ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 14 Απρίλη 2001 - Κυριακή 15 Απρίλη 2001
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Εις υγείαν

Σήμερα είναι Πάσχα και μπορούμε να πιούμε ό,τι τραβάει η ψυχή μας. Ο,τι πιο περίπλοκο και πιο δύσκολο. Παρόλο που γνωρίζουμε πως οι περισσότεροι από εμάς θα καταλήξουν στο παραδοσιακό τσίπουρο, στο ούζο και στο κρασί, ρετσίνα ή μη, εμείς σας δίνουμε δυο εναλλακτικές λύσεις:

Γκριν Σουίζλ: Ρίχνουμε κατευθείαν στο ποτήρι 1/5 μέντα πράσινη, λίγη ζάχαρη και τριμμένο πάγο. Ανακατεύουμε με ένα μακρύ κουταλάκι και προσθέτουμε 4/5 τζιν και λίγη αγκοστούρα. Το γεμίζουμε σόδα. Οταν το πιούμε δε θα είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε αν είναι Πάσχα, Δεκαπενταύγουστος ή Χριστούγεννα!

Ρεντ Σουίζλ: Κατευθείαν στο ποτήρι: 1/4 σιρόπι βύσσινο, λίγη ζάχαρη και πάγο τριμμένο και σόδα. Ανακατεύουμε με ένα μακρύ κουταλάκι και προσθέτουμε 3/4 κονιάκ και λίγη αγκοστούρα, Γεμίζουμε με σόδα και εις υγείαν!

Καθ' οδόν στον Αθω
Η όραση και το Αγιον Ορος

Συγκινημένη έφτασα στην Ουρανούπολη, που τη φανταζόμουνα πάντα σαν την τελευταία πόλη της Γης και την πρώτη του ουρανού. Ετσι δεν παρατήρησα τίποτα παρά μόνο τον πύργο του Προσφορίου, που δεσπόζει στο λιμάνι. Κι αυτόν τον φαντάστηκα κατοικημένο από στοιχειά και φαντάσματα που θα σε ξεπροβοδούσαν στο ταξίδι για τον άλλο κόσμο. Ενα καραβάκι γεμάτο άντρες και καλόγερους ετοιμαζόταν για τη Δάφνη. Διχαλωτά συναισθήματα με κυρίευσαν, θλίψη για το διαχωρισμό των φύλων αλλά και χαρά για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Η γυναικεία μου υπόσταση, φορτωμένη μ' όλους τους δαίμονες των αιώνων, ήταν απαράδεκτη στον ιερό χώρο. Από τις πέντε αισθήσεις μου επιτρεπόταν μόνο η όραση. Αν ήμουν τυφλή, συλλογίστηκα, δε θα 'χα κανένα στοιχείο από το περιβόλι της Παναγιάς. Δεν ήμουν πια συγκινημένη αλλά χαραγμένη από μια αλησμόνητη εντύπωση. Και μεταμορφώθηκα σ' έναν τεράστιο οφθαλμό.

Το δικό μας τουριστικό καραβάκι έπλεε σε κοντινή απόσταση κι οι παραλιακές μονές φαίνονταν ολοκάθαρα, ανάγλυφες μέσα στη διάφανη ατμόσφαιρα. Ιδού, η περιοχή της Θηβαΐδος, ο αρσανάς της Ζωγράφου, η Δοχειαρίου, καθεμιά φορτωμένη με τους θρύλους και την ιστορία της, η ποικιλμένη με τρούλους μονή Παντελεήμονος, η Δάφνη - το λιμάνι του Ιερού Ορους -, αν ήμουν άντρας θα αποβιβαζόμουν στη Δάφνη, σκέφτηκα μελαγχολικά, η Δάφνη, όμως, ξεμάκραινε με την απαλότητα σκιάς κι η θαλάσσια νηνεμία ηρέμησε το νου. Οι γλάροι του καραβιού μας αναβαπτίζονται στη θάλασσα του Αθω και γίνονται μαγικά πουλιά. Αισθάνθηκα πάλι να μετακινούμαι στο χρόνο. Το τουριστικό μας καράβι μεταμορφώθηκε σε ιερή λέμβο, παίρνοντας την ψυχή μας, την ψυχή μου για το Ορος των Μακάρων. Περνούσαμε από τη Σιμωνόπετρα. Θάμβος και δέος. Αλλόκοτη, θαυμάσια και αγέρωχη, αετοφωλιά και κρησφύγετο αγγέλων, κάστρο, μονή και πολεμίστρα, γκριζόασπρη και λιτή, ουρανογέννητη. Αξαφνα άνοιξαν οι ουρανοί και στείλανε το δώρο τους, τη Σιμωνόπετρα, το αριστουργηματικό αρχιτεκτόνημα, είδωλο του ουρανίου, υλοποιημένο όραμα του Οσίου μυροβλύτη Σίμωνα, θαύμα επταώροφο καρφωμένο στο βράχο. Κοσμημένη η εξωτερική πλευρά του Ορους με πράσινους θάμνους και κίτρινους ασπάλαθους. Πώς μου φαινόταν; Ενα τεράστιο αβγό, αβγό των Ορφικών που περιέκλειε το σύμπαν και δε θα 'σπαγε ποτέ για μένα. Δυνατή η φυλακή του σώματός μου. Το ιερό βουνό δε θ' άνοιγε ποτέ για μένα, δε θα περπατούσα εντός του ν' αναπνεύσω τις μοσχοβολιές του, δε θα κυριευόμουν από την υπερκόσμια ψυχοβολή του. Τόσο κοντά η Εδέμ και συνάμα τόσους αιώνες μακριά. Η παραλιακή μονή του Οσίου Γρηγορίου βρισκόταν τώρα μπροστά μας, ενώ η κορυφή του Αθω συννεφοσκέπαστη, εγχάρακτη γραμμή ουρανού και γης, ζάλιζε τη φτωχή μου όραση. Σε μερικές της πλευρές ακόμη χιονισμένη, πολική σχεδόν στη μαγιάτικη θαλπωρή. Τα χιόνια της, μικρά ρυάκια, γυάλιζαν στην επιφάνεια, αργυρά δάκρυα του Θεού, φαντάστηκα τον νεφεληγερέτη Δία να 'χει εκεί το θρόνο του κι η μνήμη γρήγορα συμπλήρωσε τη φαντασία με την πληροφορία πως εκεί λατρευόταν ο Ζευς. Το θεϊκό στοιχείο ταυτίζεται με το κοσμογονικό. Στην κορυφή του Αθω βρίσκεται ο Θεός κι η ανάσα του γεμίζει ολόκληρο το χώρο.

