Σύντομα οι αυξήσεις τιμών στο χονδρεμπόριο - που επιβάλλονται ελεύθερα και χωρίς κανένα περιορισμό σ' εκείνους που έχουν το πάνω χέρι στη διαμόρφωση των τιμών - θα περάσουν στο λιανεμπόριο, ωθώντας σε υψηλότερα επίπεδα τον πληθωρισμό
Η ΕΣΥΕ αποδίδει τη μεγάλη άνοδο του δείκτη τιμών Χονδρικής το μήνα Φλεβάρη στις αυξήσεις που σημειώθηκαν στα προϊόντα γεωργίας (άνοδος 11%) και στα πετρελαιοειδή, ενώ αυξήσεις, υψηλότερες του αναμενόμενου σημειώθηκαν και σε άλλους τομείς (βιομηχανικά εμπορεύματα).
Σε δωδεκάμηνη περίοδο (Φλεβάρης 2003/2002) ο δείκτης τιμών Χονδρικής σημείωσε άνοδο 2,6%, έναντι ανόδου 3,6% και 3,2% που σημείωσε τα δύο προηγούμενα χρόνια. Σε μέσα επίπεδα καταγράφεται άνοδος 1,9%, έναντι ανόδου 2,5% και 6,2% που σημειώθηκε τα δύο προηγούμενα έτη.
Οι επιμέρους δείκτες είχαν την ακόλουθη εξέλιξη:
Από σήμερα το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο - προκειμένου να γίνει πιο ελκυστική η εξαγορά του από ιδιώτες - θα χορηγεί στεγαστικά δάνεια και σε ενδιαφερόμενους που δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι
Ενισχύεται ο τραπεζικός χαρακτήρας του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (ΤΤ), μετά την απόφαση της διοίκησής του να χορηγεί από σήμερα (1η Απρίλη) στεγαστικά και επισκευαστικά δάνεια σε όλους τους ενδιαφερόμενους και όχι μόνο στους δημοσίους υπαλλήλους και τους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Σημειώνεται, ότι τα επιτόκια των στεγαστικών και επισκευαστικών δανείων που χορηγεί το ΤΤ στους δημοσίους υπαλλήλους - όπως και τα επιτόκια καταθέσεων - είναι ευνοϊκότερα σε σχέση με τα επιτόκια των εμπορικών τραπεζών. Η απόφαση της διοίκησης του ΤΤ, να επεκτείνει τη χορήγηση στεγαστικών και επισκευαστικών δανείων, και πέραν των δημοσίων υπαλλήλων, εντάσσεται στα σχέδια της κυβέρνησης για την ιδιωτικοποίησή του.
Οπως ανακοινώθηκε, τα επιτόκια των στεγαστικών και επισκευαστικών δανείων, με σταθερό επιτόκιο, ορίστηκαν σε:
Οσον αφορά στο κυμαινόμενο επιτόκιο, αυτό ορίστηκε σε 5,45%.
Επισημαίνεται, ότι, στα επιτόκια αυτά, περιλαμβάνονται και οι εισφορές του Ν.128/75 (0,12%), όπως καθόρισε σχετικά η Τράπεζα της Ελλάδος. Σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα διαμορφώνονται τα επιτόκια για τα στεγαστικά και επισκευαστικά δάνεια σε δημοσίους υπαλλήλους, που αποτελούν τους παραδοσιακούς - μέχρι σήμερα - πελάτες του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Οπως ανακοινώθηκε, τα επιτόκια στεγαστικών και επισκευαστικών δανείων για δημοσίους υπαλλήλους, καθορίστηκαν:
Τα κυμαινόμενα επιτόκια για δάνεια δημοσίων υπαλλήλων ειδικών κατηγοριών ή παραμεθόριων περιοχών, διαμορφώνονται σε 4,25% και 4,75% αντιστοίχως.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι υψηλότερα σε σχέση με τις εμπορικές τράπεζες, παραμένουν τα επιτόκια καταθέσεων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου τα οποία τοκίζονται ανεξαρτήτως ύψους καταθέσεων.
