Σημαντική αύξηση παρουσίασε ο εξωτερικός δανεισμός της χώρας το α΄ εξάμηνο του 2000.
Σύμφωνα με το δελτίο του δημόσιου χρέους του υπουργείου Οικονομικών, στις 30/06/00 η σύνθεση του δημόσιου χρέους αποτελούνταν κατά 74,2% από εσωτερικό και κατά 25,8% από το εξωτερικό χρέος. Σε σχέση με το τέλος του 1999, παρατηρείται μια αύξηση του εξωτερικού χρέους κατά πέντε ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Η αύξηση αυτή εξηγείται από την κρίση στην εσωτερική αγορά ομολόγων, που αποτελεί το βασικό παράγοντα κάλυψης του χρέους, και τη στροφή του υπουργείου στον εξωτερικό δανεισμό.
Στους σχετικούς πίνακες του δελτίου δεν υπάρχει το απόλυτο ποσό του δημόσιου χρέους της χώρας στο τέλος του προηγούμενου Ιούνη, αλλά μόνο ενημερωτικά στοιχεία για διάφορες πτυχές του. Ετσι το εξωτερικό χρέος αναλύεται στα ακόλουθα νομίσματα. Σε ευρώ έχει συναφθεί το 27% των δανείων και ακολουθούν 25,8% σε ιαπωνικό γιεν, 25% σε δολάριο και 12,9% σε γερμανικό μάρκο.
Η δε σύνθεση του εσωτερικού χρέους είναι η ακόλουθη. Το 81,8% του χρέους αποτυπώνεται σήμερα σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, ακολουθούν τα δάνεια της τράπεζας της Ελλάδας με 11,7%, τα έντοκα γραμμάτια με 5,9% και τέλος οι συμμετοχές σε διεθνείς οργανισμούς με μόλις 0,6%. Ανάλυση υπάρχει επίσης και για τη σύνθεση του ομολογιακού χρέους κατά χρονική διάρκεια. Ετσι το 35,1% του ομολογιακού χρέους αφορά 10ετή ομόλογα και ακολουθούν τα 5ετή ομόλογα με συμμετοχή 22,4%, τα 20ετή με συμμετοχή 20,2%, τα 3ετή με συμμετοχή 18,8% κλπ. Σημαντική επιμήκυνση παρατηρείται επίσης στη μέση σταθμική διάρκεια του νέου εσωτερικού δανεισμού, ο οποίος το α΄ εξάμηνο του 2000 ανέρχεται σε 8,5 έτη. Δηλαδή μεσοσταθμικά η χώρα θα κληθεί να ξεπληρώσει τον νέο δανεισμό μετά από 8,5 έτη, ενώ αντίθετα τα προηγούμενα έτη η μέση σταθμική διάρκεια του νέου δανεισμού ήταν 6,05 έτη για το 1999, 4,55 έτη για το 1998, 3,65 έτη για το 1997, 3,34 έτη για το 1996, 2,72 έτη για το 1995 και 1,63 έτη για το 1994.