ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 28 Μάρτη 2013
Σελ. /56
Επανάσταση και εκλογές

Επαναστατική πολιτική είναι αυτή που, όχι μόνο βάζει ζήτημα αλλαγής του κοινωνικού συστήματος, αλλά και συσπειρώνει μ' αυτή ευρύτατες μάζες της εργατικής τάξης και του λαού για την πραγματοποίησή της. Χωρίς αυτή τη συσπείρωση μένει μόνο η επαναστατική φρασεολογία. Ενας σημαντικός δείκτης προσέγγισης του λαού με το Κόμμα, τη συγκεκριμένη περίοδο που γίνονται εκλογές, είναι το εκλογικό αποτέλεσμα.

Υπάρχει αλληλεπίδραση - θετική ή αρνητική - της συγκέντρωσης λαϊκών δυνάμεων με το Κόμμα και των εκλογικών αποτελεσμάτων. Στην πορεία ενίσχυσης ή αποδυνάμωσης του ενός, ενισχύεται ή αποδυναμώνεται και το άλλο. Είναι πολύ πιο εύκολη και «ακίνδυνη» η προσέγγιση κάποιου με το ΚΚΕ σε μια εκλογική διαδικασία από την ενεργό ένταξή του στη Λαϊκή Συμμαχία (ΛΣ) ή όπου αλλού. Γενικά, εκτός από έκτακτες περιστάσεις, λογικό είναι η εκλογική επιρροή να είναι μεγαλύτερη από αυτή τη συγκέντρωση δυνάμεων.

Στο εκλογικό αποτέλεσμα του Μάη 2012 είχαμε μικρή άνοδο και τον Ιούνη, παρά τις ευνοϊκές συνθήκες, κατακόρυφη πτώση. Τι συνέβη στο ενδιάμεσο; Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για να βγει το συμπέρασμα πως η κύρια αιτία, αν και όχι η μοναδική, ήταν η άρνηση του Κόμματος να βρεθεί στην κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που ο λαός προσδοκούσε για να τον βγάλει από το τέλμα στο οποίο τον φέρανε οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Μήπως αυτό σημαίνει πως έπρεπε να δεχτούμε να πάρουμε μέρος σε κυβερνητικό σχηματισμό με άλλες πολιτικές δυνάμεις; Σαφέστατα ΟΧΙ. Ομως ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ και στην επίθεση «συνεργασίας», έπρεπε να είμαστε λίγο ευέλικτοι και να του βάλουμε «τρικλοποδιά».

Πριν από τις εκλογές της 6ης Μάη είχαμε νομίζω αρκετά σημάδια διαρροής ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ με διάφορες αιτιολογίες.

Μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση, κάτω από την πίεση των αυταπατών και τη λογική του «μικρότερου κακού» αλλά και με τη δημαγωγική - οπορτουνιστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, στο ενδεχόμενο νέων εκλογών, το πιο πιθανό σενάριο θα ήταν οι απώλειες προς την ίδια κατεύθυνση να είχαν συνέχεια. Αλλωστε, και μετά από τις εκλογές της 6ης Μάη είχαμε επιπλέον δείγματα διαρροών. Επρεπε, όταν ο Τσίπρας κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών «καλούσε» το Κόμμα για συνεργασία, να του βάλουμε ανοιχτά και δημόσια τις θέσεις μας. Οση δημαγωγία και αν εμφάνιζε εκείνη την περίοδο, θα αρνιόταν να δεσμευτεί στις περισσότερες απ' αυτές. Το ζήτημα ήταν, με την ενέργεια αυτή, να φανεί πιο πειστικά στο λαό η δημαγωγία του και πού το πάει. Μια κίνηση, που όχι μόνο δεν «επέτεινε τη σύγχυση γύρω από το χαρακτήρα αυτού του φορέα», όπως ανέφερε η ΚΕ, αλλά θα λειτουργούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Και αντί να καλέσουμε το λαό να ενισχύσει το Κόμμα καθοριστικά για να εφαρμόσει τις θέσεις του, ουσιαστικά απορρίπταμε αυτό το ενδεχόμενο σαν «μη ρεαλιστικό» (λες και ο στόχος του 17% όταν το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου ήταν στις δόξες του ήταν πιο ρεαλιστικός) ή σαν «διαχείριση του συστήματος» κ.λπ.

Επειδή όλα είναι πιθανά (εκτός από του σπανού τα γένια), κάτω από ορισμένες συνθήκες ή έκτακτες καταστάσεις, μπορεί το ΚΚΕ (με ή χωρίς τη ΛΣ) να βρεθεί σε θέση σχηματισμού κυβέρνησης. Σ' αυτή την περίπτωση, ο σχηματισμός κυβέρνησης με το Πρόγραμμα του ΚΚΕ είναι μονόδρομος. Αν αρνηθεί, όχι μόνο η εκλογική επιρροή αλλά και η ΛΣ θα καταρρεύσουν. Το εγχείρημα αυτό θα είναι διαχείριση του συστήματος αν δεν πάρει άμεσα μέτρα αποδέσμευσης από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, αφαίρεσης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας από την αστική τάξη και αντικατάστασης του κρατικού μηχανισμού με εργατικές λαϊκές δυνάμεις. Υπάρχει και αυτός ο δρόμος περάσματος στο σοσιαλισμό. Το ΚΚΕ είναι υποχρεωμένο να προχωρήσει καλώντας την εκλογική του επιρροή, τις δυνάμεις της ΛΣ και ολόκληρο το λαό να το στηρίξουν ενεργά απέναντι στις διάφορες αντιδράσεις και επεμβάσεις. Αν θα τα καταφέρει ή όχι, θα φανεί.

