστημα, ενώ η πλειοψηφία του πληθυσμού έπινε ακατάλληλο νερό.

Πάνω από το ένα τρίτο των πόλεων δεν είχαν νοσοκομείο. Αλλά και από αυτά που υπήρχαν, μόνο το 21% είχαν πάνω από 20 κρεβάτια.

Για τους επαναστάτες το ζήτημα της λαϊκής περίθαλψης ήταν πρωταρχικό, αφού αντικειμενικά αποτελούσε κομβικό σημείο στο πλέγμα των λαϊκών δικαιωμάτων. Ηδη από το 1903 ο Λένιν προσδιορίζει τα καθήκοντα του κράτους για την προστασία της υγείας, τα οποία εντάσσονται στο 1ο Πρόγραμμα του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος την ίδια χρονιά.

Η ανάπτυξη της οικονομίας και του πολιτισμικού επιπέδου του λαού μετά το 1917 είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί ο πληθυσμός της ΕΣΣΔ το 1976 κατά 96 και πλέον εκατομμύρια ανθρώπους σε σχέση με το 1913, παρά το βαρύ φόρο αίματος της ΕΣΣΔ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε σχέση πάλι με το 1913, η γενική θνησιμότητα στην ΕΣΣΔ μειώνεται κατά τρεις και πλέον φορές, ενώ η παιδική θνησιμότητα κατά 10 φορές.

Το 2ο Πρόγραμμα του ΡΚΚ (μπολσεβίκοι), που ψηφίστηκε στο 8ο Συνέδριο το 1919, θέτει ως πρωταρχικά καθήκοντα την εξυγίανση των κατοικημένων χώρων, την προστασία του εδάφους, του νερού και του αέρα, την υγειονομική προστασία των εστιατορίων, τη δημιουργία υγειονομικής νομοθεσίας κλπ.

Κατά τη διάρκεια του πρώτου πεντάχρονου πλάνου (1929-'32) οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη αυξήθηκαν κατά 4 φορές σε σχέση με το 1913. Το 1940 ο αριθμός των γιατρών αυξήθηκε κατά 6 φορές, των μεσαίων υγειονομικών στελεχών πάνω από 10 φορές και των κρεβατιών στα νοσοκομεία κατά 3,8 φορές.

Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου στο υγειονομικό σύστημα της ΕΣΣΔ προκλήθηκαν ζημιές ύψους 6,6 δισεκατομμυρίων ρουβλιών και καταστράφηκαν 40.000 νοσοκομεία και άλλα υγειονομικά κέντρα, μόλις το 1947, οι βασικοί δείκτες υγειονομικής περίθαλψης έφτασαν τα προπολεμικά όρια. Οσον αφορά στις επιδημίες, από τη δεκαετία του 1950, ο δείκτης της νοσηρότητας και των αιτιών θανάτου στην ΕΣΣΔ παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που παρατηρούνται και στις αναπτυγμένες χώρες.

90 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΧΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η οικοδόμηση και η πορεία του σοσιαλισμού σε συνθήκες αντιπαράθεσης με τον καπιταλισμό

Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού συντελέστηκε μέσα σε συνθήκες αναμέτρησης και αντιπαράθεσης με το καπιταλιστικό σύστημα και ιδιαίτερα με το πιο επιθετικό μέρος του, τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και τους διεθνείς οργανισμούς, σε συνθήκες αυξανόμενης διεθνοποίησης όλων των όρων της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής.

Από την πρώτη στιγμή που επικράτησε η Οχτωβριανή Επανάσταση ο ιμπεριαλισμός έθεσε ως πρώτιστο καθήκον του την ανατροπή του νεαρού σοβιετικού κράτους, στην αρχή με την ένοπλη επέμβαση και βία και κατόπιν με την τακτική της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης και απομόνωσης, η οποία επέβαλε και τον εμφύλιο πόλεμο. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ενθάρρυναν τη ναζιστική Γερμανία με την ελπίδα ότι θα γονατίσει και θα ηττηθεί κάτω από τα πλήγματα και τις καταστροφές του πολέμου.

