ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 25 Γενάρη 2002
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΝΑΥΠΗΓΟΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΖΩΝΗ
Συναγερμός για την ανεργία

Πάνω από 80% η ανεργία στη Ζώνη Πειραιά - Περάματος - Σαλαμίνας και χιλιάδες οι άνθρωποι που έχουν κάνει 3 ή 5 μεροκάματα εδώ και 5-6 μήνες! Απέναντι σ' αυτή την πραγματικότητα τα σωματεία της Ζώνης ανακοίνωσαν χτες το νέο πρόγραμμα κινητοποιήσεων: Σύσκεψη ανέργων τη Δευτέρα 28 Γενάρη στις 11 το πρωί στο ΕΚΠ. Μαζική συμμετοχή στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα κεντρικά γραφεία του ΙΚΑ Πειραιά, την Τρίτη 29 Γενάρη, στις 9 το πρωί και συμμετοχή στο πανεργατικό συλλαλητήριο στην Πλατεία Κοραή στον Πειραιά, την Πέμπτη 31 Γενάρη, στις 6.30 το απόγευμα. Τα σωματεία έχουν αποφασίσει ήδη την κήρυξη νέας 24ωρης απεργίας και πορείας στο ΥΕΝ, σε ημερομηνία που θα ανακοινωθεί τις επόμενες μέρες.


ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Δουλιά και εκμετάλλευση εφ' όρου ζωής

Δημοσιοποιήθηκαν οι βασικές εντολές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης (15/16 Μάρτη 2002)

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).-

«Η επιβράδυνση της οικονομίας» του κεφαλαίου «δεν πρέπει να μεταφραστεί σε επιβράδυνση των πολιτικών» εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας. «Πρέπει να επιμείνουμε - και να εντείνουμε - τις μεταρρυθμίσεις μας στην αγορά εργασίας». Και αυτό γιατί «οι περίοδοι ύφεσης στον οικονομικό κύκλο πρέπει να αξιοποιούνται για την προετοιμασία του εργατικού δυναμικού για την επόμενη ανάκαμψη». Οι προτεραιότητες πρέπει να επικεντρωθούν στο «να παραμείνουν οι εργαζόμενοι μεγαλύτερο διάστημα στην εργασία» και στην «προώθηση της δραστήριας γήρανσης».

Με τα ανωτέρω συνοψίζει η Κομισιόν τις βασικές εντολές προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης (15/16 Μάρτη 2002), όπου οι 15 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων θα προβούν στην ετήσια «εξέταση της απασχόλησης» στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Οπως δήλωσε ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ρομάνο Πρόντι, «τα κράτη-μέλη πρέπει σύντομα να καταβάλουν ακόμη μεγαλύτερες προσπάθειες για να απελευθερώσουν το δυναμικό των αγορών εργασίας της ΕΕ. Πρόκειται για θέμα υψίστης σημασίας, κυρίως επειδή οι καλές επιδόσεις της απασχόλησης συμβάλλουν στην πρόοδο της κοινωνικής ένταξης, της μεταρρύθμισης των συντάξεων και της εξυγίανσης των προϋπολογισμών της ΕΕ - τομείς που αποτελούν προτεραιότητες της στρατηγικής της Λισαβόνας». Ετσι, τρία χρόνια μετά τη Λισαβόνα, η Κομισιόν (...) αποκαλύπτει ότι «η μεταρρύθμιση των συντάξεων» αποτελεί τη βασική «προτεραιότητα» και προτείνει για τη Βαρκελώνη «ισχυρή στήριξη των σημερινών τάσεων ως προς τη συμμετοχή των γυναικών και τις μεγάλες αλλαγές της συμπεριφοράς των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας στην αγορά εργασίας».

