Νέες αυξήσεις και πολλαπλές επιδοτήσεις για τη μετάβαση στα «πράσινα» καύσιμα και την ανανέωση του στόλου τους
Eurokinissi |
Ενδεικτικά είναι τα όσα αναφέρονται στα παζάρια κυβέρνησης και ακτοπλοϊκών, με θέμα υποτίθεται το να μην φτάσει στα εισιτήρια η επικείμενη αύξηση από 12% έως 15%. Θυμίζουμε πως πρόκειται για αυξήσεις που θα επιβληθούν από την 1η Μάη λόγω του νέου ρυθμιστικού της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τον περιορισμό των εκπομπών άνθρακα και θείου της επιβατηγού ναυτιλίας, το οποίο πρακτικά σημαίνει τη χρήση πιο ακριβού καύσιμου περίπου κατά 30% σε σχέση με αυτό που χρησιμοποιούνταν έως τώρα.
Τα ναυτιλιακά καύσιμα αποτελούν το κυρίαρχο κόστος των ακτοοπλόων και παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών και των ναύλων. Η άνοδος των διεθνών τιμών των καυσίμων και η στρατηγική της απεξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, όσο και η προσαρμογή των εφοπλιστών στο πλαίσιο των «πράσινων» Οδηγιών, μετακυλίονται συνεχώς στον λαό. Οι τιμές είναι δυσβάστακτες, έχοντας σημειώσει νέες αυξήσεις πέρυσι σε συνέχεια της προηγούμενης 5ετίας, που όπως ομολογούν και στελέχη του κλάδου έφτασαν στο 35%. Από την άλλη, σε πελάγη κερδών πλέουν οι ακτοπλοϊκές εταιρείες: Ενδεικτικά οι δύο μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου αύξησαν την κερδοφορία τους κατά 56% και 118,6%, αντίστοιχα, μεταξύ 2022 και 2023.
Ανάμεσα στις βιώσιμες λύσεις (πάντα για το κεφάλαιο) που συζητιούνται μεταξύ κυβέρνησης και ακτοοπλόων, προκρίνονται μια σειρά άμεσα μέτρα, ώστε απλώς ο λογαριασμός να καταλήξει στους εργαζόμενους και τις λαϊκές οικογένειες από άλλη τσέπη, δηλαδή ως φορολογούμενοι και όχι ως ταξιδιώτες. Αυτά είναι:
-- Η επιδότηση της διαφοράς της τιμής των δύο καυσίμων κατευθείαν στα διυλιστήρια.
-- Η ανατίμηση των ναύλων για τις λεγόμενες άγονες γραμμές συμπεριλαμβάνοντας το πρόσθετο κόστος.
-- Η κάλυψη στους ακτοοπλόους των εργοδοτικών εισφορών για τους ναυτεργάτες.
-- Η κάλυψη του κόστους των εκπτώσεων που προβλέπονται για πολύτεκνους, ΑμεΑ, φοιτητές κ.ο.κ.
Τα παραπάνω αποτελούν μόνο ένα κομμάτι των παροχών στους ακτοοπλόους, οι οποίοι, όπως και συνολικά το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο, ζητούν μεγαλύτερο μερίδιο από την πίτα του Ταμείου Ανάκαμψης και τις άλλες πηγές χρηματοδότησης, ανταγωνιστικά προς άλλους τομείς της οικονομίας. Διόλου τυχαία οι απαιτήσεις τους συνοδεύονται από διάφορες εκθέσεις για το κόστος της «πράσινης μετάβασης», που πρέπει να μοιραστεί «δίκαια», τις συνέπειες που θα έχουν οι αλλαγές στις ακτοπλοϊκές εταιρείες και τους εργαζομένους τους, στην επιβατική κίνηση και στη συμβολή του ναυτιλιακού κλάδου στο ΑΕΠ, όλα υπό την σκοπιά της θωράκισης της κερδοφορίας των εφοπλιστών.
Παράλληλα, ρέουν και άλλες πηγές χρήματος προς τους ακτοοπλόους, ενώ έχει ανοίξει η συζήτηση για εξεύρεση νέων.
Μεταξύ άλλων, προβλέπεται αρχικός μποναμάς για την ανανέωση του στόλου, που μέχρι στιγμής φτάνει τα 160 εκατομμύρια ευρώ και αναμένεται να διογκωθεί περαιτέρω, με προκάλυμμα την παροχή κινήτρων για τη ναυπήγηση των νέων «πράσινων» πλοίων σε ελληνικά ναυπηγεία.
Αλλα 265 εκατομμύρια ευρώ έχουν εξασφαλιστεί μέσω της «πατέντας» της επιδότησης των «άγονων γραμμών». Πρόκειται για χρηματοδότηση που μπορεί να φτάσει τα 400 εκατομμύρια ευρώ και αφορά 12ετείς συμβάσεις μέσω Σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) για τις άγονες και τουλάχιστον 4ετούς σύμβασης σε άλλες γραμμές. Το πακέτο συνοδεύεται με την προκλητική κοροϊδία ότι θα επιφέρει βελτίωση στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες, τη χρήση σύγχρονων και ασφαλέστερων πλοίων. Ολα αυτά λέγονται όταν μετά το τέλος της περασμένης τουριστικής σεζόν μια σειρά νησιά και οι κάτοικοί τους ξέμειναν με πετσοκομμένα δρομολόγια, ακριβώς επειδή ο διαγωνισμός των «άγονων γραμμών» καθυστέρησε ύστερα και από προσφυγές των ναυτιλιακών εταιρειών, με αποτέλεσμα οι νησιώτες να βρεθούν ξανά στο έλεος του ανταγωνισμού των ακτοοπλόων εφοπλιστών, των εκβιασμών που αυτοί θέτουν. Οσον αφορά τα λεγόμενα για τα ζητήματα ασφαλείας θα ήταν για γέλια αν δεν ήταν επικίνδυνα. Η επικίνδυνη κατάσταση με τα υπέργηρα και κακοσυντηρημένα πλοία αναδεικνύεται συνεχώς με πολλά συμβάντα βλαβών και ατυχημάτων (όπως π.χ. με το «ΣΑΟΝΗΣΟΣ») και διαμορφώνεται με τις πλάτες των κυβερνήσεων για τα κέρδη των εφοπλιστών. Σήμερα όσοι έχουν ευθύνες για ακριβώς για αυτή την κατάσταση, την αξιοποιούν για να βάλουν τον λαό να πληρώσει την ανανέωση του στόλου των εφοπλιστών.