Το ότι δεν υπήρξε πουθενά πέρασμα στο σοσιαλισμό με εκλογικές διαδικασίες στα πλαίσια του αστικού συστήματος, είναι γιατί οι δυνάμεις που βρέθηκαν στην κυβέρνηση δεν είχαν ή δεν κατάφεραν να οδηγήσουν τα πράγματα σε επαναστατική προοπτική. Το παράδειγμα της Χιλής είναι εξαιρετικά ανεπιτυχές και φανερώνει τουλάχιστον άγνοια. Υπήρξε μια σειρά άρθρων σε αντίστοιχα τεύχη των «Προβλημάτων Ειρήνης και Σοσιαλισμού», μετά την πτώση του Αλλιέντε, που ανέλυαν την όλη κατάσταση και το τι έπρεπε και μπορούσε να γίνει για την επικράτηση της κυβέρνησης και το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Αλλά και η επαναστατική αλλαγή με τη μορφή της «καθαρής εξέγερσης» που ονειρευόμαστε, πού αλλού έγινε εκτός από τη Ρωσία το 1917; Και αν δεν ήταν ο Λένιν, θα γινόταν;

Η εκλογική διαδικασία σαν μορφή πολιτικού αγώνα και στοιχείο της ταχτικής για συγκέντρωση δυνάμεων και πιθανού δρόμου περάσματος στο σοσιαλισμό είναι ανύπαρκτη μέσα στο μυαλό μας. Απολυτοποιείται η πάλη για το σχηματισμό της ΛΣ με προοπτική τον αντιμονοπωλιακό - αντικαπιταλιστικό αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας και το σοσιαλισμό. Δηλαδή ουσιαστικά με εξέγερση. Και αν είναι μια φορά δύσκολο να επιτευχθεί ο πρώτος δρόμος, είναι πολλαπλά δύσκολο να επιτευχθεί ο δεύτερος. Στην πρώτη περίπτωση, μπορεί ένα μέρος του κατασταλτικού μηχανισμού σεβόμενο την «αστική νομιμότητα» να αδρανοποιηθεί. Στην περίπτωση δυναμώματος του λαϊκού μετώπου, και πριν αυτό φτάσει σε επικίνδυνη για το σύστημα κατάσταση και εξέγερση, είναι απόλυτα σίγουρο ότι θα υπάρξει έντονη αντίδραση, επεμβάσεις εσωτερικές και εξωτερικές και πολεμική αντιπαράθεση με διάφορα προσχήματα («τρομοκρατία» κ.λπ.), τα οποία είναι δύσκολο να τα επικαλεστούν στην εκλογική διαδικασία.

Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να απορρίψουμε το δρόμο της εξέγερσης, αλλά ούτε και να «σνομπάρουμε» τις εκλογικές διαδικασίες και να μην καλούμε το λαό να ενισχύσει το Κόμμα καθοριστικά για να εφαρμόσει τις θέσεις του. Να παλεύουμε και για τα δύο. Ποιος από τους δύο δρόμους θα επικρατήσει, αν και όταν συμβεί αυτό, θα το δείξει η ζωή.

Και οι δύο αλληλοεξαρτώνται στο ζήτημα της συγκέντρωσης δυνάμεων, και οι δύο θα είναι επαναστατικοί αν βάζουν ζήτημα αλλαγής του κοινωνικού συστήματος. Υπάρχει πλήθος παραδειγμάτων όπου παλλαϊκές εξεγέρσεις δεν έβαζαν τέτοιο ζήτημα. Και μην είμαστε απόλυτα σίγουροι πως σε μια τέτοια περίπτωση, η μεγάλη μάζα του λαού θα έρθει με το ΚΚΕ.

Και οι δυο δρόμοι θα είναι βίαιοι, γιατί το πάρσιμο της εξουσίας και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας από την αστική τάξη θα γίνει παρά και ενάντια στη θέλησή της. Κανένας απ' τους δύο δεν θα είναι περίπατος. Μετά αρχίζουν τα πιο δύσκολα.


Νικος Τσιμπέρης
ΚΟΒ ΦΜΣ Πανεπιστήμιου Πάτρας

Για το σχέδιο Καταστατικού του ΚΚΕ

Στο σχέδιο Καταστατικού αποτυπώνεται η εμπειρία του Κόμματός μας (αλλά και του διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος) όσον αφορά τις αρχές συγκρότησης ενός επαναστατικού κόμματος νέου τύπου, τις αρχές λειτουργίας του.

