1/2 κιλό μακαρόνια, 1 φλιτζάνι του τσαγιού μπέικον ψιλοκομμένο, ένα φλιτζάνι τσαγιού παρμεζάνα τριμμένη, 1/3 φλιτζανιού βούτυρο ή φυτίνη και τρεις κρόκοι αυγών.
Ρίχνουμε τα μακαρόνια ολόκληρα σε αλατισμένο βραστό νερό και τα βράζουμε (προσοχή μην παραβράσουν), μετά τα στραγγίζουμε. Στην κατσαρόλα βάζουμε το βούτυρο να κάψει και ρίχνουμε το μπέικον μέχρι να ροδίσει. Αδειάζουμε τα μακαρόνια στην κατσαρόλα και ανακατεύουμε μέχρι να ενωθούν με το μπέικον και να βουτυρωθούν. Στο μεταξύ βάζουμε τους κρόκους σε μπολ με λίγο πιπέρι και τους χτυπάμε καλά με πιρούνι, προσθέτοντας λίγο-λίγο το μισό τυρί. Περιχύνουμε με τη σάλτσα των αυγών, τα μακαρόνια και τα ανακατεύουμε καλά. Σερβίρουμε σε πιατέλα και τα πασπαλίζουμε με το υπόλοιπο τυρί. Αν θέλουμε μπορούμε να προσθέσουμε στη σάλτσα των αυγών και 2-3 κουταλιές κρέμα γάλακτος. Καλή μας όρεξη!!!!
Η σύγχρονη Μητρόπολη, αυτό το οργιαστικό κοινωνικό δάσος, που ο σατανικός του χαρακτήρας ανέδειξε τον Μπαλζάκ, είναι μια συμπυκνωμένη εικόνα της κοινωνίας. Ετσι, η φιγούρα του προικισμένου, φιλόδοξου νέου που έρχεται από την επαρχία, για να κατακτήσει το Παρίσι... δεσπόζει στις σελίδες του συναρπαστικού αυτού μυθιστορήματος. Και δεν είναι τυχαίο που ο Λυσιέν ντε Ρυμπαμπρέ, η ενσάρκωση αυτής της τραγικής νεανικής φιγούρας, είναι ο ήρωας που απασχόλησε τον Μπαλζάκ περισσότερα χρόνια από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο της «Ανθρώπινης Κωμωδίας» και πρωταγωνιστεί σε δυο από τα βαθύτερα και ωριμότερα μυθιστορήματά του, όπως είναι «Τα μεγαλεία» και, «Οι Χαμένες Ψευδαισθήσεις». Μέσα από το αρχετυπικό αυτό σχήμα, μέσα από τούτη την αναμέτρηση του Λυσιέν με το Παρίσι στις παραμονές της Ιουλιανής Επανάστασης του 1830, η οποία εισάγει τις κοινωνικές δομές και το οικονομικό σύστημα όπου βρίσκονται και οι δικές μας ρίζες, ο Μπαλζάκ δε μας δίνει μόνον μια περιγραφή και ανάλυση της κοινωνίας αυτής, αλλά φέρνει στο φως και τη βαθιά κρίση, το πρόβλημα που σοβεί σε αυτόν τον κατ' εξοχήν «ανθρωπολογικό» αιώνα, ο οποίος θέλησε να πραγματοποιήσει μια εποχή, όπου ο άνθρωπος θα ήταν για τον εαυτό του ο μόνος θεός και ο μόνος Κόσμος.
απ' τα φώτα των νερών
έχω ένα χρυσό σακάκι
απ' το λιόγερμα της Σάμος
(Γ. Ρίτσος)
Λίγος καιρός απομένει, πριν ο χειμώνας μάς καθηλώσει για τα καλά, πριν καταστήσει απαγορευτικές κάποιες μακρινές αποδράσεις. Τώρα, λοιπόν, τώρα που η φύση κι εμείς παίρνουμε μιαν ανάσα απ' την ένταση του καλοκαιριού, ένα φθινοπωριάτικο «πάρε - δώσε» με τη θάλασσα πολύ θα μας τονώσει...
