Με σχέδιο νόμου, που δόθηκε χτες στη δημοσιότητα από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, η κυβέρνηση νομιμοποιεί τον «αέρα» στο ΧΑΑ και ταυτόχρονα θεσπίζει νέες φοροαπαλλαγές σε ναυτιλιακές εταιρίες για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο
Σε νέους επικίνδυνους δρόμους ωθεί η κυβέρνηση τον χειμαζόμενο χρηματιστηριακό τζόγο καθώς και τους μικρομετόχους, που έχουν «εγκλωβιστεί» εδώ και αρκετούς μήνες, καθώς αγόρασαν μετοχές σε υψηλές τιμές, πιστεύοντας τα κάθε είδους «παπαγαλάκια» αλλά και κυβερνητικά στελέχη ότι ο δείκτης τιμών μετοχών θα φτάσει τις... 7.000 μονάδες! Σε μία προσπάθεια να ενισχύσει τη ρευστότητα - που έχει πέσει στο ναδίρ - η κυβέρνηση δημοσιοποίησε χτες σχέδιο νόμου, με το οποίο, μεταξύ άλλων, νομιμοποιεί την αγορά μετοχών με... αέρα καθώς θεσμοθετεί τη δυνατότητα αγοράς μετοχών με πίστωση που θα δίνουν στους πελάτες τους οι χρηματιστηριακές εταιρίες-μέλη του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Επίσης, στο ίδιο σχέδιο νόμου προβλέπονται και φοροαπαλλαγές σε ναυτιλιακές εταιρίες, που θα αποφασίσουν να ενταχθούν στο Χρηματιστήριο.
Αναλυτικότερα, στο σχέδιο νόμου που παρουσίασε χτες το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, προβλέπονται τα ακόλουθα:
Πρώτον, νομιμοποιείται η χορήγηση πιστώσεων για την αγορά μετοχών. Ενώ μέχρι τώρα, δάνεια για αγορά μετοχών μπορούσαν να χορηγούν μόνο οι εμπορικές τράπεζες, με διάταξη στο σχέδιο νόμου ορίζεται ότι πίστωση μπορεί να χορηγούν προς τους πελάτες τους οι εταιρίες-μέλη του Χρηματιστηρίου της Αθήνας. Αυτό, στην ουσία, σημαίνει νομιμοποίηση του «αέρα», αφού δίνει τη δυνατότητα σε όσους «παίζουν» στο Χρηματιστήριο, να αγοράσουν μετοχές χωρίς χρήματα, αρκεί η χρηματιστηριακή εταιρία με την οποία συναλλάσσονται να τους δώσει πίστωση.
Δεύτερον, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι πιστώτριες χρηματιστηριακές εταιρίες από «αεριτζήδες» και άλλους «παίκτες-επενδυτές», προβλέπεται η σύσταση «Χαρτοφυλακίου Ασφάλισης». Στο τελευταίο κατατίθενται από τον πελάτη οι μετοχές που αγοράστηκαν με πίστωση, καθώς και - όπως σχετικά αναφέρεται - άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα. Η αξία των ενεχυριασθέντων αυτών μέσων θα πρέπει να είναι υψηλότερη από την αντίστοιχη αξία των αγοραζόμενων επί πιστώσει μετοχών, και η διαφορά αυτή καλείται περιθώριο. Το περιθώριο αυτό ορίζεται στο 50%, δηλαδή αν ενεχυριαστεί ένα ποσό 10 εκατ. δραχμών, τότε η εταιρία θα μπορεί να χορηγεί πίστωση 5 εκατ. δραχμών.
Τρίτον, οι χρηματιστηριακές εταιρίες ΕΠΕΥ και ΑΧΕ θα μπορούν να εισάγονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Ως δεσμευτικός όρος τίθεται, μέτοχοι των εταιριών αυτών, που διαθέτουν τουλάχιστον το 10% του μετοχικού κεφαλαίου, να μην μπορούν να πωλήσουν τις μετοχές τους για χρονικό διάστημα δύο ετών από την εισαγωγή της εταιρίας στο Χρηματιστήριο. Ο ίδιος περιορισμός τίθεται και για τους μετόχους εκείνους που κατέχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά του μετοχικού κεφαλαίου μέχρι τη συμπλήρωση του 50%.
Τέταρτον, προβλέπεται η σύσταση εταιριών επενδύσεων στην ποντοπόρα ναυτιλία, οι οποίες θα μπορούν να εισαχθούν στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. θα δημιουργηθούν δηλαδή επενδυτικές εταιρίες, οι οποίες θα διαπραγματεύονται τις μετοχές ναυτιλιακών εταιριών ποντοπόρων πλοίων. Ως προϋπόθεση για την εισαγωγή της εταιρίας στο Χρηματιστήριο τίθεται να διαπραγματεύεται η τελευταία το σύνολο των μετοχών πλοιοκτητριών εταιριών που έχουν στη διάθεσή τους τουλάχιστον 6 ποντοπόρα πλοία. Πιστή στη φορολογική ασυλία του εφοπλιστικού κεφαλαίου, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προβλέπει τέλος ότι τόσο τα εισοδήματα των εταιριών επενδύσεων στην ποντοπόρα ναυτιλία όσο και τα εισοδήματα των μετοχών τους απαλλάσσονται από κάθε φόρο, εισφορά ή κράτηση.