Η τροποποίηση και συμπλήρωσή του - και όχι «ανατροπή» του υπάρχοντος - σωστά γίνεται κατά τη γνώμη μου, γιατί προκύπτει από τη σύγχρονη πραγματικότητα, τις εξελίξεις που αυτή κυοφορεί. Συμβάλλει στην ολόπλευρη προετοιμασία του Κόμματος, ώστε να παίζει το ρόλο του σε οποιεσδήποτε συνθήκες είτε αυτές είναι οι σημερινές μη - επαναστατικές είτε είναι συνθήκες επαναστατικής κατάστασης οπότε και θα μπαίνει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της εξουσίας.

Θα ήθελα να αναφερθώ στα εξής σημεία του σχεδίου Καταστατικού.

Πρώτον σχετικά με τη σχέση Κόμματος - ΚΝΕ. Συμφωνώ με την εκφραστική, αλλά ουσιαστική, διόρθωση ότι η ΚΝΕ «είναι επαναστατική οργάνωση νεολαίας του ΚΚΕ, που δέχεται την κοσμοθεωρία του, το μαρξισμό - λενινισμό, το Πρόγραμμα του ΚΚΕ και προωθεί τη στρατηγική του», ώστε να αντιστοιχηθεί το Καταστατικό με την πραγματικότητα.

Η διόρθωση αυτή είναι αναγκαία και για να αποφεύγονται περιθώρια παρερμηνείας του χαρακτήρα της ΚΝΕ, του λόγου ύπαρξής της. Σαν νεολαία του ΚΚΕ βασικός της στόχος ήταν, είναι και πρέπει να είναι η εξειδίκευση - με ευθύνη φυσικά του ΚΚΕ - της στρατηγικής του στη νεολαία και η προετοιμασία των αυριανών μελών του ΚΚΕ.

Αυτόν το ρόλο δεν θα μπορούσε να τον παίζει χωρίς να υπάρχει η άμεση ευθύνη και καθοδήγηση των κομματικών οργάνων για τα αντίστοιχα ΚΝίτικα. Ιστορικά, η χαλάρωση αυτής της ευθύνης και η απώλεια ολόπλευρης καθοδήγησης ζημίωσε και την ΚΝΕ και κυρίως το ΚΚΕ (όπως για παράδειγμα το '89).

Οσοι καταλαβαίνουν ότι οι Θέσεις της ΚΕ αλλάζουν το χαρακτήρα της ΚΝΕ είτε δεν έχουν καταλάβει τι είναι η ΚΝΕ είτε άλλη ΚΝΕ θέλουν.

Δεύτερον, σχετικά με την αρχή λειτουργίας του ΚΚΕ, το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό χρειάζεται να κατανοείται πιο ουσιαστικά και όχι τυπικά.

Το σχέδιο αναφέρει: «Δημοκρατικός συγκεντρωτισμός σημαίνει εσωκομματική δημοκρατία, συγκεντρωτική καθοδήγηση, ενιαία δράση στην εφαρμογή των αποφάσεων με συνειδητή πειθαρχία». Η εσωκομματική δημοκρατία δεν σημαίνει γενικά και αόριστα ελευθερία γνώμης και κριτικής. Σημαίνει δικαίωμα και υποχρέωση να συμμετέχει ένα μέλος στην εσωκομματική ζωή, να κάνει και να δέχεται κριτική - στα πλαίσια του Προγράμματος και του Καταστατικού του Κόμματος που άλλωστε ένα μέλος του τα αποδέχεται - ώστε να διαμορφώνεται συλλογική πείρα μέσα στο Κόμμα, να μην μένει κάθε μέλος με την ατομική του πείρα. Η συλλογική κριτική και αυτοκριτική είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνεται η δουλειά των οργάνων και οργανώσεων αποτελεσματικότερη.

Τέλος, πιστεύω ότι χρειάζεται πολιτική δουλειά και μέριμνα από τα καθοδηγητικά όργανα ώστε τα μέλη, ειδικά αυτά με μικρότερη κομματική εμπειρία που δεν έχουμε ζήσει στιγμές διαπάλης στο Κόμμα ('68, '89 - '91), να κατανοούμε σωστά και επαναστατικά την εσωκομματική δημοκρατία. Αυτό είναι αναγκαίο και λόγω της πίεσης που δέχεται ένα μέλος στη βάση της αστικής αντίληψης για τη δημοκρατία. Για παράδειγμα, κάτι που φαίνεται ως δημοκρατικό όπως η κατοχύρωση, όχι απλά η συζήτηση, των διαφορετικών απόψεων, τροφοδοτεί έμμεσα ομαδοποιήσεις στη βάση των διαφορετικών απόψεων, ουσιαστικά υποσκάπτει την εσωκομματική δημοκρατία και κυρίως την ενότητα στη δράση.