Στο τραπέζι είναι επίσης προτάσεις, όπως αναφέρει και ο ίδιος ο υπουργός Ναυτιλίας Χρ. Στυλιανίδης, ώστε να επιστρέφουν στις τσέπες των ακτοοπλόων τα έσοδα από τις χρεώσεις για το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων ρύπων (ΣΕΔΕ-ETS). Πρόκειται για την επιβάρυνση μέσω του «επίναυλου διοξειδίου του άνθρακος» που ισχύει από την 1η Γενάρη του 2024 για τις γραμμές της Κρήτης και αυτές με την Ιταλία, ενώ σταδιακά θα επεκταθεί και αλλού. Φυσικά στη γραμμή για Κρήτη, ήδη μέρος της επιβάρυνσης έχει καταλήξει στους επιβάτες μέσω προηγούμενων αυξήσεων.
Και επειδή «τρώγοντας έρχεται η όρεξη», οι ακτοπλόοι έχουν και άλλα μέτρα στο «σακούλι», τα οποία και θέτουν για ακόμα μεγαλύτερη στήριξη των κερδών τους.
Τέτοια είναι η επιδότηση της τιμής στους παραγωγούς των εναλλακτικών καυσίμων και βιοκαυσίμων για τη σταδιακή μετάβαση σε πιο «πράσινα» καύσιμα, όπως και η διαμόρφωση υποδομής ηλεκτροδότησης πλοίων (OPS) με επιδότηση και θεσμοθέτηση του ρυθμιστικού πλαισίου που θα αντιμετωπίζει τον ηλεκτρισμό ως ναυτιλιακό καύσιμο, προφανώς εννοώντας να ενταχθεί στο καθεστώς φοροαπαλλαγών που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές.
Τόσο το επικοινωνιακό σόου της κυβέρνησης για τη συγκράτηση των τιμών στα ήδη πανάκριβα εισιτήρια, όσο και τα παχιά λόγια πως από τις παχυλές επιδοτήσεις στους ακτοοπλόους βγαίνουν κερδισμένοι οι εργαζόμενοι, οι νησιώτες και οι ναυτεργάτες δεν μπορούν να κρύψουν την αλήθεια: Οι φθηνές, σύγχρονες και ασφαλείς μεταφορές απαιτούν άλλο δρόμο σε σύγκρουση με την κερδοφορία του κεφαλαίου, με τη στρατηγική της ΕΕ, το κράτος, τις κυβερνήσεις και τα κόμματα που τους υπηρετούν.
Υπενθυμίζεται ότι η συγκεκριμένη έκθεση, που αφορά «το μέλλον της ενιαίας αγοράς», καθώς και αυτή του Μάριο Ντράγκι, για «το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας», εκπονήθηκαν για λογαριασμό των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και στο πλαίσιο της προσπάθειας να ενισχυθεί η θέση της, κατ' επέκταση των ευρωενωσιακών μονοπωλίων και βέβαια να αυξηθούν οι πολεμικές δαπάνες.
Θυμίζουμε επίσης ότι σε πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, με τον Ε. Λέτα, ο πρώτος είχε δώσει το σήμα για την αύξηση των πολεμικών δαπανών και, με αφορμή την έκθεση, δήλωσε πως «αποτελεί το τελευταίο έναυσμα για την Ευρώπη ώστε να περάσουμε από τα λόγια στις πράξεις. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι το κατώφλι του 2% για τις πολεμικές δαπάνες θα αποτελέσει παρελθόν. Θα πάμε σε μεγαλύτερο ποσοστό». Και ταυτόχρονα οι λαοί θα συνεχίσουν να ματώνουν, γιατί, όπως είπε, «πρέπει να έχουμε περισσότερο δημοσιονομικό χώρο για τις επενδύσεις στην Αμυνα, ενώ χρειαζόμαστε περισσότερα ευρωπαϊκά χρήματα».
Η έκθεση Λέτα αντανακλά τις «ανησυχίες» των αστικών επιτελείων για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, την αντιμετώπιση των γεωπολιτικών αντιθέσεων, την εξέταση της πορείας της «πράσινης» και ψηφιακής μετάβασης, την τεχνολογική αλλαγή. Κάνει λόγο για «5η ελευθερία» μετά τις 4 του Μάαστριχτ ώστε να τεθούν σε προτεραιότητα «η εκπαίδευση, η καινοτομία, η έρευνα». Ενσωματώνει τον ολοένα και πιο διαδεδομένο όρο στην προώθηση της «ευρωπαϊκής καινοτομίας» και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα στην καινοτομία. Ετσι προσπαθούν να παρουσιάσουν τον «νέο και καινοτόμο» δρόμο για τη θωράκιση της ΕΕ στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Ο Λέτα ασκεί «κριτική» στις μέχρι τώρα κινήσεις της ΕΕ στην εμβάθυνση της ενιαίας εσωτερικής καπιταλιστικής αγοράς της, που ο κατακερματισμός της έχει δώσει πάτημα στην εισχώρηση αμερικανικών και κινεζικών μονοπωλίων στο εσωτερικό της. Γι' αυτό υποστηρίζει τη μορφοποίηση της καπιταλιστικής ευρωπαϊκής οικονομίας από την κεφαλαιαγορά προς τη δημιουργία της «Ενωσης Αποταμίευσης και Επενδύσεων», για τη διευκόλυνση της επένδυσης κεφαλαίων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων στο έδαφος της ΕΕ.
