Ανοιξιάτικες σταγόνες: 2/3 Τζιν. 1/3 Χυμό γκρέιπ φρουτ, μισή κουταλιά της σούπας ζάχαρη και πολλά παγάκια. Θα γεμίσουμε τα ποτήρια έως τα 2/3, θα προσθέσουμε σόδα ή τόνικ γουότερ και θα τα ανακατέψουμε ελαφρά.
Τζιν Φις: 2/3 Τζιν. 1/3 χυμός λεμονιού. Μισή κουταλιά της σούπας ζάχαρη και πολλά παγάκια. Γεμίζουμε τα ποτήρια μέχρι τα 2/3. Προσθέτουμε σόδα και τα ανακατεύουμε ελαφρά. Και ασφαλώς ευχόμαστε: Εις υγείαν.
Κάνουμε σχέδια για το τραπέζι με τα νηστίσιμα εδέσματα που θα φτιάξουμε ή θα αγοράσουμε αυτές τις μέρες που έρχεται ή μάλλον έχει ήδη έρθει η Σαρακοστή. Εκτός και αν δεν το πήρατε είδηση...
Το τουρσί, ο ταραμάς, οι ελιές, τα οστρακοειδή και τα παστά έχουν την τιμητική τους τις μέρες αυτές. Γι' αυτό και εμείς οφείλουμε από τη στήλη μας να σας τονίσουμε τους κινδύνους από την αγορά σαρακοστιανών από αμφιβόλου ποιότητας και προέλευσης προϊόντα. Τι θα πρέπει να προσέξετε:
Την ποιότητα των νωπών ή κατεψυγμένων θαλασσινών. Στα ψάρια θα πρέπει να προσέξετε το μάτι του ψαριού να είναι γυαλιστερό και όχι θαμπό και η οσμή του να μη δείχνει σημάδια σήψης ή άλλης μυρωδιάς. Ιδιαίτερη προσοχή στην αγορά οστρακοειδών (πίνες, μύδια, κυδώνια κ.ά.), αν όντως είναι φρέσκα, προσέχοντας το κέλυφός τους να είναι κλειστό και να μην έχει ανοίγματα στο πλάι και να μην έχει άσχημη μυρωδιά. Αν πάλι μερικά από αυτά έχουν ανοίξει, θα πρέπει μόλις τα πιέσετε ελαφρά, να κλείσουν. Το υγρό στο εσωτερικό των οστρακοειδών θα πρέπει να είναι άοσμο καθαρό, χωρίς ξένα στοιχεία, ενώ το ψαχνό τους θα πρέπει να αντιδρά στο άγγιγμα με συστολή.
Ας ετοιμάσουμε ένα ιταλικό πιάτο, μια πάστα σούτα, τα ζυμαρικά έτσι ονομάζονται εκεί. Η πάστα (η ζύμη), λοιπόν, είναι πάντα φρέσκια και φυσικά θέλει λίγο βράσιμο, όσο λένε οι οδηγίες για να γίνουν «al dente». Βράζουμε τα μακαρόνια ή τα λαζάνια, τα σουρώνουμε. Στην κατσαρόλα θα προσθέσουμε λίγη κρέμα γάλακτος και λίγο βούτυρο. Θα ρίξουμε πάλι τα μακαρόνια, αφού φυσικά έχουμε σβήσει τη φωτιά, τα ανακατεύουμε, τα σερβίρουμε, τρίβουμε την παρμεζάνα και καλή μας όρεξη.
Τώρα, αν θέλουμε να κάνουμε μια μακαρονάδα με κόκκινη σάλτσα. Θα βάλετε μέσα στην κατσαρόλα εκτός από λίγο λάδι, λίγο κρεμμύδι, την ντομάτα, πιπέρια, πράσινη και κόκκινη, βασιλικό ή μαϊντανό, ελιές (χωρίς κουκούτσι), αλάτι και πιπέρι, πολλή φαντασία. Θα τα αφήσουμε να βράσουν λίγα λεπτά της ώρας και έπειτα θα τα ρίξουμε πάνω στην πάστα. Μα, φυσικά, θα τρίψουμε την παρμεζάνα εκείνη τη στιγμή! Μακαρόνια χωρίς παρμεζάνα δε γίνεται. Θα έμοιαζε σαν μια ομελέτα χωρίς... αυγά. Γίνεται;
(Συγκριτική) ιστορία δυο πόλεων
Περίεργη σκέψη, δεν είναι έτσι; Η πρώτη αντίδραση είναι, ασφαλώς, μια ισχυρή παρόρμηση συγκαταβατικής συμβουλής: «Ε, τέλος πάντων, μην τα παραλές τώρα! Τι σχέση μπορεί να έχει η πόλη της Παλλάδας με τον πολικό κύκλο ή τις παρυφές του;».
