Κυριακή 9 Νοέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Μικρές σελίδες
Μοσχάρι με σπανάκι αυγολέμονο

Ενάμισι κιλό μοσχάρι, ενάμισι κιλό σπανάκι, δυο κρεμμύδια μέτρια ψιλοκομμένα, 3/4 του φλιτζανιού φυτίνη, δυο λεμόνια, δυο αυγά, αλάτι πιπέρι και πολύ κέφι. Θα κόψουμε το κρέας σε κανονικές μερίδες, θα το πλύνουμε, θα το στραγγίσουμε καλά και θα αλατοπιπερώσουμε. Θα βάλουμε τη φυτίνη να κάψει και θα ρίξουμε το κρέας να καβουρδιστεί ελαφρά. Θα προσθέσουμε τα ψιλοκομμένα κρεμμύδια και θα τα αφήσουμε να μαραθούν αλλά να μη σκουρύνουν. Θα ρίξουμε δυο φλιτζάνια νερό και θα το αφήσουμε να βράσει για μια ώρα. Στο διάστημα αυτό θα καθαρίσουμε το σπανάκι(προσοχή: Θέλει καλό πλύσιμο). Το κόβουμε σε μικρά κομμάτια και το ρίχνουμε μέσα σε κατσαρόλα της οποίας το νερό βράζει. Αφού πάρει μερικές βράσεις το σουρώνουμε και το στραγγίζουμε. Τώρα θα βγάλουμε το κρέας από την κατσαρόλα και ρίχνουμε μέσα στο ζουμί το σπανάκι. Τοποθετούμε το κρέας πάνω πάνω, προσθέτουμε λίγο νερό και τα αφήνουμε να βράσουν έτσι για τρία τέταρτα περίπου σε σιγανή φωτιά, έτσι ώστε να μείνει μόνον με το βούτυρό του. Το κατεβάζουμε από τη φωτιά και αυγοκόβουμε. Το βάζουμε για λίγο στη φωτιά, ώστε να δέσει η σάλτσα, το σερβίρουμε και χωρίς καθυστέρηση τρώμε αμέσως.

Καθ' οδόν: Στην Τροία

Οσο το πλοίο αρμένιζε στο κύμα απάνω, σαν γλάρος -καταπώς λέει ο Ομηρος- εγώ έσουρνα στο νου μου τον Μέγα Αλέξανδρο να κάνει εξιλαστήρια θυσία στο σπίτι του Πρίαμου και τον Μεχμέτ Β΄ τον Πορθητή να αποθαυμάζει τα ερείπια της παλιάς πόλης της Τροίας. Κι αδημονούσα να δω τούτη την «Ιερή Τρωάδα». Ετσι, σαν φτάσαμε, έτρεξα στην «πύλη» και στήθηκα κάτω απ' τον «Δούρειο Ιππο» που οι Τούρκοι είχαν τοποθετήσει εκεί, ψιθυρίζοντας τούτα τα λόγια:

«... Κι απ' το θεό κινούμενος άρχισε το τραγούδι

έβγαλε, εκείθε πιάνοντας που μέρος των Αργείων

αφού τας σκηνές έκαψαν, με τα καράβια φύγανε

και άλλοι με τον ένδοξον εμένα Οδυσσέα

των Τρώων εις την αγοράν, μες τ' άλογο κρυμμένος».

«Οδύσσεια»: Μετάφραση Ι. Πολυλά

(θ΄, στ. 500 - 515).

Και δίχως να το πολυσκεφτώ ανέβηκα την ανεμόσκαλα και χώθηκα στην άδεια κοιλιά τούτου του «ξύλινου άλογου», που είχαν στήσει εδώ οι Τούρκοι, φτιαγμένο στ' αχνάρια του «Δούρειου Ιππου». Κλεισμένος τώρα μέσα σ' αυτό το κουφάρι, έφερα γύρα το βλέμμα μου και στάθηκα μπροστά στο μικρό τετράγωνο άνοιγμα κι άρχισα να σαϊτεύω τα χαλάσματα της πόλης πέρα ως πέρα. Τούτα τα ερείπια, διαλογίστηκα, ήσαν κάποτε, τα πολύ παλιά χρόνια, μια όμορφη πόλη, γιομάτη ζωή και κίνηση.

Πρωτεύουσα της Τρωάδας, στημένη από τους αποίκους Θράκες που σμίξανε με τους ντόπιους Φρύγες, τη φρόντιζαν και τη χαίρονταν ήσυχοι και γαλήνιοι. Μα μια μέρα φτάσανε οι Αχαιοί και άρχισαν ένα δεκάχρονο πόλεμο για τα μάτια της όμορφης Ελένης που είχε κλέψει απ' τον Μενέλαο της Σπάρτης ο Πάρις, ο γιος του Πρίαμου.

Οσο για την καταστροφή της Τροίας φταίνε η Ηρα και η Αθηνά που βοήθησαν τους Αχαιούς να την πάρουν, από εκδίκηση, γιατί μίσησαν τον Πάρι που δεν τις προτίμησε.


Αν πεις για τη θεά Εριδα, εκείνη έτριβε τα χέρια της μ' όλα κείνα που γίνανε, γιατί αυτή σκαρφίστηκε να πετάξει το «χρυσό μήλο» με την επιγραφή «στην ομορφότερη», θυμωμένη που ο Δίας δεν την είχε προσκαλέσει σ' εκείνο το γάμο της Θέτιδας με τον Πηλέα που έγινε στο Πήλιο.

Τώρα για μας που κινήσαμε με τόση λαχτάρα να έρθουμε εδώ στην Τροία, όπως χιλιάδες άλλοι από τα πέρατα του κόσμου, τα πράματα είναι διαφορετικά. Αίτιος είναι εκείνος ο Γερμανός αρχαιολόγος Σλήμαν, που διάβασε τον Ομηρο και του μπήκε η ιδέα να έρθει εδώ και να την ανακαλύψει.

Μερικοί, πάλι, λένε πως εκείνο που παρακίνησε τούτο τον παράξενο αρχαιολόγο δεν ήταν πραγματικά η μεγάλη του πεθυμιά να ξεθάψει την Τροία και ν' αποδείξει την ύπαρξή της. Αντίθετα, ήταν η δίψα του να ανακαλύψει και ν' αρπάξει τους αμύθητους θησαυρούς που ήσαν θαμμένοι κάτω απ' τα χώματα μαζί με την πόλη.

Οποιο και να είναι το σωστό, η αλήθεια είναι πως οι θησαυροί που βρήκε στην Τροία, ποτέ δεν μπήκαν στα ελληνικά Μουσεία, μα πήραν το δρόμο για τη Γερμανία και κανένας δεν ξέρει σήμερα τι γίνανε. Εχουν χαθεί, θαρρείς και τα κατάπιε ξανά η γης.

Υστερα από όλους τούτους τους διαλογισμούς που στρούφιζαν το νου μου, καθώς κοίταξα ξέμακρα τα ερείπια μέσα από την κοιλιά του «Δούρειου Ιππου» αποφάσισα να κατέβω. Επρεπε να τα δω κι από κοντά. Ετσι πήρα στο κατόπι την ομάδα μας και με μάτια κι αυτιά ολάνοιχτα άκουγα κείνα που μας έλεγε ο ξεναγός, πότε βαδίζοντας ανάμεσα στα ερείπια και πότε ανεβασμένος σ' ένα ύψωμα.


Στ' αλήθεια, πολύ μπερδεμένα πράματα τούτα τα χαλάσματα. Ετσι όπως βρίσκονται εδώ ανάκατα δύσκολο πολύ να ξεχωρίσεις την Τροία του Πρίαμου. Η μία πολιτεία θάβεται, η άλλη ξεφυτρώνει, για να φτάσουν τελικά τον αριθμό εννιά. Είναι ν' απορείς πώς βρήκε άκρη ο Σλήμαν, αν πραγματικά βρήκε. Μεγάλη θολούρα.

Μέχρι σήμερα, οι αρχαιολόγοι ψάχνουν, σκάβουν από δω σκάβουν από κει και κανένας δεν είναι σε θέση να μιλήσει με σιγουριά για κείνα που η αρχαιολογική σκαπάνη κάθε τόσο φέρνει στο φως.

Πάντως, απ' όλα αυτά ένα είναι πραγματικό: οι «θησαυροί» που βρήκε ο Σλήμαν κάνανε φτερά και κανένας δεν ξέρει πού βρίσκονται.

Ας μακαρίζει, λοιπόν, ο Σλήμαν τον καημένο τον Ομηρο που του έδειξε το δρόμο κι εμείς τον Σλήμαν που με τις ανασκαφές του αποκαλύφθηκαν τούτα τα ερείπια. Αφήνοντας τα ερειπώματα της Τροίας, βασάνιζα το μυαλό μου να ανακαλύψω ποιοι οικονομικοί λόγοι σπρώξανε τους Αχαιούς σ' αυτό το δεκάχρονο πόλεμο. Γιατί στ' αλήθεια αιτία δεν ήσαν τα μάτια της όμορφης Ελένης, αλλά κάποια υλικά συμφέροντα.




Σταύρους ΚΑΛΦΙΩΤΗΣ

Η εκδοχή του Μπάρνεϊ

Ο Μπάρνεϊ είναι 67 χρόνων, έχει τρία παιδιά με την τελευταία σύζυγό του, τη Μύριαμ, που τον έχει εγκαταλείψει για έναν νεότερό της. Για έναν πληκτικό Αμερικανό καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Καναδά. Ο Μπάρνεϊ είναι επιτυχημένος, αλλά δεν είναι ευτυχισμένος. Μάλλον είναι πληγωμένος. Μπορεί να έχει την ικανότητα να βγάζει χρήματα, τα οποία σκορπάει από δω και από κει, αλλά που αυτά ξαναφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια μετά τη βροχή. Νιώθει μοναξιά. Είναι το αστέρι του τέτοιο. Γιος Εβραίου αστυφύλακα γίνεται μέγας και τρανός χωρίς, όμως, ευτυχώς, να «χάσει» τα νεανικά του χρόνια, τα οποία, αντιθέτως, τα έχει γλεντήσει και με το παραπάνω στο Παρίσι, έχοντας φτάσει ακόμη και σε τρομερές υπερβολές και σε καταχρήσεις. Παρ' όλα αυτά, τα καταφέρνει πολύ καλά στον επαγγελματικό τομέα, αλλά όχι και στον ιδιωτικό. Λάθος επιλογές πάντα, σε λάθος στιγμές κάνει. Παράδειγμα: τη γυναίκα της ζωής του, τη Μύριαμ, τη γνωρίζει και την ερωτεύεται κεραυνοβόλα, και για πάντα, την ημέρα του γάμου του με τη δεύτερη γυναίκα του. Ο Μπάρνεϊ, που είναι τρυφερός πατέρας, αφοσιωμένος γιος, γερό ποτήρι και τρομερά επιρρεπής στις «γήινες» απολαύσεις, γίνεται πυρ και μανία όταν διαβάζει το πόνημα ενός πρώην φίλου από την εποχή της Γαλλίας, του Τέρι, ο οποίος τον κατηγορεί για μύρια όσα, ακόμη και για φόνο. Τότε ανακαλεί και αναπολεί τη ζωή του. Νοσταλγεί. Παίρνει την πένα και αρχίζει να ξιφουλκεί πάνω στο χαρτί. Γράφει την ιστορία του έτσι όπως αυτός την «είδε» και προσκαλεί τον αναγνώστη στο θαυμαστό, γοητευτικό, γεμάτο χιούμορ κόσμο του.

Ο Μπάρνεϊ σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται σε κάθε σελίδα, συνεχίζοντας με μανία τον πόλεμο κατά του Τέρι. Ο αγώνας του όμως, δυστυχώς, γίνεται διμέτωπος. Δεν είναι μονάχα ο Τέρι ο εχθρός του, αλλά η τρομερή ασθένεια που ξαφνικά αρχίζει να τρώει τον εγκέφαλο και να εκφυλίζει τη μνήμη του. Η νόσος του Αλτσχάιμερ έχει εγκατασταθεί στο κεφάλι του ήρωά μας.

Ο Μπάρνεϊ δεν τρώει κουτόχορτο. Το συνειδητοποιεί αμέσως με το που εμφανίζεται το πρώτο σύμπτωμα. Δεν το βάζει κάτω. Είναι γεννημένος πολεμιστής. Θα προσπαθήσει να αντισταθεί, για να καθυστερήσει την απόλυτη κυριαρχία του Αλτσχάιμερ. Πρέπει να ζήσει, πρέπει να του δοθεί χρόνος, για να διαψεύσει τα μυθεύματα(;) του Τέρι. «O Κόσμος του Μπάρνεϊ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πόλις» είναι πραγματικά ένα απολαυστικό βιβλίο για πολύ απαιτητικούς αναγνώστες, γραμμένο από τον Καναδό συγγραφέα και δημοσιογράφο Modercai Riclher.

Εν συντομία

Εάν τελικά έχετε αποφασίσει να αλλάξετε το παραφορτωμένο καθιστικό σας με κάτι πιο λειτουργικό, απλό, σύγχρονο, λιτό, αλλά και κομψό, μπορείτε να το κάνετε. Κοιτάχτε καλά αυτή τη φωτογραφία και ίσως σας βοηθήσει. Με μερικές παραλλαγές για να τα προσαρμόσετε όλα στο δικό σας χώρο και με το δικό σας γούστο, αντιγράψτε τη. Δυο απλοί καναπέδες ο ένας απέναντι στον άλλον, ένα τετράγωνο τραπέζι για τα απολύτως απαραίτητα, το στερεοφωνικό συγκρότημα και το τζάκι, λευκό απλό και απέριττο. Κανένας πίνακας, κανένα στολίδι και όμως είναι πολύ όμορφο από μόνο του... Τι είναι αυτό που το κάνει τόσο διαφορετικό και ξεχωριστό; Είναι η απλότητα, η λευκότητα και το παίξιμο με τις αποχρώσεις του καλύμματος και της κουρτίνας που δίνει και βάθος και φως αλλά και ένα πολύ προσωπικό στιλ. Μια ιδέα δίνουμε, εσείς αποφασίζετε εάν σας αρέσει ή όχι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