Κυριακή 17 Νοέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Στα γρήγορα

Κολοκυθάκια ωμά με ρόκα, πιπεριές και ντομάτες.

Θα χρειαστούμε: 400 γραμμάρια κολοκυθάκια, εκατό γραμμάρια τυρί χαλούμι, ένα ματσάκι ρόκα καθαρισμένο και πλυμένο, δυο ντομάτες κομμένες σε φέτες, δυο κόκκινες πιπεριές, δυο πορτοκαλί πιπεριές, ένα κουταλάκι του γλυκού κάππαρη, αλάτι, πιπέρι, ελαιόλαδο, ξίδι και φρέσκο βασιλικό. Σε ένα μπολ κόβουμε τα κολοκυθάκια σε λεπτές φέτες και τα μαρινάρουμε με λαδόξιδο που έχουμε ήδη ετοιμάσει. Προσθέτουμε το βασιλικό και τα αφήνουμε για είκοσι λεπτά. Επειτα κόβουμε τα υπόλοιπα λαχανικά σε λεπτές φέτες και το χαλούμι και τα ρίχνουμε μέσα στο μπολ, καθώς και λίγη κάππαρη. Δύσκολο ήταν;

Φρούτα και χυμοί... ασπίδα σε κρυολογήματα και ιούς

Ο χειμώνας προχωρεί με βήματα κρυωμένα και κουρασμένα. Μια κόπωση πλανάται στο γραφείο και στο σπίτι. Δεν πρέπει όμως με κανένα τρόπο να επιτρέψουμε την απλή αδιαθεσία και ακεφιά να εξελιχθεί σε ίωση και να μας ταλαιπωρήσει. Θα τονώσουμε τον οργανισμό μας με ένα πλούσιο διαιτολόγιο σε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Γι' αυτό προτείνουμε μια φρουτοθεραπεία που μπορούμε να την επαναλαμβάνουμε μια φορά το μήνα ή και συχνότερα.

1η μέρα

Πρωί: Φρουτοσαλάτα από 1 ακτινίδιο, 1 πορτοκάλι και 1 αχλάδι ή όποιο άλλο φρούτο σας αρέσει.

Μεσημέρι: Φρουτοσαλάτα από 1 κόκκινο και 1 πράσινο μήλο, 1/2 αβοκάντο, 2 μανταρίνια.

Βράδυ: Χυμό από 1 πορτοκάλι και συνδυασμό φρούτων της αρεσκείας σας.

Ανάμεσα στα γεύματα, ακόμα και στο γραφείο, μπορείτε να τρώτε ένα μήλο ή λίγα ξερά δαμάσκηνα και ξανθές σταφίδες.

2η μέρα

Πρωί: Φρουτοσαλάτα από 2 φέτες ανανά και 2 μανταρίνια.

Μεσημέρι: Φρουτοσαλάτα από μπανάνες και ακτινίδια.

Βράδυ: Χυμό από 2 πορτοκάλια και 2 κόκκινα μήλα.

Επιτρέπεται ένα σνακ, 2 ακτινίδια ή λίγα ξερά δαμάσκηνα και ξανθές σταφίδες.

3η μέρα

Πρωί: Χυμό από 3 πορτοκάλια.

Μεσημέρι: Φρουτοσαλάτα από 2 μήλα, 2 ακτινίδια.

Βράδυ: Χυμό από 3 πορτοκάλια και 1 μπανάνα.

Στη διάρκεια της μέρας, εάν πεινάσετε, μπορείτε να φάτε και δυο μπανάνες.


Χ. Κ.

Εν συντομία 17/11/02

«Κάτι μαγειρεύει ο Ηλίας» είναι ο τίτλος του «εύγευστου» βιβλίου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μοντέρνοι Καιροί». Πρόκειται για ένα βιβλίο που οφείλουμε να προμηθεύουμε εμείς που αγαπούμε το καλό φαγητό αλλά δυστυχώς αγνοούμε, εν μέρει ή και πλήρως, τις μυστηριώδεις δραστηριότητες ενός καλού μάγειρα ή μαγείρισσας όταν κλείνονται μέσα στην αίθουσα των θαυμάτων: στην κουζίνα. Ο Ηλίας Μαμαλάκης είναι γνωστός και ως γευσιγνώστης και ως άνθρωπος που θέλει να μοιραστεί τις πολύτιμες γνώσεις του και τις ενδιαφέρουσες εμπειρίες του, γι' αυτό και δε δίνει μονάχα όμορφες γευστικές συνταγές, αλλά εξηγεί - κυρίως αυτό - την επιθυμία του σημερινού καταναλωτή που θέλει να ξέρει τι τρώει και πώς να τρέφεται όσο μπορεί πιο υγιεινά. Ο συγγραφέας μάς προσφέρει τα μυστικά του για να κάνουμε και εμείς πεντανόστιμα πιάτα με κρέας, κοτόπουλο και σαλάτες, με λίγα λόγια μας δίνει χρήσιμες και πολύτιμες συμβουλές για μοναδικά και πρωτότυπα εδέσματα. Αντε και καλή μας όρεξη.