Η φωνή του τιμονιέρη πληροφορούσε για τη μονή του Οσίου Διονυσίου και του Αγίου Παύλου, που θα 'ταν και το τέρμα του αλησμόνητου ταξιδιού. Ταραγμένη έτρεξα και τον ρώτησα: - Και τα Καρούλια; Δε θα δούμε τα Καρούλια; Τι να δεις απ' τα Καρούλια, βράχοι είναι, απάντησε αδιάφορα. Κι όμως, σκέφτηκα θλιμμένη, εγώ αυτούς τους βράχους τους φοβερούς γύρευα, γι' αυτούς ξετρελαινόταν ο νους μου. Τους βράχους που οι μεγάλοι αλαφροΐσκιωτοι, οι ερημίτες, γνωρίζουν τα τεχνάσματα του δαίμονα και την καλοσύνη του Θεού, που στις τρύπες τους, φωλιές των ασκητών, παίζεται ακόμη σήμερα, κάθε στιγμή το δράμα από το στοίχημα Θεού και σατανά για την ψυχή του ταλαιπωρημένου ανθρώπου. Τα φριχτά Καρούλια γύρευα να δω, τον τόπο των ψυχοπομπών αγγέλων.

Στην επιστροφή, η ιερή λέμβος ξαναγινόταν το τουριστικό μας καράβι που έπλεε στ' ανοιχτά. Μια υπερκόσμια θλίψη με παγίδευε. Ποτέ δε θα δω όσα μου αφηγήθηκαν φίλοι προσκυνητές. Θα προσδοκώ όμως νέες αφηγήσεις. Ποτέ δε θα δω το εσωτερικό του Ορους, αυτού του συμπαντικού αβγού. Θα περιορίζομαι όμως στις εικόνες των βιβλίων. Ποτέ δε θ' αντικρίσω τον ασκητή στα Καρούλια. Θα τον φαντάζομαι όμως έτσι όπως τον θέλει η Κλίμαξ του Ιωάννου του Σιναΐτη. Αυτοπαρηγοριόμουνα. Γνωστοί παιδαγωγοί ή άρνηση και η στέρηση, γονιμοποιούν αφάνταστα. Απλησίαστο λοιπόν το Αγιος Ορος, όπως και ο Θεός. Καλύτερα έτσι. Ευλογημένο το φύλο μου, που βλέπει αλλά δε γνωρίζει. Τώρα οι μονές φαίνονταν από μακριά, μισοπνιγμένες στην ηλιοφάνεια. Ενα καράβι ερχόταν από τη Δάφνη προς την Ουρανούπολη. Οι επιβάτες του ήταν μόνο άντρες και καλόγεροι. Στο λιμάνι έβλεπα τους Αγιορείτες πατέρες με το απόκοσμο βλέμμα, τους αγγελιοφόρους του αλλιώτικου κόσμου, τους μύστες του ιερού βουνού. Σε κάποια στιγμή θέλησα να τρέξω πίσω από έναν ηλικιωμένο καλόγερο και να ρωτήσω: - Πες μου γέροντα, πες μου τι βρίσκεται μες στην καρδιά του ιερού βουνού; Παραμύθι, ίσως μου απαντήσουν οι ορθολογιστές, ένα παραμύθι. Θα χαμογελούσα μ' αυτή την απάντηση, γιατί το Αγιον Ορος και το μυστικό του δεν είναι παραμύθι. Είναι μια μεγάλη παραμυθία...