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απόσπαση από τον καπιταλισμό ένδεκα κρατών, δηλαδή του 26% του παγκόσμιου εδάφους, ο ιμπεριαλισμός επιχειρεί με όλα τα μέσα να εμποδίσει την επέκταση του σοσιαλισμού και ταυτόχρονα να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, εφαρμόζοντας την τακτική του «ψυχρού πολέμου» και διακηρύσσοντας σε όλους τους τόνους τα συνθήματα της «κομμουνιστικής απειλής» και του «κομμουνιστικού χάους». Παραβιάζουν μεταπολεμικές συμφωνίες με στόχο να ενισχυθεί η Γερμανία και να γίνει επιθετικό προγεφύρωμα σε βάρος των σοσιαλιστικών χωρών και της ίδιας της Σοβιετικής Ενωσης.

Ο ιμπεριαλισμός ευθύνεται για περισσότερες από 150 πολεμικές επιχειρήσεις, συγκρούσεις και πραξικοπήματα, μέσω των οποίων αναδείχτηκαν δικτατορικά, τρομοκρατικά καθεστώτα. Πάνω από 1,5 εκατομμύριο παιδιά είναι τα θύματα των πολέμων που προκάλεσε ο ιμπεριαλισμός από τις αρχές της 10ετίας του '80 μέχρι σήμερα.

Στις αρχές της δεκαετίας του '70 η πολιτική του «ψυχρού πολέμου» έφθασε σε αδιέξοδο. Αναζητούνται δρόμοι, προκειμένου να υπονομευτεί το σοσιαλιστικό σύστημα και το κομμουνιστικό κίνημα σε όλο τον κόσμο. Τα βαθύτερα αίτια της νέας τακτικής βρίσκονται στο γεγονός ότι οι θέσεις του ιμπεριαλισμού εξασθένησαν στρατιωτικά και πολιτικά χάρη στην οικονομική, στρατιωτική και πολιτική άνοδο του σοσιαλισμού, τα επιτεύγματα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και την πάλη των λαών στις καπιταλιστικές χώρες.

Η Διάσκεψη του Ελσίνκι, που πραγματοποιήθηκε κάτω από την επίμονη πίεση των σοσιαλιστικών χωρών και του διεθνούς φιλειρηνικού κινήματος, είχε ως αποτέλεσμα μια μορφή συμβιβασμού ανάμεσα στις σοσιαλιστικές και καπιταλιστικές χώρες1.

Ο ιμπεριαλισμός, όμως, δεν είναι διατεθειμένος να σεβαστεί τις συμφωνίες. Αμέσως μετά τη διάσκεψη αναπροσαρμόζει την τακτική του απέναντι στο σοσιαλιστικό σύστημα, με στόχο να επωφεληθεί μονόπλευρα από τις συμφωνίες. Χρησιμοποιεί ως αντίβαρο την ιδεολογική δολιοφθορά, την αξιοποίηση των εσωτερικών δυσκολιών και αδυναμιών, που εμφανίζονται στις χώρες του σοσιαλισμού, εξαιτίας αντικειμενικών αλλά και υποκειμενικών παραγόντων. Εγκαινιάζει την πολιτική «των γεφυρών», την τακτική της δήθεν «σύγκλισης των δύο συστημάτων» και της αναγνώρισης «ορισμένων» επιτυχιών του σοσιαλισμού, πάντα με τον ίδιο στόχο, να καταφέρει το αποφασιστικό πλήγμα στο σοσιαλιστικό σύστημα.

Νέα αναπροσαρμογή στην τακτική του ιμπεριαλισμού σημειώνεται στα τέλη της 10ετίας του 1970, με την πολιτική της «αντι-ύφεσης».

Με πρόσχημα τη δήθεν αλλαγή της στρατιωτικοστρατηγικής ισορροπίας, υπέρ της Σοβιετικής Ενωσης, αναπτύσσεται μια συστηματική ρεβανσιστική προσπάθεια του ιμπεριαλισμού. Με επικεφαλής τις ΗΠΑ ξεκινάει μια νέα κούρσα εξοπλισμών όχι μόνο στη Γη αλλά και στο Διάστημα.

Οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες οργανώνουν συστηματικές και πολύμορφες «προβοκάτσιες» και αντικομμουνιστικές εκστρατείες με σύνθημα την υπεράσπιση των «ανθρώπινων δικαιωμάτων». Χρησιμοποιούν τα πιο σύγχρονα ιδεολογικά όπλα χειραγώγησης των λαών, για να διαμορφώσουν ένα εχθρικό κλίμα σε βάρος των σοσιαλιστικών χωρών και του κομμουνιστικού κινήματος γενικότερα. Στηρίζουν ανοιχτά διάφορα αντισοσιαλιστικά και αντικομμουνιστικά στοιχεία και ομάδες, όπως δείχνουν τα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας και της Πολωνίας. Αξιοποιούν τις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές ανάμεσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα. Υποστηρίζουν οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, ακόμη και την παραμικρή εκδήλωση δυσαρέσκειας ή διαφωνίας με το ΚΚΣΕ και τη Σοβιετική Ενωση. Διαθέτουν δισεκατομμύρια δολάρια, μέσα από τους προϋπολογισμούς των χωρών τους, για τους σκοπούς αυτούς.

Χρησιμοποιούν έναν ατέλειωτο κατάλογο μεθόδων, αντιπερισπασμών και σαμποτάζ, ανάλογα με τις περιστάσεις και την ιδιομορφία της κάθε χώρας2. Πλάι στον παλιότερο αντικομμουνισμό, που έγραφε στη σημαία του το σύνθημα «κάλλιο νεκρός παρά κόκκινος», εμφανίζεται ο σύγχρονος, με βασικό πάντα σκοπό τη βαθμιαία παλινόρθωση του καπιταλιστικού συστήματος.

Οπως γίνεται φανερό, η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα και η συγκεκριμένη, κάθε φορά, ευέλικτη τακτική της αποτελούσε ένα σημαντικό και σοβαρό παράγοντα που ασκούσε επίδραση στις σοσιαλιστικές χώρες, στις διεθνείς σχέσεις. Η οποιαδήποτε υποτίμηση και πολύ περισσότερο η καλλιέργεια αυταπατών για τη φύση και το χαρακτήρα του ιμπεριαλισμού έχουν για το εργατικό και λαϊκό κίνημα αρνητικά, ολέθρια αποτελέσματα. Οι συνέπειες της ενιαίας στρατηγικής και τακτικής του καπιταλισμού απέναντι στο σοσιαλισμό δε συνάντησαν την ανάλογη δράση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, σε συνθήκες που υπήρχε απαίτηση όχι μόνο για μια ενιαία στρατηγική απάντηση, αλλά και από κοινού επεξεργασμένη τακτική.

(Απόσπασμα από την έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ «Προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη», Μάρτης 1995).

Σημειώσεις:

1. Εβδομήντα χώρες της Αφρικής, Ασίας και Λατινικής Αμερικής αποκτούν την εθνική τους ανεξαρτησία. Οι περισσότερες από αυτές στηρίζονται στην οικονομική και επιστημονική βοήθεια των σοσιαλιστικών χωρών προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά τους προβλήματα. Αποφασιστικός επίσης παράγοντας που επέβαλε τη διαφοροποίηση ήταν η αλλαγή του στρατιωτικού συσχετισμού δυνάμεων, όταν η ΕΣΣΔ κατάφερε να μπει σε πορεία εξισορρόπησης προς το οπλοστάσιο των ΗΠΑ. Επέδρασαν η ήττα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, οι κατακτήσεις του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος που οδήγησαν στην κατάρρευση της αποικιοκρατίας.

2. Δόγμα Τζόνσον κυρίως μετά το 1964 με την πολιτική των «γεφυρών» προς τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Αντίθετα, απέναντι στην ΕΣΣΔ ακολουθείται η πολιτική του εκφοβισμού με τα πυρηνικά όπλα, η πολιτική απομόνωσης απέναντι στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Επιλογή μεθόδων που θα ευνοούσαν την από τα μέσα κατάρρευση του σοσιαλιστικού συστήματος. Προβάλλεται η θεωρία της «ανεξαρτησίας από την ΕΣΣΔ», αναπτύσσεται η προπαγάνδα ότι «η πρόοδος της Ανατ. Ευρώπης εξαρτάται από την επέκταση των σχέσεων και την άμβλυνση της αντιπαράθεσης με τη Δύση».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