Χρήστος Παπαλεωνίδας
ΚΟΒ ΕΜΠ

Επισημάνσεις για ζητήματα στρατηγικής

Ο χαρακτήρας της επανάστασης είναι σοσιαλιστικός και δεν αποδεχόμαστε ότι θα φτάσουμε σε αυτή με τη μεσολάβηση ενδιάμεσων φάσεων. Τι καθορίζει το χαρακτήρα της επανάστασης; Το ποια τάξη έχει την εξουσία, και στην Ελλάδα τα τελευταία 100 περίπου χρόνια την έχει η αστική. Από τότε έκλεισε οριστικά και το κεφάλαιο των αστικοδημοκρατικών ζητημάτων, καθώς τέτοια δεν είναι γενικά ζητήματα δημοκρατίας και ελευθεριών (που ο καπιταλισμός της εποχή του ιμπεριαλισμού έχει την τάση να τις περιορίζει), αλλά είναι αποκλειστικά ζητήματα αστικών μετασχηματισμών τόσο σε επίπεδο «βάσης», όσο και εποικοδομήματος, που στοχεύουν στην εδραίωση της κυριαρχίας της αστικής τάξης απέναντι στους προκατόχους της. Από αυτήν την άποψη μπορεί να παλεύουμε για την απόσπαση κατακτήσεων, για την οργάνωση της άμυνας του λαού, όμως δεν υπάρχει «μεταβατικό» πρόγραμμα το οποίο θα μας πάει στο σοσιαλισμό. Ο σοσιαλισμός θα έρθει με την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και με το τσάκισμα του αστικού κράτους.

Τα στάδια που είχε επεξεργαστεί η 3η Διεθνής δεν ήταν προγράμματα μετάβασης, αλλά στρατηγική για τη σοσιαλιστική επανάσταση σε χώρες που δεν είχε ολοκληρωθεί η μετάβαση της εξουσίας στην αστική τάξη. Ηταν σωστή στρατηγική που επιβεβαιώθηκε στη ζωή καθώς στο 1/3 του κόσμου επικράτησαν οι προλεταριακές επαναστάσεις. Αμφισβητεί την ορθότητά τους (και όχι το λαθεμένο τρόπο ερμηνείας τους σε κάθε επιμέρους χώρα) μόνο όποιος αμφισβητεί το χαρακτήρα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, όποιος δε σκέφτεται περισσότερο από ότι ένας τροτσκιστής. Και μιας και το 'φερε η κουβέντα καλά θα ήταν να ξέρουν οι «επαναστάτες της φράσης», ότι το ΚΚΕ όταν αναφερόταν σε στάδια στο Πρόγραμμα του 9ουΣυνεδρίου και μετά, έκανε λόγο για ενιαία επαναστατική διαδικασία και όχι για ενδιάμεση εξουσία. Ηταν πιο κοντά δηλαδή στη θέση του Εγκελς για τη λαοκρατική δημοκρατία σαν ειδική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, παρά στα στάδια όπως τα όριζε η 3η Διεθνής.

Η σοσιαλιστική επανάσταση δεν έχει όμως πάντα και σε όλες τις χώρες το ίδιο περιεχόμενο. Το περιεχόμενό της καθορίζεται από το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και το συσχετισμό των τάξεων. Οποιος θεωρεί ότι ο ταξικός συσχετισμός δεν καθορίζει το περιεχόμενο της επανάστασης ας εξηγήσει για ποιο λόγο ο Λένιν και ο Στάλιν χαρακτήριζαν τη σοβιετική εξουσία (το 1921) σαν δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς.

Η σοσιαλιστική επανάσταση δεν είναι πραξικόπημα μιας μειοψηφίας ή μιας μικρής πλειοψηφίας. Είναι γνήσια λαϊκή επανάσταση όπως έλεγαν οι Μαρξ - Λένιν με την έννοια ότι εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της δοσμένης χώρας. Σε χώρες όπως η Ελλάδα που η εργατική τάξη είναι στην καλύτερη περίπτωση μια μικρή πλειοψηφία του πληθυσμού, που είναι αριθμητικά ισχυρά τα μεσαία στρώματα της πόλης και (λιγότερο) του χωριού, αυτά τα στρώματα θα πρέπει να δουν στη σοσιαλιστική επανάσταση πραγματική βελτίωση της ζωής τους (με βάση τη σημερινή θέση τους και όχι με βάση τη μελλοντική εξαφάνισή τους). Αυτό σημαίνει ότι η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα εκτός από το ζήτημα της ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και του κεντρικού σχεδιασμού θα έχει Αντιμονοπωλιακό Αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο και ο δρόμος προσέγγισής της και συγκέντρωσης κοινωνικών δυνάμεων είναι η Αντιιμπεριαλιστική - Αντιμονοπωλιακή πάλη. Αυτά το προτεινόμενο Πρόγραμμα δεν τα λαμβάνει υπόψη του, καθώς καθορίζει ότι η επανάσταση θα καταργήσει τη μισθωτή εργασία, αφήνοντας έξω από τις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης τη συντριπτική πλειοψηφία των μεσαίων στρωμάτων, ακόμα και αν αυτά δεν είναι σε θέση να κάνουν διευρυμένη αναπαραγωγή. Τέτοια επανάσταση στην Ελλάδα θα γίνει μετά από καμιά εκατοστή χρόνια όταν ο καπιταλισμός λύσει το πρόβλημα προλεταριοποιώντας και εξαφανίζοντας τα μεσαία στρώματα. Οποιος αυθαίρετα κάνει την εξίσωση: αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική ίσον στάδια ίσον μεταβατικό πρόγραμμα ίσον κυβέρνηση της «αριστεράς», δεν έχει καμιά σχέση με την κοσμοθεωρία μας.