Αναλυτικότερα τα επιτόκια καταθέσεων που ισχύουν από σήμερα είναι τα εξής:
Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο αποδίδει τόκο από το πρώτο ευρώ και δεν επιβαρύνει με έξοδα τους καταθετικούς λογαριασμούς.
Είτε σε περιόδους κρίσης είτε σε περιόδους αύξησης του ΑΕΠ, το μεγάλο κεφάλαιο βρίσκει τους τρόπους να συντηρεί ακόμη και να αυξάνει τα κέρδη του. Αυξημένα κέρδη για το α΄τρίμηνο του 2003 προανήγγειλε για την «Τράπεζα Πειραιώς» ο πρόεδρός της Μ. Σάλλας. Σε συνέντευξη Τύπου, που δόθηκε στο πλαίσιο της χτεσινής ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων έκανε λόγο και για αύξηση του κύκλου εργασιών κατά 20% μέσα στο 2003 και αυτό παρά το γεγονός της «ύφεσης». Αναφερόμενος, μάλιστα, στις σημερινές συνθήκες είπε ότι η «κρίση δεν ξεκίνησε με αφορμή το Ιράκ αλλά 2-3 χρόνια νωρίτερα». Γεγονός είναι ότι οι προτροπές του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Ν. Χριστοδουλάκη, για μεγέθυνση των τραπεζών και συνεργασίες δίνουν το άλλοθι στους τραπεζίτες να προβάλλουν και νέες αξιώσεις σε βάρος μάλιστα των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των τραπεζοϋπαλλήλων. Στο πλαίσιο αυτό, ο Σάλλας αναφέρθηκε σε «παράγοντες που μπορούν να βελτιωθούν από την πλευρά του κράτους», διευκρινίζοντας ότι τα ασφαλιστικά συστήματα στις τράπεζες πρέπει να «ξεκαθαριστούν», ώστε να «σταθμιστεί» το κόστος των συγχωνεύσεων...
Η φοροαφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων στηρίζει την εκτέλεση και του φετινού προϋπολογισμού καθώς αναπληρώνει την υστέρηση που παρατηρείται στη φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου μετά και τις απανωτές φοροελαφρύνσεις που θεσμοθέτησε για λογαριασμό του η κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που αφορούν στο δίμηνο Γενάρη-Φλεβάρη 2003, η αύξηση των φορολογικών εσόδων φτάνει σε 9,6%. Τα κάθε είδους κρατικά έσοδα εμφανίζουν οριακή αύξηση μόλις 0,4%, που ερμηνεύεται από το γεγονός ότι στο αντίστοιχο περσινό δίμηνο αναγραφόταν έσοδο 469 εκατ. ευρώ, που προερχόταν από την κοπή και κυκλοφορία των νέων κερμάτων του ευρώ. Αν και το σχετικό κονδύλι «κόπηκε» μετά από αποφάσεις της ΕΕ, το υπουργείο Οικονομικών επιμένει να το εμφανίζει στα απολογιστικά στοιχεία. Με αυτό τον τρόπο εμφανίζουν λογιστικά μικρή αύξηση στα έσοδα, σε μια προσπάθεια να «πείσουν» για την ανάγκη λήψης νέων μέτρων σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων.
Στο ίδιο διάστημα παρατηρείται και μεγάλη αύξηση των δαπανών σε ποσοστό 24,4%. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών ο ρυθμός αυτός είναι συγκυριακός και οφείλεται σε ορισμένα κονδύλια που δεν υπήρχαν στο αντίστοιχο περσινό δίμηνο (όπως οικογενειακό επίδομα, επίδομα θέσης και εξωδιδακτικής διδασκαλίας στους καθηγητές κ.ά.).
Τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για το δίμηνο Γενάρη - Φλεβάρη 2003 παρουσιάζουν τα εξής: