Παρασκευή 18 Οχτώβρη 2024
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Διαβάστε σήμερα στο τετρασελίδο «Διεθνή και Οικονομία»:
  • Ο πόλεμος, το Σουέζ, οι εφοπλιστές, τα λιμάνια ...και μια φρεγάτα
  • ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ: Νέες «πράσινες» επενδύσεις πληρωμένες από την τσέπη του λαού
  • ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ: Σβήνουν ένα ένα όσα χρώματα δεν φέρνουν τα προσδοκώμενα κέρδη
Ο πόλεμος, το Σουέζ, οι εφοπλιστές, τα λιμάνια ... και μια φρεγάτα

Η ιστορία με τον Ωνάση είναι γνωστή: Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο εφοπλιστής είχε παραγγείλει μία σειρά καινούργια τάνκερ για τη μεταφορά πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία. Η συμφωνία όμως κατέρρευσε και τα πλοία έμειναν παροπλισμένα για μεγάλο διάστημα.

Το 1956, στη λεγόμενη «Κρίση του Σουέζ», το Ισραήλ εισέβαλε στη Χερσόνησο του Σινά και στη Λωρίδα της Γάζας, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση της Αιγύπτου να κλείσει την («εθνικοποιημένη») Διώρυγα για έξι μήνες. Τα τάνκερ έπρεπε τώρα να κάνουν τον περίπλου της Αφρικής, αυξάνοντας τις αποστάσεις και τους χρόνους παράδοσης.

Η ανάγκη για νέα πλοία έκανε τα νεότευκτα καράβια του Ωνάση περιζήτητα. Τα ναύλα που εισέπραττε ήταν έως και 15 φορές μεγαλύτερα και έτσι η περιουσία του εκτοξεύτηκε.

Οταν έκλεισε το Σουέζ το 2021

Δεν είναι βέβαια η μοναδική περίπτωση που αποδεικνύει ότι οι παγκόσμιες αναταραχές, και κυρίως οι πόλεμοι, είναι για το εφοπλιστικό κεφάλαιο ευκαιρία για μεγαλύτερα κέρδη. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι το κλείσιμο της Διώρυγας του Σουέζ τον Μάρτη του 2021 για δέκα μέρες, όταν ένα τεράστιο φορτηγό πλοίο εγκλωβίστηκε στα τοιχώματά της.

Οι συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία ήταν ακαριαίες. Ο εγκλωβισμός φορτίων 9 δισ. δολαρίων στις δυο άκρες της Διώρυγας κόστισε 6 δισ. δολάρια για κάθε βδομάδα που καθυστερούσε η παράδοσή τους.


Ομως κι απ' αυτήν την «αναταραχή», ευνοημένη βγήκε μια ισχυρή μερίδα εφοπλιστών, αφού τα ναύλα εκτοξεύτηκαν. Ειδικά στα πετρελαιοφόρα διπλασιάστηκαν, λόγω της αλλαγής πλεύσης πολλών πλοίων, που έκαναν πλέον τον περίπλου της Αφρικής. Το έλλειμμα που δημιουργήθηκε από τον εγκλωβισμό 320 πλοίων στο Σουέζ αύξησε τις ανάγκες για επιπλέον καράβια και απογείωσε τα ναύλα.

Θυμίζουμε ότι η Διώρυγα του Σουέζ, με μήκος 120 μίλια, είναι η ταχύτερη διαδρομή ναυσιπλοΐας που συνδέει την Ευρώπη και την Ασία, με μηνιαία διέλευση καθαρού φορτίου άνω των 100 εκατ. τόνων.

Από εκεί περνάει το 12% του παγκόσμιου εμπορίου και του 30% των εμπορευματοκιβωτίων (1,4 εκατ. μηνιαίως). Από τη Διώρυγα διακινούνται καθημερινά περίπου 9 εκατ. βαρέλια πετρελαίου από και προς την Ασία και το 4% του παγκόσμιου όγκου LNG σε ετήσια βάση.

Αναταραχή - αναταραχή - αναταραχή

Αμέσως μετά την κλιμάκωση του πολέμου στη Γάζα και τις επιθέσεις των Χούθι, μεγάλες μεταφορικές εταιρείες (BP, Maersk, MSC, CMA, Hapag Lloyd κ.ά.) ανακοίνωσαν την αναστολή διελεύσεων από την Ερυθρά και την αναδρομολόγηση με περίπλου της Αφρικής, που σημαίνει 10 επιπλέον μέρες ταξίδι για 700.000 εμπορευματοκιβώτια, με εμπορεύματα αξίας 35 δισ. δολαρίων.

Καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή των δρομολογίων έπαιξε η τεράστια αύξηση των ασφαλίστρων έναντι των κινδύνων πολέμου. Είναι δηλαδή «οικονομικότερο» για τους ναυλομεσίτες να πληρώνουν αυξημένα ναύλα, παρά τα ασφάλιστρα για τυχόν επίθεση από τους Χούθι.

Μεγαλύτερα ναύλα σημαίνει μεγαλύτερα κέρδη για τους εφοπλιστές. Γι' αυτό ο Μαρτίνος, ιδιοκτήτης μιας από τις μεγαλύτερες ναυτιλιακές, σημείωνε τις προάλλες ότι «δεν αναμένεται η Ερυθρά Θάλασσα να ξανανοίξει σύντομα, γεγονός που είναι καλό για την ναυλαγορά». Εξηγούσε μάλιστα ότι οι τιμές για τη μεταφορά ενός container έχουν τριπλασιαστεί.

Λίγες μέρες πριν, ένας άλλος μεγαλοεφοπλιστής, ο Κούστας της «Danaos Corporation», έλεγε: «Το πιο σημαντικό τρίπτυχο για τη ναυτιλία που οδηγεί στα κέρδη: Αναταραχή - αναταραχή - αναταραχή».

Και συμπλήρωνε για τη ναυλαγορά: «Από την εποχή της πανδημίας έως τώρα βιώνουμε αναταραχές που ωφελούν ειδικά τον κλάδο των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Το 2024 θα είναι ένα ακόμη εξαιρετικό έτος. H κατάσταση θα συνεχιστεί και το 2025».

Την ...αισιοδοξία όμως των εφοπλιστών δεν συμμερίζονται τα μεγάλα λιμάνια της Ανατ. Μεσογείου, που βλέπουν την κίνηση να μειώνεται επικίνδυνα για τα κέρδη τους. Τέτοια είναι ο Πειραιάς και το Πορτ Σάιντ στην Αίγυπτο, που δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση από την παράκαμψη του Σουέζ, υπολογίζοντας ότι μέσα σε έναν χρόνο οι προσεγγίσεις πλοίων στην Ανατολική Μεσόγειο μειώθηκαν κατά 33%.

Follow the money

Εντελώς αντίστροφα, λιμάνια του ευρωπαϊκού βορρά βγαίνουν κερδισμένα από την «αναταραχή» στην Ερυθρά Θάλασσα. Αυτό έδειξε με δηλώσεις του ακόμα και ο Ελληνας διοικητής της ευρωενωσιακής ναυτικής επιχείρησης «Aspides», υποναύαρχος Β. Γρυπάρης.

Οταν ρωτήθηκε για την απουσία αρκετών ευρωπαϊκών χωρών από την επιχείρηση, απάντησε: «Μπορεί να μην τους συμφέρει και αυτό είναι συνήθως το ζήτημα. Νομίζω ότι η παλιά κλασική ρήση "follow the money" ("ακολούθησε το χρήμα") ισχύει και εδώ. Με την αλλαγή δρομολογίων των πλοίων (σ.σ. γύρω από την Αφρική προς τη Δυτική Ευρώπη αντί μέσω Σουέζ) έχουν ωφεληθεί κάποιοι άλλοι λιμένες στην Ευρώπη, οπότε αυτό θα πρέπει να το λάβετε υπόψη σας, για να απαντήσετε ίσως και μόνος σας στο γιατί μερικές χώρες δεν συμμετέχουν στον βαθμό που θα μπορούσαν»...

Τον Γρυπάρη επιβεβαίωσε προκαταβολικά ο υπουργός Ναυτιλίας Χρ. Στυλιανίδης σε συνέντευξή του τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν ετοιμαζόταν η πρώτη ελληνική φρεγάτα να αποπλεύσει για την Ερυθρά.

Οπως έλεγε, «ο Πειραιάς και τα άλλα μας λιμάνια θα χάσουν πολλά από το διακομιστικό εμπόριο αν δεν περάσουν τα πλοία από το Σουέζ (...) θα αναγκάζονται να κάνουν τον γύρο της Αφρικής και μετά να φεύγουν».

Συμπλήρωνε επίσης τα εξής: «Σε μια στιγμή όπου η διεθνής οικονομία μετά από μια κρίση που πέρασε με την άνοδο των επιτοκίων και προσπαθούμε να σταθεροποιήσουμε τα επιτόκια για να επανέλθουμε στην ανάπτυξη, τώρα, εάν δεν αντιμετωπιστεί αυτή η κρίση και αναγκάζονται όλες οι μεταφορές να αποφεύγουν το Σουέζ, αντιλαμβάνεστε ότι το κόστος στο διεθνές εμπόριο θα είναι πολύ μεγάλο, ειδικά για χώρες όπως είναι η Ευρώπη, όλη η Ευρώπη, αλλά και κάποιες χώρες της Ασίας».

«Καλή τύχη» στο στόμα του λύκου

Ο Στυλιανίδης πρόσθετε για τη «σύμμαχο» Αίγυπτο ότι «βρίσκεται σε μια εύθραυστη πολιτική σκηνή και αντιλαμβάνεστε ότι εάν έχουμε τόσο σοβαρές επιπτώσεις οικονομικές λόγω του Σουέζ, αυτό θα έχει αντανακλάσεις στην ίδια την αιγυπτιακή οικονομία (...) αντιλαμβάνεστε ότι αυτό ενδεχομένως να δημιουργήσει κάποιες εξελίξεις που θα ήταν δραματικές και κατά την άποψή μου δεν θα ήταν θετικές για την Ευρώπη, για τον δυτικό κόσμο και για εμάς όλους».

Καταλήγοντας σε εκείνη τη συνέντευξη ο υπουργός έλεγε για την πολεμική αποστολή «Ασπίδες» και την ελληνική εμπλοκή: «Καταρχήν στέλνει ένα πολύ δυνατό μήνυμα ότι η διεθνής κοινότητα είναι έτοιμη να συμπαρασταθεί στα πλοία που θέλουν να περάσουν από την Ερυθρά Θάλασσα και να φτάσουν στη Μεσόγειο. Αυτό είναι ένα δυνατό και πολιτικό μήνυμα, αλλά και ουσιαστικό (...) η Ελλάδα δεν μπορούσε να ήταν απούσα. Θα έπρεπε να συμμετάσχει. Είναι παγκόσμια ναυτική - ναυτιλιακή δύναμη και από την άλλη θα πρέπει να επιδείξει τη δυνατή πολιτική της βούληση σε τέτοιες συμμαχίες. Για να μπορούμε να ζητάμε, πρέπει κάποια στιγμή να προσφέρουμε κάτι σημαντικό, και την πολιτική μας στήριξη αλλά και τη δική μας φρεγάτα».

Να θυμίσουμε εδώ τι έλεγε και ο υπουργός Αμυνας Ν. Δένδιας, ευχόμενος ...«καλή τύχη» στο πλήρωμα της φρεγάτας «Υδρα», όταν αυτή απέπλεε για την Ερυθρά: «Είναι εύκολα κατανοητή η ανάγκη της ελεύθερης επικοινωνίας με τα λιμάνια μας, τα οποία, εάν αυτό δεν συμβαίνει, θα χάσουν τη σημασία τους ως διαμετακομιστικά κέντρα (...) Η μείωση της κίνησης εμπορευμάτων στον Πειραιά, παραδείγματος χάρη, ανέρχεται σε 40% περίπου και αυτό έχει πολύ βαριές συνέπειες στην ελληνική οικονομία».

Για ποιον πολεμάει η φρεγάτα στην Ερυθρά;

Τι κάνει λοιπόν η ελληνική φρεγάτα και συνολικά οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις στην περιοχή της Ερυθράς; Υπερασπίζονται τον στρατηγικό στόχο της ελληνικής αστικής τάξης για ανάδειξη της χώρας σε διαμετακομιστικό κόμβο, που δυσχεραίνει όσο δεν «δουλεύει» το Σουέζ. Αυτό αφορά τόσο τις μεγάλες λιμενικές υποδομές, όσο και τον πρώτο στον κόσμο μεταφορικό στόλο.

Υπερασπίζεται όμως και τον ταχύτερο ευρωατλαντικό θαλάσσιο δρόμο από την Ασία στην Ευρώπη και αντίστροφα. Εναλλακτικός αυτού του δρόμου δεν είναι μόνο ο διάπλους της Αφρικής, αλλά και ο βόρειος διάδρομος, τον οποίο θέλει να ελέγξει η Ρωσία. Απηύθυνε μάλιστα προσκλητήριο στις μεγάλες μεταφορικές εταιρείες να τον χρησιμοποιήσουν εναλλακτικά στο Σουέζ με δικές της εγγυήσεις ασφάλειας.

Τι άλλο κάνει η φρεγάτα; Υπερασπίζεται την ασφάλεια του Ισραήλ, αλλά και της Αιγύπτου, μιας χώρας που αποτελεί κρίκο για τα ευρωατλαντικά συμφέροντα στην περιοχή. Ο έλεγχος του Σουέζ της αποδίδει οικονομική και γεωπολιτική ισχύ που επιβάλλει «σταθερότητα» για τα συνολικότερα αμερικανοΝΑΤΟικά συμφέροντα στην περιοχή.

Τέλος, με τη συμμετοχή της στην πολεμική αποστολή, ως μέρος μιας μεγαλύτερης ευρωπαϊκής ναυτικής δύναμης, επιχειρεί να αποτρέψει επιπλέον επιβαρυντικούς παράγοντες για την ευρωπαϊκή οικονομία, που βαδίζει ολοταχώς προς νέα κρίση.

Το μόνο που σίγουρα δεν κάνει η φρεγάτα στην Ερυθρά, είναι να υπερασπίζεται τα συμφέροντα του λαού, 3.500 χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορα της χώρας...