Βέβαια το να κάνει πολιτικά λάθη ένα Κόμμα, να πειραματιστεί, δεν είναι μεγάλο κακό. Θα τα βρει μπροστά του μια - δυο - τρεις φορές... θα τα διορθώσει (αρκεί βέβαια αυτό να γίνεται ανοιχτά για βγαίνουν τα σωστά συμπεράσματα). Το να κάνει όμως ιδεολογικά λάθη, να αμφισβητούνται αρχές του μαρξισμού - λενινισμού είναι σοβαρό πρόβλημα.

Τέτοιου χαρακτήρα λάθος είναι η επιλεκτική αποδοχή της θεωρίας του ιμπεριαλισμού του Λένιν και η ημιεπίσημη υιοθέτηση της θεωρίας της «ανισότιμης αλληλεξάρτησης» των χωρών στα πλαίσια ενός αχταρμά σχέσεων που βαφτίζεται «ιμπεριαλιστική πυραμίδα», όπου η κυριαρχία των μονοπωλίων στο επίπεδο της οικονομίας δε μεταφράζεται σε κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου και σε επίπεδο πολιτικής, σε σχέσεις υποταγής όλων των χωρών σε αυτό. Υποταγή, που εκδηλώνεται κυρίαρχα με τη μορφή μιας χούφτας χωρών που καθυποτάσσουν όλο τον κόσμο και ανταγωνίζονται μέχρι θανάτου (των λαών) για το συνεχές ξαναμοίρασμά του. Αυτή η θεωρία είναι παρέκκλιση δεξιού χαρακτήρα που ντύνεται με ένα «επαναστατικό» περίβλημα. Εξωραΐζει τον ιμπεριαλισμό, δημιουργεί σε τελική ανάλυση αυταπάτες για άλλη διαχείριση, για άλλη θέση της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Αποτελεί, είτε το καταλαβαίνουμε είτε όχι, θεωρητικό υπόβαθρο της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ που υπόσχεται πιο αποτελεσματική διαπραγμάτευση μέσα στην ΕΕ. Δικαιολογίες που προβάλλονται ότι σήμερα πια δεν υπάρχουν αποικίες, είτε ότι ο ιμπεριαλισμός έχει ταυτιστεί με την επεκτατική πολιτική των μεγάλων δυνάμεων, είναι επικίνδυνες γιατί κάπως έτσι πάντα ξεκινά η αναθεώρηση του μαρξισμού - λενινισμού: ψάχνοντας κάποιος να βρει πού δεν είναι επίκαιροι οι «κλασικοί».

Το ίδιο ανάξιο κουβέντας είναι το ερώτημα που προβάλλεται, για το αν η αστική τάξη της Ελλάδας είναι υποτελής και υπόδουλη. Η αστική τάξη λειτουργώντας με βαθύτατο ρεαλισμό και έχοντας πλήρη επίγνωση της θέσης της στο διεθνή καταμερισμό, δεν έχει κανένα πρόβλημα να είναι υποτελής όταν χρειάζεται και όσο χρειάζεται για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της. Γιατί έχουμε εμείς πρόβλημα να της αποδώσουμε μια ιδιότητα που η ίδια δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να προσάψει στον εαυτό της; Μήπως μόνο και μόνο επειδή αυτή η διαπίστωση αντιφάσκει με την απαράδεκτη θεωρία της «αλληλεξάρτησης»; Γιατί δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η υποτέλεια και ο διεθνής εξευτελισμός της αστικής τάξης την περίοδο της ταξικής της κυριαρχίας μετατρέπεται σε υποτέλεια και εξευτελισμό ενός ολόκληρου λαού που στενάζει διπλά και τριπλά; Γιατί αναιρούμε τη σχέση πατριωτισμού - διεθνισμού που το Κόμμα μας την έχει κατακτήσει όχι μόνο με βάση την κοσμοθεωρία του αλλά ακόμα και με το ίδιο του το αίμα; Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι κινδυνεύουμε να χαρακτηριστούμε από λαϊκά στρώματα σαν μη πατριωτικό κόμμα, κάτι που θα βάλει σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια την ύπαρξή μας; Γιατί αφήνουμε να αλωνίζουν οι οπορτουνιστές και οι φασίστες που κοροϊδεύουν το λαό, ότι μπορεί τάχα να υπάρξει μια «εθνικά περήφανη» αστική τάξη;


Παναγιώτης Παλαβός
ΚΟΒ Ιντρακόμ

Να δέσουμε γερά τακτική με στρατηγική

Οι Θέσεις του Κόμματος για το 19ο Συνέδριο χαρακτηρίζονται από ορατή συνέπεια στα κομμουνιστικά και επαναστατικά χαρακτηριστικά του.

Το Κόμμα και οι Θέσεις του είναι σαφείς απέναντι στα βασική αντίθεση της κοινωνίας μας που είναι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας.

Το κόμμα μένει σταθερό στη στρατηγική του, μετά από μια βαριά εκλογική ήττα, για την οποία υπάρχουν μεγάλες ευθύνες της ΚΕ και του ΠΓ. Χρειάζονται πολλές διορθωτικές κινήσεις σε επίπεδο τακτικής.

Η τακτική είναι η γέφυρα για τη στρατηγική, που σημαίνει όταν δεν είναι σωστή τότε οι ρόδες μας γυρνάνε στον αέρα.

Στο συνέδριο το κεφάλαιο τακτική, οι σχέσεις μας με το λαό και τα κινήματά του αυθόρμητα ή οργανωμένα, τα φύτρα ή τα ρεύματα της λαϊκής συμμαχίας πρέπει να μελετηθούν σωστά, να εμπεδωθούν και να προσδιοριστούν, ώστε να μη μένει η δράση μας σε συνθηματολογίες και ανούσιες αυτάρεσκες κομματικά ταυτολογίες.

Συγκεκριμένα:

Η κοινωνική σύνθεση και η δομή της απασχόλησης της ελληνικής κοινωνίας απαιτεί μια πιο εμπεριστατωμένη σύγχρονη και ποιοτική μελέτη. Ο υπερτονισμός των μεσαίων στρωμάτων, αποτελεί το βασικό θεωρητικό υπόβαθρο της αστικής διανόησης για μείωση της εργατικής τάξης, αποϋλοποίηση της οικονομίας κ.λπ.

Η διαφαινόμενη σύγχυση στον προσυνεδριακό διάλογο για το τι θα γίνουν τα μικρομεσαία στρώματα και ότι παλιά εντάσσονταν στο ΑΑΔΜ, ενώ τώρα όχι κ.λπ. αφορούν στις συγχύσεις για την ταξική δομή και πώς οι Μαρξ και Λένιν έβλεπαν το ζήτημα.

Η εκφορά του πολιτικού μας λόγου πολλές φορές όλα τα «γενικεύει» και αδικεί ανθρώπους που η κοινωνική συνείδηση που διαθέτουν τους έχει οδηγήσει στη συμμετοχή σε μια ΜΚΟ ή αλλού, αυτό δεν τους κατατάσσει στα «λαμόγια».

Υπάρχουν σοβαρά προβλήματα πλέον και στο ΠΑΜΕ και στις άλλες συσπειρώσεις που τις ονομάζουμε φύτρα της λαϊκής συμμαχίας που ξεκινούν από εμάς. Ταυτίζουμε αυτές τις συσπειρώσεις με το Κόμμα, ό,τι αποφασίζει το Κόμμα, το θεωρούμε «must» να περάσει και στο ΠΑΜΕ, ΜΑΣ, κ.λπ. γι' αυτό δεν είναι τυχαίο ότι ο ταξικός αντίπαλος το εκμεταλλεύεται.

Αντί να τα βλέπουμε σαν τα σχολεία της ταξικής πάλης που θα ζυμώνονται οι θέσεις των κομμουνιστών με τους συμμάχους τους, που θα δρουν μετωπικά και θα ενώνονται με τις άλλες φύτρες της λαϊκής δράσης, τα αντιμετωπίζουμε πολλές φορές ως παραμάγαζα του Κόμματος όπως έγινε με τις αποφάσεις για τους Δ/ντές των σχολείων που στείλαμε ΠΑΜίτες στα σπίτια τους, με τις ανακοινώσεις που γράφουν ΠΑΜΕ και οι ηλεκ/κές Δ/νσεις τους παραπέμπουν σε δ/νσεις του Κόμματος, δείχνοντας ότι οι γραμματείες εδράζονται στο Κόμμα.

Η κοινωνία είναι ζωντανός οργανισμός και κυρίως λειτουργεί μέσα από το εποικοδόμημα της αστικής τάξης των κομμάτων που την υπηρετούν και τη χειραγώγηση από τους αστικούς θεσμούς. Εμείς δεν μπορεί να επικαλούμαστε μόνο την καθαρότητά μας, πρέπει να παρεμβαίνουμε στα κινήματα, να ζυμωνόμαστε, να τους τραβούμε στον αγώνα και ταυτόχρονα να 'χουμε τα μάτια μας ανοικτά και στις αστικές και στις οπορτουνιστικές δυνάμεις.

Σωστά μπαίνει σε άλλο σημείο η αυτοτέλεια του Κκόμματος. Αυτή όμως τα καθορίζει όλα; Την περίοδο του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ το Κόμμα ήταν αυτοτελές και οδηγήθηκε σε τραγικά στρατηγικού χαρακτήρα λάθη.