Λέμε να πάμε ανατολικά, μόλις 1.280 μέτρα απ' τις ακτές της άλλοτε ακμάζουσας Ιωνίας. Τόσο απέχει το κοντινότερο σημείο της Σάμου, η Ψιλή Αμμος, απ' τα μικρασιατικά παράλια. Βίρα τις άγκυρες, λοιπόν... Αν τα ταξίδια σάς συναρπάζουν, αν το Αρχιπέλαγος σάς γοητεύει, αν οι εναλλαγές του πράσινου με το γαλάζιο σάς μαγεύουν, ...σαλπάρουμε! Σε 12 ώρες θα φτάσουμε στην «ψηλή», «πευκόεσσα», «υδρηλή», «αειθαλή», στην «και ορνίθων γάλα φέρουσα» Σάμο. Καθόλου δε θα βαρεθούμε, καθώς θα μας συντροφεύει ένα ατέλειωτο γρι - γρι από νησιά, που θα συναντάμε στη διαδρομή. Εξάλλου, έχει και το ταξίδι την αξία του...
Δύο λιμάνια έχει το νησί, στο Καρλόβασι και στο Βαθύ. Με πολλές ομορφιές και τα δύο, κουβαλούν την ιστορία τους, που εύκολα μπορούμε να προσεγγίσουμε, επισκεπτόμενοι, στο Βαθύ, την Πινακοθήκη, τη Δημόσια Βιβλιοθήκη, το Αρχαιολογικό, το Εκκλησιαστικό και Βυζαντινό Μουσείο, τη Μαυρογένειο Σχολή και στο Καρλόβασι την Πορφυριάδα Σχολή, το Ηγεμονικό Μέγαρο, το Χατζηγιάννειο, τη Μαθηματική Σχολή, το Λαογραφικό Μουσείο, το Καρνάγιο, τα Βυρσοδεψεία, τους Καταρράκτες στο Ποτάμι. Στο γραφικό Πυθαγόρειο, θα επισκεφτούμε τα λείψανα του Πολυκράτειου Τείχους της αρχαίας πόλης, τον Πύργο του Λογοθέτη, τα Ρωμαϊκά Λουτρά, το Ευπαλίνειο Ορυγμα, το Αρχαίο Θέατρο. Στους Μύλους, τον Πύργο του Σαρακήνη. Στο Ηραίον θα πάμε οπωσδήποτε, έστω κι αν δεν είμαστε πιστοί της θεάς Ηρας. Στους Μυτιληνιούς θα ξεναγηθούμε στο Παλαιοντολογικό και το Ορυκτολογικό Μουσείο, στο Μαραθόκαμπο θα βρεθούμε στο Σπήλαιο του Πυθαγόρα. Στ' Αυλάκια θα πάμε, απλά, επειδή είναι ωραία κι αυθεντικά! Ακόμη, πολλά μοναστήρια, έξοχα δείγματα αρχιτεκτονικής, θα συναντήσουμε σε πολλά χωριά του νησιού, με παλιότερο αυτό της Παναγίας της Βροντιανής (1476) στους Βουρλιώτες. Και μια και μιλάμε για μοναστήρια, δε θα παραλείψουμε να παραβρεθούμε σ' όποιο αντίστοιχο πανηγύρι γίνεται και να δοκιμάσουμε την παραδοσιακή «γιορτή», που προσφέρεται στους πανηγυριώτες.
Αποχαιρετούμε το νησί του Πυθαγόρα, του Αρίσταρχου, του Επίκουρου, τη Σάμο των Καρμανιόλων και του Λυκούργου Λογοθέτη, του βάρδου της Επανάστασης, Κλεάνθη, τη Σάμο της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού.
Στα δυο βουνά της, τον πανύψηλο, μεγαλόπρεπο Κέρκη και τον Καρβούνη, βατό, εκτεταμένο και φιλόξενο, οι αντάρτες ξαγρυπνούν...
Θα ξανανταμώσουμε...