Ακόμα, στην έκθεση φανερώνονται οι ανησυχίες των ευρωπαϊκών αστικών οικονομικών επιτελείων για την τροχιά της ευρωπαϊκής οικονομίας συγκριτικά με την αμερικανική καθώς υπολογίζει ότι «300 δισ. ευρώ Ευρωπαίων πολιτών διοχετεύονται στο εξωτερικό, κυρίως στην αμερικανική οικονομία, λόγω του κατακερματισμού της αγοράς». Αυτό προσπαθεί να «αντιστρέψει» με τη στροφή σε Ενωση Αποταμιεύσεων, όχι ασφαλώς για τα συμφέροντα των λαών αλλά για την εξεύρεση πόρων για την «πράσινη» και ψηφιακή μετάβαση. Παράλληλα, με φόντο τους μεγάλους ανταγωνισμούς και στο εσωτερικό της ΕΕ, η έκθεση αφήνει στην άκρη τον στόχο «ολοκλήρωσης της Ενωσης Κεφαλαιαγορών», προωθώντας πιο προσγειωμένους στόχους με βάση την τωρινή πραγματικότητα της οικονομίας της ΕΕ.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι η ΕΕ αδυνατεί να σταθεί στο ίδιο επίπεδο με τις ΗΠΑ - Κίνα, οπότε χρειάζεται τις δικές της επενδύσεις στο δικό της έδαφος, ενώ μπαίνει πιο επιτακτικά το ζήτημα τα κράτη - μέλη να συνεισφέρουν σε μεγαλύτερο βαθμό στις κρατικές επενδύσεις και στις πρωτοβουλίες της ΕΕ. Προτείνει τη δημιουργία μηχανισμού κρατικών επενδύσεων, στον οποίο τα κράτη - μέλη θα δίνουν μέρος της εθνικής χρηματοδότησης στις δράσεις της ΕΕ, δηλαδή ένα ακόμα βαρύ πλήγμα στις στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες που πετσοκόβονται περαιτέρω στους κρατικούς προϋπολογισμούς των κρατών - μελών.
Στο ίδιο μήκος κύματος για την πολεμική βιομηχανία με την έκθεση Ντράγκι, η έκθεση Λέτα ζητά την ολοκλήρωση της αμυντικής αγοράς της ΕΕ, μία ενιαία αμυντική αγορά, παρά και τις αντιρρήσεις των κρατών - μελών για ενοποίηση στο συγκεκριμένο ζήτημα, όπως και να δοθούν πρόσβαση σε έξτρα χρηματοδότηση και εξουσίες εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ζητά ενίσχυση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δαπανών, διατηρώντας παράλληλα συνεργασίες με «τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τους συμμάχους του ΝΑΤΟ».
Χαρακτηριστική αναφορά των αντιθέσεων με τις ΗΠΑ αποτελεί και το παρακάτω απόσπασμα της έκθεσης:
«Σε εκείνη την περίοδο (2020 - 2024), ενώ υποστήριζαν την ουκρανική αντίσταση, οι Ευρωπαίοι ξόδεψαν σημαντικά ποσά, ωστόσο περίπου το 80% αυτών των κεφαλαίων δαπανήθηκαν σε μη ευρωπαϊκά υλικά. Αντίθετα, οι ΗΠΑ προμήθευσαν περίπου το 80% του στρατιωτικού εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε για την υποστήριξη του πολέμου στην Ουκρανία απευθείας από Αμερικανούς προμηθευτές, μια έντονη διαφορά που υπογραμμίζει την αδυναμία της προσέγγισής μας.
Η υποστήριξη θέσεων εργασίας και βιομηχανιών στην Ευρώπη, αντί της χρηματοδότησης της βιομηχανικής ανάπτυξης των εταίρων ή των αντιπάλων μας, πρέπει να είναι πρωταρχικός στόχος κατά τη δαπάνη του δημόσιου χρήματος. Επιπλέον, ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρξε τόσο επείγουσα ανάγκη να αναπτύξουμε τις δικές μας βιομηχανικές δυνατότητες προκειμένου να είμαστε αυτόνομοι στον στρατηγικό τομέα».
Ενα ακόμα βασικό ζήτημα που κυριάρχησε στις συζητήσεις όταν δημοσιοποιήθηκε η έκθεση είναι η ενσωμάτωση - ολοκλήρωση των τηλεπικοινωνιών, των αγορών Ενέργειας, του χρηματοπιστωτικού τομέα, της καθαρής τεχνολογίας με έναν «οδικό χάρτη» για την πρόοδό τους έως το 2029.
Αναφέρεται χαρακτηριστικά η έκθεση στον «κατακερματισμό της αγοράς τηλεπικοινωνιών» από τους διάφορους παρόχους, οπότε η δίοδος προς «λίγους και καλούς» θα λύσει τα ζητήματα 27 διαφορετικών εθνικών πλαισίων με στόχο τη μετακίνηση κάτω από μία πανευρωπαϊκή ομπρέλα στον κλάδο. Στη συζήτηση που ακολούθησε της έκθεσης πολλές βιομηχανίες και σύνδεσμοι επανέφεραν στο προσκήνιο την αφαίρεση εμποδίων για την «ολοκλήρωση» των αγορών, βαδίζοντας δηλαδή στα χνάρια και των υπόλοιπων «απελευθερώσεων», όπως στην Ενέργεια και τις Μεταφορές, με τον λαό να πληρώνει πολύ βαριά το μάρμαρο.
Ενώ την παραπέρα «βύθιση» των λαών στην ενεργειακή φτώχεια σηματοδοτούν και τα όσα ζητάει η έκθεση για την Ενέργεια, με βασικό στοιχείο τη δημιουργία ενός νέου οργανισμού «Παράδοσης Καθαρής Ενέργειας».
Επίσης, η έκθεση εστιάζει στη διεύρυνση της ΕΕ, προτείνοντας ένα νέο Ταμείο Αλληλεγγύης για τη Διεύρυνση, που θα διαχειρίζεται «εξωτερικούς παράγοντες» και θα διευκολύνει τη διεύρυνση της ΕΕ, «μειώνοντας τις ανισορροπίες» τόσο για τα κράτη - μέλη όσο και τις υποψήφιες χώρες, για πιο ενεργή εμπλοκή της ιμπεριαλιστικής ένωσης στους ανταγωνισμούς.
