Η συντριπτική πλειοψηφία των φορέων που είχαν κληθεί, από τις συνδικαλιστικές ενώσεις και φορείς των δικαστών και δικηγόρων, εξέφρασαν αντιρρήσεις για τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, όπως η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, και προειδοποιώντας, όπως η ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, ότι «το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν διασφαλίζει κανένα ατομικό δικαίωμα των πολιτών».
Στην ουσία επιβεβαιώθηκε ότι το νομοσχέδιο - όπως ανέδειξε κατά τη συζήτηση επί των άρθρων η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα - διαμορφώνει ένα ακόμα πιο αποτελεσματικό πλαίσιο μαζικής και προληπτικής παρακολούθησης, δηλαδή ενισχύει ακόμα περισσότερο αυτό το άθλιο και επικίνδυνο θεσμικό πλαίσιο που έχουν «χτίσει» ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, ψηφίζοντας νόμους και ενσωματώνοντας διαρκώς Οδηγίες της ΕΕ, με στόχο πρώτα απ' όλα τον «εχθρό λαό».
Γι' αυτό άλλωστε και οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα ήταν στα σημεία και όχι στην ουσία του νομοσχεδίου. Ο εισηγητής της ΝΔ Ευ. Στυλιανίδης, περιγράφοντας υποτίθεται τον όρο - «λάστιχο» περί «εθνικής ασφάλειας», ανέφερε ότι το νομοσχέδιο «απορρίπτει τον άκρατο δικαιωματισμό διαφόρων ανεύθυνων διεθνιστών» και ότι προσπαθεί «να προστατεύσει την εθνική ασφάλεια της χώρας από εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους που μπορεί να προκύπτουν από την τρομοκρατία». Στη συνέχεια έκανε λόγο και για απειλές ξένων κρατών και ιδιωτών.
Ο δε εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Δ. Τζανακόπουλος, κατέθεσε τις «εποικοδομητικές προτάσεις» του κόμματός του, όπως είπε ο ίδιος, όπως «να οριστεί η εθνική ασφάλεια με τρόπο σαφή και συγκεκριμένο, στη βάση των αποφάσεων» του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), κ.λπ.
Η Μαρία Κομνηνάκα αρχικά σχολίασε ότι η ενσωμάτωση παρατηρήσεων που τέθηκαν στη διαβούλευση ή από τα άλλα αστικά κόμματα στην ουσία αποτελεί κοινή προσπάθεια ώστε να καλλιεργείται η αυταπάτη στη λαϊκή συνείδηση για «δήθεν δημοκρατικότερο τρόπο λειτουργίας της ΕΥΠ».
Πρόσθεσε πως «οι αλλαγές που πραγματοποιούνται με το παρόν νομοσχέδιο αποκαλύπτουν στην πραγματικότητα ότι στο στόχαστρο παραμένουν το εργατικό - λαϊκό κίνημα και οι αγώνες του. Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που τόσο η "απειλή για την εθνική ασφάλεια" όσο και ένα σωρό άρθρα του Ποινικού Κώδικα αξιοποιούνται για να ποινικοποιήσουν τη λαϊκή διαμαρτυρία και τη διεκδίκηση».
«Εξάλλου», συνέχισε, «τα τελευταία χρόνια, με αξιοσημείωτη τη συμβολή των κυβερνήσεων της ΝΔ αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, προχωρούν με γρήγορο τρόπο ο εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση όλου του θεσμικού και νομοθετικού οπλοστασίου, με έμφαση στην ένταση καταστολής».
Οσο για το ΕΔΔΑ, που το έχει κάνει σημαία ο ΣΥΡΙΖΑ, η Μ. Κομνηνάκα ανέδειξε ότι «συμφωνεί ακόμα και με εθνικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν τη λήψη επειγόντων μέτρων παρακολούθησης των επικοινωνιών, χωρίς προηγούμενη έγκριση από τη Δικαιοσύνη. Φυσικά, σύμφωνα και με την ίδια την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η επέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή του καθενός - και άρα και στο δικαίωμα για το απόρρητο των επικοινωνιών του - επιτρέπεται όχι μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά και για λόγους δημόσιας ασφάλειας, οικονομικής ευημερίας της χώρας, υπεράσπισης της τάξης», με ό,τι αυτό σηματοδοτεί για τα λαϊκά δικαιώματα.