Οσον αφορά στη γυναικεία εργασία η επίθεση της Κομισιόν επισημαίνει με έμφαση ότι «δύο στις τρεις γυναίκες, που εισέρχονται στην αγορά εργασίας, προτιμούν τη μερική απασχόληση με ευέλικτο ωράριο». Στο σύνολο της ΕΕ, το 2000, το 33,4% των γυναικών εργάζονταν με μερική απασχόληση, έναντι μόλις 6,2% των ανδρών.

Οσον αφορά τους ηλικιωμένους, η Κομισιόν προτείνει το ανατριχιαστικό σύνθημα «προώθηση της δραστήριας γήρανσης» (!!!) και επανέρχεται επίμονα στην πρόταση ότι «πρέπει να δοθεί έμφαση στην απάλειψη των αντικινήτρων για πρόωρη συνταξιοδότηση και, αντιθέτως, να δοθεί η δυνατότητα και η ενθάρρυνση στους έμπειρους (!!!) εργαζόμενους να παραμείνουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην εργασία».

Για την Κομισιόν το πρόβλημα δεν είναι μόνο η ανεργία, όσο η «περισσότερη και καλύτερη» εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργασίας. Το 2000, στο σύνολο της ΕΕ, υπήρχαν 8,2% άνεργοι, 17,8% εργαζόμενοι με μερική απασχόληση και 13,6% εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Αντίθετα, για την Ελλάδα, το πρόβλημα εστιάζεται κύρια στην καλπάζουσα ανεργία, αφού η χώρα μας έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη ανεργία στην ΕΕ, μετά την Ισπανία, που ανέρχεται το 2000 στο 11,1% του εργατικού δυναμικού. Εντυπωσιακά είναι και τα ποσοστά ανεργίας των νέων στην Ελλάδα, 29,6% του εργατικού δυναμικού, έναντι 16,1% του αντίστοιχου ποσοστού στην ΕΕ.

Βασικοί δείκτες απασχόλησης στην Ελλάδα το 2000

Το 2000 σε πληθυσμό 10.325.000 κατοίκων, ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας (15-64 ετών) ανερχόταν σε 6.878.000 (3.336.000 άνδρες και 3.511.000 γυναίκες), το σύνολο απασχολούμενων σε 3.920.000 (2.441.000 άνδρες και 1.476.000 γυναίκες) και το εργατικό δυναμικό (15-64 ετών) σε 3.822.000 (2.372.000 άνδρες και 1.450.000 γυναίκες).

Το ποσοστό απασχόλησης ανέρχεται στο 55,6% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας, εκ των οποίων 26,8% για τις ηλικίες 15-24 ετών, 69,5% για τις ηλικίες 25-54 ετών και 39,2% για τις ηλικίες 55-64 ετών.

Οι αυτοαπασχολούμενοι ανέρχονται στο 44,0% του συνόλου των απασχολούμενων (45,9% για τους άνδρες και 40,9% για τις γυναίκες), οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης στο 4,3% (2,4% για τους άνδρες και 7,4% για τις γυναίκες) και οι εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο 7,0% του συνόλου των απασχολούμενων (5,8% για τους άνδρες και 8,9% για τις γυναίκες).

Οσον αφορά στην εργασία κατά παραγωγικούς τομείς, το 58,0% απασχολείται στις υπηρεσίες του τριτογενούς τομέα (53,4% των ανδρών και 65,7% των γυναικών) έναντι 51,8% το 1991. Το 23,3% απασχολείται στη βιομηχανία (29,5% των ανδρών και 12,9% των γυναικών) έναντι 26,8% το 1991. Και το 18,7% απασχολείται στη γεωργία (17,0% των ανδρών και 21,4% των γυναικών) έναντι 21,4% του 1991.

Οι άνεργοι στην Ελλάδα το 2000 ανέρχονταν σε 493.000, το 11,1% του εργατικού δυναμικού, εκ των οποίων 194.000 άνδρες (7,3%) και 299.000 γυναίκες (16,7%). Εντυπωσιακά είναι τα ποσοστά ανεργίας των νέων στην Ελλάδα, που ήταν 29,6% του εργατικού δυναμικού το 2000, εκ των οποίων 22,2% για τους άνδρες και 37,9% για τις γυναίκες.

Στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2000

Μόνο η Ισπανία έχει υψηλότερη ανεργία από την Ελλάδα (14,1%), με έντονες πτωτικές τάσεις όμως την τελευταία πενταετία. Στο σύνολο της ΕΕ η ανεργία ανέρχεται στο 8,2% του εργατικού δυναμικού, δηλαδή 14.185.000 άνεργοι, εκ των οποίων 6.881.000 άνδρες (7,0%) και 7.364.000 γυναίκες (9,7%). Η ανεργία των νέων στην ΕΕ ανέρχεται στο 16,1%, με υψηλότερα ποσοστά στην Ελλάδα με μεγαλύτερη στις γυναίκες (17,1%) όπου η χώρα μας κατέχει και πάλι τα θλιβερά πρωτεία. Οι μακροχρόνιοι άνεργοι είναι το 3,6% του εργατικού δυναμικού.


ΠΕΜΕΝ - «ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ»
Αγανάκτηση για τις φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών

Με τις νέες φοροαπαλλαγές, που προωθεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προς το εφοπλιστικό κεφάλαιο, οι οποίες έρχονται να προστεθούν στις ήδη υπάρχουσες, οι φόροι που θα καταβάλει πλέον ο εφοπλιστής για ένα επιβατηγό πλοίο, θα είναι λιγότεροι από αυτούς που πληρώνει ένας... ταξιτζής! Αυτό επισημαίνεται σε κοινό δελτίο Τύπου που εξέδωσαν η ΠΕΜΕΝ και «Ο ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ», τονίζοντας ότι το εφοπλιστικό κεφάλαιο, «απολαμβάνοντας καθεστώς "μπανανίας" απαιτεί και επιβάλλει με τα φερέφωνά του και νέα προνόμια». Τα δύο σωματεία υπογραμμίζουν ότι το ταξικό εργατικό και λαϊκό κίνημα καταδικάζουν αυτή την πολιτική και κλιμακώνουν τους αγώνες τους για την ανατροπή της. Καλούν τους ναυτεργάτες να ενώσουν «τη φωνή τους και την αγανάκτησή τους με τους άλλους εργαζόμενους» και ταυτόχρονα να απαιτήσουν την άμεση σύγκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΠΝΟ για την οργάνωση αγωνιστικών απεργιακών κινητοποιήσεων.

Οσον αφορά το πρόσχημα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση μέσω του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, ότι με τη μείωση του συντελεστή φορολογίας των πλοίων κατά 40%, θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας τα δύο ναυτεργατικά σωματεία απαντούν: «Καταφεύγει σε ασύστολα ψεύδη και κόντρα στην πραγματικότητα που βιώνουν οι ναυτεργάτες. Προωθεί την ασύδοτη δράση του εφοπλιστικού κεφαλαίου, για να αυξήσει την κερδοφορία του και την ανταγωνιστικότητά του». «Η κυβέρνηση αγνοεί ή θέλει να αγνοεί ότι κατ' επανάληψη έχουν προωθηθεί τέτοιου φιλοεφοπλιστικού χαρακτήρα μέτρα, αλλά, αυτό που παραμένει ως "σταθερά" είναι η δραματική μείωση των Ελλήνων ναυτεργατών μέσα στα καράβια». Τα σωματεία για να δείξουν το μέγεθος των υπερπρονομίων που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές παραθέτουν το εξής στοιχείο: «Ο προϋπολογισμός του ΥΕΝ τις τελευταίες δεκαετίες δεν καλύπτεται από τη φορολογία των πλοίων. Για το 2002 ο προϋπολογισμός του ΥΕΝ είναι 240 δισ. δρχ. ενώ τα έσοδα που προϋπολογίζονται από τη φορολογία των πλοίων είναι μόλις 8 δισ.»!



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