Το δικό μας τουριστικό καραβάκι έπλεε σε κοντινή απόσταση κι οι παραλιακές μονές φαίνονταν ολοκάθαρα, ανάγλυφες μέσα στη διάφανη ατμόσφαιρα. Ιδού, η περιοχή της Θηβαΐδος, ο αρσανάς της Ζωγράφου, η Δοχειαρίου, καθεμιά φορτωμένη με τους θρύλους και την ιστορία της, η ποικιλμένη με τρούλους μονή Παντελεήμονος, η Δάφνη - το λιμάνι του Ιερού Ορους -, αν ήμουν άντρας θα αποβιβαζόμουν στη Δάφνη, σκέφτηκα μελαγχολικά, η Δάφνη, όμως, ξεμάκραινε με την απαλότητα σκιάς κι η θαλάσσια νηνεμία ηρέμησε το νου. Οι γλάροι του καραβιού μας αναβαπτίζονται στη θάλασσα του Αθω και γίνονται μαγικά πουλιά. Αισθάνθηκα πάλι να μετακινούμαι στο χρόνο. Το τουριστικό μας καράβι μεταμορφώθηκε σε ιερή λέμβο, παίρνοντας την ψυχή μας, την ψυχή μου για το Ορος των Μακάρων. Περνούσαμε από τη Σιμωνόπετρα. Θάμβος και δέος. Αλλόκοτη, θαυμάσια και αγέρωχη, αετοφωλιά και κρησφύγετο αγγέλων, κάστρο, μονή και πολεμίστρα, γκριζόασπρη και λιτή, ουρανογέννητη. Αξαφνα άνοιξαν οι ουρανοί και στείλανε το δώρο τους, τη Σιμωνόπετρα, το αριστουργηματικό αρχιτεκτόνημα, είδωλο του ουρανίου, υλοποιημένο όραμα του Οσίου μυροβλύτη Σίμωνα, θαύμα επταώροφο καρφωμένο στο βράχο. Κοσμημένη η εξωτερική πλευρά του Ορους με πράσινους θάμνους και κίτρινους ασπάλαθους. Πώς μου φαινόταν; Ενα τεράστιο αβγό, αβγό των Ορφικών που περιέκλειε το σύμπαν και δε θα 'σπαγε ποτέ για μένα. Δυνατή η φυλακή του σώματός μου. Το ιερό βουνό δε θ' άνοιγε ποτέ για μένα, δε θα περπατούσα εντός του ν' αναπνεύσω τις μοσχοβολιές του, δε θα κυριευόμουν από την υπερκόσμια ψυχοβολή του. Τόσο κοντά η Εδέμ και συνάμα τόσους αιώνες μακριά. Η παραλιακή μονή του Οσίου Γρηγορίου βρισκόταν τώρα μπροστά μας, ενώ η κορυφή του Αθω συννεφοσκέπαστη, εγχάρακτη γραμμή ουρανού και γης, ζάλιζε τη φτωχή μου όραση. Σε μερικές της πλευρές ακόμη χιονισμένη, πολική σχεδόν στη μαγιάτικη θαλπωρή. Τα χιόνια της, μικρά ρυάκια, γυάλιζαν στην επιφάνεια, αργυρά δάκρυα του Θεού, φαντάστηκα τον νεφεληγερέτη Δία να 'χει εκεί το θρόνο του κι η μνήμη γρήγορα συμπλήρωσε τη φαντασία με την πληροφορία πως εκεί λατρευόταν ο Ζευς. Το θεϊκό στοιχείο ταυτίζεται με το κοσμογονικό. Στην κορυφή του Αθω βρίσκεται ο Θεός κι η ανάσα του γεμίζει ολόκληρο το χώρο.
Στην επιστροφή, η ιερή λέμβος ξαναγινόταν το τουριστικό μας καράβι που έπλεε στ' ανοιχτά. Μια υπερκόσμια θλίψη με παγίδευε. Ποτέ δε θα δω όσα μου αφηγήθηκαν φίλοι προσκυνητές. Θα προσδοκώ όμως νέες αφηγήσεις. Ποτέ δε θα δω το εσωτερικό του Ορους, αυτού του συμπαντικού αβγού. Θα περιορίζομαι όμως στις εικόνες των βιβλίων. Ποτέ δε θ' αντικρίσω τον ασκητή στα Καρούλια. Θα τον φαντάζομαι όμως έτσι όπως τον θέλει η Κλίμαξ του Ιωάννου του Σιναΐτη. Αυτοπαρηγοριόμουνα. Γνωστοί παιδαγωγοί ή άρνηση και η στέρηση, γονιμοποιούν αφάνταστα. Απλησίαστο λοιπόν το Αγιος Ορος, όπως και ο Θεός. Καλύτερα έτσι. Ευλογημένο το φύλο μου, που βλέπει αλλά δε γνωρίζει. Τώρα οι μονές φαίνονταν από μακριά, μισοπνιγμένες στην ηλιοφάνεια. Ενα καράβι ερχόταν από τη Δάφνη προς την Ουρανούπολη. Οι επιβάτες του ήταν μόνο άντρες και καλόγεροι. Στο λιμάνι έβλεπα τους Αγιορείτες πατέρες με το απόκοσμο βλέμμα, τους αγγελιοφόρους του αλλιώτικου κόσμου, τους μύστες του ιερού βουνού. Σε κάποια στιγμή θέλησα να τρέξω πίσω από έναν ηλικιωμένο καλόγερο και να ρωτήσω: - Πες μου γέροντα, πες μου τι βρίσκεται μες στην καρδιά του ιερού βουνού; Παραμύθι, ίσως μου απαντήσουν οι ορθολογιστές, ένα παραμύθι. Θα χαμογελούσα μ' αυτή την απάντηση, γιατί το Αγιον Ορος και το μυστικό του δεν είναι παραμύθι. Είναι μια μεγάλη παραμυθία...