Την άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, προκειμένου να διερευνηθεί επιτέλους η υπόθεση των «συνακροάσεων» - υποκλοπών στο τηλεφωνικό κέντρο της έδρας της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό, απαιτεί η Κοινοβουλευτική Ομάδα του Κόμματος με γραπτό αίτημα που υπέβαλε χτες στον πρόεδρο της Επιτροπής.
Το αίτημα κρίθηκε αναγκαίο καθώς μέχρι τώρα δεν έχει κληθεί στην Επιτροπή, με ευθύνη της πλειοψηφίας, ούτε ένας από τους μάρτυρες που έχει προτείνει το ΚΚΕ και οι οποίοι μπορούν να δώσουν απαντήσεις σε αυτήν την τόσο σοβαρή υπόθεση, που αφορά την παρακολούθηση ενός ολόκληρου κόμματος από το 2016 έως και τον Απρίλη του 2022, που καταγράφηκε το τελευταίο κρούσμα.
Το σχετικό αίτημα υπογράφεται από τον βουλευτή του ΚΚΕ Μανώλη Συντυχάκη, μέλος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Αναφέρει: «Επειδή η υπόθεση των συνακροάσεων - υποκλοπών στο τηλεφωνικό κέντρο της ΚΕ του ΚΚΕ δεν έχει εξεταστεί επί της ουσίας, επανερχόμαστε στο αίτημά μας και ζητάμε την άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας προκειμένου να κληθούν σε ακρόαση:
Ι. Από την ΑΔΑΕ, ο πρώην πρόεδρος της Ολομέλειας Χρίστος Ζαμπίρας και τα μέλη των Ομάδων Ελέγχου της Αρχής για τις συνακροάσεις - υποκλοπές σε βάρος του ΚΚΕ:
ΙΙ. Από την Εισαγγελία, οι εισαγγελείς που χειρίστηκαν την υπόθεση των συνακροάσεων - υποκλοπών σε βάρος του ΚΚΕ:
ΙΙΙ. Από την Κρατική Ασφάλεια, που ενήργησε στο πλαίσιο της εισαγγελικής έρευνας για την υπόθεση του ΚΚΕ:
Καθώς και όποιο άλλο πρόσωπο προκύψει κατά τη διαδικασία ως αναγκαίο να κληθεί σε ακρόαση ενώπιον της Επιτροπής».
Να σημειωθεί ότι σχετικό αίτημα έχει επίσης καταθέσει στην Επιτροπή ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αναμένεται να καταθέσει και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, προκειμένου να συμπληρωθούν τα 2/5 που απαιτούνται για να συγκληθεί η Επιτροπή γι' αυτήν την υπόθεση.
Η τηλεδιάσκεψη ξεκίνησε το πρωί του Σαββάτου με εισαγωγική τοποθέτηση από τον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα. Στην ομιλία του, εστιάζοντας σε τρεις βασικούς άξονες, ο Δ. Κουτσούμπας υπογράμμισε τη θετική επίδραση της ίδρυσης της ΕΣΣΔ για τους λαούς της ίδιας της Σοβιετικής Ενωσης καθώς και όλου του κόσμου, ανέδειξε τους παράγοντες που επέδρασαν αρνητικά στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και οδήγησαν τελικά στη διάλυση της ΕΣΣΔ, όπως και τις τραγικές συνέπειες για τους λαούς όλου του κόσμου από αυτό το μεγάλο ιστορικό πισωγύρισμα της ανθρωπότητας.
Ακολούθησαν τοποθετήσεις από εκπροσώπους των κομμάτων της Ευρωπαϊκής Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας, σε μια συζήτηση που, όπως επισήμανε και στο κλείσιμο των εργασιών της τηλεδιάσκεψης ο Γ. Μαρίνος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, συνέβαλε στην ανταλλαγή απόψεων και στην επεξεργασία χρήσιμων συμπερασμάτων στην υπηρεσία της ιδεολογικής - πολιτικής αναμέτρησης με τις αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, οι οποίες μεθοδικά προσπαθούν να υποβαθμίσουν και να σπιλώσουν την ιστορική προσφορά της ΕΣΣΔ στο πλευρό των λαών.