Κ. Μ.

Εκτοξεύονται τα χρέη για νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις

Σε τροχιά εκτόξευσης βρίσκεται το ιδιωτικό χρέος. Σύμφωνα με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, το ποσό των 226 δισ. ευρώ χρωστούν σήμερα οι Ελληνες σε Δημόσιο (εφορία - ασφαλιστικά ταμεία) και χρηματοδοτικούς φορείς (τράπεζες - servicers). Τα νοικοκυριά, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικρές επιχειρήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση εμφανίζει ως μέτρα ανακούφισης για τον λαό τα μέτρα που ευνοούν τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως π.χ. η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

Οπως προκύπτει από τα στοιχεία, το σύνολο του ιδιωτικού χρέους ανέρχεται σε 376,6 δισ. ευρώ, με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές να διαμορφώνονται στα 225,6 δισ. ευρώ (στοιχεία β' τριμήνου 2024) έναντι 372,9 δισ. ευρώ και 223 δισ. ευρώ αντίστοιχα πέρυσι.

Σχεδόν έξι χρόνια πριν, το 2019, τα συνολικά χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων έφταναν τα 333,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα ληξιπρόθεσμα αφορούσαν 233,2 δισ. ευρώ, ενώ το 2020 τα αντίστοιχα ποσά διαμορφώθηκαν σε 342,5 δισ. ευρώ και 232,8 δισ. ευρώ. Τον αμέσως επόμενο χρόνο το ιδιωτικό χρέος ανήλθε σε 376,3 δισ. ευρώ (ληξιπρόθεσμο 250,6 δισ. ευρώ), για να ανέβει στα 381,8 δισ. ευρώ το 2022, εκ των οποίων ληξιπρόθεσμα ήταν τα 243,3 δισ. ευρώ.

Πιο αναλυτικά, στα τέλη του α' εξαμήνου του 2024:

-- Τα χρέη στην εφορία αυξήθηκαν στα 107,2 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 26,3 δισ. ευρώ έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτα είσπραξης), με το πλήθος των οφειλετών να ανέρχεται σε 3,7 εκατομμύρια, από 106,3 δισ. ευρώ πέρυσι και 105,62 δισ. ευρώ το 2019 (4,07 εκατομμύρια οφειλέτες).

-- Οι οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία ξεπέρασαν τα 48 δισ. ευρώ σε πλήθος μητρώων οφειλετών 2,2 εκατομμύρια, έναντι 47,55 δισ. ευρώ το 2023 και 35,38 δισ. ευρώ πριν από σχεδόν μία εξαετία, σε πλήθος μητρώων οφειλετών δύο εκατομμύρια.

-- Τα «κόκκινα» δάνεια που παραμένουν στις τράπεζες υπολογίζονται σε 10,43 δισ. ευρώ από 9,94 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ τα «κόκκινα» δάνεια που πέρασαν στους servicers ανέρχονται σε 59,43 δισ. ευρώ, έναντι 23,66 δισ. ευρώ το 2019.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Σβήνουν ένα - ένα τα χρώματα που φέρνουν τα προσδοκώμενα κέρδη

Μετά τα «μπλε» τιμολόγια, πολλές εταιρείες αναμένεται να καταργήσουν και τα «πράσινα»

Eurokinissi

Το μέγεθος της απάτης σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών με τα χρωματιστά τιμολόγια ρεύματος αποκαλύπτεται διαρκώς, και ενώ σε λίγο θα συμπληρωθεί ένας χρόνος από την έναρξη εφαρμογής του μέτρου. Ποιος δεν θυμάται την κυβέρνηση να λέει όταν παρουσίαζε τα ...χρωματιστά χαράτσια, ότι αυτό το μέτρο θα μειώσει το κόστος για τους καταναλωτές και πως αυτό είναι ένα πολύ δίκαιο μέτρο, αφού ο καταναλωτής θα μπορεί να επιλέγει;

Μερικούς μήνες αργότερα, επιβεβαιώνεται πως και αυτό το μέτρο ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των επιχειρηματικών ομίλων της Ενέργειας. Αλλωστε, η τιμή της Ενέργειας όχι μόνο δεν έχει μειωθεί, αλλά οι ανεξόφλητοι λογαριασμοί αυξάνονται μήνα με τον μήνα και πολλά λαϊκά νοικοκυριά βυθίζονται στην ενεργειακή φτώχεια. Αλλωστε, στην «απελευθερωμένη» αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αυτός που καθορίζει τις τιμές είναι τα μονοπώλια, το χρηματιστήριο της Ενέργειας και βέβαια όλοι οι παράγοντες που επιδρούν σε ένα πανάκριβο εμπόρευμα που πωλείται και αγοράζεται στην καπιταλιστική αγορά με κριτήριο την κερδοφορία των ομίλων.

Ενας ακόμα μύθος της κυβέρνησης είναι αυτό που διατυμπανίζει διαρκώς και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Οτι «οι ΑΠΕ είναι το κλειδί για τη φθηνότερη Ενέργεια». Παρ' όλα αυτά και ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία τους η διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή φτάνει το 57%, δηλαδή ενώ έχουν πιαστεί ήδη οι στόχοι του 2030 στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, και έχουν πεδιάδες και βουνά γεμάτα με ανεμογεννήτριες, το κόστος στο ρεύμα δεν παραμένει απλά υψηλό, αλλά θερίζει το λαϊκό εισόδημα και μέσω της ακρίβειας.

Τι συμβαίνει λοιπόν με τα χρωματιστά τιμολόγια;

Τον περασμένο Ιούλιο πολλές εταιρείες σταμάτησαν να παρέχουν το λεγόμενο «μπλε» τιμολόγιο, αυτό δηλαδή που υπέγραφε ένας καταναλωτής με σταθερή χρέωση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις της τιμής στη χονδρεμπορική. Και το έκαναν επειδή έκριναν ότι δεν τους συνέφερε. Τώρα, σύμφωνα με όσα ομολογεί η ίδια η κυβέρνηση, πολλές εταιρείες αναμένεται να σταματήσουν το «πράσινο» τιμολόγιο. Εκείνο δηλαδή που η κυβέρνηση έλεγε ότι θα είναι το πιο οικονομικό για τα νοικοκυριά και σε αυτό είναι ένα μεγάλο μέρος των καταναλωτών.

Τι τελευταίες μέρες λοιπόν που κυκλοφόρησε ευρέως η συγκεκριμένη πληροφορία, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκης, για να καθησυχάσει, δήλωσε: «Το πράσινο τιμολόγιο δεν καταργείται. Θα συνεχίσει να προσφέρεται σε όλους όσοι το έχουν επιλέξει. Αυτό που καταργείται, είναι η υποχρεωτικότητα να το προσφέρουν οι πάροχοι από την 1η Ιανουαρίου του 2025 σε νέους πελάτες». Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία για το τι ακριβώς συμβαίνει, συμπλήρωσε: «Οι πάροχοι δεν θα είναι νομικά υποχρεωμένοι να προσφέρουν το πράσινο τιμολόγιο από τις αρχές του νέου έτους, διότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν επιτρέπει, εις το διηνεκές, υποχρεωτικότητες στην τιμολόγηση. Από την αρχή που νομοθετήθηκε αυτή η υποχρεωτικότητα ήταν για έναν χρόνο. Ηταν μεταβατικός ο νόμος», είπε χαρακτηριστικά.

Βέβαια, ο ίδιος υπουργός τον Δεκέμβριο του 2023, παραμονές έναρξης του μέτρου, δήλωνε: «Κάποιοι πάροχοι δεν είναι καθόλου ευτυχείς για το πράσινο τιμολόγιο. Κάποιοι μου θυμίζουν αυτό που λέγεται για τον "διάβολο και το λιβάνι" στο πώς αντιμετωπίζουν το πράσινο τιμολόγιο». Και πρόσθετε, παίζοντας με τον πόνο του κόσμου: «Είναι η πρώτη φορά που δεν πρέπει να αγχώνεται ο κόσμος, γιατί με το πράσινο θα έχει καλές τιμές. Θα δει και τον πάροχό του (...) Μπορεί να δείτε και πολύ ελκυστικές προσφορές στο μπλε». Αρκετοί καταναλωτές λοιπόν έσπευσαν τότε στο πράσινο και το μπλε, αφού η κυβέρνηση λειτουργούσε ως κράχτης για τους ομίλους και τώρα δεν θα υπάρχει ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Μέγιστο δυνατό κέρδος

Αυτό που είναι γεγονός είναι ότι εκατομμύρια νοικοκυριά βρίσκονται στο κατώφλι της ενεργειακής φτώχειας, την ίδια στιγμή που οι όμιλοι της Ενέργειας με τη βοήθεια και του συστήματος με τα χρωματιστά τιμολόγια πολλαπλασιάζουν τα κέρδη τους. Αυτός άλλωστε ήταν και είναι ο στόχος του νέου συστήματος που ισχύει από 1.1.2024, που αποτελεί ένα ακόμα επεισόδιο της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας.

Μέσα από το πολύχρωμο πακέτο χρεώσεων, τα διαφορετικά χρώματα στους λογαριασμούς, τις προσαρμογές που έγιναν και γίνονται, ένα είναι το σίγουρο: Εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά θα βουλιάξουν πιο βαθιά στην ενεργειακή φτώχεια, στην παγωνιά και την πείνα. Μαθηματικοί τύποι και αλγόριθμοι αποτυπώνουν τον τζόγο του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, που θεσμοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ και απογείωσε η ΝΔ, στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Κομμένοι και ραμμένοι έτσι ώστε να θωρακίζουν τα κέρδη εκατομμυρίων ευρώ για τους ενεργειακούς ομίλους, που κάνουν πάρτι στις πλάτες των λαϊκών νοικοκυριών.

Ψυχρολουσία για τους επαγγελματίες

Σε απόγνωση συνεχίζουν να βρίσκονται και πολλές μικρές και «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις (υπολογίζονται σε 1,2 εκατ.) που καλούνται να επιστρέψουν την κρατική επιχορήγηση για το ρεύμα την οποία έλαβαν το 2022! Πρόκειται για εκείνες τις περίφημες «πρόσθετες» επιδοτήσεις που δόθηκαν χωρίς την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού. Και την ίδια στιγμή η κυβέρνηση ανακοινώνει την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, προσπαθώντας να πείσει ότι έτσι ανακουφίζονται οι μικροί επαγγελματίες.

Σύμφωνα λοιπόν με την Κομισιόν, οι επιδοτήσεις αυτές, ύψους 800 εκατ. ευρώ, είναι «παράτυπες» και πλέον οι όμιλοι της Ενέργειας, οι πάροχοι δηλαδή, ζητούν και παίρνουν πίσω τα χρήματα από χιλιάδες επιχειρήσεις, οι οποίες επιβαρύνονται με μεγάλα ποσά για ηλεκτρικό ρεύμα που είχαν καταναλώσει την περίοδο 2022 - 2023.

Ετσι η κυβέρνηση, που τότε πούλαγε φούμαρα για ενισχύσεις που δίνουν τάχα ανάσα στους επαγγελματίες, με Κοινή Υπουργική Απόφαση που εξέδωσε στις 10 Ιούνη 2024, δίνει το «ΟΚ» στους παρόχους να εκδώσουν ανακεφαλαιωτικούς λογαριασμούς για τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν ανά δικαιούχο αποζημίωσης.

Η απόλυτη κοροϊδία δηλαδή σε βάρος ανθρώπων που δεν ξέρουν πώς να πληρώσουν τώρα τα σπασμένα της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας και του τζόγου του χρηματιστηρίου... Μία ακόμα αθλιότητα είναι ότι η κυβέρνηση, ενώ το γνώριζε πριν τις ευρωεκλογές, το έκανε «γαργάρα», για ευνόητους λόγους.

Ηδη, κατά ριπάς φτάνουν οι «φουσκωμένοι» λογαριασμοί σε μαγαζιά και φέρουν τον χαρακτηρισμό «Εκτακτος Λογαριασμός», που έχουν εκδοθεί ως επί το πλείστον την 29/6/2024 και περιλαμβάνουν ως χρέωση μόνο την επιστροφή της κρατικής επιδότησης που είχε δοθεί για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από τον Φεβρουάριο του 2022 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023.


Κ. Πασ.

ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ
Νέες «πράσινες» επενδύσεις πληρωμένες από την τσέπη του λαού

Το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) παρουσίασε την προηγούμενη Παρασκευή το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας στην Τράπεζα της Ελλάδας, το οποίο συνεχίζει βαδίζοντας στις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ με τις οποίες συμφωνούν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα.

Στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος και της «πράσινης ανάπτυξης», μέσω της οποίας η ΕΕ και οι αστικές κυβερνήσεις προσπαθούν να βρουν χώρο κερδοφόρων επενδύσεων για τα λιμνάζοντα κεφάλαια, η κυβέρνηση της ΝΔ σχεδιάζει ένα «πεδίο δόξης λαμπρό» για τα «πράσινα» αρπακτικά των μονοπωλιακών ενεργειακών ομίλων.

Για τους στόχους που τίθενται από το νέο ΕΣΕΚ, το υπουργείο υπολογίζει πως θα χρειαστούν επενδύσεις ύψους 436 δισ. ευρώ (220,3 δισ. ευρώ ήταν το ΑΕΠ της Ελλάδας το 2023) έως το 2050, που μεταφράζονται σε πάνω από 17 δισ. τον χρόνο προκειμένου τη δεκαετία του 2030 η Ελλάδα να μετατραπεί σε «καθαρό εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας», βασισμένη στην επέλαση των ΑΠΕ και μέχρι το 2050 να πιάσει τον στόχο μηδενικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

Αποτέλεσμα συγκρούσεων μεταξύ μερίδων του κεφαλαίου

Στο νέο ΕΣΕΚ αποτυπώνεται και η αντίθεση μερίδων του κεφαλαίου που δραστηριοποιούνται στην Ενέργεια, η οποία είχε βγει προς τα έξω ήδη από την περίοδο της δημόσιας διαβούλευσης του Σχεδίου, με τους ΑΠΕτζήδες να προσπαθούν να κατοχυρώσουν τη θέση τους στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής απέναντι στους ανταγωνιστές τους, ενώ από την άλλη η Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) ζητούσε την «κατάργηση του μοντέλου της υποχρεωτικής αγοράς, βάσει του οποίου σήμερα όλη η Ενέργεια περνάει υποχρεωτικά από το Χρηματιστήριο», προκειμένου να εξασφαλίζουν φτηνότερο ρεύμα και να αυξήσουν την κερδοφορία τους.


