Στη μηνιαία εφημερίδα «Τα νέα της Τέχνης» διαβάζουμε την εξής καταπληκτική είδηση: Ο γνωστός πολωνός Ντανιέλ Ολμπρίνσκι ανακρίνεται από την Αστυνομία και πιθανόν να αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης, επειδή κατέστρεψε ένα πορτρέτο του σε μια έκθεση που έγινε πέρσι σε γνωστή Γκαλερί της Βαρσοβίας.
Θέμα της έκθεσης ήταν οι « Ναζί» και αποτελούνταν από μια ανέκδοτη σειρά φωτογραφιών ηθοποιών που φορούσαν στολές των ναζί, παρμένες φυσικά από ταινίες, χωρίς όμως τη σχετική άδεια από τους ίδιους τους εικονιζόμενους. Ο ηθοποιός κάλεσε την τηλεόραση, μπήκε μες στην γκαλερί και με μια σιδερένια βέργα κατέστρεψε μερικά από τα εκθέματα που κατά τη γνώμη του τον εξέθεταν. Η άποψη του ηθοποιού είναι ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να ξεπερνά τα όρια της εντιμότητας και αυτή η έκθεση είχε σκοπό να εκθέσει τους ηθοποιούς που κατά καιρούς έπαιξαν στον κινηματογράφο το ρόλο του Ναζί. Η απάντηση που έδωσε η ιδιοκτήτρια της Γκαλερί ήταν ότι Ολμπρίνσκι είχε πέσει στην αφάνεια και ζητούσε λίγη δημοσιότητα... Πάντως, σε ανοιχτή επιστολή που έστειλαν δεκαπέντε Πολωνοί καλλιτέχνες δήλωσαν ότι: είναι κακόπιστο να ερμηνεύεται η έκθεση σαν ύμνος προς το φασισμό.
Μα ας αλλάξουμε ομιλία και ας πούμε κάτι σχετικό με τα κρασιά και όχι για τον καιρό όπως νομίσατε. Και αυτό διότι ακόμη βρισκόμαστε ακόμη στη Βενετία. Ας πιούμε ιταλικό κρασί και ας πούμε δυο κουβέντες σχετικά. Με τι; Με τα κρασιά φυσικά. Με συνολική έκταση αμπελών που ξεπερνάει τα 12,5 εκατομμύρια στρέμματα και παραγωγή που πλησιάζει τα 7,5 δισεκατομμύρια λίτρα, η Ιταλία είναι η μεγαλύτερη οινοπαραγωγός χώρα στον κόσμο. Τα κρασιά της καλύπτονται από ένα σύστημα Ονομασιών Προέλευσης αλλά ο καταναλωτής θα πρέπει να εμπιστεύεται περισσότερο το όνομα του παραγωγού, που άλλωστε αποτελεί και τη μοναδική, ουσιαστική εγγύηση ποιότητας. Πάντως, αυτό το διαπιστώσαμε και μόνοι μας. Τα τελευταία χρόνια συντελούνται επαναστατικές αλλαγές στην ποιότητα αλλά και στην ποσότητα των ιταλικών κρασιών που είναι αποτέλεσμα των προσπαθειών μιας ομάδας πρωτοπόρων οινοποιών, που περιορίζονται με νέες τεχνικές και ποικιλίες. Από την περιοχή Βένετο ξεχωρίζουν: Soave classico, superiore doc, Zenato. Valpolicella. Από το Πιεμόντε ξεχωρίζουν τα εξής κρασιά: Barolo( κόκκινο), Gavi( Λευκό), fontanfredda, Barbaresco,(κόκκινο) και τέλος από την Τοσκάνη, έρχονται πρώτα, τα: Orvieto Classico, (Λευκό) Cianti Docg,Barone Ricasoli (Κόκκινο). Εις υγείαν λοιπόν. Salute.... ιταλιστί.
Ο συγγραφέας, Ρίσταρντ Ράιτ γεννήθηκε στο Νάτσετ του Μισισιπή. Ορφανός αναγκάστηκε να δουλέψει από μικρός. Το 1934 εγκαταστάθηκε στο Σικάγο, όπου από το 1935 εργάστηκε για το Ομοσπονδιακό Συγγραφικό Σχέδιο. Το 1938 δημοσιεύτηκε το πρώτο του βιβλίο «Τα παιδιά του Μπάρμπα - Θωμά». Μετά τον πόλεμο εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Παρίσι.