Ως ο άνθρωπος που χρειάζονται οι επιχειρηματικοί όμιλοι για να τους κάνει την δουλειά εμφανίστηκε ο Κυρ. Μητσοτάκης σε σύσκεψη με εκπροσώπους 18 επιχειρήσεων από όλες τις Περιφερειακές Ενότητες Πελοποννήσου, που έγινε χτες στην Τρίπολη, στη σχετική αντιπαράθεση με τον Αλ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, που ολοένα θα φουντώνει όσο πλησιάζουμε στις εκλογές.
«Είμαστε μία κυβέρνηση που μας αρέσει να λύνουμε πραγματικά προβλήματα (...) Ξέρετε ότι έχετε συνομιλητές οι οποίοι έχουν διάθεση να ακούσουν, καταλαβαίνουν - πιστεύουμε - πώς δουλεύει η πραγματική οικονομία. Και νομίζω εδώ, για να πούμε και έτσι τη θετική πλευρά, διαπιστώνουμε απόλυτα (...) πως τα εργαλεία δημόσιας πολιτικής ουσιαστικά είναι απολύτως κρίσιμα για να προωθήσουμε επενδύσεις», συμπλήρωσε.
Τους διαβεβαίωσε, άλλωστε, ότι το «αναπτυξιακό πρόγραμμα» για την Πελοπόννησο του 2030 «συνενώνει διάφορα χρηματοοικονομικά εργαλεία», όλα διαθέσιμα για τις μπίζνες του κεφαλαίου, ενώ διαβεβαίωσε ότι στην κυβέρνηση ξέρουν ότι «από δω και στο εξής, η προσοχή μας πρέπει να στραφεί περισσότερο στις επιχειρήσεις για να τονώσουμε την ανταγωνιστικότητα», δείχνοντας τα σχέδια για τις «πράσινες» μπίζνες και χαρακτηρίζοντας «απόλυτη προτεραιότητα την ένταξη στο δίκτυο μονάδων που μπορούν να χρησιμοποιούν ΑΠΕ για να μειώσουν το κόστος παραγωγής τους», δείχνοντας ότι η «μετάβαση» έρχεται να καλύψει τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων.
Εξάλλου, σε παρουσίαση του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης της Περιφέρειας Πελοποννήσου για το 2030, μιλώντας για τη... δίκαιη ανάπτυξη που έχει να περιμένει ο λαός ανέφερε ότι αυτή σημαίνει ο πολίτης να έχει τις ίδιες ευκαιρίες και «πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες». «Ευκαιρίες» αντί για δικαιώματα και στοιχειώδεις υπηρεσίες για τη διαχείριση της «ακραίας» φτώχειας που θα αναπαράγει η πολιτική τους.
Ενώ με «άρωμα» εκλογών εξήγγειλε πλαφόν για έναν ακόμα χρόνο 3% στις επαγγελματικές μισθώσεις και εφάπαξ επίδομα 600 ευρώ στους ένστολους της ΕΛ.ΑΣ. και του Λιμενικού.
Με αφορμή τις νέες αποκαλύψεις, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Τσίπρας, συναντήθηκε χτες με τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρο Ντογιάκο, λέγοντας ότι η υπόθεση «αποτελεί μεγάλη πληγή για την ίδια τη δημοκρατία» και ότι «η παρακολούθηση των αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων θέτει σε διακινδύνευση την ίδια την εθνική μας ασφάλεια».
Λίγο αργότερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γ. Οικονόμου, ερωτηθείς σχετικά στην ενημέρωση των δημοσιογράφων, τον «καλωσόριζε» στην «αντίληψη» ότι «πρέπει να εμπιστευόμαστε την ελληνική Δικαιοσύνη (...) Αυτός, άλλωστε, είναι και ο μοναδικός θεσμικά ενδεδειγμένος τρόπος, έτσι ώστε να αποσαφηνιστεί, να διαλευκανθεί κάθε πτυχή της υπόθεσης αυτής». Στο μεταξύ, τα λένε αυτά όταν η - υποτίθεται - έρευνα για τις υποκλοπές έχει ξεκινήσει από τον Αύγουστο και έως σήμερα δεν υπάρχει το παραμικρό αποτέλεσμα, σε άλλη μια ένδειξη ότι πηγαίνει για ακόμα ένα «κουκούλωμα», με βάση και το δυσώδες θεσμικό πλαίσιο που από κοινού έχουν διαμορφώσει όλες οι αστικές κυβερνήσεις.