Ελένη ΛΑΔΙΑ

Μικρές ιδέες

Αν δεν το κάνουμε τώρα, που έχουμε αργία, αν δεν το επιχειρήσουμε αυτή τη στιγμή που έχουμε ξεθεωθεί με το βάψιμο των αυγών, τη μαγειρίτσα, το αρνάκι και όλα τα πασχαλιάτικα συμπαρομαρτούντα, τότε δε θα το κάνουμε ποτέ. Εχουμε την εντύπωση ότι ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε λιγάκι και με τον εαυτό μας, με το πρόσωπό μας, με τα χέρια μας, με το σώμα μας.

Ας κάνουμε, λοιπόν, ένα ατμόλουτρο.

Μέσα σε μια κατσαρόλα βράζουμε νερό και προσθέτουμε, ανάλογα με την περίπτωση: Εσάνς από τριαντάφυλλο, μερικές στεγνές ρίζες αλτέας, αν είναι ξηρό, θυμάρι για να φωτίσει το δέρμα μας, χαμομήλι εάν έχουμε ευαίσθητο δέρμα, κάμφορα, αν το πρόσωπο είναι κουρασμένο, φύλλα από φουντούκια για την αποσυμφόρηση του προσώπου.

Κομπρέσες

Θα βράσουμε το θυμάρι, τη λεβάντα και μια φλούδα λεμόνι. Θα απλώσουμε πάνω στο πρόσωπό μας το παρασκεύασμα με βαμβάκι και θα το κάνουμε κομπρέσα. Πάνω στην κομπρέσα θα απλώσουμε ένα κομμάτι από πλαστικό, έτσι ώστε να εμποδίσουμε την εξάτμιση του υγρού.

Κρέμα καθαρισμού για όλα τα δέρματα

Υλικά: 15 γραμ. φυσικό κερί, 25 γραμ. λανολίνη, 85 γραμ. ελαιόλαδο, ή λάδι από αβοκάδο, 25 γραμ. αφέψημα από βότανα, και δυο σταγόνες εσάνς.

Ανακατεύουμε το κερί με τη λανολίνη και τα λιώνουμε σε μπεν μαρί. Θα προσθέσουμε το λάδι και θα τα απομακρύνουμε από τη φωτιά, προσθέτοντας το λάδι και το αφέψημα από τα βότανα και το μυρωδικό λάδι. Ανακατεύουμε μέχρι να αραιώσει το μείγμα. Φυλάμε την κρέμα σ' ένα κλεισμένο βάζο. Κάθε φορά που θέλουμε να καθαρίσουμε το πρόσωπό μας απλώνουμε λίγη κρέμα παντού και μετά το σκουπίζουμε με βαμβάκια.

Βιβλιοθήκες: Τότε και τώρα

Τα βιβλία, είτε ήταν πήλινες πλάκες με σφηνοειδή γραφή είτε πάπυροι με ιερογλυφικά, ήταν δυσεύρετα στην αρχαιότητα. Για να γίνει ένα αντίτυπο κάποιου βιβλίου, έπρεπε να αντιγραφεί το πρωτότυπο, σύμβολο προς σύμβολο, από έναν επιμελή και ικανό γραφέα. Ενα τέτοιο έργο χρειαζόταν πολύ χρόνο και απαιτούσε σκληρή εργασία, με αποτέλεσμα τα βιβλία να είναι σπάνια και πανάκριβα. Λιγοστοί άνθρωποι είχαν την οικονομική δυνατότητα να έχουν στην ιδιοκτησία τους βιβλία. Μια βιβλιοθήκη που θα περιλάμβανε αρκετά βιβλία πρέπει να ήταν προνόμιο των πλουσίων ή των λογίων (για τους τελευταίους, φυσικά ήταν πολύ πιο δύσκολη η δημιουργία της). Μόνο οι μονάρχες, που είχαν στη διάθεσή τους πόρους ενός ολόκληρου βασιλείου, μπορούσαν να συγκεντρώσουν βιβλία σε μεγάλες βιβλιοθήκες με τη σύγχρονη έννοια. Ο πρώτος τέτοιος μονάρχης ήταν ο Ασουρμπανιπάλ, ο οποίος διέταξε το 640 π.Χ. να αντιγραφούν όλα τα βιβλία του βασιλείου του και τα αντίγραφα να τοποθετηθούν στη βιβλιοθήκη του στη Νινευή. Αυτά τα ενδιαφέροντα διαβάζουμε στο βιβλίο του Ισαάκ Ασιμοβ. Ομως εμείς στα διαμερίσματα κουτιά στα οποία μένουμε μια τέτοια βιβλιοθήκη σαν και αυτή που δείχνει η φωτογραφία μονάχα μπορούμε να έχουμε. Σας δίνουμε τις διαστάσεις 2,20 πλάτος, 2,33 ύψος και 0,33 βάθος. Στο τίποτε και ολότελα καλή είναι και αυτή... Συμφωνείτε;



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