Τι θα χρειαστούμε: ένα λεμόνι, 1/3 της κούπας αλεύρι, αλάτι, μαύρο πιπέρι, 600 γραμμάρια φιλέτα από στήθος γαλοπούλας, δυο κουταλιές της σούπας ελαιόλαδο, μια σκελίδα σκόρδο ψιλοκομμένο, 1/2 της κούπας κοτόζουμο, μια κουταλιά της σούπας κάππαρη, μια δόση ζάχαρη, μια κουταλιά της σούπας βούτυρο και ψιλοκομμένο μαϊντανό. Μέσα σε ένα μπολ θα μαζέψουμε τους χυμούς του λεμονιού και θα κόψουμε τη σάρκα του. Επειτα ρίχνουμε το αλεύρι σε ένα πιάτο, και το αλάτι, το πιπέρι και αλευρώνουμε τα φιλέτα, θα ζεστάνουμε το λάδι και θα σοτάρουμε τα φιλέτα μέχρι να ψηθούν καλά. θα τα βγάλουμε έπειτα από το τηγάνι και θα τα αφήσουμε στην άκρη μέσα σ' ένα πιάτο σκεπασμένα με αλουμινόχαρτο στο θερμοθάλαμο του φούρνου για να μην κρυώσουν, θα προσθέσουμε σκόρδο στο τηγάνι και θα το σοτάρουμε με το κοτόζουμο. Ρίχνουμε το κομμένο λεμόνι, την κάππαρη και τη ζάχαρη. Προσθέτουμε το βούτυρο και μόλις λιώσει ρίχνουμε τη σάλτσα πάνω στα φιλέτα και τα σερβίρουμε με λίγο μαϊντανό.
Μα ας αρχίσουμε... Μα από πού; Από την αρχή, φυσικά. Φτάσαμε στο «Μάρκο Πόλο». Ενα αεροδρόμιο φτιαγμένο για κανονικούς ανθρώπους. Και το υπογραμμίζουμε αυτό, διότι είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να μπορεί να φιλοξενεί αεροσκάφη με προορισμό όλον τον πλανήτη, αλλά και τόσο μικρό ώστε ο ταξιδιώτης να μη νιώθει χαμένος. Ενα αυτοκίνητο μας περίμενε για να μας οδηγήσει στην Κιότζια (Chioggia), που απέχει μόλις σαράντα χιλιόμετρα. Η Κιότζια, θα λέγαμε ότι είναι μια μικρογραφία της Βενετίας, μια μινιατούρα, πιο φιλόξενη όμως πιο θερμή, πιο φιλική. Οι κάτοικοι είναι ζεστοί, εγκάρδιοι γεμάτοι γενναιόδωρα αισθήματα. Αγαπούν τους ξένους, δεν έχουν ίχνος ρατσισμού και όσοι αλλοδαποί μετανάστες ζουν εκεί, έχουν την καλύτερη μεταχείριση. Τα κτίρια είναι όμορφα και παλιά, καλοδιατηρημένα, οι εκκλησίες πανέμορφες διακοσμημένες με έργα μεγάλων Ιταλών καλλιτεχνών, και σωστά συντηρημένες. Τα κανάλια κυλούν ήρεμα κόβοντας σε υγρές ίσιες φέτες την πανέμορφη πόλη, ενώ τα γεφύρια δεν «αναστενάζουν» αλλά προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία στον ταξιδιώτη να θαυμάσει με άνεση την απέραντη λιμνοθάλασσα που φτάνει στη Βενετία. Εκεί, στο τέλος του κεντρικού δρόμου είχαμε την τύχη να συναντήσουμε και να γνωρίσουμε προσωπικά έναν μεγάλο σύγχρονο καλλιτέχνη, τον Λουτσιάνο Μπόσκολο (Lucciano Boscolo). θαυμάσαμε τα έργα του, τις λεπτές αποχρώσεις, το ταλέντο του, την αστείρευτη έμπνευση του, τη συνθετική φαντασία του, αλλά κυρίως, μας εντυπωσίασε η σεμνότητα και η ευγένεια του. Καθώς χαζεύαμε τις υπέροχες αναπαραστάσεις του, είχαμε την αίσθηση ότι αυτό το όνομα δεν πρέπει να το ξεχάσουμε, ότι πρέπει να το μάθουν τα παιδιά μας, διότι είναι σίγουρο, (θα μας θυμηθείτε,) ότι η φήμη του Λουτσιάνο Μπόσκολο θα ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας του, θα ξεφύγει από τα υγρά «στενά» όρια της λιμνοθάλασσας, θα ξανοιχτεί στην Αδριατική, και το όνομα του θα ακουστεί μέχρι τα πέρατα του κόσμου.
Το γνωστό «Καφέ Φλοριάν», άνοιξε στις 29 Δεκέμβρη του 1720 από κάποιον ονόματι Φλοριάν Φραντσεκόνι. Φυσικά, στα τέλη του 18ου άλλαξε διεύθυνση και διακόσμηση. Οι καιροί απαιτούσαν κάτι πιο σύγχρονο..., πιο μοντέρνο, πιο ανάλαφρο. Και έτσι, έμεινε μέχρι σήμερα παρ' όλες τις καταστροφές που έχει υποστεί. Το Φλοριάν, στέκεται εκεί, μικρό, πανέμορφο, μαγευτικό, θελκτικό κάνει τον καφέ να μοιάζει σαν ιεροτελεστία.
Δεν τελειώνει έτσι η Βενετία, ούτε με το παλάτι του Δόγη, ούτε με τις υπέροχες μάσκες, ούτε με την εκκλησία του Αγίου Μάρκου, ούτε με το Πόντε Ριάλτο, ούτε με τα πολλά αξιοθέατα. Η Γαληνότατη απαιτεί πολύ χρόνο, πάρα πολύ χρόνο να της αφιερώσεις για να καταδεχτεί να σου φανερώσει μερικά από τα πολλά μυστικά της.