Με δυο λόγια η έκθεση Λέτα μαζί με την έκθεση Ντράγκι καλούν σε επιτάχυνση κι εμβάθυνση των αντιδραστικών κατευθύνσεων της ΕΕ προκειμένου να ανταποκριθεί απέναντι στον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό και στη διαπάλη για την πρωτοκαθεδρία στην καπιταλιστική οικονομία ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα. Και ταυτόχρονα να διαχειριστεί και να διευθετήσει τους εντεινόμενους ανταγωνισμούς και στο εσωτερικό της, με πάγια επιδίωξη της επίτευξης των στόχων του κεφαλαίου, σε κάθε περίπτωση απέναντι στους λαούς, την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, της αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος, της αποφασιστικής προώθησης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών που οδηγούν σε πολεμικές αναμετρήσεις.
Παρά την εξασφάλιση φθηνού χρήματος και τους ευνοϊκούς όρους στήριξης των επενδύσεων που προσφέρει το Ταμείο, το ποσοστό κέρδους δεν φαίνεται να ικανοποιεί τους ομίλους. «Μετράει» επίσης ότι στους τομείς που χρηματοδοτεί το Ταμείο, τα αμερικανικά και κινεζικά μονοπώλια προπορεύονται κατά πολύ των ευρωπαϊκών, κάνοντας την όποια επένδυση να φαντάζει ...τρύπιος κουβάς.
Ενα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα σχέδια για το εργοστάσιο κατασκευής μπαταριών λιθίου στην Κοζάνη, από την εταιρεία «Sunlight», που τελικά ακυρώθηκαν. Η επένδυση, ύψους 1,2 δισ. ευρώ, προβαλλόταν από την κυβέρνηση και την Τοπική Διοίκηση ως ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της δήθεν «δίκαιης μετάβασης» στη Δυτική Μακεδονία, που θα άμβλυνε τις συνέπειες της απολιγνιτοποίησης, δημιουργώντας 2.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η εταιρεία έχει ήδη απευθυνθεί στο Ταμείο Καινοτομίας της ΕΕ (είναι συγχρηματοδότης, μαζί με το Ταμείο Ανάκαμψης), απ' το οποίο είχε εξασφαλίσει χρηματοδότηση 245 εκατ. ευρώ για την υλοποίηση του Giga Project. Με επιστολή του ο όμιλος γνωστοποιεί ότι δεν θα προχωρήσει στην επένδυση και ως εκ τούτου δεν θα κάνει χρήση των κεφαλαίων.
Η «Sunlight» είχε εξασφαλίσει το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί ποτέ σε ελληνική εταιρεία και το δεύτερο μεγαλύτερο ανάμεσα στις 85 επιλεγμένες προτάσεις του Ταμείου που διαχειρίζεται κεντρικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο όμιλος είχε εξασφαλίσει επίσης υποσχετική απ' την κυβέρνηση για ταχεία αδειοδότηση της επένδυσης και ευνοϊκούς όρους, στο πλαίσιο του προγράμματος «Δίκαιη Μετάβαση».
Ταυτόχρονα, η «Sunlight» ήταν η μοναδική ελληνική εταιρεία που είχε προσκληθεί από τη γαλλική προεδρία σε επιχειρηματικό συνέδριο στις Βερσαλλίες, παρουσία του Μακρόν, με δημοσιεύματα να κάνουν λόγο για την πιο ελκυστική πρόταση χρηματοδότησης από τη γαλλική κυβέρνηση, ύψους έως και 700 εκατ. ευρώ.
«Ο καβγάς που έχει στηθεί με αφορμή την ανακοίνωση ματαίωσης της επένδυσης της "Sunlight", έχει στόχο να κρύψει τις ευθύνες όλων (κομμάτων, εκλεγμένων στην Τοπική Διοίκηση, συνδικαλιστών) όσων στήριξαν και στηρίζουν την πολιτική της "πράσινης" ανάπτυξης - απολιγνιτοποίησης και έταξαν στον λαό "λαγούς με πετραχήλια", που καλλιέργησαν τις αυταπάτες ότι μπορεί η μετάβαση να είναι δίκαιη για τους εργαζόμενους και τον λαό», επισημαίνει σε σχόλιό της για το θέμα η Επιτροπή Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Βασικότερο κριτήριο, συνεχίζει, για το πού θα επενδύσουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, όπως αυτός της «Sunlight», είναι «η μεγαλύτερη δυνατή κερδοφορία που για να εξασφαλιστεί, "μπουκώνονται" με προνόμια (χρηματοδοτήσεις, δάνεια, φορολογικές ελαφρύνσεις, φθηνό εργατικό δυναμικό, φιλέτα της περιοχής κ.λπ.)» και προσθέτει πως «όλο το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης της περιοχής συνέβαλε τα μέγιστα, ώστε να διαμορφωθεί αυτό το "φιλοεπενδυτικό" περιβάλλον, που όμως δεν φάνηκε αρκετό να προσελκύσει επενδύσεις, δεδομένης της γεωπολιτικής αστάθειας, την κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων, του οικονομικού πολέμου, της επερχόμενης καπιταλιστικής κρίσης κ.ά.».
Υπενθυμίζει πως το ΚΚΕ έγκαιρα είχε ενημερώσει τον λαό ότι οι όποιες επενδύσεις υλοποιηθούν, σε καμία περίπτωση δεν θα αντικαταστήσουν τις χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας, πολλές από αυτές με μόνιμο και σταθερό χαρακτήρα και ικανοποιητικό εισόδημα, αλλά ότι οι θέσεις που θα δημιουργηθούν θα είναι λιγότερες, κακοπληρωμένες, μέσα στο αντεργατικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί από όλες τις κυβερνήσεις. Καταλήγοντας ξεκαθαρίζει πως «μόνος δρόμος για να αναστραφεί η ερημοποίηση της περιοχής, η πτώση του βιοτικού επιπέδου του λαού, να βρει διέξοδο η νεολαία με εξασφαλισμένη εργασία με δικαιώματα είναι η σύγκρουση με το σύστημα της εκμετάλλευσης, η αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ στον δρόμο της ανατροπής».
Τα παραπάνω σημειώνει η βρετανική ΜΚΟ «Οxfam» στην τελευταία της έρευνα, με τίτλο «Αυτοί που παίρνουν, όχι που δημιουργούν», στην οποία αποτυπώνονται αποκαλυπτικά στοιχεία για τον πλούτο των καπιταλιστών και την καταλήστευση των λαών σε όλο τον κόσμο. Ο πλούτος των δισεκατομμυριούχων αυξήθηκε απότομα το 2024, με τον ρυθμό αύξησης να είναι τρεις φορές ταχύτερος από ό,τι το 2023.
Μια σειρά χαρακτηριστικά στοιχεία στην έκθεση είναι τα εξής:
-- Το 2024 ο συνολικός πλούτος των δισεκατομμυριούχων αυξήθηκε κατά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ δημιουργήθηκαν 204 νέοι δισεκατομμυριούχοι. Πρόκειται για έναν μέσο όρο σχεδόν τεσσάρων νέων δισεκατομμυριούχων ανά βδομάδα.
-- Ο συνολικός πλούτος των δισεκατομμυριούχων αυξήθηκε τρεις φορές ταχύτερα το 2024 απ' ό,τι το 2023.
-- Κάθε δισεκατομμυριούχος είδε την περιουσία του να αυξάνεται κατά 2 εκατομμύρια δολάρια τη μέρα κατά μέσο όρο. Για τους 10 πλουσιότερους δισεκατομμυριούχους η περιουσία τους αυξήθηκε κατά 100 εκατ. δολάρια τη μέρα κατά μέσο όρο.
-- Πέρυσι η «Oxfam» προέβλεψε την ανάδειξη του πρώτου τρισεκατομμυριούχου μέσα σε μια δεκαετία. Αν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν, θα υπάρχουν τώρα πέντε τρισεκατομμυριούχοι μέσα σε μια δεκαετία. Στο μεταξύ, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες φτώχειας δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου από το 1990.
Η έκθεση αντικρούει κατά μία έννοια και την καλλιεργούμενη από το σύστημα αντίληψη ότι ο πλούτος αποτελεί ανταμοιβή για την επιχειρηματικότητα, το ταλέντο, την αριστεία, την καινοτομία κ.λπ. «Ο περισσότερος πλούτος των δισεκατομμυριούχων λαμβάνεται, δεν κερδίζεται», σημειώνεται στην έκθεση, ενώ προστίθεται πως «η ιδέα ότι ο ακραίος πλούτος είναι ανταμοιβή για το ακραίο ταλέντο είναι διάχυτη, και ενισχύεται έντονα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στη λαϊκή μας κουλτούρα. Αλλά αυτή η αντίληψη δεν έχει τις ρίζες της στην πραγματικότητα». Η έκθεση υποστηρίζει ότι ο πλούτος των καπιταλιστών στον μεγαλύτερο βαθμό του δεν έχει «κερδηθεί», αλλά προέρχεται από κληρονομιές, τις «πελατειακές σχέσεις» και τη «μονοπωλιακή» εξουσία, αφήνοντας όπως πάντα ανοιχτή την πόρτα στις θεωρίες περί ενός δήθεν «δικαιότερου» καπιταλισμού.
Δείχνει όμως έστω και εμμέσως την εικόνα του καπιταλιστικού συστήματος που σαπίζει μέχρι το μεδούλι, με το 2023 να αποτελεί την πρώτη χρονιά που οι περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι δημιουργήθηκαν «μέσω κληρονομιάς» παρά μέσω «επιχειρηματικότητας», δηλαδή με τους ...δεύτερης και τρίτης γενιάς εκμεταλλευτές. Οπως σημειώνεται, όλοι οι δισεκατομμυριούχοι του κόσμου ηλικίας κάτω των 30 ετών κληρονόμησαν τον πλούτο τους, ενώ τις επόμενες τρεις δεκαετίες πάνω από 1.000 από τους σημερινούς δισεκατομμυριούχους θα μεταβιβάσουν περισσότερα από 5,2 τρισ. δολάρια στους κληρονόμους τους. Η «Oxfam» υπολογίζει ότι το 36% του πλούτου των δισεκατομμυριούχων προέρχεται από κληρονομιά. Μάλιστα, η μεταβίβαση αυτή θα είναι σε μεγάλο βαθμό αφορολόγητη, αφού τα δύο τρίτα των χωρών του κόσμου δεν φορολογούν καθόλου την κληρονομιά σε άμεσους απογόνους - κληρονόμους.
Παράλληλα η «Oxfam» υπογραμμίζει ότι η μονοπωλιακή δύναμη αποτελεί ακόμα έναν παράγοντα ενίσχυσης των κεφαλαιοκρατών και, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, εξασφαλίζει το 18% του πλούτου των δισεκατομμυριούχων. Η ανάλυση ωστόσο κατηγοριοποιεί ως μονοπώλια επιχειρηματικούς ομίλους που σύμφωνα με την αστική οικονομολογία αποτελούν «ολιγοπώλια», ένας ορισμός δηλαδή που «παραβλέπει» ότι τα μονοπώλια αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα του τελευταίου σταδίου του καπιταλισμού, γεννιούνται και γιγαντώνονται «φυσικά», στο πλαίσιο του ανταγωνισμού και της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως άλλωστε φανερώνει και η διαπίστωση της έκθεσης ότι «καθώς τα μονοπώλια εντείνουν τον ασφυκτικό τους έλεγχο στις βιομηχανίες, οι δισεκατομμυριούχοι βλέπουν τον πλούτο τους να εκτοξεύεται σε πρωτοφανή επίπεδα.Η μονοπωλιακή δύναμη κλιμακώνει τον ακραίο πλούτο και την ανισότητα παγκοσμίως. Οι μονοπωλιακές εταιρείες μπορούν να ελέγχουν τις αγορές, να καθορίζουν τους κανόνες και τους όρους ανταλλαγής με άλλες εταιρείες και εργαζόμενους, και να καθορίζουν υψηλότερες τιμές χωρίς να χάνουν τις επιχειρήσεις τους.Αυτές οι στρατηγικές αυξάνουν τον πλούτο των δισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών τους, οι οποίοι είναι μερικοί από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Γη».
Σύμφωνα με την έκθεση, τέτοια είναι η «Amazon», που αντιπροσωπεύει περίπου το 70% των ηλεκτρονικών αγορών σε Γερμανία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία, με τον ιδρυτή και επικεφαλής της, Τζεφ Μπέζος, να έχει περιουσία ύψους 219 δισ. δολαρίων. Αλλη μια τέτοια «αυτοκρατορία» είναι αυτή του Aliko Dangote, του πλουσιότερου ανθρώπου της Αφρικής, ο οποίο κατέχει «σχεδόν μονοπώλιο» στο τσιμέντο στη Νιγηρία και δύναμη στην αγορά σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο, εξασφαλίζοντας περιουσία 11 δισ. δολαρίων.
Το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών φτάνει έτσι σε νέα ύψη και διαρκώς διευρύνεται: «Το 1820, το απώτατο σημείο στο οποίο πάνε πίσω τα στοιχεία, το εισόδημα του πλουσιότερου 10% του πλανήτη ήταν 18 φορές υψηλότερο από το φτωχότερο 50% - το 2020 ήταν 38 φορές υψηλότερο», σημειώνει η έκθεση και προσθέτει: «Αυτή η οικονομική ανισότητα αντικατοπτρίζεται σε πολλά άλλα μέτρα προόδου και ευημερίας. Ισως ο σημαντικότερος αντίκτυπος είναι στο προσδόκιμο ζωής - σήμερα το μέσο προσδόκιμο ζωής των Αφρικανών εξακολουθεί να είναι πάνω από 15 χρόνια μικρότερο από αυτό των Ευρωπαίων. Και σε εθνικό επίπεδο, η αποικιοκρατία κληροδότησε πολύ υψηλά επίπεδα ανισότητας στις χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Σήμερα όλες οι χώρες - εκτός από μία - που η Παγκόσμια Τράπεζα ορίζει ως χώρες με υψηλή ανισότητα βρίσκονται στον Παγκόσμιο Νότο. Το πλουσιότερο 1% στην Αφρική, στην Ασία και στη Μέση Ανατολή λαμβάνει το 20% του συνολικού εισοδήματος, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από το ποσοστό του πλουσιότερου 1% στην Ευρώπη».
Η έκθεση τονίζει πως η αστρονομική εκτόξευση του πλούτου των κεφαλαιοκρατών σημειώνεται την ίδια ώρα που «η εργατική τάξη αγωνίζεται να τα βγάλει πέρα». Ενώ τα συνολικά ποσοστά φτώχειας έχουν μειωθεί σε όλο τον κόσμο, ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν κάτω από το - εξευτελιστικό έτσι κι αλλιώς - όριο της φτώχειας, που η Παγκόσμια Τράπεζα τοποθετεί στα 6,85 δολάρια ΗΠΑ (PPP), είναι σήμερα ο ίδιος όπως και το 1990: Σχεδόν 3,6 δισ. άνθρωποι. Σήμερα αυτό αντιπροσωπεύει το 44% της ανθρωπότητας. Στο μεταξύ, το πλουσιότερο 1% κατέχει σχεδόν το ίδιο ποσοστό - 45% - του συνολικού πλούτου.
Η ανισότητα εντείνεται για τις γυναίκες: Μία στις δέκα στον κόσμο ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας (κάτω από 2,15 δολάρια τη μέρα), δηλαδή 24,3 εκατ. περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες ζουν σε συνθήκες «ακραίας φτώχειας».
Μάλιστα τα στοιχεία καταδεικνύουν τη σχέση της αύξησης του πλούτου της αστικής τάξης με την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων και με το τσάκισμα των λαϊκών αναγκών. Τα ευρήματα της «Oxfam» και της «Development Finance International» στο «The Commitment to Reducing Inequality Index 2024» αποκαλύπτουν αρνητικές τάσεις στη συντριπτική πλειονότητα των χωρών από το 2022: «4 στα 5 κράτη έχουν μειώσει το ποσοστό του προϋπολογισμού τους που προορίζεται για την Εκπαίδευση, την Υγεία και την κοινωνική προστασία. Επίσης, 4 στα 5 κράτη έχουν μειώσει την προοδευτική φορολογία και 9 στα 10 έχουν σημειώσει υποχωρήσεις όσον αφορά τα εργασιακά δικαιώματα και τους κατώτατους μισθούς».
Με τίτλο «Ο δρόμος προς μια Νέα Εποχή στην Πυρηνική Ενέργεια», η Εκθεση της ΙΕΑ (16/1/2025) επισημαίνει ότι «ως η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλών εκπομπών στον κόσμο μετά την υδροηλεκτρική ενέργεια, η πυρηνική ενέργεια παράγει σήμερα λίγο λιγότερο από το 10% της παγκόσμιας παροχής ηλεκτρικής ενέργειας (σ.σ. 9%)».
«Το 2025 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πυρηνικής προέλευσης θα είναι η πιο αυξημένη στην ιστορία», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Φ. Μπιρόλ, εκτελεστικός διευθυντής της ΙΕΑ, σε συνέντευξή του στο Γαλλικό Πρακτορείο (AFP).
Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι η ζήτηση Ενέργειας αναμένεται «να αυξηθεί 6 φορές πιο γρήγορα από τη συνολική κατανάλωση Ενέργειας τις επόμενες δεκαετίες» (σ.σ. αρκεί να αναλογιστεί κανείς την ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για τις ανάγκες της βιομηχανίας, της ραγδαία εξαπλωνόμενης ηλεκτροκίνησης αλλά και της χρήσης της Τεχνητής Νοημοσύνης) εκτιμάται ότι θα εκτοξεύσει σοβαρά και τις επενδύσεις στους αντίστοιχους τομείς της βιομηχανίας, αλλά φυσικά και το βάρος που αυτή θα διαδραματίζει στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων.
Με φόντο και συνάξεις εκπροσώπων κυβερνήσεων και μονοπωλίων όπου αποφασίστηκε τα τελευταία χρόνια ότι για να «πιαστεί» έως το 2050 η επιδιωκόμενη μείωση ρύπων διοξειδίων του άνθρακα, η χρήση της πυρηνικής ενέργειας επιδιώκεται να διπλασιαστεί, η νέα έκθεση της ΙΕΑ επισημαίνει ότι «θα χρειαστεί νέα δυναμικότητα παραγωγής από μια σειρά τεχνολογίες, ώστε αυτές να συμβαδίσουν με την ταχεία αύξηση της ζήτησης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπορούν να παρέχουν σταθερή και ευέλικτη παραγωγή(σ.σ. Ενέργειας), όπως η πυρηνική ενέργεια».
Οπως δήλωσε και ο Φ. Μπιρόλ, «είναι ξεκάθαρο σήμερα ότι η ισχυρή επιστροφή για την πυρηνική ενέργεια που προέβλεψε η IEA πριν από αρκετά χρόνια είναι σε εξέλιξη, με την πυρηνική ενέργεια να παράγει ένα επίπεδο ρεκόρ ηλεκτρικής ενέργειας το 2025».
Εξήγησε δε ότι «περισσότερα από 70 γιγαβάτ νέας πυρηνικής δυναμικότητας είναι υπό κατασκευή παγκοσμίως (σ.σ. πάνω από 63 πυρηνικοί αντιδραστήρες), ένα από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 30 ετών...».
Οπως θα δούμε παρακάτω, η μεγάλη πλειοψηφία από τους υπό κατασκευή αντιδραστήρες είναι κινεζικού ή ρωσικού σχεδιασμού, ενώ οι μισοί βρίσκονται στην Κίνα.
Ο Φ. Μπιρόλ επισήμανε ότι σήμερα πάνω από 40 χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν σχέδια να επεκτείνουν τον ρόλο της πυρηνικής ενέργειας στα ενεργειακά τους συστήματα, ξεχωρίζοντας τις «συναρπαστικές δυνατότητες ανάπτυξης» που προσφέρουν ειδικά οι «μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες» (Small Modular Reactors - SMR), λόγω χαμηλότερου κόστους, μικρότερου μεγέθους και «μειωμένων κινδύνων σχεδίων», όπως καταγράφει και η Εκθεση.
Ωστόσο, αν και «το μεγαλύτερο μέρος του υπάρχοντος στόλου πυρηνικής ενέργειας σήμερα βρίσκεται σε προηγμένες οικονομίες», «πολλές από αυτές τις μονάδες κατασκευάστηκαν πριν από δεκαετίες (...) Η πυρηνική ενέργεια διαδραματίζει μεγαλύτερο ρόλο στις προηγμένες οικονομίες, οι οποίες φιλοξενούν περισσότερο από το 70% των αντιδραστήρων που λειτουργούν παγκοσμίως σήμερα, αλλά αυτός ο στόλος είναι σχετικά παλιός. Ο μέσος όρος ηλικίας τους είναι άνω των 36 ετών, έναντι 18 ετών στις αναδυόμενες οικονομίες...».
Ενδεικτικά, ένα από τα υψηλότερα μερίδια συμμετοχής της πυρηνικής ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε τέτοιες «προηγμένες οικονομίες» συναντάται σήμερα στη Γαλλία (65%) και τη Σλοβακία (πάνω από 60%).
Στην ΕΕ συνολικά αυτό βρίσκεται σήμερα στο 23% (από 34% που ήταν το 1997), ενώ στις ΗΠΑ, αν και «διαθέτουν τον μεγαλύτερο (αριθμητικά) στόλο πυρηνικών αντιδραστήρων στον κόσμο», το ποσοστό συμμετοχής τους στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι σήμερα μικρότερο από 20%...
Την ίδια στιγμή, η ΙΕΑ υπογραμμίζει ότι «οι αναδυόμενες οικονομίες κινούνται προς την ηγετική θέση στην αγορά στην πυρηνική ενέργεια» και εξηγεί: «Ο παγκόσμιος χάρτης για τα πυρηνικά αλλάζει, με την πλειονότητα των έργων υπό κατασκευή στην Κίνα, η οποία πρόκειται να ξεπεράσει τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και την Ευρώπη σε εγκατεστημένη πυρηνική δυναμικότητα έως το 2030 (...)
Από τους 52 αντιδραστήρες που ξεκίνησαν να κατασκευάζονται παγκοσμίως από το 2017, οι 48 είναι κινεζικού ή ρωσικού σχεδιασμού. Στα τέλη του 2024, υπήρχαν 63 πυρηνικοί αντιδραστήρες (71 GW) υπό κατασκευή, εκ των οποίων τα τρία τέταρτα βρίσκονται στις αναδυόμενες οικονομίες και οι μισοί μόνο στην Κίνα. Η Κίνα έχει τώρα τον τρίτο μεγαλύτερο πυρηνικό στόλο σε λειτουργία στον κόσμο...».
Εξίσου χαρακτηριστικά είναι και τα πλεονεκτήματα που διατηρούν αντίπαλοι της «Δύσης» στον τομέα των αναγκαίων καυσίμων για τα πυρηνικά εργοστάσια.
Η Εκθεση καταγράφει την «υψηλή συγκέντρωση» που υπάρχει στη διαδικασία εμπλουτισμού του ουρανίου, αλλά και στην ίδια την παραγωγή ουρανίου.