Το Σχέδιο περιορίζει ακόμη περισσότερο το μερίδιο που κατέχει το φυσικό αέριο στην παραγωγή Ενέργειας συγκριτικά ακόμα και με το προσχέδιο που είχε δημοσιευτεί τον Αύγουστο. Η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων φυσικού αερίου από 7.045 MW το 2025 αυξάνεται σε 7.885 MW το 2030, ενώ από το 2040 μειώνεται στα 6.300 MW (από 6.400 MW στο κείμενο που είχε τεθεί σε διαβούλευση) και διατηρείται η ίδια ισχύς και το 2050.

Ανοιγμα της πίτας στις ΑΠΕ

Στόχος του νέου ΕΣΕΚ είναι η διείσδυση των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή να φτάσει στο 95,6% ήδη από το 2035, προκειμένου η Ελλάδα να καταστεί εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, μέχρι το 2050 προβλέπεται η παραγόμενη Ενέργεια από φωτοβολταϊκά να φτάσει τις 49,3 TWh/έτος (από 7,1 TWh/έτος το 2022), από χερσαία αιολικά τις 30,2 TWh/έτος (από 10,9 το 2022), από υπεράκτια αιολικά τις 43,7 TWh/έτος (από 0 το 2022), από μεγάλα και μικρά υδροηλεκτρικά τις 8,7 TWh/έτος (από 3,9 το 2022) ενώ από φυσικό αέριο θα περιοριστούν σε 3,8 TWh/έτος (από 18,8 Twh/έτος το 2022). Παράλληλα, το νέο ΕΣΕΚ προβλέπει 3,5 TWh εξαγωγές το 2035 και πάνω από 11 TWh το 2045, όταν σήμερα η Ελλάδα εισάγει πάνω από 3 TWh.

Παράλληλα, σοβαρές επενδύσεις προβλέπονται στα ηλεκτρικά δίκτυα για να μπορέσουν να αντέξουν στην αυξημένη ζήτηση αλλά και στη μεγάλη προσφορά από τις ΑΠΕ, που ανά διαστήματα έχει ήδη προκαλέσει «αρρυθμίες» στο υφιστάμενο δίκτυο.

Η μεγάλη επιτάχυνση της διείσδυσης αιολικών και φωτοβολταϊκών προβλέπεται για την πρώτη του φάση, δηλαδή το διάστημα 2025 - 2030, σε συνδυασμό με επενδύσεις για αποθήκευση Ενέργειας. Η οριστική ολοκλήρωση της απολιγνιτοποίησης, που αποτελεί οδοστρωτήρα για δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη παραμένει για το 2028.

Σύμφωνα με την υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, θα προωθηθεί η ταχύτατη «απανθρακοποίηση» του κτιριακού τομέα με στόχο έως το 2050 να «πρασινίσουν» 1,9 εκατ. κτίρια, αλλά και των μεταφορών. «Μόνο η αντικατάσταση καυστήρων πετρελαίου με αντλίες στα κτίρια επιφέρει εξοικονόμηση τελικής Ενέργειας πάνω από 70% και εξοικονόμηση κόστους άνω του 50%», τόνισε η υφυπουργός. Οσο για την ηλεκτροκίνηση, ο στόλος σε κυκλοφορία αναμένεται να αυξηθεί από περίπου 30.000 οχήματα σήμερα σε περισσότερα από 460.000 το 2030.

Ερχεται ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια

Παρά το φαραωνικό αυτό σχέδιο, οι επενδύσεις που απαιτεί ισοδυναμούν με 14 φορές το ύψος του Ταμείου Ανάκαμψης (!), το ενεργειακό κόστος θα παραμείνει σε δυσθεώρητα ύψη, όπως παραδέχτηκε η κυβέρνηση, «ξεγυμνώνοντας» και τα σχετικά παραμύθια που συνοδεύουν διαχρονικά τα σχέδια αυτά, περί «φτηνότερου ρεύματος».

«Οι λόγοι της ενεργειακής μετάβασης δεν είναι μόνο περιβαλλοντικοί, αλλά και οικονομικοί», σημείωσε χαρακτηριστικά η Α. Σδούκου, και πρόσθεσε ότι σήμερα, συνυπολογίζοντας επιμέρους κόστη και επενδύσεις, το μέσο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται σε 145 ευρώ/MWh. Το εκτιμώμενο κόστος σύμφωνα με το ΕΣΕΚ αναμένεται να φτάσει το 2030 τα... 139 ευρώ/ΜWh, σημειώνοντας δηλαδή μείωση μόλις 4,14% και το μακρινό 2050 να φτάσει σταδιακά στα 95 ευρώ/MWh... Ολα αυτά φυσικά πάντα στα χαρτιά, όπως δείχνει και όλη η μέχρι τώρα πείρα.

Το πώς ακριβώς θα μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν τέτοιες γιγάντιες επενδύσεις, την ώρα μάλιστα που η «κάνουλα» των επιδοτήσεων στρέφεται όλο και περισσότερο προς το πεδίο της οικονομίας του πολέμου, αποτελεί ένα κομβικό ερώτημα. «Οι επενδύσεις που απαιτούνται είναι πάρα πολύ μεγάλες», σημείωσε κατά την παρουσίαση ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Θ. Σκυλακάκης, και πρόσθεσε ότι «για να το φέρουμε εις πέρας με επιτυχία πρέπει να είναι όλες υψηλής απόδοσης (...) Εφτά προϋπολογισμοί του κράτους δεν χωράνε για να επιδοτήσεις αυτή την ενεργειακή μετάβαση. Το κλειδί είναι οι αποτελεσματικές επενδύσεις», είπε.

Μάλιστα, ο ίδιος, παρουσιάζοντας το Σχέδιο την Τετάρτη στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, πρόσθεσε ότι το κράτος στο παρελθόν έδωσε πάρα πολύ υψηλές επιδοτήσεις για την ενεργειακή μετάβαση, τις οποίες ο καταναλωτής πληρώνει πλέον με 800 εκατ. κάθε χρόνο: «Αυτό έχει να κάνει με τις αποφάσεις για τις μελλοντικές τεχνολογίες. Δεν πρέπει να επιδοτούμε νωρίς όσες τεχνολογίες θα έχουν ελάχιστη προστιθέμενη αξία. Οι επιδοτήσεις είναι τεράστιο όπλο, αλλά πρέπει να πυροβολείς όταν βλέπεις ότι θα είναι πραγματικά θετική η επίδραση. Οι επιδοτήσεις οδηγούν σε υψηλές σημερινές τιμές και δεν απολαμβάνουν οι καταναλωτές όλα τα πλεονεκτήματα των ΑΠΕ».