Τα «μέτρα» που ανακοινώθηκαν χτες αφήνουν στο απυρόβλητο το λαθρεμπόριο υγρών καυσίμων και την αισχροκέρδεια που επιδίδονται- κυρίως - οι εταιρίες πετρελαιοειδών
«Πυροτεχνήματα» που αποσκοπούν μάλλον στο να εντυπωσιάσουν και να αποπροσανατολίσουν τους καταναλωτές, παρά στο να αντιμετωπίσουν την κερδοσκοπία και το λαθρεμπόριο στο χώρο της διακίνησης των υγρών καυσίμων, αποδείχτηκαν τελικά τα περιβόητα «μέτρα» που «μαγείρευε» τον τελευταίο καιρό η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης. Αυτό προκύπτει από τα όσα ανακοίνωσε χτες ο υπουργός Ανάπτυξης Ν. Χριστοδουλάκης, ο οποίος ουσιαστικά βάφτισε «μέτρα ορθολογισμού του συστήματος παραγωγής, εμπορίας και διακίνησης των καυσίμων» μια σειρά από ανακοινώσεις που στην πράξη αφήνουν στο απυρόβλητο το μεγάλο λαθρεμπόριο και τα τρελά κέρδη των μονοπωλίων στο χώρο των υγρών καυσίμων.
Ειδικότερα, ο υπουργός ανακοίνωσε τα εξής:
Ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της χτεσινής συνέντευξης η υφυπουργός Ανάπτυξης Μ. Αποστολάκη παραδέχτηκε -για μια ακόμη φορά- ότι οι αποκλίσεις από τις «ενδεικτικές τιμές» λιανικής πώλησης ξεπερνούν και τις 35 δρχ. το λίτρο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους δειγματοληπτικούς ελέγχους των Διευθύνσεων εμπορίου των νομαρχιών, οι αποκλίσεις στην Α΄ ζώνη κυμαίνονται από 1,90 μέχρι 27,30 δρχ. το λίτρο, στη Β΄ ζώνη από 6,50 μέχρι 35,20 δρχ. και στη Γ΄ ζώνη «είναι αρκετά υψηλές».
Οσον αφορά το δείγμα των 116 πρατηρίων στο λεκανοπέδιο, όπου καταγράφει την εξέλιξη των τιμών το υπουργείο, τις προηγούμενες βδομάδες τα περισσότερα προέβησαν στις μειώσεις που διαμορφώθηκαν βάσει των διεθνών τιμών.
Σημαντική αύξηση παρουσίασε ο εξωτερικός δανεισμός της χώρας το α΄ εξάμηνο του 2000.
Σύμφωνα με το δελτίο του δημόσιου χρέους του υπουργείου Οικονομικών, στις 30/06/00 η σύνθεση του δημόσιου χρέους αποτελούνταν κατά 74,2% από εσωτερικό και κατά 25,8% από το εξωτερικό χρέος. Σε σχέση με το τέλος του 1999, παρατηρείται μια αύξηση του εξωτερικού χρέους κατά πέντε ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Η αύξηση αυτή εξηγείται από την κρίση στην εσωτερική αγορά ομολόγων, που αποτελεί το βασικό παράγοντα κάλυψης του χρέους, και τη στροφή του υπουργείου στον εξωτερικό δανεισμό.
Στους σχετικούς πίνακες του δελτίου δεν υπάρχει το απόλυτο ποσό του δημόσιου χρέους της χώρας στο τέλος του προηγούμενου Ιούνη, αλλά μόνο ενημερωτικά στοιχεία για διάφορες πτυχές του. Ετσι το εξωτερικό χρέος αναλύεται στα ακόλουθα νομίσματα. Σε ευρώ έχει συναφθεί το 27% των δανείων και ακολουθούν 25,8% σε ιαπωνικό γιεν, 25% σε δολάριο και 12,9% σε γερμανικό μάρκο.
Η δε σύνθεση του εσωτερικού χρέους είναι η ακόλουθη. Το 81,8% του χρέους αποτυπώνεται σήμερα σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, ακολουθούν τα δάνεια της τράπεζας της Ελλάδας με 11,7%, τα έντοκα γραμμάτια με 5,9% και τέλος οι συμμετοχές σε διεθνείς οργανισμούς με μόλις 0,6%. Ανάλυση υπάρχει επίσης και για τη σύνθεση του ομολογιακού χρέους κατά χρονική διάρκεια. Ετσι το 35,1% του ομολογιακού χρέους αφορά 10ετή ομόλογα και ακολουθούν τα 5ετή ομόλογα με συμμετοχή 22,4%, τα 20ετή με συμμετοχή 20,2%, τα 3ετή με συμμετοχή 18,8% κλπ. Σημαντική επιμήκυνση παρατηρείται επίσης στη μέση σταθμική διάρκεια του νέου εσωτερικού δανεισμού, ο οποίος το α΄ εξάμηνο του 2000 ανέρχεται σε 8,5 έτη. Δηλαδή μεσοσταθμικά η χώρα θα κληθεί να ξεπληρώσει τον νέο δανεισμό μετά από 8,5 έτη, ενώ αντίθετα τα προηγούμενα έτη η μέση σταθμική διάρκεια του νέου δανεισμού ήταν 6,05 έτη για το 1999, 4,55 έτη για το 1998, 3,65 έτη για το 1997, 3,34 έτη για το 1996, 2,72 έτη για το 1995 και 1,63 έτη για το 1994.