Σε «βαθιά νερά» το αστυνομικό

Εάν παραδεχτούμε ότι υπάρχουν δύο είδη αστυνομικών μυθιστορημάτων, με πολλές υποκατηγορίες φυσικά, θα μπορούμε να τα χωρίσουμε στο καθ' αυτό αστυνομικό μυθιστόρημα, στο οποίο φυσικά δεν έχει θέση ο σίριαλ κίλερ, δηλαδή ο κατά συρροήν δολοφόνος, του οποίου τις δραστηριότητες και τον ψυχισμό μονάχα ένας ειδικός ψυχίατρος θα μπορούσε να περιγράψει και στη συνέχεια να αναλύσει. Το κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος σταυρολέξου, αινίγματος, γρίφου, μαθηματικής εξίσωσης κι αυτό συμβαίνει, επειδή η προσοχή του αναγνώστη εστιάζεται στην προσπάθεια να λύσει το μυστήριο, ενώ, αντίθετα, το κοινωνικό αστυνομικό μυθιστόρημα έχει μονάχα σαν πρόσχημα το αστυνομικό στοιχείο, για να έχει τη δυνατότητα να προβάλλει με έναν ιδιαίτερο τρόπο τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής του.

Γενικώς, θα λέγαμε ότι και στα δύο είδη των αστυνομικών μυθιστορημάτων, σημασία έχει περισσότερο η πλοκή που οφείλει να διεγείρει τον αναγνώστη, με αποτέλεσμα το κέντρο βάρους να πέφτει στη δράση, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα το υφολογικό στοιχείο. Ομως, και στα δύο αυτά είδη κυρίαρχο στοιχείο είναι ο ψυχολογικός παράγοντας τόσο του θύματος, όσο και του θύτη, τόσο στην ανάλυση μιας ψυχοσύνθεσης όσο και σε ορισμένα χαρακτηριστικά που αναδεικνύουν τον συγκεκριμένο ψυχισμό των ηρώων...

Στην περίπτωση του βιβλίου της Πατρίτσια Χαϊσμίθ «Βαθιά νερά», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Ροές», σε μετάφραση Γιώργου Τασσόπουλου, ελάχιστα από τα προαναφερθέντα ισχύουν.

Η Χαϊσμίθ, η «ποιήτρια του δέους», όπως την αποκάλεσε ο εξαιρετικός Αγγλος συγγραφέας Γκράχαμ Γκρην, παρατηρεί την αμερικανική κοινωνία και εισχωρεί αργά, αλλά σταθερά και μεθοδικά, στα άδυτα της ψυχής ενός άνδρα. Ενός άνδρα με καλούς και ευγενικούς τρόπους με βαθιά μόρφωση και καλλιέργεια, ενός φίλου αγαπητού σε όλους. Ενός τρυφερού πατέρα, ενός εργοδότη γενναιόδωρου, ενός περιφρονημένου, αλλά άψογου συζύγου. Η Μελίντα, η γυναίκα του, του συμπεριφέρεται με τρόπο απερίγραπτο και εξευτελιστικό, τόσο που κάνει τον αναγνώστη να αναρωτιέται: τι είδους γυναίκα είναι αυτή, που όχι μονάχα προτιμά να καταφεύγει σε ξένες αγκαλιές, αλλά που έχει το θράσος να τις φέρνει και να τις επιβάλλει μέσα στο ίδιο του το σπίτι; Μια γυναίκα που αδιαφορεί και για τον άνδρα της και για την κόρη της; Μια νέα όμορφη γυναίκα που το μόνο που έχει στο νου της είναι οι προσωπικές ερωτικές και εφήμερες σχέσεις; Ηλίθιες σχέσεις. Στην αρχή ο αναγνώστης μένει άναυδος με την ιώβεια υπομονή του Βικ, με την καλοσύνη του, την πραότητά του, χωρίς να πολυκαταλαβαίνει αυτή την απίστευτη γενναιοψυχία που συγχωρεί τα ασυγχώρητα, τη μανία του να δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα. Αλλά μετά αρχίζει να τον καταλαβαίνει ή εν πάση περιπτώσει να νομίζει ότι τον καταλαβαίνει, επειδή η συγγραφέας τον κατανοεί και τον εξηγεί. Είναι, άραγε, ο Βικ παρανοϊκός ή παρανοεί σιγά - σιγά, εξαντλώντας όλα τα αποθέματα της αντοχής του και εγκληματεί; Πάσχει από μια σύγχρονη νεύρωση που μοιάζει με ανίατη μεταδοτική νόσο, ή μήπως είχε τόσο πιστέψει στην ψυχική του υγεία, που αγνόησε έγκαιρα τα μηνύματα που τον απειλούσαν; Δε θα μπορούσαμε να απαντήσουμε με σιγουριά. Ενα είναι βέβαιο ότι τούτο το «αστυνομικό» μελαγχολικό μυθιστόρημα είναι εξαιρετικό και αναγκάζει τον αναγνώστη να κολυμπήσει σε «βαθιά νερά...».

Στη Σιγκαπούρη και στο Χονγκ - Κονγκ

Μια άποψη του Χονγκ - Κονγκ
Μια άποψη του Χονγκ - Κονγκ
Και κάπου εκεί μακριά, κυνηγώντας τον ήλιο στις ρίζες του, με αμέτρητες ώρες πτήσης, υπάρχει ένας άλλος, ένας τεράστιος κόσμος που δε γνωρίζουμε και ζητάμε ν' ανακαλύψουμε. Ενας βαρυσήμαντος κόσμος, κέντρο διεθνούς εμπορίου, πέρασμα και κατάκτηση εκατοντάδων χρόνων των Αγγλων αποικιοκρατών, που είδαν την επιτελικότητα και σπουδαιότητα του χώρου, θυσίασαν χιλιάδες ανθρώπους, προκειμένου να το κατακτήσουν και επαίρονται σήμερα για την εξέλιξή τους.

Μιλάμε, φυσικά, για τις δυο μεγάλες μητροπόλεις του διεθνούς και ευδαιμονικού καταναλωτισμού, προπύργιο και στάμπα του καπιταλισμού, πρόκληση και ντροπή για τις γύρω χώρες της περιοχής που λιμοκτονούν και υποφέρουν.

Μιλάμε για τη Σιγκαπούρη και το Χονγκ - Κονγκ, τις τόσο εξέχουσες, εντυπωσιακές και επιβλητικές πόλεις της ΝΑ Ασίας, και με πιάνει τρόμος και δέος στη σκέψη, πως να και τη δική μας χώρα έτσι θα ήθελαν -και θα επιδιώξουν- να καταντήσουν. Να της μοστράρουν μια υπερσύγχρονη και υπερμοντέρνα φυσιογνωμία, ενός παραθεριστικού κέντρου υψηλών προδιαγραφών, με ξενοδοχειακές και τραπεζικές εγκαταστάσεις, με σαπουνόπερες και καζίνο που εμείς καλά δασκαλεμένοι, μ' ένα φαρδύ ψεύτικο χαμόγελο και μια ελαφρά κλίση του κεφαλιού φέροντας τις εθνικές μας ενδυμασίες για φολ-κλορ θα παίζαμε το ρόλο του πορτιέρη, του σερβιτόρου και του γκρουπιέρη στα σεβαστά γηραιά αφεντικά, που θα μας έκαναν την τιμή να περάσουν μερικές μέρες διακοπών στη χώρα μας.

Πλωτά εστιατόρια στην Αμπερτίν του Χονγκ - Κονγκ
Πλωτά εστιατόρια στην Αμπερτίν του Χονγκ - Κονγκ
* * *

Κινέζοι, Ινδοί, Μαλαίσιοι, Καμποτζιανοί, Ινδοκινέζοι, Φιλιππινέζοι. Ενα κράμα λαών και ανθρώπων μετανάστευσαν, προσφέροντας τα φτηνά εργατικά τους χέρια και από τις οδηγίες των Αγγλων αποικιοκρατών να κόπτονται πώς να εξυπηρετήσουν τους λευκούς αφεντάδες καταναλωτές με τα πολλά λεφτά.