Τι σημαίνει όμως στην πράξη «υψηλής απόδοσης» επενδύσεις για το κεφάλαιο; Εγγυημένη κερδοφορία, η οποία αφού δεν θα στηριχτεί από αδρές επιδοτήσεις όπως γινόταν μέχρι τώρα, θα πρέπει να βρει άλλο «στήριγμα»: Τον αποκαλούμενο «βαθμό κοινωνικοποίησης» των έργων, όπως έχουν βαφτίσει το ποσοστό που θα πληρώσει ο τελικός καταναλωτής μέσω των λογαριασμών. Η κυβέρνηση δηλαδή δεν θα συνεχίζει να μοιράζει απλόχερα στα «πράσινα» αρπακτικά τα χρήματα που συγκεντρώνει από τη φοροληστεία του λαού, αλλά θα στέλνει τον λογαριασμό απευθείας στα λαϊκά νοικοκυριά. Το «πλαίσιο» μάλιστα έχει τεθεί ήδη σε ισχύ μέσα από τους πολυπλόκαμους μηχανισμούς που έχουν στηθεί στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όπως το Χρηματιστήριο Ενέργειας.

Τι επιβεβαιώνεται; Πως η μετατροπή της χώρας σε «κόμβο» και εξαγωγέα «πράσινης» Ενέργειας για τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, που αποτελεί «κοινό τόπο» για όλα τα αστικά κόμματα, όχι μόνο δεν θα οδηγήσει σε φθηνότερη Ενέργεια για τα λαϊκά νοικοκυριά αλλά, αντίθετα, θα εκτοξεύσει παραπέρα την ενεργειακή φτώχεια.

Η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πηγών Ενέργειας της χώρας για τις λαϊκές ανάγκες μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στα πλαίσια ενός άλλου δρόμου ανάπτυξης, με τα μέσα παραγωγής και όλες τις πηγές Ενέργειας στα χέρια των εργαζομένων, με την κατάργηση του κέρδους, την αποδέσμευση απ' όλες τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, όπως μόνο η πρόταση του ΚΚΕ προβλέπει.

Πλήρης ενσωμάτωση των επικίνδυνων σχεδιασμών ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ

«Προσυπογράφουν» το κυβερνητικό σχέδιο ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ - Νέα Αριστερά

Το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) της κυβέρνησης της ΝΔ υιοθετεί πλήρως τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ για τις πηγές Ενέργειας και τους δρόμους μεταφοράς της, ενώ βάζει και πιο βαθιά τον ελληνικό λαό στους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και σχεδιασμούς, τόνισε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, μιλώντας την Τετάρτη στο πλαίσιο σχετικής κοινής συνεδρίασης των Επιτροπών Παραγωγής και Εμπορίου και Προστασίας του Περιβάλλοντος της Βουλής.

Οπως είπε, το Σχέδιο διασφαλίζει στα αρπακτικά του τομέα της Ενέργειας, αλλά και σε κατασκευαστικούς ομίλους πετυχημένες κερδοφόρες επενδύσεις μέχρι το 2050, προμηνύοντας ότι το ηλεκτρικό ρεύμα θα παραμείνει μέχρι τότε πανάκριβο. Και όλα αυτά εν μέσω συνθηκών ενεργειακής φτώχειας για τον λαό. Χαρακτήρισε, επίσης, ανέκδοτο τις αναφορές περί αντιμετώπισης της ενεργειακής εξάρτησης, όταν αυξάνεται ο βαθμός εξάρτησης των μέσων παραγωγής Ενέργειας και τεχνολογιών. Αντίθετα, όπως είπε, θα παραμείνει και θα μεγαλώνει η εξάρτηση «σε ένα διασυνδεδεμένο δίκτυο, σε μια περιοχή με έντονους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους».

Ο Ν. Καραθανασόπουλος κατέκρινε τις πλάτες που κάνουν στην κυβέρνηση τα άλλα κόμματα, όταν μιλούν για «ενεργειακή δημοκρατία», δηλαδή όποιος μπορεί να κάνει αυτοπαραγωγή, παραπέμποντας στην ατομική ευθύνη, ή για περισσότερους παραγωγούς Ενέργειας, τη στιγμή που γίνονται τεράστιες εξαγορές προς όφελος συγκεκριμένων μονοπωλίων στον τομέα των ΑΠΕ. Βέβαια, όπως σημείωσε, όλα αυτά τα λένε για τα μάτια του κόσμου, καθώς στην πραγματικότητα συμφωνούν με την κυβερνητική πολιτική για την Ενέργεια, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Επισήμανε επίσης ότι οι πραγματικοί λόγοι για την ενεργειακή μετάβαση είναι η απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης από το ρωσικό φυσικό αέριο, στο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, ενώ βασική της αιτία είναι η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων και η προσπάθεια να βρεθεί κερδοφόρα διέξοδος από αυτήν. Προσπάθεια που, όπως εξήγησε, οδήγησε στην απελευθέρωση των αγορών με τις εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και τις «σκανδαλώδεις επιδοτήσεις», τη ρήτρα αναπροσαρμογής και το Χρηματιστήριο Ενέργειας, στη συνέχεια στην «πράσινη μετάβαση» και τώρα, αφότου αυτές εξαντλήθηκαν τα περιθώρια αυτών των λύσεων, οδεύει «στο ύστατο σημείο καταφυγής», δηλαδή στην πολεμική οικονομία, την καταστροφή και την ανοικοδόμηση.

Ανέδειξε ότι η ικανοποίηση των ενεργειακών αναγκών του λαού έγκειται, μεταξύ άλλων, στην αξιοποίηση όλων των ενεργειακών πηγών, στο φθηνό ρεύμα για τον λαό και τις παραγωγικές ανάγκες της οικονομίας και στην προστασία των εργαζομένων του κλάδου. Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι για τα παραπάνω βασικές προϋποθέσεις είναι η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, εργατικό έλεγχο και αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Αξίζει να επισημάνουμε τη στάση του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, που με τις τοποθετήσεις τους έδειξαν ότι η κριτική τους ήταν στην κατεύθυνση της επίσπευσης των κυβερνητικών σχεδιασμών. Επιπλέον, φάνηκε ξεκάθαρα ότι τάσσονται υπέρ συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων στον τομέα της αποθήκευσης.

Χαρακτηριστικά μάλιστα της στρατηγικής σύμπλευσης των αστικών κομμάτων πάνω στην εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ ήταν τα λόγια με τα οποία ξεκίνησε την ομιλία του στην επιτροπή ο υπουργός ΥΠΕΝ, Θ. Σκυλακάκης, ο οποίος τόνισε: «Το ΕΣΕΚ δεν αφορά μόνο αυτή την κυβέρνηση, αλλά πολλές κυβερνήσεις που θα έρθουν τα επόμενα χρόνια, καθώς θεωρώ ότι σχεδόν το σύνολο της αίθουσας είναι δεσμευμένο στην πράσινη μετάβαση, η οποία είναι αναγκαστική από πλευράς ευρωπαϊκών κανόνων, καθώς και συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΕ. Είναι επίσης κομμάτι της βασικής ατζέντας των κομμάτων που διακυβέρνησαν τη χώρα μέχρι σήμερα».

ΑΦΡΙΚΗ
Το Πεκίνο επιδιώκει να μεγαλώσει το «αποτύπωμά» του εν μέσω σφοδρών ανταγωνισμών

Στο επίκεντρο το «προβάδισμα» σε κρίσιμα ορυκτά, υποδομές στρατηγικής σημασίας, εμπόριο και «ασφάλεια»

Από την πρόσφατη Σύνοδο Κίνας - Αφρικής στο Πεκίνο
Από την πρόσφατη Σύνοδο Κίνας - Αφρικής στο Πεκίνο
Η αφρικανική ήπειρος, με τον τεράστιο ορυκτό και φυσικό πλούτο, το άφθονο εργατικό δυναμικό, τα πολύ μεγάλα πεδία για επενδύσεις, βρίσκεται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο ανταγωνιστικών ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και επεμβάσεων.

Τη σημασία που δίνει η Κίνα στην προσπάθειά της να αποκτήσει «προβάδισμα» στην Αφρική έναντι του ευρωατλαντικού μπλοκ, στο πλαίσιο του ευρύτερου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού για τη διεθνή πρωτοκαθεδρία, αποτύπωσε και η 9η Σύνοδος του Φόρουμ για τη Συνεργασία Κίνας - Αφρικής (Forum on China - Africa Cooperation, FOCAC) την οποία φιλοξένησε το Πεκίνο τον περασμένο μήνα (2-9/9).

Πάνω από 50 ηγέτες αφρικανικών κρατών και κυβερνήσεων συμμετείχαν σε διάφορες θεματικές συζητήσεις και συναντήσεις με εκπροσώπους της κινεζικής ηγεσίας και βέβαια της κινεζικής επιχειρηματικής κοινότητας. Καθόλου τυχαία, η εν λόγω Σύνοδος χαρακτηρίστηκε ως το μεγαλύτερο διπλωματικό γεγονός στο Πεκίνο μετά την πανδημία.

Σχετικά ρεπορτάζ παρατηρούσαν ότι το διεθνές ενδιαφέρον για την Αφρική μεγαλώνει, καθώς διαθέτει τεράστιο φυσικό πλούτο, ενώ υπολογίζεται ότι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας θα αντιστοιχεί στο 25% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού. Επίσης, πρόκειται για μια γοργά αναπτυσσόμενη αγορά και το περιφερειακό ΑΕΠ εκτιμάται στα 2,6 τρισεκατομμύρια δολάρια...

Μεταξύ άλλων, η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι στόχος της είναι να διαθέσει 50 δισ. δολάρια μέσα στην επόμενη τριετία για επενδύσεις σε όλη την Αφρική.

Στους άξονες παρέμβασης που ιεράρχησε ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, ξεχωρίζει αυτός των «Βιομηχανικών αλυσίδων» (με την δημιουργία π.χ. «Πιλοτικής Ζώνης για βαθιά Οικονομική και Εμπορική Συνεργασία Κίνας - Αφρικής», με όρους λειτουργίας ακόμα πιο ευνοϊκούς για τους μονοπωλιακούς ομίλους), της Υγείας (με τη συγκρότηση «Νοσοκομειακής Συμμαχίας») και της Ενέργειας (όπου εξετάστηκαν συγκεκριμένα βήματα για τουλάχιστον 30 νέα σχέδια, μόνο μέσα στην επόμενη τριετία).

Ακόμα, ενδεικτική είναι και η συγκρότηση Κέντρου Συνεργασίας στην Ψηφιακή Τεχνολογία, μέσα από το οποίο κινεζικοί όμιλοι ελπίζουν να βρουν πεδία κερδοφορίας στην Αφρική, ταυτόχρονα με τα σχέδια δραστικής εκβιομηχάνισης μεγάλων ζωνών της ηπείρου, όπου υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια μπορούν να διοχετευθούν.

Η διείσδυση της Κίνας στην Αφρική δεν είναι βέβαια κάτι που ξεκινάει τώρα.

Χαρακτηριστικά, το κινεζικό πρακτορείο «Σινχουά» μετέδωσε ότι το εμπόριο μεταξύ Κίνας και αφρικανικών κρατών έφτασε το πρώτο εξάμηνο του 2024 τα 151,8 δισ. ευρώ.

Σε ένα τέτοιο φόντο, ο εκπρόσωπος της κινεζικής Επιτροπής Εθνικής Ανάπτυξης και Μεταρρυθμίσεων (NDRC), Σου Τζιανπίνγκ, δήλωσε ότι μέχρι το τέλος του περασμένου Ιούνη η Κίνα μηδένισε δασμούς σε ποσοστό μέχρι και κατά 98% σε προϊόντα από 27 αφρικανικές χώρες. Πρόσθεσε ότι το Πεκίνο έχει υπογράψει συμφωνίες διμερούς προώθησης επενδύσεων αλλά και συμφωνίες «προστατευτισμού» με 34 αφρικανικές χώρες, ενώ με 21 αφρικανικές χώρες έχουν «κλείσει» συμφωνίες αποφυγής της διπλής φορολογίας.

«Ανησυχία» ΗΠΑ για το «μονοπώλιο της Κίνας» σε κρίσιμα ορυκτά

Σημαντική είναι επίσης η κινεζική παρουσία στην κατασκευή μεγάλων έργων στις υποδομές, σε εξορυκτικές δραστηριότητες κ.ά.

Την τελευταία 20ετία η Κίνα έχει κατασκευάσει υποδομές στρατηγικής σημασίας στην Αφρική, όπως, τη γραμμή σιδηροδρομικής σύνδεσης Αντίς Αμπέμπα (πρωτεύουσα της Αιθιοπίας) - Τζιμπουτί (όπου η Κίνα διατηρεί στρατιωτική βάση, όπως και οι ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και Σαουδική Αραβία, ενώ για να εγκαταστήσουν δικές τους έχουν ενδιαφερθεί Ινδία, Τουρκία και Ρωσία).

Τεράστια είναι τα συμφέροντα που διακυβεύονται γύρω από τον έλεγχο του ορυκτού πλούτου της αφρικανικής ηπείρου, σε μεταλλεύματα κρίσιμα για την κυριαρχία σε σημαντικούς και γοργά αναπτυσσόμενους κλάδους της βιομηχανίας.

Οπως παρατηρούσε και η αμερικανική «δεξαμενή σκέψης» «Wilson Institute» σε ανάλυσή της τον Μάη με τίτλο «Αντιμετωπίζοντας το μονοπώλιο της Κίνας στα ορυκτά της Αφρικής (που σχετίζονται με την ανάπτυξη της) Ανανεώσιμης Ενέργειας»:

«Αυτό που απασχολεί τις ΗΠΑ είναι το μονοπώλιο της Κίνας στην εξόρυξη στη ζώνη χαλκού της Αφρικής (ειδικά στη ΛΔ Κονγκό και τη Ζάμπια) και οι σημαντικές πρόσφατες επενδύσεις της στην παραγωγή λιθίου στη Ζιμπάμπουε, η οποία κατέχει τα μεγαλύτερα αποθέματα λιθίου στην Αφρική. Αυτές οι επενδύσεις επιτρέπουν στην Κίνα να υπαγορεύει την παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού για ανανεώσιμες μπαταρίες και ηλεκτρικά οχήματα (EV)... Οι εξορυκτικές δραστηριότητες της Κίνας σε αυτές τις τρεις χώρες δίνουν στην Κίνα σημαντικό προβάδισμα στην παραγωγή ημιαγωγών και μπαταριών, και συνεπώς στον τομέα των τεχνολογιών για την "ασφάλεια του κλίματος". Αυτό αφήνει τον υπόλοιπο κόσμο να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από την κινεζική καινοτομία και την παραγωγή για να οδηγήσει τις παγκόσμιες ενεργειακές μεταβάσεις και να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με μελέτη του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας του Πανεπιστημίου Georgetown».