Σύμφωνα και με την ιστοσελίδα της Διεθνούς Πυρηνικής Ενωσης (World Nuclear Association - WNA, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι διεθνείς κολοσσοί του κλάδου), τα «κλειδιά» όσον αφορά την τεχνογνωσία στην ικανότητα εμπλουτισμού ουρανίου παγκοσμίως κρατούν εν πρώτοις οι εξής τέσσερις όμιλοι:
Η ρωσική «Rosatom» με μονάδες στη Ρωσία.
Η βρετανο-γερμανική «Urenco», με μονάδες σε Βρετανία, Γερμανία, Ολλανδία και (από το 2010) το Νέο Μεξικό των ΗΠΑ.
Η γαλλική «Orano», με μονάδες εμπλουτισμού σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Βρετανία, ΗΠΑ και Ρωσία.
Η κινεζική CNNC με μονάδες στην Κίνα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2022, ο καταμερισμός στην παγκόσμια πίτα εμπλουτισμού του ουρανίου διαμορφώθηκε ως εξής:
Πρώτη ήταν η «Rosatom» (με 27.100 SWU/y, όπου Separative work units/year είναι η Μονάδα Διαχωριστικής Εργασίας / έτος, που αποτελεί μέτρο απόδοσης της διαδικασίας εμπλουτισμού), που το 2030 εκτιμάται ότι θα παραμένει πρώτη με 27.100.
Ακολουθούσε η «Urenco» (17.900 SWU/y), που εκτιμάται ότι το 2030 θα παραμένει στα 17.900.
Μετά η κινεζική CNNC (8.900 SWU/y) που εκτιμάται ότι θα εκτοξευτεί στα 17.000 και 4η η «Orano» (7.500 SWU/y) που εκτιμάται επίσης ότι θα μείνει στα 7.500...
Τα συμπεράσματα για τα μερίδια του τομέα που «ελέγχουν» ρωσικά και κινεζικά κεφάλαια είναι ακόμα πιο καθαρά αν υπολογίσει κανείς ότι όλο το 2022 η WNA εκτιμά ότι εμπλουτίστηκαν 61.500 SWU/y και ότι το 2030 αυτά θα είναι 70.300.
Με απλά λόγια, το 2022 η ρωσική «Rosatom» και η κινεζική CNNC «κρατούσαν» το 58% του παγκόσμια εμπλουτιζόμενου ουρανίου στον έλεγχό τους, ενώ το ίδιο ποσοστό σε μια πενταετία θα αυξηθεί στο 62%...
Με βάση και τα παραπάνω δεν προκαλεί έκπληξη η διαπίστωση της ΙΕΑ ότι «προς το παρόν, η ανανεωμένη δυναμική πίσω από την πυρηνική ενέργεια εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις κινεζικές και ρωσικές τεχνολογίες...».
Διόλου περίεργη δεν είναι και η ανησυχία - παρότρυνσή της ότι στον τομέα του εμπλουτισμού ουρανίου «πρέπει να δοθεί πολύ μεγαλύτερη προσοχή, ιδιαίτερα για τις χώρες που εισάγουν εμπλουτισμένο ουράνιο...».
«Η παγκόσμια γεωγραφία της πυρηνικής βιομηχανίας αλλάζει, από το 1970 της παγκόσμιας πυρηνικής βιομηχανίας ηγούνταν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη», όπως τόνισε παρουσιάζοντας την Εκθεση ο Φ. Μπιρόλ.
Αναφέρθηκε ακόμα ότι σε δέκα χρόνια στην Ευρώπη η προερχόμενη από πυρηνική ενέργεια παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια θα είναι κάτω από 15%, όπως αντίστοιχα εκτιμάται και για τις ΗΠΑ.
Ο Μπιρόλ περιέγραψε ακόμα ότι «υπάρχει μια μειωμένη απόδοση της πυρηνικής βιομηχανίας στις χώρες αυτές» και «τα (επενδυτικά) σχέδια καθυστερούν κατά μέσο όρο 7 χρόνια και το κόστος είναι 2,5 φορές υψηλότερο από αυτό που προβλεπόταν αρχικά», ενώ όπως εκτιμάται «σε πέντε χρόνια, η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ενωση και θα γίνει η πρώτη παγκοσμίως πυρηνική δύναμη...».
Δεν είναι τυχαία και η ανησυχία που προκαλεί στα δυτικά μονοπωλιακά επιτελεία ο χάρτης του παγκόσμια εξορυσσόμενου ουρανίου, αφού - όπως καταγράφει κι η έκθεση - «η παραγωγή ουρανίου είναι ιδιαίτερα συγκεντρωμένη σε τέσσερις χώρες, οι οποίες από κοινού αντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα 3/4 της παγκόσμιας παραγωγής ουρανίου από ορυχεία».
Τα στοιχεία της WNA για το 2022 δείχνουν πως το 43% του ουρανίου παράγεται στο Καζακστάν - μία χώρα της οποίας η αστική τάξη παζαρεύει σε πολλά «ταμπλό» με τις δυνάμεις που επιχειρούν να ενισχύσουν τις θέσεις τους σε αυτή, όπως η Ρωσία που διατηρεί ισχυρή παρουσία, αλλά και οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Κίνα που επίσης ενισχύουν μπίζνες και συμφωνίες.
Ακόμα, ο Καναδάς συγκεντρώνει το 15% του παγκόσμια παραγόμενου ουρανίου και η Ναμίμπια το 11%...
Σε ένα τέτοιο φόντο, μέτρα δράσης αναλαμβάνουν μέσα σε αυτές τις συνθήκες μια σειρά δυνάμεις, όπως και η Ιταλία, όπου η χρήση πυρηνικής ενέργειας είχε απαγορευτεί πριν από σχεδόν 40 χρόνια.
Ο υπουργός Ενέργειας Τζ. Πικέτο δήλωσε πως το υπουργικό συμβούλιο θα εξετάσει άμεσα τα πρώτα σχέδια, ώστε μέχρι το τέλος του 2027 να επιτραπεί και πάλι στη χώρα η χρήση πυρηνικής ενέργειας.