Την περίοδο του ενιαίου ΣΥΝ και πάλι αυτοτελείς είμαστε αλλά η μισή σχεδόν οπορτουνιστική ΚΕ έφυγε σε μια διάσπαση που ακόμα πληρώνουμε. Στις σοσιαλιστικές χώρες αυτοτελή ήταν εκεί τα κόμματα και με δική τους ευθύνη είχαμε τις ανατροπές, άρα το κύριο είναι οι αρχές του μαρξισμού - λενινισμού. Η προσοχή πρέπει να είναι στις αρχές μας, αυτές «χάναμε» κάθε φορά και παρεκκλίναμε δεξιά ή αριστερά ή σεκταριστικά.

Αν έχουμε σ' αυτό στραμμένη την προσοχή μας δεν φοβόμαστε ούτε να μπούμε στα κινήματα, ούτε μήπως η οποιαδήποτε συμμαχία ή συσπείρωση μας οδηγήσει σε στραβό δρόμο. Γι' αυτό και τα φοβικά σύνδρομα που τείνουν να μας οδηγούν σε έναν άτυπο κατάλογο στο ποιοι μπαίνουν και ποιοι βγαίνουν στη λαϊκή συμμαχία, πρέπει να ξεπεραστούν. Το τρίπτυχο αποδέσμευση από την ΕΕ, κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής, μονομερής διαγραφή του χρέους που αποτελούν το προσκλητήριο προς όλους τους εργάτες, αυτοαπασχολούμενους μικρομεσαίους, προς όλους τους τσαλαπατημένους από τον καπιταλισμό, είναι το κριτήριο ένταξης. Το «πλην Λακαιδεμονίων» προς συγκεκριμένες ηγεσίες και όχι στον κόσμο που τις ακολουθεί, είναι σαφές και ορθώς δηλώνεται από τις Θέσεις γιατί δεν είμαστε ψεύτες και υποκριτές. Γιατί κριτήριο, Λυδία λίθος κάθε δύναμης που θέλει να υπερβεί τον καπιταλισμό είναι η σχέση της με το ΚΚΕ, και δεν εννοώ την κριτική όσο αυστηρή να είναι. Εννοώ την εχθρότητα, το μίσος που εισπράττουμε.

Γίνεται αναφορά στις Θέσεις ότι δε συμμετέχουμε σε αστική κυβέρνηση. Ομως:

Α) Αποφεύγουμε να μιλήσουμε για τις κυβερνήσεις Ζολώτα και Τζαννετάκη, παραπέμποντας το θέμα στον τρίτο τόμο Ιστορίας. Κακώς, τώρα μια πρώτη θέση της ΚΕ επιβάλλεται.

Β) Χαιρετίζουμε τον αγώνα των Κυπρίων και του ΑΚΕΛ είτε τη νίκη της μπολιβαριανής επανάστασης στη Βενεζουέλα. Δεν πρόκειται εκεί για αστικές κυβερνήσεις; Αρα πρέπει να είμαστε καθαροί. Αλλο οι σχέσεις - από καρδιάς ή τυπικές - με τα άλλα κομμουνιστικά ή αριστερά κόμματα και άλλο η τοποθέτηση στη μορφή εξουσίας.

Από την άλλη μεριά, σε συνθήκες όξυνσης της κρίσης, σε δημιουργία ακυβερνησίας που οδηγεί σε επαναστατική κατάσταση, δεν πρέπει να μπαίνει η λογική ότι η λαϊκή συμμαχία δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Βεβαίως, η ίδια δεν είναι πολιτικός φορέας, αλλά η δράση της μορφοποιεί πολιτικούς φορείς και φυσικά έχει μέσα της το ΚΚΕ που με τη δράση του και θεωρία του εγγυάται, στο βαθμό που εξαρτάται από το ίδιο και τα χαρακτηριστικά του τη θετική έκβαση της μάχης. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι μια τέτοια κυβέρνηση με αστικό κοινοβουλευτικό τρόπο θα προχωρήσει. Τα μάτια μας πρέπει να είναι ανοιχτά παντού με βάση τη θεωρία μας και όχι να την στριμώχνουμε σε κλισέ.

Κλείνοντας, επειδή υπάρχει στο λαό μας ο προβληματισμός: «Γιατί δεν θα κάνετε τα ίδια που έγιναν στις σοσιαλιστικές χώρες;». Είναι ένα κομμάτι που πρέπει να τονιστεί και στις Θέσεις και ακόμα πιο πολύ στο Πρόγραμμα που περιέχει αρκετά στοιχεία. Πρέπει να ανοιχτεί το ζήτημα της φιλοσοφίας του ανθρώπου υπό το πρίσμα του μαρξισμού, του ανθρώπου και της προσωπικότητάς του, που δε συνθλίβεται από τη διαλεκτική σύνδεση συλλογικότητας - προσωπικότητας, αλλά που αναδεικνύεται αυτή η προσωπικότητα μέσα από τη συλλογικότητα. Δυστυχώς και η ιστορία των σοσιαλιστικών χωρών και η ιστορία του κόμματός μας έχει μελανά σημεία πάνω σ' αυτό το θέμα ακόμα και σήμερα.


