Πάνω από 968 εκατ. ευρώ (περίπου 330 δισ. δραχμές) άλλαξαν χέρια στο α' τρίμηνο τρίμηνο του 2003. Η επίσημη τοκογλυφία εμφανίζει αύξηση 14%
Κάθε μέρα που περνά οι 5 μεγάλοι όμιλοι της ντόπιας τραπεζικής αγοράς κερδίζουν από τόκους το αστρονομικό ποσό των 10,75 εκατ. ευρώ ή 3,6 δισ. δραχμές. Το ποσό αυτό που εισπράττουν οι τραπεζίτες, το πληρώνουν κυρίως οι μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες και άλλοι οικονομικά ανίσχυροι δανειολήπτες! Πρόκειται για τα «καθαρά έσοδα τόκων», που εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους για το α' τρίμηνο του 2003 οι Ομιλοι Εθνικής, Alpha, Eurobank, Εμπορικής και Πειραιώς και που αποδείχνουν τη συντελούμενη ληστεία σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων. Με δυο λόγια, η λεγόμενη μείωση των επιτοκίων, το μεγάλωμα της ψαλίδας ανάμεσα στα τοκογλυφικά επιτόκια των δανείων και των καταθέσεων, όπως και ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών λειτούργησαν σαν μοχλός ανακατανομής εισοδημάτων προς τα θησαυροφυλάκια των τραπεζών.
Το ποσό των 10,75 εκατ. ευρώ την ημέρα που προαναφέραμε ότι εισπράττουν κάθε μέρα οι 5 μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι, προκύπτει μετά την αφαίρεση των λιγοστών εξόδων που έχουν οι τράπεζες για τους τόκους καταθέσεων και προέρχεται από την επεξεργασία των ισολογισμών τους. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει επίσης ότι στο α' τρίμηνο του 2003 η τοκογλυφία σε απόλυτους αριθμούς αυξήθηκε σε 968,2 εκατ. ευρώ (από 849,8 εκατ. στο τρίμηνο του 2002). Σαν ποσοστό η αύξηση πλησίασε το 14% και αποτελεί τη χρυσοφόρα φλέβα πλουτισμού των τραπεζών.
Από τους ισολογισμούς των τραπεζών για το α' τρίμηνο του 2003 προκύπτουν τα εξής αποκαλυπτικά:
Συνολικά μέσα στο τρίμηνο άλλαξαν χέρια 968,2 εκατ. ευρώ (από 849,8 εκατ. το 2002). Με δυο λόγια η τοκογλυφία εμφανίζει αύξηση 14%.
Ενιαία τιμολογιακή πολιτική, θα εφαρμόζουν από την 1η Ιούλη 2003 οι ευρωπαϊκές τράπεζες, τόσο στα διασυνοριακά, όσο και στα εσωτερικά τραπεζικά εμβάσματα. Το ανακοίνωσε προχτές, σε συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, ο γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Τραπεζών Ν. Μπόμκε. Οπως είπε, από την 1η Ιούλη, τα διασυνοριακά τραπεζικά εμβάσματα (αξίας μέχρι 12.500 ευρώ) θα επιβαρύνονται με το ίδιο κόστος με τα εσωτερικά τραπεζικά εμβάσματα.
Η ενιαία τιμολογιακή πολιτική στα τραπεζικά εμβάσματα γίνεται σε εφαρμογή της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας που υιοθετήθηκε το Δεκέμβρη του 2001 και η οποία αποβλέπει στη δημιουργία ενός «ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου πληρωμών» χωρίς τιμολογιακές διακρίσεις. Δεν έγινε γνωστό ποιο θα είναι το «ενιαίο ύψος» της επιβάρυνσης στα τραπεζικά εμβάσματα, που θα χρεώνουν από την 1-7-2003 οι ευρωτραπεζίτες.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το 2001 στους «15» της ΕΕ, ένα τραπεζικό έμβασμα αξίας 100 ευρώ από μια χώρα - μέλος σε άλλη χώρα - μέλος επιβαρυνόταν κατά μέσο όρο με 24,09 ευρώ. Η Ελλάδα είχε την υψηλότερη επιβάρυνση 47,33 ευρώ κατά μέσο όρο, από τα οποία 44 ευρώ επιβαρύνουν τον αποστολέα και 3,33 ευρώ τον παραλήπτη. Η πρακτική της διπλής επιβάρυνσης (και για τον αποστολέα και για τον παραλήπτη του εμβάσματος) που ισχύει στην Ελλάδα αναμένεται να καταργηθεί από την 1η Ιούλη, καθώς είναι σε αντίθεση με τις διατάξεις της κοινοτικής Οδηγίας (97/5) για τις διασυνοριακές πληρωμές.
Αύξηση της κερδοφορίας της κατά 10% σημείωσε η «COSMOTE» το πρώτο τρίμηνο του 2003, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της διοίκησης της εταιρίας, κατά την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων για το πρώτο τρίμηνο του 2003.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο κύκλος εργασιών της «COSMOTE» ανήλθε σε 297,1 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 13% έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2002. Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων ανήλθαν σε 127 εκατ. ευρώ (αύξηση 11%) και το περιθώριο κέρδους EBITDA σε 42,8%. Τα καθαρά κέρδη της εταιρίας ανήλθαν σε 53,7 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 10% και τα ταμειακά διαθέσιμα σε 94,2 εκατ. ευρώ.
Οπως ανακοινώθηκε, η «COSMOTE» θα προτείνει να διανεμηθεί στους μετόχους της για την οικονομική χρήση του 2002, μέρισμα 0,35 ευρώ ανά μετοχή, ποσό που ισούται με μερισματική απόδοση 3,8%.
Τις επικίνδυνες διαστάσεις που έχει προσλάβει η λειτουργία πολλών κέντρων ή ινστιτούτων αδυνατίσματος, επισημαίνει το Ινστιτούτο Καταναλωτών (ΙΝΚΑ). Σημειώνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις η λειτουργία αυτών των ινστιτούτων θέτει σε κίνδυνο την υγεία των ανυποψίαστων πελατών τους κι αυτό με τις ευλογίες των αρμόδιων υπουργείων που «κάνουν τα στραβά μάτια». Το ΙΝΚΑ αναδεικνύει το θέμα των ινστιτούτων αδυνατίσματος, με αφορμή τόσο το μεγάλο αριθμό των καταγγελιών που δέχεται το ίδιο, όσο και τον αντίστοιχο αριθμό των καταγγελιών που έχουν γίνει στο τηλεφωνικό κέντρο 1720 της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το ΙΝΚΑ, ο τομέας των κέντρων αδυνατίσματος βρίσκεται στην τρίτη θέση της «μαύρης λίστας» με τα παράπονα που καταγράφονται στο Ινστιτούτο και μέσα στο 2003 οι καταγγελίες που έχει δεχτεί ξεπερνούν τις 5.000.
Τα παράπονα και οι καταγγελίες προς το ΙΝΚΑ αφορούν σε: