«Δε λέω τίποτα. Φρουρούν τη λαλιά μου. Μια άλλη εποχή έρχεται στο νου μου. / Ξέρουν. Και πού θα πουν για τελευταία κουβέντα: / Υπάρχει δικαιοσύνη. Αυτή των κυνηγημένων»
(Θάνος Ασίκης)
Η αποκωδικοποίηση του DNA στο περιοδικό TIME: «Κανείς εκδότης δε διανέμει το περιοδικό δωρεάν. Το πουλάει». Αναφερόταν στην πώληση της πατέντας στις φαρμακευτικές εταιρίες. Στόχος τους (θέαμα και ΜΜΕ) είναι, σε μια μελλοντική κοινωνία τεχνολογικά υπερεξελιγμένη «οργουελιανού τύπου», με τον άνθρωπο τόσο αδύναμο και ελεγχόμενο, όπου ένα «ελεγχόμενο» μέρος του σώματος, π.χ., μια τρίχα της κεφαλής αρκούσε για μία πλήρη καταγραφή και ολοκληρωμένο φακέλωμα. Οπου οι εργαζόμενοι ή οι υποψήφιοι για τη μισθωτή εργασία, αντί για το «χτύπημα κάρτας» θα χτυπούν το δάκτυλό τους προς απόκτηση ελάχιστης ποσότητας αίματος, ικανής για μία πληροφορία της πληροφορικής και της ανάλυσης σε Computer σύγκρισης και ταυτοποίησης.
Η αποκωδικοποίηση του ανθρώπου, των γονιδίων, έδωσε, ως ανακάλυψη, ένα ακόμα χτύπημα στον πάλαι ποτέ ιδεαλισμό στο χώρο της επιστήμης, ο οποίος είχε ισχυρό οχυρό στις θρησκευτικές δοξασίες. Οταν εμφανίστηκε η γονιδιακή ανάλυση, η κληρονομικότητα ως υπεύθυνη για τις λειτουργίες του ανθρώπου, ο χωρίς διαλεκτικά κριτήρια ιδεαλισμός «ανάσανε» και σήκωνε κεφάλι. Μιλούσε για την «άφθαρτη, κληρονομήσιμη, αθάνατη ουσία», «να η ψυχή που μένει όταν το σώμα πεθάνει», και άλλα.
Η ανακάλυψη ότι το γονίδιο status είχε καθαρά χημική σχέση και σύσταση, δηλαδή υλική, το DNA, έδωσε το πρώτο χαστούκι στον ιδεαλισμό. Τα 3,5 δισ. ζευγαριών βάσεων του DNA το καταδείχνει. Το γονίδιο του εγκληματία, του δολοφόνου, του πονηρού, του αγαθού, του ιδιοκτήτη, του εγωιστή, του αλτρουιστή κλπ., κλπ., είναι απλοϊκές έως επιστημονικοφανείς ανοησίες.
Σ' όλη αυτή τη φιλολογία υπάρχει από πίσω το κέρδος. «Οι γενετικές θεραπείες» θα είναι δυνατές μόνο γι' αυτούς που έχουν κέρδη, συνεχίζει ο Κρεγκ Βέντερ: Το χρήμα, το εμπόρευμα, η θεραπεία τους.
Μήπως ο άνεργος ασθενής ή ένας εργάτης, θύμα της «βιομηχανικής ασθένειας», θα μπορούν να κάνουν θεραπεία; Το 1,2 δισ. στον πλανήτη των ανθρώπων που πεθαίνουν από την πείνα; Οχι βέβαια. Επιβιώνουν με την ανισότητα.
Η κίνηση της ιστορίας επιτυγχάνεται με τον άνθρωπο. Είναι πάνω από τα όπλα και τα όπλα τους πάνω από τα Computer, την ατομική ενέργεια, τη γενετική κλπ. Και ειδικά ο εργαζόμενος είτε με φόρμα είτε χωρίς. Οι αντιθέσεις αυτής της κοινωνίας, στην εργασία, στην πολιτική, στην καθημερινή ζωή, είναι το αντίπαλο δέος. Ο εργάτης είναι ο δρομοδείκτης της ιστορίας και των εξελίξεων:
«Δεν υπάρχεις έξω από μένα / τα ίχνη σου με οδηγούν. / Θα σε βρω να κρατάς το κύπελλο / για να μας κεράσεις κρασί»./ Είναι η αέναη «ταξική πάλη». (Θάνος Ασίκης)
Συμπληρώνονται 54 χρόνια από τη βάρβαρη δολοφονία στη Θεσσαλία του πρωτοπόρου κομμουνιστή δημοσιογράφου
Ο Κ. Βιδάλης έφυγε από την Αθήνα για τη Λάρισα την Κυριακή 11 Αυγούστου, με αποστολή να κάνει έρευνα για τη δράση των συμμοριών στην περιοχή της Θεσσαλίας. Το απόγευμα 13 του μηνός - κι αφού είχε ολοκληρώσει την αποστολή του στη θεσσαλική πρωτεύουσα - πήρε το τρένο για το Βόλο. Ομως, δεν έφτασε ποτέ εκεί. Λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λάρισα, οι Σούρληδες φρόντισαν να τον αρπάξουν μέσα από το τρένο και, αφού τον βασάνισαν άγρια, τον δολοφόνησαν με τρόπο κανιβαλικό.