Μάρκος Σκούφαλος
ΚΟ Χίου

Για το Καταστατικό

Το Καταστατικό είναι σημαντικό στοιχείο για τη συγκρότηση και λειτουργία του Κόμματος. Το Καταστατικό και το Πρόγραμμα είναι αυτό που πρέπει να αποδέχεται κάποιος για να γίνει (και όχι μόνο για να είναι) μέλος του Κόμματος. Ελλείψει χώρου θέλω να θίξω τρία σημαντικά ζητήματα στο σχέδιο Καταστατικού.

  • Για το Δημοκρατικό Συγκεντρωτισμό

Ο Δημοκρατικός Συγκεντρωτισμός είναι θεμελιακή αρχή ενός Κόμματος Νέου Τύπου. Η διάρρηξη της διαλεκτικής σχέσης της εσωκομματικής δημοκρατίας και του συγκεντρωτισμού θα οδηγήσει στην απώλεια ενός εκ των πιο σημαντικών χαρακτηριστικών του ΚΚΕ. Η τήρηση του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού, των αρχών και των κανόνων λειτουργίας του Κόμματος πρέπει να συνδυάζονται με την ενίσχυση του ιδεολογικού επιπέδου των μελών και την εξασφάλιση καθενός να μπορεί να έχει και να λέει γνώμη. Η πλατιά και ελεύθερη συζήτηση μέσα στην οργάνωση θα πρέπει να οδηγεί στις συλλογικές αποφάσεις και στην υλοποίησή τους. Οι ΚΟΒ πρέπει να έχουν ευθύνη για το χώρο δράσης τους, να αποφασίζουν με βάση την πολιτική του Κόμματος και να μην καταλήξουν εκτελεστικά όργανα κεντρικών αποφάσεων.

Η κριτική και η αυτοκριτική επίσης αποτελεί βασικό στοιχείο λειτουργίας του Κόμματος. Είναι στοιχείο διαπαιδαγώγησης, εξέλιξης των μελών, των στελεχών και των οργάνων και πρέπει να αποτελεί πάντα μέλημα της καθοδηγητικής δουλειάς αλλά και των μελών του Κόμματος. Η ελεύθερη έκφρασή της μέσα στα όργανα και η μη ωραιοποίηση καταστάσεων βοηθάει στον εντοπισμό και το ξεπέρασμα αδυναμιών, στη συλλογική σκέψη και την ενιαία δράση των οργανώσεων. Η παρεμπόδισή της θα πρέπει να τιμωρείται αυστηρά όπως μέχρι τώρα προβλεπόταν και καταστατικά και θα πρέπει να κατοχυρώνεται και στο νέο Καταστατικό.

  • Για την ΚΝΕ

Στο σχέδιο Καταστατικού (και στις θέσεις) αλλάζει ο χαρακτήρας της ΚΝΕ. Αν ακόμα θεωρούμε ότι η νεολαία δεν αποτελεί τάξη αλλά διαταξική κοινωνική κατηγορία, όπου οι νέοι έχουν ταξική καταγωγή και προοπτική τότε η ΚΝΕ πρέπει να είναι Μαζική Πολιτική Πρωτοπόρα Οργάνωση της ελληνικής νεολαίας. Καθ' ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά έχει τη σημασία του. Η ΚΝΕ είναι πρωτοπόρα γιατί είναι νεολαία του ΚΚΕ και καθοδηγείται από αυτό. Είναι πολιτική οργάνωση γιατί δεν περιορίζεται στην πάλη για τη βελτίωση της ζωής των νέων αλλά έχει στόχο η νεολαία να πάρει θέση στην πάλη για το σοσιαλισμό. Βασικός όρος για να μπορέσει να τα υπηρετήσει αυτά είναι η μαζικοποίησή της, να μπορεί να συνδέεται με πλατιές μάζες νεολαίας και να τις καθοδηγεί. Η εκπλήρωση των παραπάνω οδηγεί στην ενίσχυση των επαναστατικών της χαρακτηριστικών. Αντιθέτως η αλλαγή του χαρακτήρα της και της οργανωτικής της αυτοτέλειας οδηγεί η νεολαία του ΚΚΕ να γίνει «ΚΚΕ νεολαίας».

  • Ζητήματα συντροφικότητας

Τέλος έχει απαλειφθεί το ζήτημα της συντροφικότητας στις σχέσεις των μελών και στην αντιμετώπιση των κομματικών ζητημάτων (άρθρο 6 του ισχύοντος Καταστατικού). Δυστυχώς σύντροφοι η συντροφικότητα δεν έχει εξαφανιστεί μόνο από το Καταστατικό αλλά έχει ατονίσει στην ίδια τη ζωή του Κόμματος τα τελευταία χρόνια. Η κάθε γνώμη πρώτα αντιμετωπίζεται με καχυποψία και μετά με συντροφικότητα. Αυτό είναι αρρώστια, δεν είναι επαγρύπνηση. Η ανάπτυξη της συντροφικότητας είναι απόρροια του χαρακτήρα του Κόμματος και όχι ένα τυπικό στοιχείο και πρέπει να διορθωθεί πριν να είναι αργά.


Δημήτρης Αναστασίου
ΚΟΒ Ζωγράφου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