Πολλοί απ' αυτούς -ιδίως Κινέζοι και Ινδοί- έχουν προσαρμοστεί στις υπάρχουσες καταστάσεις, έχουν γίνει φτηνοί διαχειριστές μιας ξένης εξουσίας, ή έχουν πάρει εξέχουσες εμπορικές θέσεις στο καταναλωτικό αυτό μείγμα της πολυπρόσωπης ανθρώπινης κοινωνίας. Η Σιγκαπούρη -ένα μικρό νησί στο κάτω άκρο της χερσονήσου της Μάλακας- είναι το κορυφαίο οικονομικό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ασίας που ξεκίνησε από ένα μικρό χωριό Μαλαισίων, όπου ο Βρετανός θαλασσοπόρος Τόμας Ραφλς ίδρυσε το 1819 έναν εμπορικό σταθμό, μια απλή βάση στην αρχή που αργότερα έγινε αποικία και εξελίχτηκε σήμερα σ' ένα ανεπτυγμένο, ελεύθερο και ανεξάρτητο από το 1960 βιομηχανικό κράτος. Εκείνο που εντυπωσιάζει διασχίζοντας την πόλη, είναι η εκπληκτική μοντέρνα της ρυμοτομία, τα τεράστια πολυκαταστήματα με τη μεγάλη ποικιλία προϊόντων, ιδίως ηλεκτρονικών, με τους πολυάριθμους και απίθανους σε συνδυασμούς ουρανοξύστες και οι εκπληκτικοί κήποι με γκαζόν, πανύψηλα τροπικού κάλλους δέντρα, ποικιλίες φανταχτερών και πολύχρωμων λουλουδιών και προπαντός ο κήπος με τις ορχιδέες μέσα σε μια οργιώδη και ποικιλοπράσινη βλάστηση από πανέμορφα σχήματα και χρώματα. Μια φανταχτερή πολιτεία με πολλή κίνηση υποταγμένη στο θεό του χρήματος και του κέρδους.

Χονγκ - Κονγκ

Σιγκαπούρη, στο πάρκο με τις ορχιδέες
Σιγκαπούρη, στο πάρκο με τις ορχιδέες
Μια εξίσου εντυπωσιακή κι ακόμα πιο επιβλητική, λόγω της γεωγραφικής της θέσης - χτισμένη σ' ένα ορεινό αλλά κατάφυτο νησάκι στην αγκαλιά της κινέζικης επικράτειας (145 χιλ. νοτίως της Καντώνας) - είναι και η πόλη του Χονγκ - Κονγκ. Δείχνει τη θέληση και το πείσμα του ανθρώπου να δημιουργήσει και να μεγαλουργήσει. Ενα κράμα 6 εκατ. λαού συνωστίζεται σ' ένα απίστευτα μικρό χώρο, δημιουργώντας κυκλοφοριακή και οικιστική συμφόρηση. Ετσι, η πόλη αντί ν' απλώνει σε μάκρος, επεκτείνεται σε ύψος με πανύψηλους και πολύ κοντά ο ένας στον άλλο ουρανοξύστες.

Σήμερα το Χονγκ - Κονγκ είναι το τρίτο οικονομικό κέντρο του κόσμου (μετά τη Ν. Υόρκη και το Λονδίνο) με 12.000 βαριές βιομηχανίες και πολύ τουρισμό, ωστόσο (όπως και στη Σιγκαπούρη) λείπει η λάμψη του πνεύματος και της τέχνης. Επικοινωνεί με την απέναντι χερσόνησο του Καούλιο με τρία υπόγεια (κάτω από τη θάλασσα) τούνελ.

Ο Μάρκο Πόλο του 13ου αιώνα ήταν εκείνος που ανακάλυψε το νησί και το ονόμασε το νησί που ευωδιάζει. Αργότερα (το νησί) πέρασε στα χέρια των Πορτογάλων, των Ισπανών, των Ολλανδών και τέλος των Εγγλέζων όπου το 1898 υπέγραψαν μια συμφωνία με την κινέζικη κυβέρνηση για 99 χρόνια εκμετάλλευσης του νησιού, όπου η συμφωνία έληξε πριν λίγο καιρό και το νησί ξαναπέρασε στην κατοχή της Κίνας.


Σιγκαπούρη, Κέρινα ομοιώματα στο μουσείο Ιστορίας
Σιγκαπούρη, Κέρινα ομοιώματα στο μουσείο Ιστορίας

Σιγκαπούρη, κινέζικος ναός
Σιγκαπούρη, κινέζικος ναός

Βασίλης ΛΙΟΓΚΑΡΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