Το Ινστιτούτο επισήμαινε, μεταξύ άλλων, ότι η ΛΔ Κογκό (ΛΔΚ) είναι η χώρα που διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα κοβαλτίου και χαλκού υψηλής ποιότητας στον κόσμο, με την Κίνα να κατέχει το 72% των σχετικών ορυχείων της, περιλαμβανομένου του ορυχείου Tenge Fungurume - από το οποίο εκτιμάται ότι παράγεται περίπου το 12% της παγκόσμιας παραγωγής κοβαλτίου. Κατατάσσεται ως το πέμπτο μεγαλύτερο ορυχείο χαλκού στον κόσμο και το δεύτερο μεγαλύτερο ορυχείο κοβαλτίου στον κόσμο. Κοντά σε αυτό βρίσκεται και το ορυχείο χαλκού - κοβαλτίου Kisanfu, το οποίο επίσης ελέγχουν κινεζικά κεφάλαια (όμιλος CMOC).

Μάλιστα, το Ινστιτούτο παρατηρούσε με απογοήτευση ότι «σήμερα, δεν υπάρχει καμία συμφωνία για κρίσιμα ορυκτά (CMA) μεταξύ ΗΠΑ και Αφρικής ή διμερής συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και οποιασδήποτε μεμονωμένης αφρικανικής χώρας...», την ώρα που «η Κίνα συνειδητοποίησε πριν δεκαετίες ότι οι CMA αποτελούν "κλειδί" για να αποκτήσει μερίδιο στα κρίσιμα ορυκτά της Αφρικής».

Στη Ζιμπάμπουε, κρίσιμη ήταν, μεταξύ άλλων, η συμφωνία που υπέγραψε το 2023 η «Prospect Lithium Zimbabwe» (θυγατρική της κινεζικής εταιρείας «Zhejiang Huayou Cobalt») για τη δημιουργία μονάδας επεξεργασίας λιθίου 300 εκατ. αμερικανικών δολαρίων.

Ετοιμότητα για «μεγαλύτερο ρόλο στην ασφάλεια»

Δεν είναι όμως μόνο ο κλάδος των Εξορύξεων και του Μετάλλου που ιεραρχούν τα κινεζικά μονοπώλια.

Οπως καταγράφουν σχετικά ρεπορτάζ, «τα τελευταία 25 χρόνια, η Κίνα έχει κατασκευάσει περισσότερες από 1.000 γέφυρες, σχεδόν 100 λιμάνια και 10.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών στην Αφρική».

Σύμφωνα με έκθεση του πανεπιστημίου της Βοστόνης, τα 500 εκατ. δολάρια έφτασε πέρυσι η αξία μόνο τριών συμφωνιών που υπέγραψαν κινεζικοί όμιλοι για τη δημιουργία ενός ηλιακού πάρκου, ενός υδροηλεκτρικού σταθμού και υποδομών για τη μεταφορά Ενέργειας.

Επιπλέον, ένας ακόμα τομέας που το Πεκίνο ιεραρχεί στη συνεργασία του με αφρικανικές χώρες είναι και η δράση για τη «σταθερότητα» στην περιοχή.

Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Συνόδου του Φόρουμ για τη Συνεργασία Κίνας - Αφρικής (FOCAC), έγινε ειδική θεματική συζήτηση «υψηλού επιπέδου» για «ενισχυμένη συνεργασία για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας».

Εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης σε αυτήν προήδρευσε ο Cai Qi, ανώτατο στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος, που υποστήριξε ότι «οι κοινές προσπάθειες της Κίνας και της Αφρικής για την προώθηση του εκσυγχρονισμού με βάση την ειρήνη και την ασφάλεια θα συμβάλουν περισσότερο στην παγκόσμια ειρήνη και ανάπτυξη».

Τόνισε δε ότι «η Κίνα θα προωθήσει δυναμικά τη συνεργασία για την ειρήνη και την ασφάλεια στο πλαίσιο του FOCAC, θα δημιουργήσει μια εταιρική σχέση με τις αφρικανικές χώρες για την εφαρμογή της "Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας Ασφάλειας" ("Global Security Initiative" - GSI)», δηλώνοντας ότι «η Κίνα είναι έτοιμη να παίξει μεγαλύτερο ρόλο στην προώθηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Αφρική».

Μέσω του σχεδίου της GSI το Πεκίνο επιδιώκει να αναβαθμίσει και σταθεροποιήσει τις δικές του «αμυντικές» συνεργασίες, στο πλαίσιο της διαρκούς όξυνσης του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και το ευρωατλαντικό μπλοκ.

Φυσικά, οι επιδιώξεις της Κίνας (και) στην Αφρική δεν προχωρούν χωρίς «αντιστάσεις». Για παράδειγμα, «δυτικά» ΜΜΕ μετέδιδαν τις μέρες της Συνόδου πόσο παζάρεψε η κυβέρνηση της ΛΔ Κογκό μια αναθεώρηση των συμβάσεων εξόρυξης που είχε υπογράψει από το 2008 με την Κίνα. Ο υπουργός Εμπορίου της χώρας, Julien Paluku, δήλωσε μάλιστα ότι «εστιάσαμε τα επιχειρήματά μας στον κεντρικό ρόλο της ΛΔΚ για την "Πρωτοβουλία Belt and Road" (τους κινεζικούς "Δρόμους του Μεταξιού"), τονίζοντας τη στρατηγική της θέση ως σημείο σύνδεσης από Βορρά προς Νότο και Ανατολή προς Δύση σε όλη την αφρικανική ήπειρο».

Επίσης, κρίσιμο στοιχείο αποτελεί και η διείσδυση που επιδιώκουν ανταγωνιστές της Κίνας, πέρα από τα «δυτικά» ιμπεριαλιστικά κέντρα. Χαρακτηριστικά, η Ινδία αποτελεί πλέον συνολικά για την «Αφρικανική Ενωση» τον τέταρτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο, μετά τις ΗΠΑ, την Κίνα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030 οι επενδύσεις της Ινδίας στην Αφρική θα φτάσουν τα 150 δισ. δολάρια. Μόνο στη Νιγηρία έχει δεσμεύσει 14 δισ. δολάρια (με επίκεντρο τους τομείς χάλυβα, πετρελαίου, παραγωγής Ενέργειας αλλά και την «αμυντική» βιομηχανία). Ακόμα, οι στρατιωτικές εξαγωγές της Ινδίας - που αυξήθηκαν από 185 εκατ. δολάρια το 2016 σε 2,6 δισ. δολ. το 2023 - στόχος είναι να φτάσουν τα 5 δισεκατομμύρια δολ. μέχρι το 2025, με μεγάλο τους μερίδιο να αφορά την Αφρική.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