H απώλεια του K. Βιδάλη ήταν μεγάλη για την ελληνική δημοσιογραφία και δυσαναπλήρωτη για την εφημερίδα του, το «Ρ», που είχε πληρώσει μεγάλο φόρο αίματος στο βωμό της υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων. Ο Κ. Βιδάλης γεννήθηκε στην Αθήνα στα 1904 από φτωχή οικογένεια. Οταν τον βρήκε ο θάνατος, είχε συμπληρώσει 25 χρόνια στο δημοσιογραφικό επάγγελμα. Υπήρξε για πολλά χρόνια οπαδός του ΚΚΕ και έγινε μέλος του το 1941, με πρόταση - όπως λέει ο ίδιος στο βιογραφικό του - του Κ. Καραγιώργη. Πήρε ενεργό μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση και δούλεψε κάτω από δύσκολες συνθήκες στον αντιστασιακό Τύπο. Μετά την Απελευθέρωση, ανέλαβε αρχισυντάκτης της εφημερίδας του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα» και μετά τα Δεκεμβριανά διακινδύνευσε και μπήκε στη στρατοκρατούμενη Αθήνα, για να προετοιμάσει την έκδοση της εν λόγω εφημερίδας. Στη συνέχεια, ανέλαβε το πολιτικό ρεπορτάζ του «Ρ». Από τον Οκτώβρη του 1945, ήταν μέλος του Γραφείου της Κομματικής Οργάνωσης του «Ρ», θέση στην οποία επανεκλέχτηκε λίγες μέρες πριν ξεκινήσει για το ταξίδι του θανάτου στη Θεσσαλία.
Το ήξερε καλά κι όμως πήγε. Τον ωθούσε η συνείδηση του κομμουνιστή δημοσιογράφου, του κομμουνιστή ρεπόρτερ. Αλλωστε, το 'χε αποδείξει με τη δράση του και τα περίφημα ρεπορτάζ, και κυρίως μ' αυτό της «Μάχης της σοδειάς» στη Θεσσαλία στα 1944, ότι η πένα του αποτύπωνε στο γραπτό του την ίδια την ψυχή του, μόνο που ψυχή του ήταν η ψυχή του λαού. Και ο Βιδάλης έκανε ρεπορτάζ μέσα από τη ζύμωσή του με τη ζωή του λαού και έτσι τον υπηρετούσε ως το τελευταίο ρεπορτάζ του, που γράφτηκε με το αίμα της ζωής του.
Ηταν συνειδητή επιλογή. Ηθελε να πάει ο ίδιος στη Θεσσαλία, όπου οργίαζε η κατοχική ληστοσυμμορία του Σούρλα, δολοφονώντας και σφάζοντας τους αγωνιστές του ΕΑΜ, τους κομμουνιστές, σε μια περίοδο όπου το αντιδραστικό καθεστώς της ντόπιας άρχουσας τάξης με τη στήριξη των Αγγλων ιμπεριαλιστών προσπαθούσε να θεμελιώσει τα στηρίγματα της εξουσίας του, σπρώχνοντας το λαό στον εμφύλιο πόλεμο. Ο Βιδάλης ήθελε να πάει ο ίδιος επιτόπου για ρεπορτάζ, να βγάλει ζωντανό το υλικό του. Μόνο έτσι, έλεγε, υπάρχει ελπίδα να σταματήσουν οι σφαγές γυναικόπαιδων. Το ρεπορτάζ δε γράφτηκε ποτέ. Η δολοφονία του έγινε το πιο ζωντανό ρεπορτάζ για τις συνθήκες ζωής του λαού της Θεσσαλίας και όχι μόνο, αλλά και για το ξεσκέπασμα των δυνάμεων και των μεθόδων τους, που ήθελαν ή την υποταγή των ανυπόταχτων ή την εξόντωσή τους.