Ωστόσο, η παρομοίωση μπορεί να μην είναι τόσο απομακρυσμένη από την πραγματικότητα όσο φαίνεται. Αντίθετα, θα λέγαμε ότι μια βαθύτερη παρατήρηση δείχνει πως οι ομοιότητες μεταξύ των δυο πόλεων χτυπούν στο μάτι...
Οπως η Αθήνα, το Ελσίνκι είναι η πρωτεύουσα μιας ευρωπαϊκής χώρας όχι κεντρικής, που κατέχει το βόρειο άκρο μιας γραμμής, το νότιο άκρο της οποίας κατέχει η Ελλάδα - της γραμμής που οδηγεί στην καθεαυτό Ανατολική Ευρώπη. Το Ελσίνκι είναι η πρωτεύουσα μιας χώρας που δείχνει σαν να παρεμβάλλεται μεταξύ «αλλότριων» όγκων, όπως η Ελλάδα. Ακόμη και στον τομέα της γλώσσας βλέπουμε μια συμβολική ομοιότητα: Και στις δυο περιπτώσεις, κυριαρχεί μια γλώσσα περιορισμένης εδαφικής διάδοσης, που δε χρησιμοποιείται από τους άλλους, αν και στη φινλανδική περίπτωση, και από έλλειψη ευρυτέρου ιστορικού ρόλου, δε μαθαίνεται σε διεθνή κλίμακα στην αρχαία της μορφή.
Από την άλλη μεριά και ευτυχώς (για το Ελσίνκι), η ομοιότητα σταματά εδώ.
Η λύση μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη και στην Αθήνα, μπορεί και να μην γινόταν και ανεκτή. Ωστόσο, υπήρξε αποτελεσματική: Με πράσινους χώρους.
Μιλώντας για πράσινο, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι, κάποτε, λεγόταν ότι η Πρωσία δεν είναι μια χώρα που έχει ένα στρατό, αλλά ένας στρατός που έχει μια χώρα. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για το Ελσίνκι: Δεν είναι μια πόλη που έχει πάρκα, αλλά ένα πάρκο που έχει μια πόλη. Πρόκειται για μια πράσινη έκταση με ένα πράσινο που γίνεται ακόμη πρασινότερο λόγω της υγρασίας που επιβάλλει η βλάστηση με πλατιά φύλλα. Εκεί μέσα βρίσκεται σκορπισμένη και η πόλη, σε σημείο που όταν την αναζητήσαμε, καθώς το αεροπλάνο πετούσε από πάνω της, δεν μπορέσαμε να τη βρούμε.
Υστερα από όσα είπαμε, δεν είναι, νομίζουμε, παράδοξο αν συμπληρώσουμε ότι στο Ελσίνκι (κάποια σύγκριση με την Αθήνα, ίσως;) κυριαρχούν η αραιή διάταξη και η σχετικά χαμηλή δόμηση. Ωραία οικοδόμηση, εκτεταμένη, αλλά όχι εκρηκτική, με φροντίδα για τα ιστορικά μνημεία.
Τώρα, σαν τον μυθικό παπά που ευλογεί τα γένια του, ας αποκαταστήσουμε την Αθήνα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Ελσίνκι είναι μια πολύ όμορφη πόλη και όποιος το επισκέφθηκε, δεν πρόκειται ποτέ να το μετανιώσει, ακόμη και αν το βρει περιτυλιγμένο στο καθόλου μεσογειακά καλοσυνάτο αλλά καθαρά αρκτικό χιόνι του. Ωστόσο, πάντα θα του λείπει κάτι στο οποίο εμείς έχουμε συνηθίσει και δυσκολευόμαστε να αποβάλουμε: Το «εκρηκτικό», το «ανήσυχο» στοιχείο.
... Μια στιγμή! Πάντα θα του λείπει; Είναι γεγονός ότι το Ελσίνκι είναι μια πόλη που ξεχωρίζει με την ησυχία της. Διαφορετικού ιστορικού, γεωστρατηγικού και πολιτικού υποβάθρου από την Αθήνα, δίνει πράγματι την εντύπωση της πόλης όπου «τίποτε ποτέ δε συμβαίνει».